Οι τέχνες της λογοτεχνίας και του θεάτρου υπήρξαν ανέκαθεν βαθιά συνδεδεμένες, αφού καταφέρνουν από αρχαιοτάτων χρόνων να φέρνουν στην επιφάνεια τα πιο ειλικρινή και ανθρώπινα συναισθήματα. Συχνά, μάλιστα, η μία τέχνη εισχωρεί στην άλλη και δίνει μια διαφορετική διάσταση σε ένα έργο. Με την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου να πλησιάζει (27/3) και την πρεμιέρα της παράστασης «Θερισμός» στο Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Τάρλοου να έχει μόλις λάβει χώρα, είναι ευκαιρία να αναζητήσουμε τη σημασία του βιβλίου στο συγκεκριμένο έργο.

Στη θεατρική παράσταση του Δημήτρη Δημητριάδη, το βιβλίο διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο και καθίσταται θέμα έντονων συζητήσεων και διαφωνιών ανάμεσα στους ήρωες.

Από τα πρώτα λεπτά του έργου, ο θεατής αντικρίζει στο κέντρο της σκηνής την Μπόνα (Μάρω Παπαδοπούλου) να διαβάζει το βιβλίο της καθισμένη δίπλα στον καναπέ. Συχνά εγκαταλείπει την ασχολία της για να συζητήσει, να πιει το ποτό της ή να μιλήσει στο τηλέφωνο, μα πάντοτε μια ανάγκη την στρέφει ξανά στις σελίδες του μυθιστορήματός της.

Το βιβλίο γίνεται κάτι παραπάνω από ένα απλό μέρος του σκηνικού, όταν η Ζουζού (Άννα Μάσχα) ζητάει από την Μπόνα να διαβάσει δυνατά. Η ανάγνωση, θυμίζει στην Λίκρα (Αλεξία Καλτσίκη) την έντονη αντιπάθειά της για τα βιβλία. Αυτό το γεγονός, γεννά μια σημαντική αντιπαράθεση ανάμεσα στις γυναίκες, η οποία ουσιαστικά δείχνει την εντελώς διαφορετική τους κοσμοθεωρία.

Εναλλαγή του πραγματικού με το φαντασιακό

Από την αρχή της παράστασης, η Μπόνα διαβάζει το βιβλίο της. Δείχνει να μην ενοχλείται από τη μουσική, τις συζητήσεις των άλλων μελών της παρέας και τις κλήσεις που δέχονται από τα παιδιά τους. Είναι στιγμές, όμως, που απομακρύνει το βλέμμα της από το βιβλίο, για να ελέγξει την οθόνη του κινητού της. Αυτή είναι για αρκετή ώρα η μόνη της επικοινωνία με τον έξω κόσμο.

Ο καλύτερος τρόπος της να ξεχάσει την φορτική και φριχτή της πραγματικότητα είναι το βιβλίο που κρατά στα χέρια της. Αυτό είναι που της επιτρέπει να ζει τη ζωή που η ίδια δεν κατάφερε να αποκτήσει. Ο τακτικός έλεγχος του κινητού, δείχνει τη διαρκή μετάβαση της Μπόνα από την αληθινή της ζωή στην πλασματική, αυτή που χτίζει στη φαντασία της.

Η βασανιστική και αγωνιώδης αναμονή της για ένα τηλεφώνημα αποτελεί την πραγματικότητά της. Μια πραγματικότητα που γίνεται ακόμα πιο οδυνηρή όταν το πολυπόθητο τηλεφώνημα φτάνει και το έργο εξελίσσεται δραματικά. Αντικρίζοντας το ρεαλιστικό κομμάτι της ζωής της, η Μπόνα αρχίζει να επιθυμεί το τέλος της και να αναζητά τρόπο να ξεφύγει από τον εαυτό της. Ο μοναδικός τρόπος που βρίσκει να το πετύχει αυτό είναι μέσω της βύθισης στην ανάγνωση, αφού αυτή η ενασχόληση της δίνει τη δυνατότητα να ζει τις ζωές που δεν κατάφερε όντως να βιώσει.

«Διαβάζουμε βιβλία για να ξεχνάμε τη ζωή»

Βλέποντας την Μπόνα τόσο απορροφημένη στο μυθιστόρημά της, η Ζουζού της ζητάει να διαβάσει δυνατά, ώστε να ακούσουν όλοι το περιεχόμενο του βιβλίου. Πράγματι, η Μπόνα ξεκινά την ανάγνωση. Οι φράσεις του βιβλίου καθώς φτάνουν στα ίδια της τα αυτιά, την κάνουν να δείχνει πιο ζωντανή και πιο αισιόδοξη απ’ ό,τι υπήρξε σε όλο το υπόλοιπο έργο. Η ταύτισή της με τα λόγια του συγγραφέα την παρασύρει τόσο, που άξαφνα σταματά να μιλάει και συνεχίζει να διαβάζει από μέσα της.

