Η Τέχνη της Σκηνογραφίας συχνά δεν παίρνει τα εύσημα που της αρμόζουν και θεωρείται από πολλούς υποδεέστερη της σκηνοθεσίας μιας παράστασης. Μια μελετημένη σκηνογραφία ωστόσο, συνυφαίνεται πάντοτε με την σκηνική δραματουργία μιας παράστασης. Πιστεύω ακράδαντα πως οποιαδήποτε μονομερής κρίση υπέρ της μιας ή της άλλης τέχνης, αδικεί το σκηνικό αποτέλεσμα μιας καλής παράστασης. Σε αυτό το άρθρο, θα κάνουμε μια προσπάθεια ν’ αναλύσουμε τη δραματουργία επτά επιφανών παραστάσεων της φετινής θεατρικής σεζόν βάσει των σκηνικών τους, αυτό που θ’ αποκαλέσουμε «σκηνογραφική δραματουργία». Επιλέξαμε ενδεικτικά μερικές παραστάσεις που θεωρούμε πως έχουν να προτείνουν κάτι στην σκηνική απόδοση ενός έργου και σας τις παρουσιάζουμε (με χρονική σειρά πρώτης παράστασης):

Η Τέχνη της Σκηνογραφίας σε 7 παραστάσεις της σεζόν:
Ο Θεός της Σφαγής
Σκηνογραφία: Αθανασία Σμαραγδή | Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης

Θεός της Σφαγής
Θέατρο Αθηνών – Σκηνικά: Αθανασία Σμαραγδή

Ο Θεός της Σφαγής της Γιασμίνα Ρεζά είναι από τις παραστάσεις που ξεχώρισαν κατά τη θεατρική περίοδο 2015-2016, ενώ διακρίθηκε με πολλαπλές υποψηφιότητες στα Βραβεία Κοινού. Το έργο πραγματεύεται την επίσκεψη του ζεύγους Ρειγ στο σπίτι της οικογένειας Ουλιέ, με αφορμή το περιστατικό bullying του γιου τους προς τον γιο των πρώτων. Η Αθανασία Σμαραγδή τόλμησε την σύνθεση ετερόκλητων δομικών συστατικών στο σκηνικό οικοδόμημα, προτείνοντας ένα καθιστικό σπιτιού με μαρμάρινο πάτωμα και πέτρινους σχεδόν σπηλαιώδεις τοίχους. Το μάρμαρο (υποκατάστατο μαρμάρου), υλικό συνήθως χρησιμοποιημένο από την ανώτερη αστική τάξη, έρχεται σε πλήρη αντίστιξη με τους ογκώδεις τοίχους, που παραπέμπουν στην «κτηνώδη» πλευρά των χαρακτήρων του έργου κάτω από τον προσποιητό ελιτισμό τους.

Όπως μαρτυρά κι ο Μισέλ (Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος) στο τέλος του έργου, «φτάνουν δύο ποτήρια ρούμι για να βγάλεις τον πραγματικό σου εαυτό». Το μάρμαρο επίσης με παραπέμπει στο σμάλτο των δοντιών του Φερδινάνδου, που έσπασε από την μπουνιά του συμμαθητή του. Συνήθως στις παραστάσεις των αστικών έργων, βλέπουμε μια φλύαρη καλολογία από σκηνογραφική άποψη. Στο Θεό της Σφαγής, θετική εντύπωση προκαλεί η χρήση πλαστικών ποτηριών και πιάτων αντί γυάλινων ή κρυστάλλινων, και οι στοίβες από coffee table βιβλία μόδας και αφρικανολογίας. Εξαιρετικά κωμικό το εφέ του εμετού για την Ανέτ (Στεφανία Γουλιώτη). Το φωτιστικό περιβάλλον που συσκοτίζει καθώς βγαίνουν στην επιφάνεια οι έτερες αγριότητες των χαρακτήρων, διαγράφεται υπέροχα πάνω στο λευκό πάτωμα και το λευκό ταβάνι.

