“Θωρηκτό Ποτέμκιν” του Σεργκέι Μιχαήλοβιτς Αϊζεντάιν / Sergej Mihajlovič Ejzenštejn /Sergei Mikhailovich Eisenstein (23/1/1898 – 11/2/1948)
Ο Σεργκέι Μιχαήλοβιτς Αϊζεντάιν γεννήθηκε στις 3 Ιανουαρίου του 1898 στη Ρίγα της Λετονίας και πέθανε στις 11 Φεβρουαρίου του 1948 στη Μόσχα, σε ηλικία 50 ετών.  Ο πατέρας του ήταν Γερμανοεβραϊκής καταγωγής, επιφανής αρχιτέκτονας της εποχής του και η μητέρα του γόνος γνωστής Ρώσικης οικογένειας μεγαλοαστών εμπόρων. Εγκατέλειψε τις σπουδές του ως πολιτικός μηχανικός και αποφάσισε να ασχοληθεί ενεργά με την 7η τέχνη. Μετά από μια περίοδο ενασχόλησης του με το θέατρο εξελίχθηκε σταδιακά στον μεγαλύτερο κινηματογραφικό σκηνοθέτη της Σοβιετικής Ένωσης, ενώ στη συνέχεια αναδείχθηκε ως ένας από τους κορυφαίους δημιουργούς παγκοσμίως. Αναβάθμισε την τεχνική του έως τότε «νεογέννητου» κινηματογράφου μετατρέποντας την σε τέχνη και δίνοντας του καλλιτεχνική διάσταση. Παρότι υπήρξε καθεστωτικός σκηνοθέτης, καθώς όλη του η φιλμογραφία έγινε κατά παραγγελία της Σοβιετικής κυβέρνησης, δεν αμέλησε ποτέ την καλλιτεχνική αξία των ταινιών του, αναδεικνύοντας τον κινηματογράφο ως τέχνη.

            Ο Σ. Μ. Αϊζενστάιν υπήρξε πολυσήμαντος και μεγάλος δάσκαλος, δοκιμιογράφος και σκηνοθέτης του παγκόσμιου κινηματογράφου με τεράστιο έργο πέραν του τομέα της φιλμογραφίας και σε αυτόν τον τομέα της θεωρητικής ανάλυσης και καταγραφής. Ήταν ο πρώτος που συνδύασε και ανήγαγε την έως τότε τεχνική του κινηματογράφου με τις καλές τέχνες, εισάγοντας στο σινεμά ως τεχνικές και ως τέχνες αλλά και ως αισθητικά πρότυπα το θέατρο, τη ζωγραφική, τη μουσική, την αρχιτεκτονική και τη λογοτεχνία, δανειζόμενος αλλά ουδέποτε αντιγράφοντας μανιέρες των μεγαλύτερων καλλιτεχνών. Δημιουργώντας έτσι ουσιαστικά τις βασικές προϋποθέσεις και αρχές, που σε συνδυασμό με τη μεγάλη ανακάλυψη και καθιέρωση του μοντάζ, προσδιόρισε και δημιούργησε την 7η τέχνη…

Καθιέρωσε το μοντάζ, καθώς συνέλαβε την ιδέα του «μοντάζ των εντυπώσεων» ή αλλιώς «ιδεολογικού μοντάζ», γνωστό όμως εκείνη την εποχή σε ευρύ κύκλο και ως «Ατραξιόν – Μοντάζ», σύμφωνα με το οποίο ο σκηνοθέτης ενισχύει το νόημα μιας εικόνας με την αντιπαράθεση μιας άλλης που δεν ανήκει αναγκαστικά στο ίδιο επεισόδιο. Με το μοντάζ να καθορίζει την αφηγηματική δομή του φιλμ καθώς συνίσταται η συγκόλληση των λήψεων σε μια τελική «σειρά», κάνοντας ανακατατάξεις και δημιουργώντας κορυφώσεις καταφέρνει να αποδώσει τα νοήματα που θέλει να περάσει.

Το έργο του ξεκινά το 1924 με το φιλμ «Η Απεργία», στη συνέχεια ακολούθησε το «Θωρηκτό Ποτέμκιν», το οποίο τον καθιέρωσε ως μια από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του σοβιετικού σινεμά. Το 1928 σκηνοθέτησε το φιλμ «Οκτώβρης», σε δικό του σενάριο, βασισμένο στο βιβλίο του Τζον Ριντ «Δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο», το 1929 ολοκλήρωσε τη «Γενική Γραμμή», που θεωρείται το πλέον λυρικό του έργο καθώς αναφέρεται με λεπτομέρειες στις αλλαγές της αγροτικής κατάστασης στη Ρωσία μετά την Επανάσταση του Οκτώβρη. Το 1938 σκηνοθέτησε τον «Αλέξανδρο Νιέβσκυ» και «Το λιβάδι του Μπεζίν» που έμεινε ημιτελές λόγω ασθενείας. Επίσης το 1945 σκηνοθέτησε την τριλογία «Ιβάν ο Τρομερός», την βιογραφία του οποίου θαύμαζε ο Στάλιν.

