Τον Απρίλιο του 2015 σηματοδοτήθηκε το τέλος για το Τμήμα Νεοελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης έπειτα από 50 χρόνια ενεργούς δράσης στον χώρο της εκπαίδευσης στη Δανία. Το πρόγραμμα υπάγετο στο ευρύτερο τμήμα Ανατολικών και Νοτιοανατολικών Ευρωπαϊκών Σπουδών. Οι φοιτητές παρακολουθούσαν μαθήματα όχι μόνο για τη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας και της Κύπρου, αλλά και για την ιστορία της Ρωσίας, της Πολωνίας και των κρατών της πρώην Γιουγκοσλαβίας.

Στα πλαίσια του προγράμματος διδάσκονταν η ελληνική γλώσσα, η σύγχρονη ελληνική ιστορία, οι κοινωνικές εξέλιξεις και ο πολιτισμός της χώρας μας. Οι γνώσεις που παρέχονταν εκτείνονταν από την Βυζαντινή παλαιογραφία μέχρι τον εμφύλιο πόλεμο και από τη μεσαιωνική ελληνική ιστορία μέχρι τη σύγχρονη ορθόδοξη θεολογία. Αναλύονταν, επιπλέον, οι σχέσεις μεταξύ της Ελλάδας και της Δανίας όπως τις αντιλαμβάνεται η κάθε χώρα ξεχωριστά. Τέλος, διδάσκονταν τόσο η ελληνική γλώσσα όσο και η ελληνική λογοτεχνία μέσα από ποικίλες περιόδους της ιστορίας. Μιας ιστορίας που περιλαμβάνει νέες χρυσές εποχές, εξτρεμιστικές περιόδους, οικονομικές κρίσεις και πολλά πολλά άλλα.

Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης - Τμήμα νεοελληνικών σπουδών
Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης – Τμήμα νεοελληνικών σπουδών
Οι μικρός αριθμός φοιτητών λόγος που έκλεισε το τμήμα Νεοελληνικών

Σύμφωνα με τον πρύτανη του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης, ο κύριος λόγος για τον οποίο το τμήμα Νεοελληνικών του δανικού Πανεπιστημίου έκλεισε ήταν ο πολύ μικρός αριθμός φοιτητών. Συγκεκριμένα, το τελευταίο έτος, οι φοιτητές που είχαν εγγραφεί για την παρακολούθηση των μαθημάτων ήταν μόλις δύο. Όποιος και αν είναι ο αριθμός, όμως, θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν η ζήτηση των φοιτητών αποτελεί επαρκή αιτία για να κλείσει ένα σημαντικό πρόγραμμα σπουδών.

Φυσικά, ένα τμήμα δεν μπορεί εύκολα να συντηρηθεί με πολύ λίγους φοιτητές, ειδικά εάν οι εν λόγω φοιτητές δεν είναι πολύ φιλόδοξοι ή αποτελούνται κυρίως από συνταξιούχους. Η τωρινή, όμως, ποιότητα των διδασκόμενων δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν καλές προοπτικές για αποφοίτους του προγράμματος Νεοελληνικών Σπουδών.

Εξάλλου, το γεγονός ότι λίγοι είναι οι φοιτητές που προτίθενται να διδαχτούν τη νεοελληνική γλώσσα και ιστορία δε θα έπρεπε να αποτελεί έκπληξη. Αυτό ισχύει δεδομένης της ιδιαίτερα αρνητικής παρουσίασης της κατάστασης της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια από τα ΜΜΕ του εξωτερικού. Αλλά η αιτία αυτής της αρνητικής εικόνας – η οικονομική κρίση πάνω απ ‘όλα – δύσκολα μπορεί να είναι ένας λόγος για τον οποίο η κοινωνία της Δανίας δεν χρειάζεται άτομα που κατέχουν τις γλωσσικές δεξιότητες και την εμπειρία για να κατανοήσουν τη σύγχρονη Ελλάδα.

