Η Βάσια Ατταριάν είναι μία νέα παρουσία στον χώρο του θεάτρου, που μας έχει συστηθεί μέσα από τις ευφυείς και επιτυχημένες σκηνοθεσίες της στις παραστάσεις “Γιατί σκότωσα την καλύτερη μου φίλη” και “Οι Πτυχιούχοι” στο θέατρο 104. Η πολλά υποσχόμενη Βάσια ανήκει στην νέα γενιά σκηνοθετών, ενώ η ίδια είναι ένα πνεύμα ανήσυχο, με προσωπικότητα ιδιαίτερη, διαθέτοντας πολύ μεράκι και ταλέντο γι’αυτό που κάνει. Μας μιλά για εκείνη και την δουλειά της, σε μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη…

Λυδία: -Καλησπέρα Βάσια, θέλω να μου πεις πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σου με τη σκηνοθεσία.
Βάσια: Σπουδάζω στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών. Όταν ήμουν 18 χρονών γνώρισα τον Κώστα Γάκη και ξεκίνησα να δουλεύω ως βοηθός του. Μέσω εκείνου γνώρισα τον Αργύρη Ξάφη, το Βασίλη Μαυρογεωργίου και συνεργάστηκα και μαζί τους ως βοηθός. Σε μια παράσταση το 2011 στο Νέο Κόσμο του Κώστα γνώρισα τη Νάνσυ και τη Στέλλα, που έπαιξαν στο «Γιατί σκότωσα την καλύτερη μου φίλη», κι επειδή είχα διαβάσει όταν ήμουν μικρή αυτό το μυθιστόρημα και ήταν ένα εφηβικό όνειρο να το κάνω παράσταση, σκέφτηκα να το τολμήσω. Κάπως έτσι προέκυψε ότι θα κάνω το πρώτο μου βήμα.

Λυδία: -Ποιος σε βοήθησε να ανεβάσεις την παράσταση αυτή από άποψη παραγωγής;
Βάσια: -Καταρχάς την παράσταση την ανεβάσαμε στο 104 όταν ήταν ακόμη στα Εξάρχεια τότε. Στο 104 είχα ξαναδουλέψει ως βοηθός σκηνοθέτη με τον Κώστα Γάκη, οπότε γνωριζόμασταν με τα παιδιά.Ο Θάνος Δημητριάδης και η Πωλίνα Καραναστάση με στήριξαν στο ανέβασμα της φίλης όπως και φέτος στους Πτυχιούχους και τους ευχαριστώ γι αυτό… Είναι δύο άνθρωποι που ενισχύουν τους νέους ανθρώπους και κάνουν εξαιρετική δουλειά. Επίσης, το βιβλίο είναι των Εκδόσεων Καστανιώτη. Τους ενδιέφερε, μου έδειξαν εμπιστοσύνη και βρήκα και τον χώρο για να την ανεβάσω. Με τα παιδιά της παράστασης ήμασταν φίλοι, αλλά και οι υπόλοιποι συνεργάτες ήταν γνωστοί μου μέσα από την δουλειά και είχαμε ξανασυνεργαστεί στο παρελθόν, όσο εγώ ήμουν βοηθός σκηνοθέτη.

Λυδία: –Ήταν όνειρό σου να ασχοληθείς με τη σκηνοθεσία ή απλά προέκυψε;
Βάσια: Όταν ήμουν 15 χρονών είδα μια παράσταση στο θέατρο Αμόρε του Μοσχόπουλου, «Η ζωή είναι ένα όνειρο», που είναι η αγαπημένη μου παράσταση από τότε. Από αυτή την παράσταση μου προέκυψε ότι θέλω να ασχοληθώ με το θέατρο. Μετά μου άρεσε πολύ η δουλειά του βοηθού σκηνοθέτη, κι ακόμα μ’αρέσει,το καλοκαίρι ήμουν βοηθός της ομάδας Βlitz και έμαθα πολλά από αυτή τη συνεργασία. Απλώς προέκυψε μέσα από τις συνεργασίες μου με αυτούς τους ανθρώπους να θέλω να κάνω αυτές τις δύο παραστάσεις, επειδή αγαπούσα πολύ αυτά τα δύο βιβλία.

