Μέσα στο «Θέατρο Δωματίου», την έμπνευση των Άντζελας Μπρούσκου και Παρθενόπης Μπουζούρη που μετράει πάνω από είκοσι χρόνια παρουσίας, έρευνας και θεατρικής πράξης, θα συναντήσει κανείς φέτος τον Θάνο Παπακωνσταντίνου. Με την ιδιότητά του ηθοποιού, αυτήν την φορά, παραχώρησε στο Artic.gr μία εκτενή συνέντευξη. Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου μιλά για την προηγούμενη και μελλοντική πορεία του, που διαγράφεται πολλά υποσχόμενη, αλλά κυρίως για την παράσταση στην οποία συμμετέχει και την αισθητική και ιδεολογική του οπτική επί του σπουδαίου και πολυπαιγμένου έργου του Χένρικ Ίψεν, την Έντα Γκάμπλερ. Τα μεγάλα έργα θέτουν τα μεγάλα στοιχήματα. Από τις 10 Φλεβάρη το στοίχημα τίθεται στην κρίση του κοινού, μάλιστα στο ιστορικό ξενοδοχείο Μπάγκειον της πλατείας Ομονοίας.

Μαρία: – Θα ήθελα μερικά λόγια για εσάς από εσάς, όπως νιώθετε να τα εκφράσετε στην παρούσα φάση της θεατρικής, ιδίως, ζωής σας.

Θάνος Παπακωνσταντίνου: – Βρίσκομαι σε μια ιδιαιτέρως δημιουργική χρονιά. Τον Νοέμβρη σκηνοθέτησα στο Μέγαρο Μουσικής τον Ορφέα του Μοντεβέρντι. Τώρα βρισκόμαστε στην τελική ευθεία για την παρουσίαση της Έντα Γκάμπλερ του Ίψεν στο Μπάγκειον σε σκηνοθεσία της Άντζελας Μπρούσκου και το καλοκαίρι θα σκηνοθετήσω την Ηλέκτρα του Σοφοκλή με το Εθνικό Θέατρο στην Επίδαυρο. Και για τα τρία είμαι εξαιρετικά χαρούμενος.

Σχετικά με το πρώτο, το να σκηνοθετήσω όπερα ήταν ένα όνειρο που πραγματοποιήθηκε, λατρεύω το συγκεκριμένο είδος και θα χαρώ πολύ να ασχοληθώ ξανά με αυτό στο μέλλον. Το ίδιο μπορώ να πω και για την τραγωδία. Ο πυρήνας της εργασίας μου μέχρι τώρα (ειδικά η τριλογία Carnage με βάση την Ορέστεια) έχει να κάνει με την πρόσληψη της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας και την διαχείριση του μύθου με μια προσωπική εικαστική γλώσσα. Η ανάθεση, λοιπόν, ενός έργου αρχαίου δράματος πέραν του ότι είναι πολύ μεγάλη τιμή για ‘μένα, είναι και μια λογική συνέχεια των μέχρι τώρα αναζητήσεών μου στο θέατρο.

Σχετικά με την Έντα Γκάμπλερ, συνεργάζομαι για δεύτερη φορά ως ηθοποιός με την Άντζελα Μπρούσκου που θαυμάζω και εκτιμώ ιδιαίτερα σαν καλλιτέχνη. Πέραν αυτού, έχω την τύχη και την χαρά να δουλεύω μαζί με εξαιρετικούς συνεργάτες σε ένα σπουδαίο κείμενο της κλασικής δραματουργίας σε έναν ιστορικό χώρο της Αθήνας.

Μαρία: – Η «χωροταξία» της παράστασής σας είναι ιδιαίτερη. Τί σημαίνει για την παράσταση το ξενοδοχείο Μπάγκειον, που έχτισε τον προπερασμένο αιώνα ο Γερμανός αρχιτέκτονας Έρνστ Τσίλλερ;

Θάνος Παπακωνσταντίνου: – Ένα από τα βασικά θέματα του έργου Έντα Γκάμπλερ είναι η σχέση με την αισθητική, την ομορφιά ως έναν τρόπο να ορίσει κανείς την σχέση με τον εαυτό του και με τους ανθρώπους γύρω του, που, βέβαια, οδηγεί με σταθερά βήματα στην καταστροφή.

