Τέτοιες μέρες πέρυσι έγγραφα ένα σχόλιο για τη Μυρτώ Δεληβοριά εξυμνώντας, μέσω αυτής, τη προσέγγιση κάποιων καλλιτεχνών της διαδικασίας της δημιουργίας ως μία προσωπική ανάγκη αποκομμένη από τα θέλω του κοινού, από μηνύματα και εντυπωσιασμούς. Eδώ και 4 εβδομάδες παρουσιάζεται στην gallery 7 “Το ταξίδι μιας ευχής” της Νότας Τσίτουρα . Η παρόρμηση να τις αφιερώσω λίγες παραγράφους προκύπτει από την εμμονή μου να παρατηρώ την ανθεκτικότητα του ταλέντου και της χειροναξίας στην εικαστική δημιουργία ως αντιστάθμισμα στην τέχνη της πληροφορίας, του εντυπωσιασμού και του ready made. Γνωρίζοντας σε βάθος τη πορεία κατασκευής των έργων της, επιβεβαίωσα θετικά τη συμβολή των διαχρονικών αυτών αξιών στη σύγχρονη εικαστική πραγματικότητα.

Το μεγαλύτερο τμήμα της έκθεσης αποτελείται από γλυπτά επικαλυμμένα με κλωστές. Ένα άλλο έχει κατασκευές με σύρμα ενώ κάποια σχέδια σε χαρτί ολοκληρώνουν την πρότασή της. Πάντα προϊδεάζει ο τίτλος της έκθεσης στην αμεσότερη αντίληψη των προθέσεων του καλλιτέχνη, ομολογώ όμως ότι δεν μπόρεσα να κάνω αυτή τη συναρμογή μέχρι να μάθω αργότερα το λόγο. Τα γλυπτά με τις κλωστές είναι ανεικονικές καμπυλοειδείς συνθέσεις. Ελατές φόρμες χωρίς κέντρο αναφοράς σαν να είναι έρμαιες σε ένα ρεύμα αέρα. Τα γλυπτά έχουν προσωποποιηθεί (αετός, καράβι, παγώνι κλπ) ωστόσο ο καθένας κάνει τις δικές του παραπομπές : κοράλλια, θαλάσσιες ανεμώνες, πλοκάμια χταποδιού. Όλα τονισμένα τμηματικά με τα έντονα χρώματα των κλωστών. Αναδεικνύονται στο χώρο όχι μόνο με τη ροή της φόρμας αλλά και με το φως που παράγουν. Η Ναταλία Μελά έχει αφήσει πλήθος γλυπτών κατασκευασμένων με ετερόκλητα στοιχεία, το αποτέλεσμα ωστόσο είναι συνειδητά πιο παραστατικό. Εδώ η αίσθηση του υποκειμένου που δηλώνει ο τίτλος είναι πιο φευγαλέα.

tsitoura1-476x330Πολύ δύσκολα αυτές οι ασπόνδυλες, αέρινες φόρμες υπαινίσσονται την κοπιώδη μαστορική που χρειάστηκε για να διαμορφωθούν. Πίσω από τις τρισδιάστατες, συνεχόμενες διαπλατυσμένες γραμμές κρύβονται σιδερόβεργες οικοδομών προσαρμοσμένες με ηλεκτροκόλληση, υφασμάτινο κάλυμμα και ατέλειωτα μέτρα μάλλινης κλωστής. Εκεί ακριβώς βρίσκεται και το μυστικό του τίτλου « Το ταξίδι μιας ευχής». Προσωπικές ευχές και φράσεις σε χαρτάκια προσαρμοσμένα στις βέργες περιμένουν το ταξίδι τους καρτερικά, καλυμμένα πίσω από τις κλωστές, έτοιμες να εκπληρώσουν τις πιο μύχιες προσδοκίες τις καλλιτέχνιδας. Η Τσίτουρα αποτάσσεται τους εμπορικούς κανόνες και αδιαφορεί για την «επαγγελματική» οπτικοποίηση της τεχνουργίας της στο ευρύ κοινό. Κρατάει πράγματα προσωπικά μέσα στην καρδιά του έργου. Σαν να μη θέλει να το αποχωριστεί αλλά ακόμα και αν γίνει αυτό να διατηρήσει μια νοητή σχέση μαζί του. Η γλυπτική είναι μια μοναχική τέχνη, ο δημιουργός πολλές φορές και να θέλει δεν μπορεί να μοιραστεί τα στάδια της διαδικασίας κατασκευής. Το τελικό αποτέλεσμα μόνο εν’ μέρει παραπέμπει στην αγωνία, τον κόπο, την τεχνική, τις απογοητεύσεις της διαδρομής. Η Τσίτουρα με τις ευχές χειρίστηκε μία παράμετρο εντελώς προσωπική, αθόρυβη και αόρατη που δεν έπαιξε κανένα ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα. Αφορούσε μόνο την ίδια, τις αγωνίες και τις επιθυμίες της και αυτό είναι άξιο αναφοράς.

Ο δάσκαλός της Γ. Χουλιαράς γράφει στο εισαγωγικό κείμενο : «… είδα μία φύση έντονα εσωστρεφή, ευάλωτη συναισθηματικά, κουβαλώντας μέσα της έναν κόσμο έντονα ποιητικό, τροφοδοτούμενο από τα βιώματα και τους μύθους του τόπου της». Είναι αλήθεια, επιβεβαιώνει την αρχική μας αίσθηση. Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες καλλιτεχνών, αυτοί που παίρνουν θέση στα πράγματα, τα περιγράφουν με τα φίλτρα που διαθέτουν και οι άλλοι που κλείνουν τις διόδους με το έξω και δημιουργούν το δικό τους παραμύθι, τον δικό τους εξιδανικευμένο κόσμο μη μπορώντας να δεχθούν ή να ορίσουν την πραγματικότητα. Μέσα σε αυτή τη συνθήκη γεννήθηκαν τα παραμύθια, ο σουρεαλισμός, η ποίηση, προσωπικές ιστορίες. Έτσι δούλευε ο Κλέε, ο De Chirico, ο Ακριθάκης, ο Μιρό. Ένας υπέροχος αυτισμός που παράγει αυθόρμητη, μεγάλη τέχνη.

