Στην τελευταία σωζόμενη κωμωδία του Αριστοφάνη προκύπτει η ανάγκη ίασης του τυφλού θεού Πλούτου. Η λύση έρχεται όταν ο θεός οδηγείται στο πιο διάσημο Ασκληπιείο της εποχής, στην Επίδαυρο. Από διάσημο «νοσοκομείο» στην αρχαιότητα, η Επίδαυρος έφτασε να είναι στις μέρες μας το πιο ξακουστό θέατρο όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε όλη την υφήλιο. Η μοναδική ακουστική του χώρου, η οποία αποτελεί παγκοσμίως αντικείμενο μελέτης για επιστήμονες, οι παραστάσεις των κλασσικών έργων σε ένα κοινό 14.000 θεατών, σε συνδυασμό με τον περιβάλλοντα χώρο συνθέτουν μία υποβλητική ατμόσφαιρα, ιδανική για την θεατρική δημιουργία και θέαση, όπου σπεύδουν κάθε χρόνο χιλιάδες επισκέπτες απ’ όλο τον κόσμο.

Το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου προσελκύει τουρίστες που επισκέπτονται τα αρχαία μνημεία, απλούς θεατές που  καταφθάνουν με ενθουσιασμό να παρακολουθήσουν τραγωδίες των αρχαίων μας ποιητών στα ελληνικά, αλλά και διάσημους σκηνοθέτες και ηθοποιούς του παγκοσμίου θεάτρου και κινηματογράφου, όπως και αστέρες του Χόλιγουντ, που έρχονται στην Επίδαυρο για να γευτούν κι αυτοί την μαγεία του χώρου και να παρουσιάσουν δικές του παραστάσεις.

Το Ασκληπιείο


Στοά του Αβάτου - Ασκληπιείο της Επιδαύρου
Η Στοά του Αβάτου στο Ασκληπιείο της Επιδαύρου


Η Επίδαυρος στην αρχαιότητα ήταν διάσημη ως γενέτειρα του Ασκληπιού του θεού της Ιατρικής, κατά τον Ησίοδο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί το ότι όσο ποιο σημαντική γινόταν η λατρεία του θεού για τους αρχαίους σε όλη την Ελλάδα, τόσο μεγαλύτερη ανάπτυξη γνώριζε κι η περιοχή της Επιδαύρου,( με ακμή τον 4ο αιώνα π. Χ. ). Ο τόπος ήταν αφιερωμένος σε θεότητες με θεραπευτικές ιδιότητες ήδη από την προϊστορική εποχή. Στο λόφο Κυνόρτιον, που υψώνεται ακριβώς πίσω από το θέατρο, στα βορειοανατολικά, κατά τη μυκηναϊκή εποχή υπήρχε ιερό στο οποίο λατρευόταν μία θεά συνδεδεμένη με την ίαση. Το ιερό αυτό, που ήταν ασυνήθιστα μεγάλο για την εποχή, δημιουργήθηκε τον 16ο αι. π.Χ. πάνω στα κατάλοιπα ενός οικισμού της Πρώιμης και της Μέσης Εποχής του Χαλκού (2800-1800 π.Χ.) και διατηρήθηκε έως τον 11ο αιώνα π.Χ. Γύρω στο 800 π.Χ. ιδρύθηκε στην ίδια θέση ιερό αφιερωμένο στον Απόλλωνα, στον οποίο προσδίδονταν πέρα των άλλων και θεραπευτικές ικανότητες, ενώ παράλληλα λατρευόταν ως Απόλλωνας Μαλεάτας (από τον κόλπο της Μαλέας).

Η μυθική παράδοση μιλάει για τον έρωτα του Απόλλωνα με την εγγονή του βασιλιά της Επιδαύρου Μάλου, της Κορωνίδας (ο Απόλλωνας στη μυθολογία είχε μάλλον κληρονομήσει το πάθος του πατέρα του Δία, για τις γυναίκες), η οποία γέννησε τον Ασκληπιό, που θεωρήθηκε συνεπώς, αυτόχθονας της Επιδαύρου, παρόλο που δεν κατείχε ιδιαίτερα σημαντική θέση στο πάνθεον μέχρι τον 4ο αιώνα π. Χ.