Παρθενόπη Μπουζούρη
Παρθενόπη Μπουζούρη και Φιντέλ Ταλαμπούκας στο Μπάγκειον δια χειρός Άντζελας Μπρούσκου

Ο κόσμος δεν είναι ποτέ μόνο όμορφος ή μόνο άσχημος. Ποτέ μόνο καλός ή μόνο κακός. Είναι πάντα μια σύνθεση αντιθέσεων και αντιφατικών στοιχείων που κάποτε έχουν νόημα, συνήθως, όμως, όχι. Η Έντα λέει λίγο πριν αυτοκτονήσει: «Ό, τι αγγίζω το μολύνει η κατάρα της χυδαιότητας και της γελοιότητας». Δεν μπορούμε ποτέ να αποκτήσουμε ολοκληρωτικά τον έλεγχο πάνω στην μοίρα μας, στην ζωή μας, στον κόσμο που ζούμε. Η ομορφιά δεν μπορεί να νικήσει. Γι’ αυτόν τον λόγο είτε συνθηκολογούμε και συνεχίζουμε είτε εγκαταλείπουμε. Η αυτοκτονία, η εθελούσια έξοδος από την ζωή είναι μια από τις πιο θεμελιώδεις εμμονές του ρομαντισμού.

Τα κτίρια του Τσίλλερ είναι εντυπωμένα, κατά κύριο λόγο, στο μυαλό μας ως «τα νεοκλασικά». Πέραν του ότι διαπνέονται αισθητικά από τις αρχές του νεοκλασικισμού, στην πράξη έχουν αποτυπωθεί σαν μια εντελώς ρομαντική χειρονομία ενός αλλοδαπού αρχιτέκτονα (και δη Γερμανού) που θέλησε να συνδυάσει το αρχιτεκτονικό πνεύμα των τελών του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα με την αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική. Μια εντελώς ρομαντική σκέψη στο πλαίσιο μιας αισθητικής αναβίωσης ενός εντελώς ξεχασμένου και ξένου πια σε εμάς (όσο και αν πιστεύουμε το αντίθετο) πολιτισμού.

Η αισθητικοποίηση του παρελθόντος είναι, επίσης, μια εμμονή του ρομαντικού κινήματος. Και αυτή δεν τελειώνει με μια σφαίρα στον κρόταφο, όπως η ρομαντική Έντα, αλλά με τις μπουλντόζες των αντιπαροχών μερικές δεκαετίες αργότερα.

Μαρία: – Ποια θεωρείτε πως είναι η ιδεολογία του έργου και πώς εκπροσωπείται από τους χαρακτήρες του;

Θάνος Παπακωνσταντίνου: – Το έργο, γραμμένο το 1890, με επίκεντρο και καμβά της σύγκρουσης το πρόσωπο της Έντα Γκάμπλερ, «βάζει» να αντιπαρατεθούν δύο κόσμοι -από τη μία το κίνημα του ρομαντισμού που εκπνέει και από την άλλη τη νέα ανερχόμενη αστική τάξη. Αισθητική, ιδεολογία, παραφορά από την μια πλευρά, κακογουστιά, όφελος και υπολογισμός από την άλλη.

Ο κόσμος που αναδύεται δεν θα έχει πια καμία ανάγκη από ιδεαλιστές ή ρομαντικούς, θα ταξινομούμε, θα συλλέγουμε και θα αναπαραγόμαστε χωρίς κάποιον προφανή λόγο. Όλα τα άλλα πρέπει να γίνουν σιωπή.

