Η έκθεση “macro-micro-cosmos” της Ντένης Θεοχαράκη στάθηκε η αφορμή να επισκεφθώ την γκαλερί «Έκφραση» της Γιάννας Γραμματοπούλου και έστω και ετεροχρονισμένα να γράψω μερικά σχόλια. Ο τίτλος της έκθεσης προϊδεάζει για τη φιλοσοφία της δουλειάς της ζωγράφου. Μια εναλλαγή της μακροσκοπικής και μικροσκοπικής προσέγγισης βιωμάτων, εμπειριών, εικόνων ζωής. Θυμάμαι μία διαδραστική επιστημονική έκθεση στο Πλανητάριο. Σε ένα σημείο εδραζόταν ένα ηλεκτρονικό μικροσκόπιο μέσα από το οποίο υπήρχε η δυνατότητα παρακολούθησης της δομής διάφορων υλικών (σίδηρος, ξύλο, πάγος κλπ). Η ευκαιρία να κάνεις μία εισαγωγή στη σάρκα τους με την αναπάντεχη γεωμετρία και το εγγενές μυστήριο. Η τάξη και η αταξία του μικρόκοσμου συνθέτει τη φόρμα του μακρόκοσμου. Την ίδια φορά ακολουθεί και η Θεοχαράκη. Στο προσωπικό της Ακριθακικό «τσίκι – τσίκι» παρεμβάλλονται σπίτια, πρόσωπα, εικόνες, μνήμες, όλα συμπιεσμένα από μια αέναη γραφή. Πως μπορεί να ερμηνευτεί όμως το ξεφόρτωμα της αποθήκης του υποσυνείδητου με αυτόν τον τρόπο; Ως ενστικτώδης συναρμολόγηση ετερόκλητων λέξεων με σουρεαλιστική διάθεση; Ως πλάσιμο της προσωπικής εμπειρικής κορδέλας αρνητικών φιλμ; Μπορεί και τα δύο. Μόνο η καλλιτέχνης γνωρίζει.

Τεχνική – Χαρακτηριστικά


Το μόνο βέβαιο είναι ότι με το προσωπικό μας zoom in και zoom out μέσα στην αίθουσα μπορούμε να εκτιμήσουμε το γοητευτικό παιχνίδι της οφθαλμαπάτης και της ψευδαίσθησης. Ενός ανοιχτού καλειδοσκοπίου. Μακροσκοπικά, οι μεγάλες φόρμες που σχηματίζονται στα μεγάλων διαστάσεων κάθετα έργα της παραπέμπουν σε κοράλλια, σε ορεινούς όγκους, σε σταλαγμίτες, στα Μετέωρα, σε αρχαία Κινεζική τοπιογραφία. Σαν ένα νοητό, τεράστιο στένσιλ να συμπίεζε τη γραφή της στις παραπάνω φόρμες. Η ζωγραφική της Θεοχαράκη έχει τη δομή και τους κανόνες της γραφής. Είναι συμπληρωματική, γραμμική, συλλεκτική. Μία προσωπική τακτοποίηση κύβων με γράμματα διάσπαρτα στο πάτωμα. Παρά την πρώτη της ατομική δουλειά, η καλλιτέχνιδα δεν δίστασε στην χρήση πολλών διαφορετικών υλικών πολλά από τα οποία απαιτούν κόπο στη μεταχείριση : διάφορα διαφανή χαρτιά, ύφασμα, πλεξιγκλας, πενάκι, παστέλ, γυψοσανίδες, MDF, δέρματα αυτοκινήτων κλπ. Θα σταθώ στα 2 αγαπημένα μου έργα που είναι με μελάνι και δέρμα σε ρυζόχαρτο  όπου η εκλεπτυσμένη εικονογραφική ασπρόμαυρη γραφή στο ρυζόχαρτο (σκάλες, γερανοί κλπ) έρχεται σε έναν πολύ ωραίο διάλογο με τους primitive όγκους και φόρμες από τα πολύχρωμα δέρματα.

Απολογισμός


Μελάνι, μεικτή τεχνική σε ξύλοΩς πρώτη ατομική, ήταν μία δουλειά με θάρρος και μεγάλο δυναμικό εύρος όσον αφορά το ύφος, τον όγκο και τη χρήση υλικών. Υπάρχουν συνήθως 2 κατηγορίες καλλιτεχνών σε παρθενικές ατομικές εκθέσεις : Η πρώτη αφορά αυτούς που πάνε επιφυλακτικά, τοίχο – τοίχο, με μια προσιτή θεματική, με μια τεχνική δουλειά χαμηλού ρίσκου. Υπάρχουν και αυτοί που με τη μία βγάζουν ότι έχουν και δεν έχουν, σαν να θέλουν να «ξεμπουκώσουν» από τα ακαδημαϊκά στεγανά που τους περιόριζαν. Σαν να θέλουν να πουν πολλά αμέσως. Λειτουργούν με ένα μείγμα ενθουσιασμού, θράσους και μιας μεταφυσικής αγωνίας που θεωρητικά δικαιολογείται μόνο σε καλλιτέχνες που ολοκληρώνουν ένα δημιουργικό κύκλο στα έσχατα της πορείας τους. Η έμπνευση και η δημιουργία δεν έχουν όμως σημεία αναφοράς. Δεν θέλω να μακρηγορήσω άλλο στο σχολιασμό. Τα εισαγωγικά κείμενα (διαθέσιμα στην ιστοσελίδα της ζωγράφου)  του καθηγητή της Γ. Ψυχοπαίδη και του Giuliano Serafini είναι πληρέστατα και αποδίδουν με ευκρίνεια το στίγμα της δουλειάς αυτής. Η όποια επανάληψη ή επικάλυψη είναι περιττή.