Λυδία: -Οι «Πτυχιούχοι» ή το « Γιατί σκότωσα την καλύτερή μου φίλη» είναι το αγαπημένο σου βιβλίο;
Βάσια: –Και τα δύο είναι πάρα πολύ αγαπημένα. Ήταν και τα δύο εφηβικά μου όνειρα να τα κάνω παράσταση, οπότε κάπως έτσι προέκυψε, με τρομερή βοήθεια από όλους τους συνεργάτες μου. Η βοήθεια τους ήταν πολύ βασική. Το καθένα φυσικά το αγαπώ για διαφορετικούς λόγους.

Λυδία: -Η μουσική στο «Γιατί σκότωσα την καλύτερή μου φίλη» ήταν πολύ ενδιαφέρουσα. Τι πιστεύεις πάνω σ’αυτό;
Βάσια: –Θεωρώ πως ήταν πολύ καλή η συνεργασία μας με τους Baby Guru. Ήταν μαγική η συνεύρεση μαζί τους. Είναι πολλά χρόνια φίλοι μου κι όταν δέχτηκαν να συνεργαστούν μαζί μου στη «Φίλη» ενθουσιάστηκα. Η μουσική τους όχι μόνο υποστήριζε τη δραματουργία της παράστασης αλλά την πήγε και παρακάτω. Οι Baby Guru είναι μια μπάντα που με συγκινεί και με εμπνέει πολύ… Περιμένω κάθε φορά με ανυπομονησία τις νέες τους μουσικές.

Λυδία: -Γιατί επιλέγεις να ανεβάζεις μυθιστορήματα σε θεατρική διασκευή κι όχι ένα θεατρικό έργο; Το θεωρείς πιο ενδιαφέρον;
Βάσια: Μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρον, κι επίσης είχε τύχει με τον Κώστα Γάκη να δουλέψω στον «Διχοτομημένο Υποκόμη» ως βοηθός του τη δεύτερη χρονιά, που ήταν πάλι μεταφορά από βιβλίο και μου είχε φανεί εξαιρετικά ενδιαφέρον. Νομίζω, όμως ότι έτυχε απλώς να μου αρέσουν αυτά τα δύο κείμενα, κι έτυχε να είναι μυθιστορήματα. Σίγουρα το βιβλίο σου δίνει περισσότερες πληροφορίες, ενώ το θεατρικό μου φαίνεται εν μέρει λίγο πιο δύσκολο, αν και εξίσου ενδιαφέρον.

Λυδία: Θα ήθελες να προχωρήσεις σκηνοθετικά με κάποιο θεατρικό έργο;
Βάσια: –Δεν ξέρω, όχι απαραίτητα. Δεν είναι στόχος μου ένα θεατρικό κείμενο. Πιστεύω στο κομμάτι της ανάλυσης των κειμένων από θεατρολογικής άποψης και μακάρι κάποια στιγμή να μπορέσω να το κάνω, αλλά μου φαίνεται δύσκολο σε αυτή τη φάση, επειδή δεν έχω αρκετή εμπειρία και αρκετές γνώσεις. Δε θεωρώ καθόλου τον εαυτό μου σκηνοθέτη, Ήθελα να πω αυτές τις δύο ιστορίες. Εάν θέλω να πω και μία τρίτη, θα εμπλακώ σε αυτό και αν δε μπορώ, θα ζητήσω βοήθεια, όπως ζητάω και από τους ηθοποιούς όταν κάνουμε μία παράσταση.

Λυδία: -Έχεις κάνει κάποια πρακτικά μαθήματα πάνω στη σκηνοθεσία;
Βάσια: Πέρα από κάποια μαθήματα της σχολής, δεν είχα κάνει. Είχα κάνει μόνο για μία χρονιά μαθήματα Υποκριτικής με τον Κώστα Γάκη. Μετά ήταν ό,τι έβλεπα ως βοηθός. Νομίζω ότι μαθαίνεις πάρα πολλά όταν είσαι δίπλα σε έναν άνθρωπο συνέχεια, σε πολλές παραγωγές και βλέπεις πώς δουλεύει. Είμαι πολύ επηρεασμένη από αυτούς τους ανθρώπους.

