Από το καλοκαίρι του 2013 που αποφοίτησε από την Ανώτερη Δραματική Σχολή Πράξη Επτά, ο Σταύρος Μαρκάλας μετρά ήδη μια σταθερή και ποιοτική πορεία στο θεατρικό τοπίο, με σημαντικές συνεργασίες σε έργα ποικίλου ρεπερτορίου. Αυτή την περίοδο τον συναντάμε σε δύο επιτυχημένες θεατρικές παραγωγές, την παράσταση «Νύχτες», βασισμένη στο διήγημα του Ντοστογιέφσκι σε σκηνοθεσία Βάσιας Χρονοπούλου στο Θέατρο 104 και τους «Γαμπρούς της Ευτυχίας» σε σκηνοθεσία Γιάννη Μπέζου στο Θέατρο Προσκήνιο.

Οι «Λευκές Νύχτες» είναι ένα ατμοσφαιρικό, ρομαντικό διήγημα γραμμένο το 1848. Οι Apparatus, με τη σκηνοθετική ματιά της Βάσιας Χρονοπούλου ανασκευάζουν τη γνωριμία του μοναχικού νέου συγγραφέα με τη νεαρή Νάστενκα και την ανέλπιδη ανταπόδοση των συναισθημάτων του, μεταφέροντας το ποιητικό αυτό διήγημα στο Θέατρο 104. Ο ηθοποιός Σταύρος Μαρκάλας μιλά στο Artic για την εν λόγω παράσταση, τη φιγούρα του ονειροπόλου τότε και σήμερα, τη συνεργασία του με τους Apparatus, τους «Γαμπρούς της Ευτυχίας», τις καλλιτεχνικές προσδοκίες και τα μελλοντικά του σχέδια.

Λυδία: – Τι περιλαμβάνει η διασκευή των Apparatus πάνω στο διήγημα του Ντοστογιέφσκι «Λευκές Νύχτες»;

Σταύρος Μαρκάλας: – Υπάρχουν ατόφια αποσπάσματα από το έργο, ίσως με μικρές αλλαγές και η σειρά των γεγονότων όπως φανερώνονται μέσα στο μυθιστόρημα έχει αλλάξει και έχουν προστεθεί κάποια λόγια που είναι δημιουργημα της σκηνοθέτιδας, της Βάσιας Χρονοπούλου. Στην ουσία αυτή είναι η διασκευή, δεν έχει πειραχτεί το έργο, γιατί αυτός είναι και ο λόγος που κάποιος θα έρθει να δει την παράσταση, για να δει και το συγγραφικό μέγεθος του Ντοστογιέφσκι. Δεν έχει εκσυγχρονιστεί κάτι σε σχέση με αυτό που έχει γραφτεί ούτε είναι μια πιο μοντέρνα εκδοχή, απλά έχει μεταφερθεί από λογοτεχνικό διήγημα σε θεατρικό έργο. Τα μεγαλύτερα τμήματα των σκηνών παραμένουν ατόφια, όπως τα έχει γράψει ο Ντοστογιέφκσι.

Λυδία: – Το έργο έχει μεταφερθεί ανά τον κόσμο στη μικρή και τη μεγάλη οθόνη ποικίλες φορές. Στην ελληνική σκηνή όμως δεν έχει τόσο μεγάλη παραστασιολογία. Πού πιστεύεις ότι οφείλεται αυτό;

Σταύρος Μαρκάλας: – Ίσως για το συγκεκριμένο έργο, παρότι είναι πολύ γνωστό δεν είναι από τα έργα με τα οποία έχουν ασχοληθεί περισσότερο οι σκηνοθέτες να το μεταφέρουν σε θεατρικό, όπως για παράδειγμα το Έγκλημα και Τιμωρία. Οφείλεται μάλλον και στον τρόπο που έχει γραφτεί το έργο και η όλη ιστορία. Δηλαδή δεν πρόκειται καθαρά για ένα αφήγημα που μιλά για γεγονότα που συνέβησαν, αλλά είναι σκέψεις του συγγραφέα σε μορφή μονολόγων, που έχουν κάποια δυσκολία στο να μεταφερθούν στο θέατρο.