Η ταινία…

σκηνή από την ταινία «Θωρηκτό Ποτέμκιν»
Σκηνή από την ταινία «Θωρηκτό Ποτέμκιν»

Σε ηλικία μόλις 27 ετών, ο Σ. Μ. Αϊζενστάιν, έκανε την ταινία σταθμό του παγκόσμιου κινηματογράφου, «Θωρηκτό Ποτέμκιν» (1925), η οποία γυρίστηκε με αφορμή την επέτειο της επανάστασης του 1905. Το πολεμικό πλοίο «Πρίγκιπας Ποτιόμκιν της Ταυρίδας», γνωστό ως «Θωρηκτό Ποτέμκιν» υπαγόταν στο στόλο της Μαύρης Θάλασσας της Ρωσικής Αυτοκρατορίας των τσάρων. Έγινε γνωστό όταν το κατώτερο πλήρωμα του εξεγέρθηκε εναντίων των αξιωματικών, αγκυροβολώντας στα ανοιχτά της Οδησσού και υψώνοντας στις 14 Ιουνίου του 1905 την κόκκινη σημαία, καλώντας τους ναυτικούς των άλλων πλοίων καθώς και τους πολίτες σε μαζικό ξεσηκωμό εναντίον του τσάρου. Αφορμή της εξέγερσης, κατά την ταινία, ήταν ένα κομμάτι σάπιου κρέατος, το οποίο αρνήθηκαν να φάνε οι ναύτες, με αποτέλεσμα οι αξιωματικοί να τους καταδικάσουν σε θάνατο δια τουφεκισμού.

            Η ανταρσία γενικεύεται στην πόλη με τους πολίτες να κατεβαίνουν στο λιμάνι  της Οδησσού για να συμπαρασταθούν στους εξεγερμένους του πλοίου και να τους εμψυχώσουν. Αποτέλεσμα ήταν να ακολουθήσει η επέμβαση των τσαρικών στρατευμάτων με την περίφημη σκηνή της σφαγής των αμάχων στις σκάλες της Οδησσού, πνίγοντας με αυτόν τον τρόπο την εξέγερση στο αίμα. Η ταινία τελειώνει με την επέκταση της απεργίας και στα υπόλοιπα πλοία, που αρνούνται να χτυπήσουν τ’ αδέρφια τους, προαναγγέλλοντας έτσι ότι η επανάσταση πλησιάζει! Ιστορικά το συγκεκριμένο γεγονός είχε απήχηση τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό καθώς ήταν ο προάγγελος της Ρώσικης Επανάστασης τον Οκτώβρη του 1917.

Αν και η ανταρσία του θωρηκτού στο λιμάνι της Οδησσού ήταν απλά ένα επεισόδιο στην εξιστόρηση της επανάστασης, που καταλάμβανε δύο μόλις σελίδες στο αρχικό σενάριο, ο Αϊζενστάιν αποφάσισε να εστιάσει σε αυτήν θεωρώντας ότι συμπυκνώνει όλα όσα ήθελε να πει στην ταινία του. Η ασπρόμαυρη κινηματογραφική ταινία διάρκειας 69 λεπτών, ήταν παραγγελία της Κεντρικής Επιτροπής Εκπαιδευτικών Υποθέσεων και Προπαγάνδας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών  (Κ.Ε.Ε.Υ.Π. του Κ.Κ. της Ε.Σ.Σ.Δ.). Θεωρείται η πληρέστερη ταινία και ένα από τα σημαντικότερα αριστουργήματα της 7ης τέχνης με τον δημιουργό της να επικεντρώνεται σε ένα πραγματικό γεγονός εκφρασμένο  όμως με τέτοιο τρόπο ώστε να περάσει τα μηνύματα που ήθελε. Η ταινία μοιάζει περισσότερο με δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ, ενώ αποτελεί μελέτη πάνω στην ανάπτυξη και τη χρήση του μοντάζ. Ακόμη και σήμερα παραμένει στην αφρόκρεμα του κινηματογράφου κυρίως εξαιτίας της συμμετρίας και της δυναμικής έντασης των εικόνων του. Κατά τη διάρκεια όλης της ταινίας, ο Αϊζενστάιν κινείται γύρω από δύο πόλους, δίνοντας με αυτόν τον τρόπο στα αντικείμενα μια δυναμική που τα καθιστά ζωντανά σύμβολα και όχι απλές παραστάσεις.