Κύματα
Σκηνογραφία: Τίνα Τζόκα (βασισμένο σε ιδέα της Κλειώς Μπομπότη) | Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς

Κύματα
Θέατρο Σφενδόνη – σκηνικά: Τίνα Τζόκα

Στα Κύματα της Βιρτζίνια Γουλφ που παρουσιάζει φέτος (για δεύτερη χρονιά) στο Θέατρο Σφενδόνη ο Δημήτρης Καραντζάς, ξεχωρίζει αμέσως το ξύλινο τραπέζι που θυμίζει σχολικά θρανία σε κυκλική διάταξη. Η βασική ιδέα της σκηνοθεσίας –και συνεπώς της σκηνογραφίας- είναι πως οι θεατές κάθονται σε αυτό το τραπέζι, δίπλα ο ένας στον άλλο, έχοντας ταυτόχρονα κάποιους θεατές απέναντι, ενώ ταυτόχρονα κάθονται δίπλα στους ηθοποιούς της παράστασης-αφηγητές του έργου. Στην μια γωνία του τραπεζιού υπάρχει ένα δοχείο με όσπρια και μια μικροφωνική εγκατάσταση, που παράγει τον ήχο των Κυμάτων. Στην ακριβώς απέναντι γωνία, βρίσκεται ένα βιβλίο, που στο κάθε του άνοιγμα παράγει αυτόματα έναν ανάλογο ήχο.

Οι ηθοποιοί της παράστασης αλλάζουν συνεχώς θέση, ενώ συνήθως τοποθετούνται εντός του «κούφιου» μέρους του τραπεζιού, δηλαδή του κενού ανάμεσα στα θρανία. Ηχητική πηγή αποτελούν και οι δύο ηλεκτρικές κιθάρες που είναι κρεμασμένες ανάποδα και αφήνονται να κινούνται προκαλώντας την παραγωγή ήχου στην κάθε τους τριβή με την μεταλλική βελόνα. Να σημειώσουμε εδώ, πως σε αντίθεση με πέρσι, που η αίθουσα της Στέγης ανάγκαζε όλους τους θεατές να κάτσουν σε αυτό το τραπέζι, φέτος, στην μεγαλύτερη αίθουσα της Σφενδόνης, οι θεατές μπορούν να επιλέξουν αν θέλουν να κάτσουν σε κάθισμα ή «στο σκηνικό» -όπως λένε και οι ταξιθέτριες του θεάτρου στους θεατές- δίνοντας, όπως είναι λογικό, μια διαφορετική θεατρική εμπειρία στο θεατή.

Η Δίκη του Κ
Σκηνογραφία: Ευαγγελία Θεριανού |Σκηνοθεσία: Θωμάς Μοσχόπουλος

Η Δίκη του Κ
Θέατρο Πόρτα – Σκηνικά: Ευαγγελία Θεριανού

Η πολυσυζητημένη –με θετικό πάντα πρόσημο- θεατρική απόδοση του καφκικού (ημιτελούς) αριστουργήματος της Παγκόσμιας Λογοτεχνίας, στην παράσταση του θεάτρου Πόρτα από τον Θωμά Μοσχόπουλο, νομίζω οφείλει πολλά στην ευρεσιτεχνία της Ευαγγελίας Θεριανού. Πώς σκηνοθετείς τις σκηνές ενός έργου που μπαίνει η μία μέσα στην άλλη σε δευτερόλεπτα αλλάζοντας ταυτόχρονα σκηνικό χώρο; Η Ευαγγελία Θεριανού χρησιμοποίησε δύο επάλληλες «σπονδυλικές στήλες» δωματίων, βάζοντας τους ηθοποιούς να τις εφάπτουν τους χώρους, και να τους δίνουν «προσωπικότητα» ανάλογα με τον χαρακτήρα που τους χρησιμοποιεί. Βέβαια, στην συγκεκριμένη παράσταση, καμία σκηνογραφική ή ενδυματολογική επιλογή (κοστούμια:Κλαιρ Μπρέισγουελ) δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς τον αντίστοιχο φωτισμό (Σοφία Αλεξιάδου). Η Δίκη του Κ είναι από τις λίγες παραστάσεις, που δεν μπορείς να μιλήσεις για σκηνοθεσία χωρίς ταυτόχρονα να σχολιάζεις τα σκηνικά, τα κοστούμια και τα φώτα, καθώς όλες μαζί οι Τέχνες, αποτελούν ένα αναπόσπαστο σκηνικό αποτέλεσμα.