Ντένια Στασινοπούλου, Σταύρος Μαρκάλας
Οι Ντένια Στασινοπούλου, Σταύρος Μαρκάλας στις «Νύχτες»

Λυδία: – Ποιο ρόλο υποδύεσαι στις «Νύχτες»;

Σταύρος Μαρκάλας: – Υποδύομαι τον συγγραφέα-ονειροπόλο, ο οποίος δεν ονομάζεται κάπως. Όλα τα πρόσωπα εκτός από τη Νάστενκα, δεν έχουν όνομα. Αναφέρονται ως ο νοικάρης, η θεία (που κανονικά είναι γιαγιά). Δε θα έλεγα ότι είναι πρωταγωνιστής, αλλά συμπρωταγωνιστής γιατί είναι σε συνεχή αλληλεπίδραση αυτό που παθαίνει εκείνη τη στιγμή, με την 17χρονη Νάστενκα.

Λυδία: – Ποιες δυσκολίες συνάντησες στην προσέγγιση του εν λόγω ρόλου;

Σταύρος Μαρκάλας: – Σίγουρα ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της δυσκολίας που συνάντησα οφειλόταν στο ότι όλα αυτά που λέει στην «παρουσίασή» του προς τη Νάστενκα, και για το ποιούς λόγους θεωρεί ο ίδιος ότι είναι καλύτερη αυτή από μια ρεαλιστική ζωή, όσο και στο κομμάτι που συνειδητοποιεί ότι μάλλον έχει κάνει «έγκλημα και αμαρτίες στη ζωή του», γιατί σκόρπισε τη ζωή του σε «όνειρα και φαντασίες», είναι λόγια τα οποία εγώ προσωπικά θεωρώ ότι τα λέει κάποιος όταν βρεθεί σε ακραία σημεία σε σχέση με την ψυχολογία του. Πρόκειται για πράγματα που δεν λέγονται εύκολα και πρέπει να βρεις όσο μπορείς τη δική σου αλήθεια  μέσα σε αυτά ή τουλάχιστον να κατανοήσεις την κατάσταση του ανθρώπου που τα λέει.

Το άλλο ήταν πιο τεχνικό κομμάτι, και έχει να κάνει με το μέγεθος του κειμένου, το οποίο δεν είχε κάποια νοηματική αλληλουχία καθώς πρόκειται για μετέωρες σκέψεις, φιλοσοφίες. Δεν είναι ένα καθαρά αφηγηματικό κομμάτι ενός γεγονότος που μπορείς να το μάθεις πιο εύκολα, από το να προσπαθήσεις να αποστηθίσεις και να αποδώσεις ένα κείμενο που από γραφής είναι σαν να προκύπτουν συνεχώς σκέψεις.

Λυδία: – Την περίοδο συγγραφής του έργου, ο Ντοστογιέφσκι θεωρούσε τον άνθρωπο-ονειροπόλο ως αξιοσημείωτο κοινωνικό φαινόμενο. Πιστεύεις πως αυτός ο τύπος ανθώπου έχει εκλείψει ή έχει επαναπροσδιοριστεί;

Σταύρος Μαρκάλας: – Σίγουρα υπάρχει ακόμα και σίγουρα πιστεύω ότι δεν υπάρχει στην ίδια μορφή γιατί οι αξίες η κοινωνία, οι στόχοι, οι απαιτήσεις και όλα αυτά τα στοιχεία που παίζουν καταλυτικό στο πώς μπορεί κάποιος να ονειρεύεται στη ζωή του, αλλάζουν. Πιστεύω ότι είναι χαρακτηριστικό του ανθρώπου ή τουλάχιστον κάποιων ανθρώπων, να ονειρεύονται. Λίγο πολύ όλοι το έχουμε κάνει. Ονειρευόμαστε τι θα θέλαμε να κάνουμε, πώς θα θέλαμε να είναι η ζωή μας, γενικά η σκέψη τρέχει και αρκετούς τους παρασέρνει. Στο συγκεκριμένο έργο, έτσι όπως ονειροπολεί ο χαρακτήρας αυτός, είναι δύσκολο σήμερα να υπάρξει κάτι παρόμοιο, καθώς έχουν αλλάξει οι ταχύτητες, οι ρυθμοί και οι αξίες κατά πολύ.