Η ξαφνική σιγή κάνει την Λίκρα να παραδεχτεί πως ποτέ δεν αγάπησε τα βιβλία. Όπως η ίδια υποστηρίζει, τα βιβλία κρατούν τον άνθρωπο μακριά απ’ τη ζωή. Όσο πιο καλό κι ενδιαφέρον είναι ένα βιβλίο, τόσο μεγαλύτερη γίνεται η απαίτησή του προς τον αναγνώστη του να μη ζήσει. Ο άνθρωπος με την ανάγνωση λογοτεχνίας ξεχνά τη ζωή, ώσπου να φτάσει πια στο σημείο να του είναι αδύνατο να ζήσει. Η ανάγκη του για ζωή, αντικαθίστάται από την αγάπη του για το βιβλίο και η αγάπη του για μια πλασματική ευτυχία.

Σαν να απαντά, όμως, η ίδια στον εαυτό της, φτάνει στην πικρή συνειδητοποίηση ότι, παρά το γεγονός ότι απέφευγε όσο τίποτα τα βιβλία, δεν είχε ζήσει. Η απόσταση που τόσο επίμονα κρατούσε από τα βιβλία, φοβούμενη ότι θα της στερήσουν τη ζωή, δεν της προσέφερε, τελικώς, τίποτα. Δεν είχε καταφέρει έτσι κι αλλιώς να κερδίσει τη ζωή, να την απολαύσει και να τη γευτεί. Συνέχιζε, μεν, να είναι πεπεισμένη ότι το βιβλίο δε θα τη βοηθούσε, μα ταυτόχρονα άρχισε να πιστεύει πως ούτε η απέχθεια για τη λογοτεχνία τής ήταν ωφέλιμη.

«Μόνο στα βιβλία γίνονται αυτά που θέλουμε να γίνονται»

Σαν να αναδύθηκε από έναν βαθύ λήθαργο, η Μπόνα άφησε το βιβλίο στην άκρη και ετοιμάστηκε να φύγει από τη σκηνή. Αφότου, όμως, κοντοστάθηκε, στράφηκε προς τη Λίκρα, έτοιμη να υπερασπιστεί κατηγορηματικά και με σθένος τα βιβλία.

Δικαιολογεί την αίσθηση της Λίκρα ότι δεν έχει ζήσει, ισχυριζόμενη πως στη ζωή είναι αδύνατο να ζήσει κανείς πραγματικά. Κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να μείνει ικανοποιημένος από τη ζωή, ποτέ δε θα μπορέσει να πάρει αυτό που θέλει και να γίνει αυτό που επιθυμεί. Γι’ αυτό, βέβαια,  δεν ευθύνεται ο άνθρωπος, μα η ίδια η ζωή, που η φύση της καθιστά αδύνατη την απόλαυσή της.

Εν αντιθέσει, τα βιβλία αποτελούν για τη Ντόνα αυτό που ποτέ δεν κατάφερε να γίνει η ζωή της. Τα βιβλία προσφέρουν απλόχερα την ικανοποίηση, συμπεριφέρονται με δικαιοσύνη και συμπόνια στους ανθρώπους. Μέσα σε αυτά γίνεται ό,τι επιθυμούμε, ό,τι κανονικά θα έπρεπε να γίνεται στη ζωή. Για πολλούς, ακόμα, η ζωή που προσφέρεται μέσα από τη λογοτεχνία είναι πιο πραγματική και σίγουρα πιο απολαυστική από την αληθινή ζωή.

Θερισμός σε σκηνοθεσία Δ. Τάρλοου
Νίκος Ψαρράς, Άννα Μάσχα, Περικλής Μουστάκης, Αλεξία Καλτσίκη και Μάρω Παπαδοπούλου στην παράσταση «Θερισμός»
Λίγα λόγια για τη θεατρική παράσταση «Θερισμός»

Ο «Θερισμός», έκανε την πρεμιέρα του στο Εθνικό Θέατρο την Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017. Η σκηνή Νίκος Κούρκουλος θα φιλοξενήσει φέτος το έργο του Έλληνα θεατρικού συγγραφέα Δημήτρη Δημητριάδη υπό το σκηνοθετικό πρίσμα του Δημήτρη Τάρλοου. Οι ηθοποιοί που ενσαρκώνουν τους πέντε πρωταγωνιστικούς ρόλους είναι οι Αλεξία Καλτσίκη, Αννα Μάσχα, Περικλής Μουστάκης, Μάρω Παπαδοπούλου και Νίκος Ψαρράς.

Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Θερισμός» θα βρείτε στο άρθρο μας ή στη σελίδα του Εθνικού Θεάτρου.

Εδώ μπορείτε να διαβάσετε το κριτικό σημείωμα για το έργο «Θερισμός».

Προηγούμενο άρθροΦεστιβάλ Ταινιών με θέμα «Σπάζοντας τον κύκλο της διαφθοράς» στον Κινηματογράφο ΤΡΙΑΝΟΝ
Επόμενο άρθροΓιάννης Ζιόγκας: «Η αγάπη μου για το animation µε κάνει και αναπνέω τα τελευταία 36 χρόνια»