Λυδία: -Θαυμάζεις κάποιους άλλους σκηνοθέτες πέρα από αυτούς με τους οποίους έχεις συνεργαστεί;
Βάσια: Θαυμάζω πάρα πολύ τον Θωμά Μοσχόπουλο και είχα μία τεράστια αγάπη με το Αμόρε. Νομίζω είμαι ευτυχής που πρόλαβα και είδα κάποιες παραστάσεις στο τέλος. Πέρα από τους Γάκη, Μαυρογεωργίου και Blitz που θαυμάζω πολύ, υπάρχουν πολλοί σκηνοθέτες που εκτιμώ: Βογιατζής, Μαρμαρινός αλλά και νεότεροι όπως οι Vasistas, ο Καλαβριανός κ.α.

Λυδία: -Εάν είχες τα μέσα και την οικονομική δυνατότητα και άνεση θα έκανες ακριβές παραγωγές; Βάσια: –Εάν είχα οικονομικά την δυνατότητα, νομίζω πως θα ήθελα να είναι πολύ καλύτερα καλυμμένοι οικονομικά οι συνεργάτες μου. Θα ήθελα απλώς να μπορώ καλύψω ακόμη καλύτερα οικονομικά τους συνεργάτες μου, πράγμα που και τώρα προσπαθώ να το κάνω, αλλά θα ήθελα να είναι ακόμα πιο ευχαριστημένοι. Αυτό είναι το πρώτο. Εννοείται, βέβαια ότι όσο περισσότερα λεφτά σου δώσει κάποιος, τόσο περισσότερα πράγματα μπορείς να κάνεις. Νομίζω όμως ότι γίνεται και με λίγα μέσα το σκηνογραφικό μέρος. Εγώ πιστεύω πάρα πολύ στον ηθοποιό. Μία ιστορία, οι ηθοποιοί, η επικοινωνία, κι όλα μπορούν να γίνουν και με λιτά μέσα. Δεν είμαι βέβειαα καθόλου κατά του υπερθεάματος. Νομίζω ότι δε μπορώ να σκεφτώ έτσι λόγω του τι συμβαίνει τώρα. Εγώ, προσωπικά και ιδεολογικά, δεν νομίζω ότι είναι η στιγμή που πρέπει κάποιος να βάλει λεφτά σε ένα υπερθέαμα, όταν υπάρχουν ηθοποιοί που δεν πληρώνονται για να παίξουν. Εγώ δε θα μπορούσα να το κάνω, θα προτιμούσα να πληρώσω έναν ηθοποιό όσο καλύτερα μπορώ και να κάνουμε κάτι. Είναι και θέμα αισθητικής, δηλαδή υπάρχουν άνθρωποι που σκέφτονται εικαστικά και είναι το πρώτο πράγμα που θα κάνουν. Εγώ είμαι πολύ υπέρ του να υπάρχουν ηθοποιοί, επικοινωνία, ενέργεια και να πεις μία ιστορία και να μιλήσεις με τον θεατή.

Λυδία: -Το interactive στοιχείο στην παράσταση των «Πτυχιούχων», που οι ηθοποιοί σταματούν να παίζουν και επικοινωνούν με το κοινό πώς προέκυψε;
Βάσια: –Οι «Πτυχιούχοι» είναι μία διασκευή που έχει γίνει από όλους μας, που σημαίνει ότι αυτό που βλέπετε στην παράσταση είναι κομμάτια-κομμάτια που όλοι μαζί επεξεργαστήκαμε, ιδέες των παιδιών κι είναι κάτι πολύ συλλογικό. Η συγκεκριμένη ιδέα ήταν του Παναγιώτη Κατσώλη, η οποία μου άρεσε πάρα πολύ. Έχει να κάνει με τον τρόπο που νομίζω πως ο Βακαλόπουλος αντιλαμβάνεται και αυτός τη σχέση του θεάτρου με τον θεατή, της σκηνής με την πραγματικότητα. Η φράση που λέει, δηλαδή, ο Παναγιώτης υπάρχει μέσα στο βιβλίο και νομίζω ότι εκεί είναι ένα κλείσιμο του ματιού στο κοινό σε σχέση με το τι είναι τελικά πραγματικότητα, τι είναι σινεμά, τι είναι θέατρο. Ο ίδιος ο Βακαλόπουλος το αντιμετώπιζε έτσι, έπαιζε με αυτό, δηλαδή τη σχέση του θεάτρου με την πραγματικότητα.