Λυδία: – Έπερχεται στο τέλος λύτρωση για τον συγγραφέα-ονειροπόλο;

Σταύρος Μαρκάλας: – Εγώ προσωπικά πιστεύω ναι. Παρόλο που δεν πετυχαίνει αυτό που θελει, πιστεύω ότι λυτρώνεται, γιατί λέει μέσα και το κείμενο, πως όταν βλέπει τον ουρανό που είναι τόσο γαλανός και όμορφος, δεν γίνεται κάποιος που ζει κάτω από έναν τέτοιο ουρανό, οτιδήποτε κι αν του έχει συμβεί, να είναι γκρινιάρης ή παραπονεμένος. Καθότι επίσης αναγνωρίζει στην απόφαση της Νάστενκα, ότι χάρισε σε κάποιον άλλο, μια στιγμή ευτυχίας και ας μην είναι αυτός. Και είναι πολύ όμορφο αυτό και γι’ αυτόν που εν τέλει παίρνει την Νάστενκα αλλά και για τον ίδιο, που όπως λέει στο τέλος, παίρνει «μία πραγματική στιγμή ευτυχίας, το οποίο δεν είναι καθόλου λίγο.»

Πραγματικά δεν είναι καθόλου λίγο για τον οποιονδήποτε άνθρωπο σήμερα, εάν μέσα στην καθημερινότητά μας ζήσουμε έστω μια μικρή στιγμή ευτυχίας, το καταλαβαίνουμε άλλωστε και εμείς οι ίδιοι. Για παράδειγμα, ένα απλό απρόοπτο σαββατοκύριακο με φίλους και δικούς μας ανθρώπους, που θα μας χαρίσει ένα σαρανταοκτάωρο γεμάτο χαρά, μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε πως δεν έχουμε συχνά κάτι τέτοιο.

Λυδία: – Πώς ήταν η συνεργασία σου με τους Apparatus; Πώς σε κατηύθυνε σκηνοθετικά η Βάσια Χρονοπούλου στο όλο εγχείρημα;

Σταύρος Μαρκάλας: – Η συνεργασία ήταν πολύ καλή και θα την έλεγα άριστη, αν λάβουμε υπόψη ότι και η Βάσια είναι νέα στον χώρο ως σκηνοθέτιδα και φέρθηκε με απαράμιλλο επαγγελματισμό. Ήταν πολύ βοηθητική στο να προσαρμοστώ, γιατί εντάχθηκα στο θίασο αφού είχαν ξεκινήσει οι πρόβες, και με βοήθησε να καλύψω αρκετό χρόνο. Αυτό που πιστεύω ότι έπαιξε ρόλο ήταν το ότι η Βάσια ήταν πολύ διαβασμένη στο στοιχείο με το οποίο ασχολείται, της άρεσε πάρα πολύ και φάνηκε από το ότι ήταν μια κινητή εγκυκλοπαίδεια του Ντοστογιέφσκι, που θα μπορούσες να πεις ότι ήταν και «παππούς» της!

Η σωστή ανάλυση και κουβέντα που κάναμε γύρω από το ρόλο, οι ιδέες που μου έδωσε για το πώς μπορεί να είναι αυτόςο χαρακτήρας, τους στόχους και τα θέλω του, μου κάλυψε χρονικά πολύ μεγάλο μέρος της δουλειάς. Σίγουρα και η δημιουργική ελευθερία που μου παραχώρησε, η εμπιστοσύνη που μου έδειξε, η οποία ήταν και αμφίδρομη. Όταν υπάρχουν αυτά τα δεδομένα, οδηγείσαι σε ένα σωστό αποτέλεσμα.