Ο Ασκληπιός
Το Ασκληπιείο της Επιδαύρου έγινε το πιο φημισμένο από όλα της αρχαίας Ελλάδας

Σύμφωνα με πηγές, αρχικά λατρευόταν ως ήρωας κι όχι ως θεός. Αυτό αποδεικνύουν άλλωστε και παλαιότερα ερείπια, όπου δεσπόζει ο λαβύρινθος, ένα υπόγειο κτίσμα, στο οποίο για να φτάσεις στο κέντρο του είσαι υποχρεωμένος να περάσεις από όλους τους διαδρόμους του. Ο λαβύρινθος χρησιμοποιούνταν για τις θυσίες, αλλά ακριβώς από την κατασκευή του, συμπεραίνουμε ότι επρόκειτο για μυστικές θυσίες, όμοιες μ’ αυτές που γίνονταν για τους νεκρούς. Άρα, στη συνείδηση των ανθρώπων ο Ασκληπιός ήταν αρχικά θνητός, και όχι θεός.

Από τον 4ο π. Χ. αιώνα πάντως, σχεδόν κάθε πόλη της αρχαιότητας  έφτασε να έχει ένα Ασκληπιείο, υπολογίζονται περίπου 320 σε όλη την Ελλάδα- αριθμός συγκλονιστικός ακόμα και για τα σημερινά δεδομένα. Ήταν ναοί αφιερωμένοι στον θεό πλέον, που λειτουργούσαν παράλληλα, εκτός από χώροι λατρείας, και ως ένα είδος «νοσοκομείου». Η θεραπεία επιτυγχανόταν με δύο τρόπους, με την ψυχολογική ενδυνάμωση του ασθενούς και τόνωση της πίστης του για τις θεραπευτικές ικανότητες του θεού (υποβολή, θαύμα) και με την εφαρμογή φαρμακευτικής αγωγής και υγιεινής ζωής στον πάσχοντα (θεραπεία, άσκηση). Συνήθως και οι δύο μέθοδοι εφαρμόζονταν σε συνδυασμό και αλληλοσυμπληρώνονταν. Η θαυματουργική «παρέμβαση» του θεού γινόταν σε μια διαδικασία κάθαρσης κατά την εγκοίμηση του ασθενούς στους ιερούς χώρους, (όπως άλλωστε αναφέρει με κωμικό τρόπο ακόμα και στον «Πλούτο» ο Καρίωνας που συνόδευσε τον θεό στο ναό). Ειδικότερα, ο ύπνος κοντά στο Ιερό Φρέαρ και στο νερό, λειτουργούσε ως μίμηση ουσιαστικά του τρόπου με τον οποίο οι θεϊκές δυνάμεις εξασφάλιζαν την ανανέωσή τους, επιστρέφοντας με τον περιοδικό θάνατο μέσα στη γη (την πηγή της ζωής) από την οποία επανέρχονταν αναγεννημένες εν τέλει. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι ο θεός συμβούλευε τον ασθενή κατά την εγκοίμηση, δηλαδή τον ύπνο που αντιστοιχούσε στον περιοδικό θάνατο, σχετικά με τη θεραπεία που έπρεπε να ακολουθήσει (επιφάνεια). Σε περίπτωση πάντως, που αυτά δεν ήταν αρκετά υπήρχαν επίσης οικοδομήματα για ιατρική θεραπεία, ανάλογα με τα σημερινά ιατρεία!

Τα ιερά βρίσκονταν συνήθως μέσα σε άλση, μακριά από την πόλη, ώστε να υπάρχει υγιεινή και ήρεμη ατμόσφαιρα. Το μαγευτικό τοπίο που περιβάλλει τον ιερό χώρο της Επιδαύρου, αλλά και οι πολλές σοβαρές περιπτώσεις που γιατρεύτηκαν εκεί είναι στοιχεία που αυτονόητα συντέλεσαν ώστε το Ασκληπιείο της Επιδαύρου να γίνει το πιο φημισμένο από όλα τα ασκληπιεία της αρχαίας Ελλάδας. Σ’ αυτό έφταναν από όλη την Ελλάδα, αλλά και από τη λεκάνη της Μεσογείου άρρωστοι, ικέτες της θείας ευσπλαχνίας. Η έκταση του ήταν πολύ μεγάλη και διάθετε ξενώνες, γυμναστήριο, στάδιο και θέατρο για την ψυχαγωγία των ανθρώπων. Η ηρεμία της φύσης, οι απαλές και καθαρές γραμμές των γύρω βουνών, η πλούσια βλάστηση και οι άφθονες πηγές του ασκούσαν, ιδιαίτερα στους ασθενείς από ψυχικές ασθένειες, φοβερή επίδραση με συνέπεια τη βελτίωση της υγείας μαζί με τη βοήθεια των ιερέων τους.

 Η ακουστική του θεάτρου 


Η μέτρηση και η ανάλυση της ακουστικής του αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου συγκέντρωσε, όπως είναι φυσικό, το ενδιαφέρον όλων των ερευνητών, δεδομένης της  φήμης του ανάμεσα σε όλα τα άλλα παρόμοια οικοδομήματα, αλλά βέβαια και για το γεγονός ότι η απαρχή του ακουστικού σχεδιασμού χώρων μεγάλων ακροατηρίων βρίσκεται στην αρχιτεκτονική των αρχαίων ελληνικών θεάτρων.