Περικοπές στην παιδεία από τη δανική κυβέρνηση

Στην πραγματικότητα, ένας ακόμα βασικός λόγος για τον οποίο η κυβέρνηση της Δανίας οδηγήθηκε στην κατάργηση του τμήματος Νεοελληνικών, ήταν οι περικοπές που ούτως ή άλλως έγιναν αυτή την εποχή στην εκπαίδευση. Αρχικά οι προθέσεις του πανεπιστημίου ήταν να συνεχιστούν οι νεοελληνικές σπουδές σε μικρότερη κλίμακα, ενσωματωμένες σε ένα ευρύτερο πλαίσιο πολιτισμικών και περιφερειακών σπουδών. Με τις πολιτικές απαιτήσεις για όλο και περισσότερες περικοπές, που επέφεραν την κατάργηση της μοναδικής μόνιμης θέσης του αναπληρωτή καθηγητή στις νεοελληνικές σπουδές, αυτές οι προθέσεις ματαιώθηκαν.

Αυτό που χρειαζόταν, αντί να κλείσει το πρόγραμμα, ήταν μια προσπάθεια να διαφημιστούν σωστά οι σπουδές. Αυτή η ευκαιρία δε δόθηκε, ειδικά επειδή το πρόγραμμα για πέντε ολόκληρα χρόνια δεν είχε μόνιμο ερευνητικό προσωπικό με ευθύνη της μακροχρόνιας επιβίωσής του. Άλλωστε,  η διοίκηση καθησύχαζε πάντα τους ενδιαφερόμενους ότι η οικονομία του προγράμματος ήταν ισορροπημένη. Αυτό όντως ίσχυε, λόγω των πολλών χρηματοδοτούμενων ερευνητικών προγραμμάτων από ερευνητικά ιδρύματα.

Παρά τις διαβεβαιώσεις που γίνονταν τόσο από το δανικό κράτος όσο και από τους υπεύθυνους του πανεπιστημιακού προγράμματος, το γεγονός παραμένει ένα: το τμήμα Νεοελληνικών δεν υφίσταται πλέον.

Το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης
Το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης
Η σημασία του Τμήματος Νεοελληνικών Σπουδών

Η συνέχιση της διδασκαλίας νεοελληνικών στο σπουδαιότερο Πανεπιστήμιο της Δανίας είναι ιδιαίτερα σημαντική, κυρίως αυτή τη δύσκολη για την Ελλάδα εποχή. Η σημασία αυτή δεν έγγειται μόνο στο γεγονός ότι η κάθε υποστήριξη της χώρας μας από μια ευρωπαϊκή χώρα τόσο δυνατή όσο η Δανία είναι ευπρόσδεκτη. Η ίδια η Δανία οφείλει να αξιοποιήσει τις γνώσεις που μπορούν να αποκτηθούν από ένα τμήμα Νεοελληνικών σπουδών, γλώσσας και ιστορίας.

Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή παίζει ένα σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της Ευρώπης, ιδίως σε σχέση με την Ευρωζώνη και τη συμφωνία Σένγκεν. Αλλά δεν είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που η Ελλάδα έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διεθνή παιχνίδια εξουσίας, όσον αφορά στις σχέσεις της Ευρώπης με τους εξ ανατολής γείτονές της.

Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητη η ύπαρξη ενός τμήματος απασχολούμενου αποκλειστικά με την ελληνική ιστορία, τη γλώσσα και την κοινωνία. Αν η νοτιοανατολική Ευρώπη θεωρείται ως ξεχωριστή περιοχή με κοινές ιστορικές εξελίξεις και προκλήσεις, θα ήταν καλό να αναπτύχθει ένα πρόγραμμα σπουδών που καλύπτει όλες τις γλώσσες και χώρες της περιοχής. Δηλαδή, να επιστρέψει το πρόγραμμα ελληνικών σπουδών στην προηγούμενη κατάστασή του, ενσωματωμένο σε ένα τμήμα βαλκανικών σπουδών.