Λυδία: -Τι δυσκολίες έχεις αντιμετωπίσει έως τώρα στη σκηνοθεσία;
Βάσια: –Πρακτικά μία από τις μεγάλες και πρώτες δυσκολίες είναι τα χρήματα, που ξεπερνιέται βέβαια. Μία άλλη πρακτική δυσκολία είναι το πώς το επικοινωνείς αυτό προς τα έξω. Γίνονται τόσες πολλές παραστάσεις στην Αθήνα, κι είναι πολύ δύσκολο, καθώς αυτή τη στιγμή ο κόσμος έχει άλλες πολύ βασικές ελλείψεις εννοείται. Μέσα στη διαδικασία της σκηνοθεσίας υπάρχουν πολλές δυσκολίες. Υπάρχουν μέρες που δε μπορώ να σκεφτώ τίποτα, δεν έχω καμία ιδέα και δεν ξέρω καν γιατί βέβαια, αλλά αυτό έχει και μία γοητεία. Εγώ το βλέπω πολύ συλλογικά, γιατί επιμένω στο ότι δεν είμαι σκηνοθέτης. Έχω μία ιδέα, θέλω να κάνω κάτι και να το κάνω μαζί με κάποιους ανθρώπους, να τους αγγίξει κι αυτούς και να τους αφορά. Εγώ τουλάχιστον, όποτε έχω πέσει σε δυσκολία και στις δύο παραστάσεις, κάποιος άλλος έχει βρει τη λύση και είναι δεδομένο ότι έχει βρει καλύτερη λύση από αυτήν που θα έβρισκα εγώ. Η δυσκολία που έχω εγώ είναι να εκφράσω σωστά σε έναν ηθοποιό αυτό που θέλω, ακριβώς γιατί δεν είμαι σκηνοθέτης, δεν έχω κάποια συγκεκριμένη μέθοδο. Νομίζω όμως ότι στην τριβή μέσα αυτό βρίσκεται και οποιαδήποτε διαφωνία την θέλω μέσα στην πρόβα, χωρίς εμπάθειες.

Λυδία: -Γιατί λες ότι δεν θεωρείς τον εαυτό σου σκηνοθέτη; 
Βάσια: –Γιατί δεν το έχω σπουδάσει και δεν έχω πάρα πολλή εμπειρία, είμαι 23 χρονών.Έχω κάποιες επιρροές, έχω μάθει κάποια πράγματα, απλώς νομίζω ότι είναι πολύ νωρίς ακόμη να πω ότι είμαι σκηνοθέτης. Μου φαίνεται σχεδόν αστείο να το πω. Δεν είναι τόσο θέμα σπουδών όσο γνώσεων σε σχέση με το θέατρο. Είναι και θέμα φαντασίας, και να το θέλεις πολύ εκείνη τη στιγμή, να σε συγκινεί. Βλέποντας μεγάλους σκηνοθέτες, όπως ο Μοσχόπουλος, θεωρώ ότι μέσα στα χρόνια έχει βρει μία προσωπική αισθητική, μία ουσία και έχει τριβή πάνω σ’αυτό. Μακάρι να μου συμβεί στο μέλλον αν προκύψει, δεν είναι στόχος όμως. Είναι και θέμα ανασφάλειας για το αν μπορώ να το κάνω, δηλαδή η μεγαλύτερη μου ανασφάλεια και στις δύο παραστάσεις ήταν να μην υπάρξει μέρα που θα νιώσουν οι ηθοποιοί ότι υποφέρουν και να μην νιώσουν επί σκηνής ότι τους εκθέτω.

Λυδία: -Πέρα από το θέατρο, τι άλλο σου αρέσει να κάνεις;
Βάσια: –Μ’αρέσει πολύ ο κινηματογράφος. Τώρα μέσω του βιβλίου αυτού, επειδή ο Βακαλόπουλος ήταν κινηματογραφιστής και έγραψε πάρα πολλά άρθρα για τον κινηματογράφο, μπήκα στη διαδικασία να δω πολλές παλιές ταινίες και αυτό μου φαίνεται πολύ ενδιαφέρον. Ο Βακαλόπουλος γράφει κινηματογραφικά και γι’αυτό υπάρχουν στην παράσταση κάποια κινηματογραφικά στοιχεία.

