Η ιστορία της τέχνης, μετά τον Σουμεριακό πολιτισμό, μέχρι  και την εποχή της αρχαίας Αιγύπτου, δεν έχει να δείξει σημαντικά δείγματα εξέλιξης στη γυμνή απεικόνιση του ανθρώπινου σώματος.
Οι πολιτισμοί της Βαβυλώνας (1792 π.Χ), των Ασσύριων (900-612 π.Χ), της Νέο-Βαβυλωνιακής Δυναστείας με ηγέτη τον Ναβουχοδονόσωρ και τέλος η κατάκτηση της Βαβυλώνας από τους Πέρσες το 539 π.Χ, άφησαν πίσω τους εξαίρετα και καλοδιατηρημένα μνημεία τέχνης, που είχαν, λόγω των έντονων συγκρούσεων και αμυντικών συστημάτων, περισσότερο στρατιωτικό παρά διακοσμητικό χαρακτήρα.
Ανάγλυφες αναπαραστάσεις μαχών και πολεμικών σκηνών, υπερισχύουν έναντι των λιγοστών, αλλά υπαρκτών καθημερινών ψυχαγωγικών σκηνών, όπως το κυνήγι λιονταριών. Το ανθρώπινο σώμα προβάλλεται πιο ρωμαλέο από ποτέ, με προσεγμένη απόδοση του μυϊκού συστήματος, εκφράζοντας έτσι την σωματική δύναμη αλλά και την γενναιότητα των κατοίκων των πολιτισμών αυτών.

Η Αρχαία Αίγυπτος ταυτιζόταν με την κοιλάδα του Νείλου. Η καλλιέργεια αυτής, εξαρτιόταν απόλυτα από τις ετήσιες πλημμύρες των νερών του Νείλου που κάλυπταν την κοιλάδα με ένα γόνιμο στρώμα ιλύος. Προστατευμένη φυσικά από τα γύρω βουνά, το αγροτικό σύστημα της Αιγύπτου χάριζε αρκετό πλούτο ώστε να συντηρηθεί ένας σταθερός πολιτισμός. Η γεωργία ξεκίνησε το 5000 π.Χ, δημιουργώντας μικρές αγροτικές κοινότητες, οι οποίες προοδευτικά ενώθηκαν, σχηματίζοντας δύο χωριστά βασίλεια της Άνω και της Κάτω Αιγύπτου. Αυτά αργότερα ενώθηκαν το 3200 π.Χ, κάτω από έναν μοναδικό άρχοντα. Οι διάδοχοί του, οι Φαραώ, κατατάσσονται σε 31 Δυναστείες.

Κοιλάδα των Αιγύπτιων Βασιλειάδων, Χαρακτηριστική τοιχογραφία αναπαράστασης της ανθρώπινης φιγούραςΜπορεί σε εμάς να ακούγεται περίεργο, αλλά ο σωστός υπολογισμός των τακτικών ετήσιων πλημμύρων του ποταμού, άσκησε βαθιά επίδραση στην ανάπτυξη του Αιγυπτιακού πολιτισμού.
Η μελετημένη σπορά και συγκομιδή, επέτρεπε στους Αιγύπτιους να αποφύγουν προβλήματα που είναι εγγενή στους σεληνιακούς κύκλους και υιοθέτησαν ένα έτος 365 ημερών. Για τον κόσμο όμως του εμπορίου και των τεχνών (μιας και αυτές οι δύο έννοιες ήταν πάντα άρρηκτα συνδεδεμένες) ο Νείλος ήταν ένας λαμπρός δίαυλος επικοινωνίας, μεταφοράς διάφορων ειδών, ιδίως της βαριάς πέτρας από τα λατομεία των γύρω βουνών, που χρησίμευε στην κατασκευή των οικοδομημάτων τους.

Η τέχνης της αρχαίας Αιγύπτου στηρίζεται καθαρά στην ύπαρξη του Φαραώ, ο οποίος θεωρούνταν ενσάρκωση του Θεού, καθώς συνδύαζε την κοσμική και την πνευματική εξουσία. Μια πληθώρα θεών απάρτιζαν την αιγυπτιακή μυθολογία, οι οποίες ενσάρκωναν τις δυνάμεις της φύσης. Πολλές φορές οι ίδιες οι θεότητες ενσάρκωναν και κάτι διαφορετικό. Πράγμα που δηλώνει ότι η συνέπεια δεν ήταν απαραίτητο στοιχείο για την ενίσχυση της πίστης.