Στέλλα Βιολάντη – Έρως Εσταυρωμένος
Σκηνογραφία: Απόλλων Παπαθεοχάρης | Σκηνοθεσία: Γιώργος Λύρας

Στέλλα Βιολάντη
Θέατρο Χώρα – Σκηνικά: Απόλλων Παπαθεοχάρης

Ο Γιώργος Λύρας σκηνοθέτησε ένα από τα δημοφιλέστερα διηγήματα του Γρηγορίου Ξενόπουλου στο Θέατρο Χώρα. Η Στέλλα Βιολάντη, ένα από τα αριστουργήματα της νεοελληνικής δραματουργίας βρίσκει σπάνια το φως των θεατρικών σκηνών. Ο Απόλλων Παπαθεοχάρης συνδημιούργησε με τον Γιώργο Λύρα μια παράσταση όπου η ποίηση του Ξενόπουλου, δεν εξοβελίστηκε από την καλολογική σκηνογραφική απόδοση της αστικής τάξης. Τα έργα των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα, πολλές φορές φαίνονται ρετρό ή ανοίκεια στις παραστάσεις που κατά καιρούς παρουσιάζονται. Εδώ, ο Απόλλων Παπαθεοχάρης έπαιξε με τα μεγέθη και τις μορφές της οικογένειας Βιολάντη και της τάξης τους.

Το αρχοντικό τους, δεν αναπαρίσταται με έναν κορεσμό σκηνικών αντικειμένων, αλλά περιορίζεται στην πληθωρική παρουσία ενός επιμηκυμένου τραπεζιού. Οι καρέκλες τους έχουν επίσης αφύσικα ψηλές πλάτες. Στο «άδειο σκηνικό», ξεχώριζαν τα κομψοτεχνικά κοστούμια (επίσης από τον Παπαθεοχάρη), που κάλυπταν όλο το σώμα των ηθοποιών, στα πρότυπα της εποχής του έργου. Το φόρεμα της Στέλλας (Ευγενία Δημητροπούλου) διακρινόταν από τα υπόλοιπα φορέματα, για την μακριά του ουρά, που χρησιμοποιήθηκε στην σκηνή του μένους του πάτερ φαμίλια, διαγράφοντας περισσότερο «εικαστικά» την δραματική κορύφωση του έργου.

Τρειςευτυχισμένοι
Σκηνογραφία: Εύα Μανιδάκη | Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς

Τρειςευτυχισμένοι
Θέατρο Πορεία – Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη

Το σκηνικό περιβάλλον της Εύας Μανιδάκη στους Τρειςευτυχισμένους σε κερδίζει αμέσως, δίνοντας ταυτόχρονα μια γλαφυρή δραματουργική πληροφορία για την αστική τάξη που ήθελε να στηλιτεύσει ο Ευγένιος Λαμπίς. Η τρίπρακτη κωμωδία παρουσιάζεται σε μετάφραση του Στρατή Πασχάλη χωρίς διάλειμμα κι αυτό απαιτεί η σκηνογραφία να είναι σε θέση να επαναπροσαρμοστεί ταχύρρυθμα ανάλογα με τις σκηνογραφικές επιταγές του έργου. Η Εύα Μανιδάκη και οι συνέργατες της το κατόρθωσαν αυτό με μια σπάνια δεξιοτεχνία. Αρχικά, βρισκόμαστε στο σαλόνι του Μαρζαβέλ (Δημήτρης Τάρλοου), όπου βρίσκονται σε περίοπτη θέση τα τρία σκηνικά αντικείμενα-ηχητικές πηγές που αποτελούν το σήμα κατατεθέν της παράστασης: το ραδιόφωνο, τα περιστρεφόμενα πορτρέτα των συζύγων του Μαρζαβέλ και η ελαφοκεφαλή που αποτελεί κρυψώνα ερωτικών επιστολών.