Λυδία: -Για ποιους λόγους θα πρότεινες σε κάποιον να έρθει να δει τους «Πτυχιούχους»;
Βάσια: –Νομίζω ότι τα κείμενα που έχει γράψει ο Βακαλόπουλος είναι επίκαιρα και διαχρονικά. Μιλάει για μία κρίση από το 1980 πολύ βαθιά, που την έβλεπε τότε και που αν στα πω τώρα αυτά τα πράγματα, θα νομίζεις ότι κάποιος τα έχει γράψει χθες. Επίσης, είναι κάποιες φράσεις που λέει μέσα στο βιβλίο, με τις οποίες συμφωνώ και μου φαίνονται πολύ επίκαιρες: «Η πραγματική Ελλάδα είναι εκτός πραγματικότητος», που είναι πολύ ουσιαστικό γι’αυτό που ζούμε τώρα και το «Το μέλλον απλώνεται μπροστά μας σα χαράδρα». Στην παράσταση υπάρχει μία αίσθηση, μία αισθητική και μουσική από τις προηγούμενες δεκαετίες της Ελλάδας, γιατί ξεκινάει να γράφει το ’78 και ’79 και κάνει διάφορα φλας-μπακ, και νομίζω ότι αυτές οι δεκαετίες, εάν τις κοιτάξεις πιο προσεχτικά δείχνουν τι συμβαίνει τώρα και γιατί αυτό που συμβαίνει τώρα δεν είναι καθόλου ξαφνικό. Εμένα με συγκινεί πολύ ο Βακαλόπουλος λόγω αυτού, γιατί βλέπει μία πολύ πιο βαθιά κρίση, πολύ νωρίτερα και μιλά γι’αυτήν πολύ πιο ουσιαστικά.

Λυδία: -Πιστεύεις ότι το κοινό χρειάζεται αυτή την περίοδο να γελάσει ή να προβληματιστεί μέσα από μία παράσταση ή και τα δύο;
Βάσια: –Νομίζω και τα δύο, αλλά και η κωμωδία μπορεί να σε κάνει να προβληματιστείς απίστευτα. Το γέλιο είναι ανακούφιση, αλλά μέσα από αυτό μπορεί να προκύψει κάτι πολύ συγκινητικό.

Λυδία: -Πώς βλέπεις το θέατρο σε περίοδο κρίσης;
Βάσια: –Νομίζω ότι είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα οικονομικά, αλλά έχω μία πεποίθηση ότι θα συνεχίσει να γίνεται κάτι, γιατί αν το δεις πρακτικά, ο αριθμός των παραστάσεων δεν έχει μειωθεί στην Αθήνα και αυτό είναι πολύ σημαντικό.

Λυδία: –Ισχύει, δηλαδή, το ότι σε περιόδους κρίσης η Τέχνη ανθίζει;
Βάσια: –Ιστορικά, νομίζω ότι ισχύει σε πολλές περιπτώσεις. Αυτό δεν μπορείς να το δεις τώρα, νομίζω θα φανεί σε δέκα χρόνια περίπου, αλλά μακάρι να γίνει έτσι. Εγώ πιστεύω ότι στην Ελλάδα υπάρχουν άνθρωποι πρόθυμοι που θέλουν να παρακάμπτουν τις δυσκολίες και νομίζω φαίνεται αυτό.

 

Στη συνέχεια θα ακολουθήσει συνέντευξη των ηθοποιών της παράστασης “Οι Πτυχιούχοι”, που βασίζεται στο μυθιστόρημα του Χρήστου Βακαλόπουλου και παίζεται στο 104-Κέντρο Λόγου και Τέχνης κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 9.15 μ.μ.

Προηγούμενο άρθροΌπυ Ζούνη, “Τελευταίες Πινελιές”
Επόμενο άρθροΚλωστές Μνήμης, της Ελένης Κρίκκη
Λυδία Τριγώνη
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ηράκλειο Κρήτης. Απόφοιτη του τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Παν/μίου Αθηνών και του μεταπτυχιακού προγράμματος «Λογοτεχνία, Πολιτισμός και Ιδεολογία», με ειδίκευση στο θέατρο. Ασχολείται με τη μετάφραση θεατρικών έργων, εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτη και αρθρογραφεί στο Artic.gr από το 2012.