Ένα εκπληκτικό δείγμα της τέχνης στην αρχαία Αίγυπτο, είναι η «Ίσις θηλάζουσα τον Ώρο»,φτιαγμένο από πέτρα της γύρω περιοχής ( 1ος αιώνας π.Χ). Πρόκειται για ένα εξαιρετικό παράδειγμα αιγυπτιακής γλυπτικής, με ένα πιο απελευθερωμένο  αισθητικά και μορφολογικά αποτέλεσμα.
Η Ίσιδα ήταν αδερφή και σύζυγος του Ώρος, το όνομα του Φαραώ όταν κυβερνούσε ως θεός.
Συγκριτικά με τις προγενέστερες απεικονίσεις του ανθρώπινου γυμνού, το γλυπτό της Ίσιδας πλησιάζει πιο πολύ την ρεαλιστική διάπλαση του γυναικείου σώματος.
Εδώ, παρατηρούμε, πως ο δημιουργός έχει σμιλέψει με απόλυτη αρμονία και γεωμετρία, ένα καθήμενο γυναικείο σώμα, το οποίο κρατά στην αγκαλιά του ένα βρέφος που θηλάζει. Δεν πρόκειται για μια τρυφερή ιδιωτική καθημερινή σκηνή μεταξύ μιας μητέρας και ενός βρέφους, μιας και το κερασφόρο κάλυμμα στο κεφάλι της μητέρας, η λίγο αυστηρή στάση των χεριών της, όσο και το προσεγμένο διάκοσμο στο κεφάλι του βρέφους, μαρτυρούν ότι πρόκειται για θεότητες.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η μισόγυμνη φιγούρα της γυναίκας και η άμεση προβολή του στήθους της, δείγμα γονιμότητας, ισχύος και πλούτου.
Οι καλλιτέχνες της αρχαίας Αιγύπτου, κατέχουν πια καλά το γυμνό και δεν διστάζουν να το προβάλουν με μεγάλη θρησκευτική ευλάβεια. Η ανθρώπινη φιγούρα, αποκτά πιο σωστές αναλογίες, τόσο στο πρόσωπο όσο και στο υπόλοιπο σώμα, και η πλαστικότητά του μαρτυρά το παίδεμα του δημιουργού για ένα πιο αληθοφανές αποτέλεσμα.

 "Ο Ραχοτέτι και η Νοφρέτ", Κάιρο, Αιγυπτιακό ΜουσείοΗ πίστη στη μεταθανάτια ζωή – Σωτήρια για την Ιστορία της Τέχνης

Το μεγαλύτερο μέρος των γνώσεών μας για τη ζωή και την τέχνη στην Αίγυπτο προέρχεται από τα αντικείμενα που διασώθηκαν μέσα στους τάφους. Στις πολυάριθμες πυραμίδες, σύμβολα της πίστης της άμεσης σχέσης της πνευματικής και της κοσμικής εξουσίας, αναρίθμητα βασιλικά κτερίσματα μαρτυρούν τον πλούτο γνώσεων και μεταφυσικών αντιλήψεων των Αιγυπτίων.
Η ισχύς των βασιλέων και η αφθονία πλούτου σε χρυσό, πολύτιμους και ημί-πολύτιμους λίθους, ώθησαν τους κατοίκους του Νείλου στην πίστη της μεταθανάτιας ζωής, ωθώντας τους έτσι, όχι μόνο στον περίτεχνο διάκοσμο των φέρετρων αλλά και σε μια αξιοθαύμαστη τελετουργία μουμιοποίησης.
Οι Αιγύπτιοι πίστευαν πως η αληθοφανής απεικόνιση των βασιλέων και η προσεγμένη νεκρική τελετή, μεταφέρεται στην μεταθανάτια ζωή. Τα αντικείμενα αυτά δεν καθρέπτιζαν απλώς τη θέση και τον τρόπο ζωής του θανόντος. Καθώς είχαν μαγικές ιδιότητες, εξασφάλιζαν την επιβίωση του ιδιοκτήτη τους στην αιωνιότητα.

Στη λογική του αγάλματος της θηλάζουσας Ίσιδα , ακολουθώντας δηλαδή την ίδια ρέουσα φόρμα, καθήμενης ανθρώπινης φιγούρας, είναι το ζευγάρι «Ραχοτέτι & Νοφρέτ». Πρόκειται για ολόσωμα ζωγραφιστά ανθρώπινα ομοιώματα από ασβεστόλιθο. Έχουν φυσικό μέγεθος και τοποθετούνται χρονολογικά στη 4η Δυναστεία, γύρω στα 2600 π.Χ. Η ανώτερη κοινωνική τάξη και ο πλούτος του Ραχοτέτι εκφράζεται από τα ρούχα του και της Νοφρέτ από το ένδυμα, τα περίτεχνα κοσμήματα, πολύ περισσότερο όμως από την κατάλευκη επιδερμίδα της.
Η ευγενική τους καταγωγή δηλώνεται επίσης από την επιβλητική και σοβαρή στάση του σώματος και των χεριών. Είναι πια ξεκάθαρο στο μυαλό του δημιουργού τόσο η σωστή αναλογία όσο και η δισδιάστατη απόδοση των αντικειμένων. Η άριστη απόδοση των δαχτύλων και των αστραγάλων, η έντονη μυϊκή διάπλαση του ανδρός, στις γάμπες, στα χέρια και στο κορμό, εν αντιθέσει με την πιο χυμώδη γυναικεία φύση, μαρτυρά την απόλυτη γνώση του ανθρώπινου του σώματος αλλά και στην διαφορετικότητα των δύο φύλων.