Στο κέντρο της σκηνής βρίσκεται ο καναπές –ο οποίος ταυτόχρονα λειτουργεί ως ντιβάνι στη β’ πράξη, στο σπίτι του Ερνέστου (Χρήστος Λούλης)- ενώ στο πίσω μέρος της σκηνής κυριαρχούν οι δύο πόρτες, σύνηθες σκηνικό εργαλείο σε μια φαρσοκωμωδία. Στη β’ πράξη, το σπίτι ταχύρρυθμα μετατρέπεται στο σπιτάκι του Ερνέστου στον κήπο, με την ρήξη μιας τεράστιας επιφάνειας κισσού που λειτουργεί ως ταπετσαρία που καλύπτει τους τοίχους του σπιτιού και ο καναπές με την αφαίρεση των μαξιλαριών γίνεται το ντιβανάκι του Ερνέστου.

Η εξαιρετική κατασκευή των κοστουμιών δείχνεται από την φαρσική σωματική παρτιτούρα των ηθοποιών, σε σκηνές όπως όταν ο Ερνέστος τοποθετεί ένα ολόκληρο λούκι μέσα στο παντελόνι του. Στη γ’ πράξη του έργου, οι ηθοποιοί μεταφέρουν στην σκηνή δεκάδες κλαδιά κι ένα ολόκληρο δέντρο, μετατρέποντας το σπιτάκι του Ερνέστου σ’ έναν καταπράσινο και πολυδαίδαλο κήπο. Τα σκηνικά στους Τρειςευτυχισμένους αποτελούν ένα ζωντανό σώμα που συμπορεύεται με τους ηθοποιούς της παράστασης από σκηνή σε σκηνή.

Καθώς Ψυχορραγώ
Σκηνογραφία: Κυριακή Μαυρογεώργη | Σκηνοθεσία: Σοφία Φιλιππίδου

Καθώς Ψυχορραγώ
Θέατρο Οδού Κυκλάδων – Σκηνικά αντικείμενα: Κυριακή Μαυρογεώργη (φωτογραφία από την σελίδα της Σοφίας Φιλιππίδου)

Μια από τις παραστάσεις που ξεχώρισαν τη φετινή σεζόν, ήταν η θεατρική διασκευή (Χλόη Κολύρη) του αριστουργήματος της αμερικανικής λογοτεχνίας Καθώς Ψυχορραγώ του Ουίλλιαμ Φώκνερ, που ανεβαίνει για λίγες παραστάσεις ακόμα στο Θέατρο Οδού Κυκλάδων σε σκηνοθεσία της Σοφίας Φιλιππίδου. Καθοριστικής σημασίας υπήρξε στην παράσταση αυτή η σκηνογραφική παρουσία της Κυριακής Μαυρογεώργη (να σημειωθεί πως είναι η πρώτη της δουλειά στο θέατρο). Το σκηνικό περιβάλλον είναι ιδιαίτερα λιτό, μ’ ένα λευκό πάτωμα, και στο πίσω μέρος της σκηνής κυριαρχεί μια υφασμάτινη λευκή καλύβα (κεκαλυμμένος ο καθρέφτης της παράστασης Πλατεία Ηρώων). Κεντρική θέση στην σκηνογραφία της παράστασης έχει το περιβόητο κιβούρι που έφτιαξε ο Κας (Μορφέας Παπουτσάκης) για την μητέρα του. Στα δεξιά της σκηνής, βρίσκεται ένα καφάσι όπου θα κρυφτεί σε μια σκηνή ο Βάρνταμαν (Μιχαήλ Ταμπακάκης), ενώ στο καλάθι της η Ντιου Ντελ (Έλενα Μεγγρέλη) έχει δύο πλαστικά ζωάκια, που μ’ έναν φακό προβάλλει στην υφασμάτινη επιφάνεια.