Για να ξαναγυρίσω στα γλυπτά, η κλωστή πολύ σπάνια χρησιμοποιείται ως βασικό μέσο στη γλυπτική και τις εγκαταστάσεις. Είναι ένα υλικό που παραπέμπει σε λαϊκή τέχνη και κεντήματα και τώρα, την εποχή των νέων μέσων, θεωρείται παρωχημένο. Πρόσφατα θυμάμαι χρήση της μόνο από τον Γιώργο Τσακίρη στον Τεχνοχώρο και βέβαια από την ομάδα «Μαλλιά Κουβάρια» στο public art έργο της στο άλσος Νέας Σμύρνης. Η Τσίτουρα γενναία την εκμεταλλεύτηκε ορμώμενη πιθανότατα από τις υποσυνείδητες μνήμες στην Αρκαδία. Η μάλλινη κλωστή ξεφτίζει με το χρόνο, τα έργα της μοιραία θα προσαρμοστούν στη φθορά. Αυτή η τραχιά πατίνα της άλλοτε ανθεκτικής επικάλυψης θα είναι και η μεγαλύτερη επιβεβαίωση του ταξιδιού και της προσωποποίησης του έργου. Αυτό που μας σύστησε ως θεμιτό ο Τανιζάκι στο «Εγκώμιο της Σκιάς» και ανέδειξε τη παράλληλη πορεία των αντικειμένων με το χρόνο ως ένα γεγονός ανώτερης αισθητικής. Τα γλυπτά αυτά τα φαντάζομαι ιδανικά για μεγάλο χώρο με κατάλληλο φωτισμό ώστε να δημιουργηθεί ένα πολύχρωμο φωτοστέφανο από τις σκεδάσεις πάνω στις κλωστές. Το καράβι (φωτό 2) γεμίζει με την έντασή του μία ολόκληρη αίθουσα, τα παγώνια ένα ολόκληρο δάπεδο.

g7-nota-tsitoura-1Τα συρμάτινα γλυπτά είναι μία άλλη κατηγορία. Πηγαίνοντας κανείς κοντά πιστεύει ότι δημιουργήθηκαν από τη μορφοποίηση ενός συρμάτινου πλέγματος, διαδικασία αρκετά κοινή σε γλυπτικές τεχνικές. Ωστόσο, το πλέγμα δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα ιδιότυπο πλέξιμο του απλού σύρματος με μία προσωπική τεχνική. Μία «υφάντρα» σε ανθρώπινες διαστάσεις με υπέροχες καμπύλες ενός γήινου γυναικείου σώματος, γοβάκια, φορέματα, τσάντα. Θα μπορούσαν κάλλιστα να κρεμαστούν από την οροφή και να αιωρούνται με πετονιά υπό την παρουσία φυσικού φωτός. Οι πίνακές της είναι σχέδια ενσωματωμένα στη φόρμα των γλυπτών ώστε να αναδειχθούν περαιτέρω οι όποιοι συνειρμοί έμειναν ανενεργοί.

Λίγες μέρες έμειναν μέχρι να κλείσει η έκθεση. Στη γκαλερί 7 μπαίνεις με οικειότητα. Το «see and to be seen» δεν ισχύει εδώ όπως σε κάποιους άλλους χώρους λίγα μέτρα πιο βορειοανατολικά. Αναμένουμε το επόμενο προσωπικό παραμύθι της Νότας Τσίτουρα. Να κλειδαμπαρώσει τις εξόδους με τον έξω κόσμο και να μείνει ανέπαφη στις όποιες ελκυστικές σειρήνες για μια διαφορετική, πραγματιστική τέχνη. Να ακολουθήσει τη φύση της. Και όταν οι ευχές τις βρουν προορισμό, να κρύψει κι άλλες και ακόμα περισσότερες στην επόμενη δουλειά της.

Βιογραφικό 


Η Νότα Τσίτουρα γεννήθηκε στον Σέκουλα, δίπλα στον ποταμό Αλφειό. Είναι Πτυχιούχος Πολιτικών Επιστημών και Επικοινωνίας του Πολιτικού τμήματος της Νομικής Αθηνών. Σπούδασε Γλυπτική στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας με δάσκαλο το Γιώργο Χουλιαρά (2003-2008). Διδάχτηκε μικρογλυπτική στη Φλωρεντία, στην Accademia di Belle Arti di Firenze από τον Stefano Patti. Παρακολούθησε σεμινάρια εικαστικής θεραπείας. Εργάστηκε ως βοηθός της art therapist Ιωάννας Κιλίμη, σε πιλοτικό πρόγραμμα του Μουσείου Ελληνικής Παιδικής Τέχνης, για άτομα με ειδικές ανάγκες. Δίδαξε σε παιδιά, στο καλλιτεχνικό εργαστήρι δήμου Παλλήνης, υπό τη διεύθυνση του ζωγράφου Δημήτρη Μανίνη. Έχει πάρει μέρος σε πολλές ομαδικές εκθέσεις.

Προηγούμενο άρθροΦεστιβάλ Λένιν: 90 χρόνια από το θάνατό του…
Επόμενο άρθροΗ Λίνα Πηγαδιώτη εκθέτει στη gallery Skoufa