Σταύρος Μαρκάλας - Στιγμιότυπο από την παράσταση
Σταύρος Μαρκάλας – Στιγμιότυπο από την παράσταση «Νύχτες»

Λυδία: – Φέτος έχει συμμετάσχει σε παραστάσεις με αρκετά διαφορετικό μεταξύ τους ρεπερτόριο («Περιμένοντας τον Γκοντό», «Νύχτες» και «Οι Γαμπροί της Ευτυχίας»). Ποιες είναι οι καλλιτεχνικές προτεραιότητες που θέτεις, οι οποίες ορίζουν και τις επιλογές σου;

Σταύρος Μαρκάλας: – Σίγουρα το προσωπικό επαγγελματικό και κυρίως καλλιτεχνικό όφελος, που προκύπτει από διάφορα, από το με ποιους θα συνεργαστείς, ποιο είναι το έργο στο οποίο θέλουν να συμμετάσχεις και όταν αυτό συμπίπτει με ποικιλία, γίνεται ακόμη πιο ωραίο. Στις συγκεκριμένες τρεις δουλειές, η ποικιλία σε βοηθά να διευρύνεις λίγο τις γνώσεις σου, να ψάξεις παραπάνω τον εαυτό σου και να έχεις και διαφορετικά πράγματα να κάνεις.

Λυδία: – Αυτή την περίοδο παίζεις και στην παράσταση του Γιάννη Μπέζου, «Οι Γαμπροί της Ευτυχίας», που παρουσιάζεται στο Θέατρο Προσκήνιο. Ποιο ρόλο υποδύεσαι και πώς νιώθεις για τη συνεργασία αυτή;

Σταύρος Μαρκάλας: – Υποδύομαι τον δεύτερο υποψήφιο-προικοθήρα γαμπρό, τον Κούλη, κατά το έργο, που έχει ως βασικό μέλημα το να καπηλευτεί την προίκα της Ευτυχίας, μιας μεγάλης κυρίας, η οποία είναι ιδιαίτερα άσχημη και ανύπαντρη χρόνια. Πρόκειται για ένα καθαρά ελληνικό έργο, κι επειδή έτυχε να συζητάμε αυτό το θέμα με συνεργάτες της παράστασης που τυχαίνει να είναι παλαιότεροι από εμένα, καταλάβαμε ότι θα έπρεπε στο ελληνικό θέατρο να ψάχνουμε και να βρίσκουμε ελληνικά, δικά μας έργα και να μην τα ξεχνάμε, διότι αν τα κοιτάξουμε με μεγαλύτερη λεπτομέρεια και όχι διεκπαιρεωτικά, έχουν πολλά να μας δώσουν.

Υπάρχει μεγάλη παρακαταθήκη σε έργα, κινηματογραφικά, θεατρικά κλπ. Εγώ είμαι πολύ ευχαριστημένος από αυτή τη δουλειά και δεν φαντάστηκα ποτέ ότι θα ήταν έτσι τελικά το αποτέλεσμα. Και αυτό δείχνει πόσα πολλά ξέρουν οι παλαιότεροι, πόσα δεν ξέρουμε εμείς και πόσα έχουμε ακόμη να μάθουμε.

Λυδία: – Έχοντας ξανασυνεργαστεί στο παρελθόν με τον Γιάννη Μπέζο, τι θα έλεγες ότι σε εμπνέει σε αυτόν και τον τρόπο που δουλεύει;