Θερισμός
Σκηνογραφία: Ελένη Μανωλοπούλου | Σκηνοθεσία: Δημήτρης Τάρλοου

Θερισμός
Εθνικό Θέατρο – Σκηνικά: Ελένη Μανωλοπούλου

Η νέα συνεργασία των Τάρλοου-Μανωλοπούλου στεγάζεται αυτή τη φορά στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Ο λόγος της συνάντησής τους είναι το άπαικτο έργο του Δημήτρη Δημητριάδη, Θερισμός. Η δράση του έργου τοποθετείται από τον συγγραφέα στο Ακαπούλκο και ειδικότερα στο ξενοδοχείο των 57 αστέρων El Globo. Η Νέα Σκηνή μετατράπηκε σ’ ένα ιδανικό ξενοδοχείο, καθ’ ομοιώσιν των εξωτικών θέρετρων, με το πάτωμα να χωρίζεται σε δύο επίπεδα, το χαμηλότερο καλυμμένο με μια μοκέτα γκαζόν και το ανώτερο ξύλινο. Στο δάπεδο υπάρχουν τέσσερις ξαπλώστρες κι ένας δερμάτινος καναπές. Στο πίσω μέρος της σκηνής, βρίσκεται το μπαρ του ξενοδοχείου, με την neon επιγραφή «El Globo», όπου μπαινοβγαίνουν οι χαρακτήρες για να ανανεώσουν το ποτό στο ποτήρι τους.

Στην κορυφή του πίσω τοίχου βρίσκονται τρία παράθυρα καλυμμένα με λευκές κουρτίνες. Στο μεσαίο παράθυρο γίνεται η προβολή κινηματογραφικών σκιών, την οποία επιμελήθηκε ο Χρήστος Δήμας. Παντού στο σκηνικό βρίσκονται φυτά (στα πλαϊνά, σε γλάστρες, στο μπαρ, στο ταβάνι) που δίνουν την αίσθηση «ευεξίας» που προσπαθεί να «φορέσει» το Ακαπούλκο στους χαρακτήρες. Στην εξέλιξη του έργου, καταλαβαίνουμε πως οι πέντε παραθεριστές δεν είναι απλώς ημίγυμνοι για την βουτιά που δε θα κάνουν, αλλά γιατί και οι φιλοσοφίες που πρεσβεύουν είναι κενές νοήματος, όπως κι ο σύγχρονος Δυτικός Πολιτισμός.

Καταληκτικά, ποιος μπορεί να πει με σιγουριά που ξεκινούν και που τελειώνουν τα όρια της δουλειάς του σκηνοθέτη κι αρχίζει η δουλειά του σκηνογράφου;

Προηγούμενο άρθροΟ Jerome Kaluta και Movement Orchestra στο Half Note στις 3 & 4 Απριλίου με Special Guests
Επόμενο άρθροΡεσιτάλ Πιάνου με έργα J.S.Bach από την Αλεξάνδρα Παπαστεφάνου στη Γερμανική Εκκλησία Αθηνών την Παρασκευή 7 Απριλίου
Αναστάσιος Πινακουλάκης
Απόφοιτος του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αθηνών -Erasmus στο Limburg Katholieke University College. Είναι τελειόφοιτος στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Αθηνών. Έχει παρακολουθήσει εκπαιδευτικά σεμινάρια και εργαστήρια δημιουργικής γραφής. Ασχολείται με τη συγγραφή θεατρικών έργων, ποιημάτων και παραμυθιών. Το μεγαλύτερό του όνειρο είναι να συνθέσει μία νέα δραματουργία και να συστήνει έργα στο κοινό.