Το «Θωρηκτό Ποτέμκιν» έκανε πρεμιέρα στη Μόσχα  21 Δεκεμβρίου 1925, χωρίς να σημειώσει ιδιαίτερη επιτυχία, γεγονός που στενοχώρησε ιδιαιτέρως τον Αϊζενστάιν. Τη δόξα και τη φήμη η ταινία την κέρδισε όταν προβλήθηκε στη Δύση και καθιερώθηκε πολύ γρήγορα, σε παγκόσμιο επίπεδο. Βραβεύτηκε το 1926 με το χρυσό μετάλλιο της Έκθεσης του Παρισιού και την ίδια χρονιά θεωρήθηκε από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου ως η καλύτερη ταινία. Δεκαετίες αργότερα θα θεωρούνταν όπως είπαμε μεταξύ των 10 σημαντικότερων ταινιών όλων των εποχών. Μάλιστα, θεωρείται και η πρώτη «έγχρωμη», μερικώς, ταινία. Η κόκκινη σημαία που κυματίζει στο θωρηκτό, εμφανίζεται όντως κόκκινη στην πρώτη κόπια! Ο ίδιος ο Αϊζενστάιν την είχε χρωματίσει…

Η ισχυρότερη στιγμή του έργου, η τραγική κορύφωση της ταινίας. η σεκάνς της σφαγής στη σκάλα της Οδησσού…

Η σκηνή έχει ως θέμα την υπερβολική βία που ασκήθηκε από τους άντρες της τσαρικής Λευκής Φρουράς εναντίον του εξεγερμένου λαού και τη σφαγή που ακολούθησε. Το πλάνο ξεκινά με το πανικόβλητο πλήθος που με χαοτική ορμή κατεβαίνει τρέχοντας τα σκαλιά και με συνεχή γκρο πλαν στις εκφράσεις των ανθρώπων δημιουργώντας έτσι την πρώτη συναισθηματική κορύφωση στη σεκάνς. Στη συνέχεια οι φρουροί, σχεδόν μηχανικά και με βηματισμό κατεβαίνουν τα σκαλιά πυροβολώντας τους αμάχους, με περίσσεια απάθεια και σκληρότητα. Με τη συνεχή εναλλαγή των πλάνων, ο Αϊζενστάιν, τη μία στο πλήθος και την άλλη στους φρουρούς, καταφέρνει να μας δώσει την αίσθηση του ρυθμού αλλά και να εντείνει τις αντιθέσεις, ενισχύοντας ταυτόχρονα τη νοηματική απόδοση των μηνυμάτων του.

Οι αντιθέσεις στην κίνηση, όπως για παράδειγμα η σκηνή με τη μάνα που ανεβαίνει τα σκαλοπάτια με το νεκρό παιδί της στην αγκαλιά, την ώρα που το πλήθος ποδοπατά αδιακρίτως σε κατάσταση πανικού. Στα επόμενα πλάνα η κατηγορία ταχύτητας που προωθεί την προς τα κάτω κίνηση, για την επόμενη διάσταση  από το κύλισμα στη μεταφορική του έννοια και στο φυσικό γεγονός του κυλίσματος είναι η στιγμή με το παιδικό καροτσάκι που κυλά στις σκάλες. Υπογραμμίζοντας έτσι την έξαρση της κίνησης… η οποία είναι μια μετάβαση με την μέθοδο «επίδειξης – ανάπτυξης» από το μεταφορικό στο φυσικό, που συμβαίνει κατά τη διάρκεια της αναπαράστασης του γεγονότος. Στο τέλος και αυτή η κίνηση σπάει από την πλαγιοκόπηση των κοζάκων που επιτίθενται στους διαδηλωτές οι οποίοι ξέφυγαν από τους πυροβολισμούς. Το φινάλε της σεκάνς και η αρχή της λύτρωσης αλλά και της απόδοσης δικαιοσύνης, έρχεται με τον κανονιοβολισμό της Όπερας της Οδησσού από το Ποτέμκιν, σηματοδοτώντας έτσι την αρχή της επανάστασης, χρησιμοποιώντας ως τελευταία αντίθεση της σκηνής το πέρασμα από τους πολλούς και αδιάκοπους πυροβολισμούς στον ένα μεμονωμένο αλλά και πανίσχυρο.