Το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου
Το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου

Από διάφορες έρευνες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια προέκυπταν δυο κύρια ζητήματα. Στο πρώτο εξ’ αυτών, για το εάν η θερμοκρασία επηρεάζει όπως σε περιπτώσεις άλλων χώρων, την ακουστική, οι ηχητικές μετρήσεις απέδειξαν ότι το αρχαίο οικοδόμημα ανταποκρίνεται άριστα στις απαιτήσεις μιας θεατρικής παράστασης, ανεξάρτητα από θερμοκρασία κλπ.

Για την επίλυση του δεύτερου και κυριότερου ζητήματος χρειάστηκε έρευνα που υλοποιήθηκε Ιούλιο, κατά τη διάρκεια παράστασης αρχαίας τραγωδίας. Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν την τελευταία λέξη της τεχνολογίας ακουστικών μετρήσεων, όπως δωδεκάεδρο ηχείο μετρήσεων, ανδρείκελα-εξομοιωτές ανθρώπινου σώματος εξοπλισμένα με ειδικά μικρόφωνα, υπολογιστές με εξειδικευμένο λογισμικό κ.α. Αυτό που προέκυψε από αυτή τη μέτρηση είναι ότι όσο γεμίζει το θέατρο με κόσμο τόσο βελτιώνεται η ακουστική του, ειδικότερα στο πάνω μισό μέρος του κοίλου, στο πάνω-πάνω διάζωμα. Μάλιστα, η καταληπτότητα και η ευκρίνεια της ομιλίας αυξάνεται σε  ποσοστό 5% έως 10% ανάλογα με το σημείο ακρόασης!

Τέλος, το γενικό συμπέρασμα που προέκυπτε είναι ότι η ακουστική του αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου, οφείλεται αυστηρά στη γεωμετρία του και στον τρόπο κατασκευής του, ενώ οι τοπογραφικές και περιβαλλοντικές συνθήκες δεν επηρεάζουν με κάποιον ιδιαίτερο τρόπο την ακουστική του. Οι ερευνητές επεξηγούν με την χρήση  σύγχρονων μεθόδων ανάλυσης και υπολογιστικής πρόβλεψης την λειτουργία των ανακλάσεων, που φθάνουν στον ακροατή από τις κοντινές επιφάνειες των εδωλίων. Αυτές  οι ανακλάσεις λειτουργούν υποβοηθητικά  προς το αρχικό ακουστικό σήμα, με αποτέλεσμα την τέλεια  ακουστική που γνωρίζουμε.

Οι εργασίες που παρουσιάσθηκαν στο  1ο Πανευρωπαϊκό Συνέδριο Ακουστικής Αρχαίων Θεάτρων,  που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο Πατρών τον Σεπτέμβριο του 2011 κατέληξαν ότι η ακουστική του θεάτρου της Επιδαύρου είναι τέλεια προσαρμοσμένη και κατάλληλη για  την  υποστήριξη της ομιλίας σε παραστάσεις αρχαίου δράματος.

Εξετάσθηκαν διάφοροι χώροι θεάτρου, μουσικής, θεάματος και λατρείας. Από όλα αυτά η  Επίδαυρος  ήταν εκείνη που «έλαβε άριστα», ειδικά σε σχέση με την καταληπτότητα της ομιλίας, ακόμη και στις πιο απομακρυσμένες θέσεις του κοίλου του θεάτρου. Αναδεικνύεται βέβαια και το γεγονός ότι οι ειδικές  θεατρικές  μάσκες που  φορούσαν οι ηθοποιοί στις  παραστάσεις αρχαίου  δράματος ενίσχυαν την ένταση της φωνής.

Με τη μέχρι σήμερα έρευνα, πάντως, η Επίδαυρος είναι «το απόλυτο αρχαίο θέατρο», φτιαγμένο αυστηρά για ομιλία (όχι για μουσική). Είναι βέβαιο για τους επιστήμονες ότι αν φτιάχναμε σήμερα αντίστοιχο μοντέρνο θέατρο θα χρειαζόμασταν ηλεκτροακουστική ενίσχυση για να πετύχουμε αυτά τα συγκλονιστικά ηχητικά αποτελέσματα.

 

Το Θέατρο της Επιδαύρου (Μέρος δεύτερο)
Προηγούμενο άρθρο“Persona”, το αριστούργημα του Bergman ξανά στους κινηματογράφους
Επόμενο άρθρο«Τα χέρια της Αφροδίτης», του Γιάννη Μαρή