 Γεωμετρικό πλέγμα που δείχνει τις χαρακτηριστικές αναλογίες και στάσεις των παραστάσεωνΗ τέχνη στην αρχαία Αίγυπτο ακολούθησε συγκεκριμένους συμβατικούς κανόνες. Λόγω της συντηρητικής κοινωνικής τους ζωής, έτσι και η τέχνη καθρεπτίζει την απόλυτη τάξη και την έλλειψη στιλιστικής εξέλιξης.
Αυτό διαφαίνεται από την χρήση γεωμετρικών πλεγμάτων, τα οποία λειτουργούσαν σαν βάση για την σωστή αναλογικά ανθρωπόμορφη παράσταση. Οι δισδιάστατες απεικονίσεις παρουσιάζονται με τον ίδιο τρόπο. Το κεφάλι και τα πόδια εμφανίζονται σε πλάγια όψη, ενώ τα μάτια και ο κορμός εμφανίζονται μετωπικά.
Περισσότερη σημασία για τους Αιγυπτίους είχε η πλήρης απεικόνιση από την ρεαλιστική. Ως επί των πλείστων τα ανδρικά σώματα απεικονίζονταν, είτε σε αγαλματίδια είτε σε τοιχογραφίες, ημίγυμνα. Φορούν ένα είδος κοντής φούστας, φέροντας στο μπροστινό μέρος της κοιλιάς ένα περίτεχνο δέσιμο.
Οι γυναίκες και στις δύο περιπτώσεις φορούν εφαρμοστά φορέματα, φτιαγμένα από μετάξι ή εξαιρετικής ποιότητος αιγυπτιακό βαμβάκι, κεντημένα και διακοσμημένα με προσεγμένο τρόπο. Αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι οι Αιγύπτιοι, μιας και η τέχνη απεικόνιζε εκτός από θεούς και σημαντικά πρόσωπα που κατείχαν  υψηλό κοινωνικό υπόβαθρο, πάντα πρόσθεταν στις δημιουργίες τους βαριά χρυσά κοσμήματα, διακοσμημένα με πολύτιμους λίθους.

Στο σημείο αυτό δεν πρέπει να αμελήσουμε να αναφέρουμε πως η Αίγυπτος ανέδειξε τους πρώτους και τους καλύτερους κοσμηματοποιούς, ιδιαίτερα τους τεχνίτες εκείνους που με μαεστρία και με απλά αρχαία εργαλεία, κατάφερναν πραγματικά να «κεντούν» με χρυσό και να δημιουργούν κοσμήματα υψίστης καλλιτεχνικής αξίας. Από αυτούς, μεταγενέστερα, διδάχθηκαν οι αρχαίου Έλληνες τεχνίτες.

Τα πρόσωπα των εικονιζόμενων Φαραώ ήταν πάντα εξιδανικευμένα και οι στάσεις των σωμάτων τους φανέρωνε την θεϊκή τους υπόσταση. Τέλος οι άνδρες συνήθως ζωγραφίζονταν πιο σκούροι στο δέρμα από τις γυναίκες, πράγμα που ήταν ένδειξη του πλούτου τους, ο οποίος επέτρεπε στις γυναίκες να μην εργάζονται.

Μέσα από τα λίγα αυτά παραδείγματα, κατανοούμε την αντίληψη των αρχαίων για το γυμνό.
Στην αρχαιότητα το γυμνό δεν είναι πρόστυχο και δεν έχει κάποιο πονηρό σκοπό.
Λειτουργεί συμβολικά, σε συνάρτηση πάντα με τις θρησκευτικές και λατρευτικές τους πεποιθήσεις.
Το γυμνό αποτυπώνεται γιατί αντιπροσωπεύει κάτι ανώτερο. Περιγράφει τον ψυχισμό μιας υπέρτατης δύναμης για την συνέχιση του φθαρτού προς την αιωνιότητα.
Και αυτό είναι το ουσιαστικό και διαρκές νόημα της γυμνής θεματογραφίας. Να δείξει αυτό που δεν φαίνεται.  Την εσωτερικότητα, το αφανές, το απύθμενο μυστήριο της ανθρωπότητας!

Προηγούμενο άρθροΝεκρή Φύση: Από το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη
Επόμενο άρθροΟι φωτογράφοι της ελληνικής ομάδας Phasma2 συμμετέχουν στο τρίτο χειμερινό φεστιβάλ του Σαράγεβο