Μαρία: – Μιλήστε μου για τον ρόλο που κρατάτε  και την δυναμική του σχέση με τους υπόλοιπους χαρακτήρες του έργου.

Θάνος Παπακωνσταντίνου: – Ο Άιλερτ Λέβμποργκ είναι ο πρώην εραστής της Έντα και παλιός φίλος και ανταγωνιστής του νυν συζύγου της, Γέργκεν Τέσμαν. Γνωστός στην πόλη περισσότερο για τον έκλυτο βίο και τον ακραίο χαρακτήρα του, παρά για το έργο του, επιστρέφει, μετά από μια περίοδο απομόνωσης και αποτοξίνωσης στα βουνά πίσω στην πόλη, έχοντας γράψει ένα πολύ πετυχημένο βιβλίο και έχοντας αποκτήσει ξανά τον έλεγχο της ζωής του. Η παρουσία του στην οικία των Τέσμαν δρα καταλυτικά στην ισορροπία των σχέσεων των προσώπων, τον ρίχνει πάλι στην καταστροφή και φυσικά επηρεάζει και την ίδια την Έντα. Οδηγώντας τον στην απελευθέρωσή του από την αρρώστια του «μικροαστισμού», στην ουσία προετοιμάζει και το δικό της τέλος.

Έντα Γκάμπλερ
Έντα Γκάμπλερ σε σκηνοθεσία και εικαστική επιμέλεια της Άντζελας Μπρούσκου

Μαρία: – Η Έντα Γκάμπλερ παντρεύτηκε τον Γιόρκεν Τέσμαν για να εξασφαλιστεί κοινωνικά και οικονομικά. Τί την κάνει από αυτό το σημείο να φτάσει μέχρι και την αυτοκτονία, ενώ θεωρητικά εξασφάλισε όσα ήθελε με τον γάμο της;

Θάνος Παπακωνσταντίνου: – Το θέμα του έργου, που ξεδιπλώνεται μέσω του προσώπου της Έντα, πιστεύω πως βρίσκεται αλλού. Η Έντα δεν ασφυκτιά και φτάνει στην αυτοκτονία για οικονομικούς λόγους. Αυτό θα ήταν αστυνομικό δελτίο, όχι θεατρικό έργο.

Ο σύγχρονος κόσμος αυτό που έχει προτάξει σαν λύση για το ζήτημα διαχείρισης των πληθυσμών γενικά είναι η παραγωγή. Χρήματα, παιδιά, ακίνητα, οτιδήποτε υλικό ή άυλο. Δυστυχώς, όμως, μέσα στον άνθρωπο υπάρχει και κάτι άλλο, το οποίο ούτε όνομα έχει, ούτε και πρακτική χρησιμότητα. Μπορεί κανείς να το πει «κακό αίμα» ή και ανάμνηση του ζώου που κάποτε ήμασταν.

Οι αρχαίοι γράφοντας τις τραγωδίες αυτό το γνώριζαν. Αυτό το ονόμαζαν και θεό και προς τιμή του θυσίαζαν και έκαναν τελετουργικά όργια. Ο σύγχρονος κόσμος, βέβαια, οποιαδήποτε παρόρμηση που εκπίπτει της αποδεκτής νόρμας την αποστρέφεται, επειδή δεν έχει κάποια ιδιαίτερη παραγωγική αξία. Την περιθωριοποιεί ή την ποινικοποιεί. Ο ίδιος, βέβαια, λόγος είναι που κάνει τους ανθρώπους να παίρνουν χάπια, να χορεύουν σαν τρελοί στα μπουζούκια, να γράφουν ποιήματα, να πηδάνε από παράθυρα, ανάλογα τον χαρακτήρα και την αισθητική του καθενός.

Το να μην αναγνωρίζεται αυτό το «καταραμένο απόθεμα» πουθενά και να μην διοχετεύεται πουθενά, αυτό είναι που γεννά την αρρώστια και αυτό είναι εν προκειμένω αυτό που φυτεύει την σφαίρα στον κρόταφο της Έντα. Τα άλλα είναι το πρόσχημα.