Η υποστήριξή του Τμήματος από πρόσωπα της Δανίας

Στη χώρα που μέχρι προσφάτως στέγαζε το τμήμα Νεοελληνικών, πέρα από τα άτομα που για λόγους οικονομικούς αλλά και κύρους είναι υπέρ της απόφασης να κλείσει το εν λόγω τμήμα, υπάρχουν και άνθρωποι που στηρίζουν σημαντικά την επανεκκίνηση του τμήματος. Η επανεκκίνηση, όμως, αυτή τη φορά οφείλει να γίνει με την κατάλληλη διαφήμιση ώστε να μαζέψει τον απαραίτητο αριθμό φοιτητών.

Το όραμα των Δανών που υποστηρίζουν την παραπάνω άποψη είναι να φτιαχτεί ένα τμήμα, το οποίο θα δίνει στους φοιτητές η ευκαιρία να αποκτήσουν τις απαραίτητες γνώσεις, ώστε να διεξάγουν το είδος της έρευνας που μπορεί να έχει άμεσες πολιτικές και οικονομικές συνέπειες. Εκείνοι οι οποίοι εκπροσωπούν τη Δανία για τα θέματα αυτά πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να μιλήσουν σε μια καλά ενημερωμένη βάση.

Οι παραπάνω δανικές απόψεις έχουν ληφθεί σοβαρά υπόψη στην Ευρώπη και διεθνώς, λόγω του εύρους και της ποιότητας των μαθημάτων που διδάσκονται στα δανικά πανεπιστήμια, κυρίως στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης. Το πρόγραμμα που η δανική κυβέρνηση προτίθεται να εγκαταλείψει δεν είναι ένα απλό και ανούσιο πρόγραμμα (το κόστος του οποίου δύσκολα θα μπορούσε να γίνει αντιληπτό στον εθνικό προϋπολογισμό), αλλά ένας σημαντικός πόρος για το κύρος και την επιρροή της Δανίας στη διεθνή σκηνή.

Το μέλλον των βιβλίων στη Βιβλιοθήκη του Τμήματος
Η βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης
Η βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης

Μία πολύ σημαντική λειτουργία του κέντρου θα είναι να στεγάσει τη βιβλιοθήκη του προγράμματος Νεοελληνικών Σπουδών, που αποτελείται από περίπου 7.000 τόμους. Οι υπεύθυνοι της πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης όπου στεγάζονται σήμερα τα βιβλία, έβγαλαν ειδοποίηση πως τα 3/4 των βιβλίων θα καταστραφούν για οικονομία χώρου.

Αυτά τα βιβλία δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στη Δανία και τα περισσότερα ούτε στις υπόλοιπες σκανδιναβικές χώρες και γι’ αυτό είναι απαραίτητο να σωθεί αυτή η μοναδική συλλογή ελληνικής λογοτεχνίας και λογοτεχνικών μελετών, τα εγχειρίδια Ιστορίας, τέχνης, εθνολογίας κ.ά.

Μπορεί η Ελλάδα και η Δανία να απέχουν αρκετά χιλιόμετρα γεωγραφικά, αλλά υπάρχουν πολλά σημεία στην ιστορία των δύο χωρών όσο και στη σύγχρονη εποχή που τις ενώνουν. Η μακροχρόνια παράδοση των στενών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών θα πρέπει εύκολα να πείσει τόσο επίσημους φορείς όσο και ιδρύματα για την απαραίτητη συνέχεια των νεοελληνικών σπουδών όπως και για τη στέγαση και τη συντήρηση της συλλογής ελληνικών βιβλίων στη Δανία.

 

 

Προηγούμενο άρθρο«Αποκάλυψις … μυσταγωγία – εικονογραφία» της Μαρίας Πέντε.
Επόμενο άρθροΈκθεση της Gisèle Deneumoustier στη Μεσσήνη.