Σταύρος Μαρκάλας: – Με τον κ.Μπέζο έχουμε δουλέψει μαζί άλλες τρεις φορές. Αυτό που με εμπνέει στο συγκεκριμένο άνθρωπο έιναι ότι ενδιαφέρεται πολύ για τους νέους καλλιτέχνες στους οποίους πιστεύει, θέλει να τους βοηθήσει, πέραν της επαγγελματικής σχέσης, θεατρικά εννοώ. Δείχνει ένα ενδιαφέρον που θα μπορούσα να το πω και προσωπικό, σα να θέλει να αφήσει πίσω του ηθοποιούς, οι οποίοι να έχουν μάθει καλά αυτό που πρέπει να κάνουν. Είναι πολύ γεναιόδωρος, ευαίσθητος άνθρωπος, πολύ δοτικός επαγγελματικά, πολύ δίκαιος σε όλα του, και γενικά σε κάνει από την πρώτη στιγμή που θα δουλέψεις μαζί του να νιώσεις ότι τον έχεις σαν θεατρικό «μπαμπά.»

Όταν δουλεύεις υπό αυτές τις συνθήκες λοιπόν, το αποτέλεσμα εκτοξεύεται προς το καλύτερο. Είναι αυτό που είχε πει ο Τσάρλυ Τσάπλιν, «Διάλεξε μια δουλειά που σ’ αρέσει και δε θα χρειαστεί να δουλέψεις ούτε μια μέρα στη ζωή σου.» Και όταν αυτό λοιπόν που σου αρέσει στο τυλίγουν με αυτές τις συνθήκες, αυτομάτως γίνεται τέλειο και δεν δουλεύεις ποτέ.

Νύχτες στο Θέατρο 104
Νύχτες στο Θέατρο 104, από τους Apparatus, σε σκηνοθεσία Βάσιας Χρονοπούλου

Λυδία: – Ως νέος ηθοποιός, ποιες είναι οι προσδοκίες για τη μετέπειτα πορεία σου;

Σταύρος Μαρκάλας: – Σαν νέος ηθοποιός, θα ήθελα σίγουρα να εξελιχθώ όπως θέλουμε όλοι μας, σκεπτόμενος την καριέρα και όχι την συμβατική άσκηση του επαγγέλματος. Γενικότερα, οι βλέψεις μου για το μέλλον είναι μήπως κοιτάξω και έξω από την Ελλάδα, το οποίο είναι υπό σκέψη και έρευνα.

Λυδία: – Ποια είναι τα άμεσα καλλιτεχνικά σου σχέδια;

Σταύρος Μαρκάλας: – Ίσως «Οι Γαμπροί της Ευτυχίας» συνεχιστούν και του χρόνου, πράγμα που η μέχρι τώρα απήχηση του κόσμου δείχνει, απλώς θέλουμε να το σιγουρέψουμε ως την Κυριακή των Βαϊων.

Λυδία: – Ποιο θεατρικό συγγραφέα θα ξεχώριζες ως αγαπημένο και ποιο ρόλο θα ήθελες να υποδυθείς κάποια στιγμή επί σκηνής;

Σταύρος Μαρκάλας: – Δεν θα έλεγα ότι έχω έναν συγκεκριμένο αγαπημένο συγγραφέα. Σίγουρα μου αρέσουν τα έργα του Σαίξπηρ, αλλά και του Πίντερ, χωρίς να έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Σαν ρόλο, από θεατρικά έργα, είναι ο Βασιλιάς Ληρ, που αργεί ακόμα, γιατί πρέπει να περάσουν κάποια χρόνια και να μαζέψω όσο περισσότερη εμπειρία γίνεται.

Σταύρος Μαρκάλας | Πληροφορίες παράστασης Νύχτες

 

 

Προηγούμενο άρθροΔε Variete Vol.3 στο The Hub Events για 10 μόνο παραστάσεις
Επόμενο άρθροΤο παιχνίδι της σφαγής – Μια χαριτωμένη σκηνή θανάτου στο Θέατρο Rex
Λυδία Τριγώνη
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ηράκλειο Κρήτης. Απόφοιτη του τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Παν/μίου Αθηνών και του μεταπτυχιακού προγράμματος «Λογοτεχνία, Πολιτισμός και Ιδεολογία», με ειδίκευση στο θέατρο. Ασχολείται με τη μετάφραση θεατρικών έργων, εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτη και αρθρογραφεί στο Artic.gr από το 2012.