Η σκηνή του σφαγιασμού στις σκάλες της Οδησσού είναι ένα από τα πλέον γλαφυρά παραδείγματα εφαρμογής του «ιδεολογικού μοντάζ» στο σύνολο της φιλμογραφίας του Αϊζενστάιν. Είναι επίσης το λεγόμενο «μοντάζ – ατραξιόν», που η άμεση διαδοχή δύο πλάνων, πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να προκαλεί σοκ στον θεατή. Χαρακτηριστική είναι η σκηνή που περιλαμβάνεται στη σφαγή των διαδηλωτών, με τα πέτρινα λιοντάρια, όπου ο θεατής παρακολουθεί ένα λιοντάρι που αφυπνίζεται, σηκώνεται και βρυχάται ως ένδειξη ότι ο λαός έχει τη δύναμη και τη θέληση να αντισταθεί στη βία του στρατού και του τσαρικού καθεστώτος. Αυτό το σοκ είναι που θα φωτίσει και θα αποκαλύψει μια ιδέα, ένα συγκεκριμένο σύμβολο…

Πρέπει να σημειωθεί ότι οι σκάλες της Οδησσού είναι, πράγματι, μια μεγαλειώδης κατασκευή από μαρμάρινες πλάκες που μεταφέρθηκαν από την μακρινή Τριέστη. Πρόκειται για 200 σκαλοπάτια τα οποία, μαζί με τα ενδιάμεσα πλατύσκαλα, συνθέτουν μια σκάλα συνολικού μήκους 142 μέτρων, από το λιμάνι ως την κορυφή του λόφου. Το έργο μελετήθηκε με σκοπό να δημιουργήσει η οπτική ψευδαίσθηση μιας σκάλας ακόμη μεγαλύτερου μήκους καθώς, σε όποιον την κοιτά από κάτω προς τα πάνω, δεν είναι ορατά τα ενδιάμεσα πλατύσκαλα αλλά μόνον μια ατέλειωτη σειρά σκαλοπατιών που ανηφορίζουν προς τον ουρανό. Στην αρχή της, κάτω, η σκάλα έχει πλάτος 27 μέτρα ενώ, ανερχόμενη, γίνεται σταδιακά πιο στενή φθάνοντας να έχει τελικά το μισό από το αρχικό πλάτος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργείται, σε όποιον την κοιτά από κάτω προς τα πάνω, η οπτική ψευδαίσθηση του απείρου μήκους. Όταν ο σκηνοθέτης επισκέφτηκε για πρώτη φορά την πόλη αντίκρισε την περιοχή αυτή με την εντυπωσιακή σειρά των μαρμάρινων σκαλιών που ανηφορίζουν από το λιμάνι στην κορυφή του λόφου πήρε την απόφαση να επικεντρωθεί αποκλειστικά στο συγκεκριμένο επεισόδιο του Ιουνίου του 1905, παρόλο που η σφαγή δεν έγινε ακριβώς εκεί.

Στη σεκάνς αυτή, ο φακός καταγράφει μοναδικές στιγμές βιαιότητας, οργής και ανθρώπινης συγκίνησης, εικόνες που με ένα εκπληκτικό για την εποχή μοντάζ ενώθηκαν, με τελικό αποτέλεσμα το εξαιρετικό αυτό δείγμα κινηματογραφικής σκηνοθεσίας. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως ο Έντουαρντ Τισέ, ένας από τους μεγαλύτερους οπερατέρ στην ιστορία του κινηματογράφου καδράρισε με θαυμαστό τρόπο τα υποβλητικά πλάνα της σκηνής αυτής.

«Θωρηκτό Ποτέμκιν» (Броненосец Потёмкин) του Σεργκέι Μιχαήλοβιτς Αϊζεντάιν

Βιβλιογραφία:


  • Ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου, Κιθ Ρίντερ, Εκδόσεις: Αιγόκερως
  • Σ. Μ. Αϊζενστάιν, Γιάννης Βασιλειάδης, Εκδόσεις: Αιγόκερως
  • el.wikipedia.org
  • www.antifono.gr
  • www.sansimera.gr

 

Η ταινία…


Προηγούμενο άρθροΤα κινηματογραφικά διαμάντια του 2013 (μέρος Α’)
Επόμενο άρθρο“Δεσποινίς Τζούλια” από την ομάδα χορού Arroyo Nuevo – Παράταση παραστάσεων