Η Έντα Γκάμπλερ μπορεί άνετα να σταθεί σαν τις Βάκχες του Ευριπίδη ανεστραμμένες. Εδώ επικρατεί ο Πενθέας (η Έντα) που, όμως, ούτε και αυτός νικάει τελικά, αυτοκτονεί και στο προσκήνιο (;) μένουν οι φιλήσυχοι πολίτες που ούτε καν το μυρίστηκαν ότι ένας θεός πέρασε απ’ την πόλη και την ρήμαξε. Συνεχίζουν την ζωή τους, όπως κάθε μέρα.

Μαρία: – Η Άντζελα Μπρούσκου βρίσκεται όχι μόνο πίσω από την σκηνοθεσία, αλλά και την εικαστική άποψη επί της σκηνικής παρουσίασης του έργου στο Μπάγκειον. Δώστε μου μια γεύση από την ατμόσφαιρα και τις αισθήσεις που «αναδύει» το έργο.

Θάνος Παπακωνσταντίνου: – Νομίζω πώς ένα από τα πιο ισχυρά στοιχεία θα είναι το πώς θα λειτουργήσει το έργο μέσα στον συγκεκριμένο χώρο. Το φάντασμα του ρομαντισμού και της ομορφιάς κυκλοφορεί παντού μέσα σ’ αυτόν τον ερειπωμένο χώρο που βρίσκεται, την ίδια στιγμή, μέσα στο κέντρο μιας «σύγχρονης» πόλης, όπου βασιλεύει η ασχήμια και η ανέχεια.

Μαρία: – Ποιες είναι οι επιδιώξεις του Θεάτρου Δωματίου και η δική σας προσωπική και καλλιτεχνική σχέση με αυτό;

Θάνος Παπακωνσταντίνου: – Γνώριζα κατ’ αρχήν σαν θεατής τις παραστάσεις του Θεάτρου Δωματίου και είναι μεγάλη χαρά να δουλεύω με την Άντζελα και την Παρθενόπη. Η πίστη και η επιμονή με την οποία πάνω από δύο δεκαετίες πια ασχολούνται με μεγάλα κείμενα της παγκόσμιας δραματουργίας και ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνονται το θέατρο, όχι απλά σαν ένα θέαμα, αλλά σαν μια πολιτική πράξη αφύπνισης είναι κάτι που με αφορά απόλυτα.

Μαρία: – Ποιες είναι οι καλλιτεχνικές σας προσδοκίες από την συμμετοχή σας στην Έντα Γκάμπλερ, η οποία σε κάτι λιγότερο από μία εβδομάδα «ανεβαίνει» στην σκηνή, και πώς επιχειρείτε να τις πραγματώσετε;

Θάνος Παπακωνσταντίνου: – Είναι πάντα πολύ μεγάλη χαρά για έναν ηθοποιό να δουλεύει με σπουδαία κείμενα και η Έντα Γκάμπλερ είναι ένα σπουδαίο θεατρικό έργο. Από εκεί και πέρα, κριτήριο για ‘μένα σε κάθε παραγωγή στην οποία συμμετέχω είναι να νιώθω συντονισμένος ως προς το καλλιτεχνικό όραμα, καθώς και ασφαλής με την ομάδα συνεργατών. Εδώ είμαι ευγνώμων, διότι συντρέχουν όλοι οι παραπάνω λόγοι, δεν προσδοκώ κάτι επιπλέον.

Θάνος Παπακωνσταντίνου | Περισσότερες πληροφορίες παράστασης Έντα Γκάμπλερ

 

 

Προηγούμενο άρθροO Ricky Ford και ο Kirk Lightsey στη σκηνή του Half Note Jazz Club!
Επόμενο άρθροΦαίδρα της Μαρίνα Τσβετάγιεβα σε πανελλήνια πρώτη στο Θέατρο Σημείο