Προκατάληψη


Επειδή όμως δεν πρέπει να πέφτει τίποτα κάτω, καλό θα ήταν να σχολιαστούν και κάποια «δύσκολα» σημεία με αφορμή αυτή την αξιόλογη δουλειά. Καταγράφω την εξής ακολουθία : Ντένη Θεοχαράκη (κόρη Β. Θεοχαράκη), πολλά κόκκινα αυτοκόλλητα  δίπλα στα έργα, πρώτη ατομική στην «Έκφραση», χορηγός Vodafone. Ο παραπάνω συνδυασμός προκαλεί πονηρούς συνειρμούς, προκατάληψη και σχόλια σε πολλά εκ’ των οποίων ήμουν ακροατής. Το ζητούμενο είναι από ποιους και με σημείο αναφοράς τι. Η τέχνη (παλαιότερα και ο αθλητισμός) παραμένει η μοναδική διαδικασία στην οποία όλοι οι συμμετέχοντες ξεκινούν από την ίδια αφετηρία. Ούτε χιλιοστό πιο μπροστά ή πίσω. Ξεκινούν όλοι με την πιστολιά και καταθέτουν τη προσωπική τους πορεία. Ας φανταστούμε έναν ιδιόμορφο στίβο στον οποίο υπάρχουν τοίχοι στις γραμμές των κουλουάρ και ο κάθε δρομέας αδυνατεί να δει τόσο τους άλλους αθλητές όσο και τον κόσμο. Αν εξαφανιστούν οι τοίχοι, οι ματιές θα λοξέψουν, τα φλας θα αστράψουν από τις εξέδρες, θα ακούγονται φωνές, ο ένας θα επηρεάζει τον άλλο. Η Θεοχαράκη (που παρεμπιπτόντως γνωρίζει από Μαραθώνιο) φαντάζομαι ότι έχει γνώση του σκηνικού. Ότι σε αυτόν τον αγώνα που άρχισε, τρέχει για να ξεπεράσει τον εαυτό της και όχι τους άλλους. Όχι για να πάρει μετάλλιο. Η οικογενειακή εικαστική κουλτούρα σίγουρα θα την επηρεάσει σε αυτό αν δεν το έχει ήδη κάνει. Το ίδιο ισχύει για τους θεατές. Οι περισσότεροι είναι αδαείς. Ελάχιστοι έχουν τη συναισθηματική νοημοσύνη να αντιληφθούν τα μηνύματα του «δρομέα» εικαστικού.  Αυτοί τα λαμβάνουν νοητά, αθόρυβα. Πάνω σε αυτή τη βάση χαράσσονται όλες οι διαδρομές. Τα παρελκόμενα, καριέρες, χρήματα, marketing, κόκκινα αυτοκόλλητα είναι με τον καιρό άχρηστα. Όποτε κάποιος καταφέρει να τα απομονώσει θα καταλάβει ότι η εκκίνηση είναι ίδια για όλους και άδικα ζηλοφθονεί.

Μελάνι σε χειροποίητο χαρτίΟ ρατσισμός στη τέχνη ελλοχεύει ποικιλοτρόπως. Αφορά ως θύματα και μη αναμενόμενους αποδέκτες. Αυτούς που έχοντας μεγαλύτερες δυνατότητες (γνωριμίες, οικονομική επιφάνεια κλπ) μπορούν να κινηθούν ευκολότερα στο χώρο της Ελληνικής και διεθνούς εικαστικής πραγματικότητας. Και που είναι το κακό; Αν οι δυνατότητες αυτές καταχραστούν, ο δημιουργός θα εκτεθεί. Αν χρησιμοποιηθούν σωστά, θα είναι εις όφελος της δημιουργικής διαδικασίας. Το σίγουρο είναι ότι δεν υφίσταται ούτε το πλεονέκτημα της δικαιολογίας της έκπτωσης της δουλειάς τους λόγω ανάγκης. Στο «συνάφι» των εικαστικών πολλοί έχουν κάνει τέτοιες εκπτώσεις προκειμένου να εκποιήσουν την τέχνη τους και να την κάνουν πιο προσιτή εννοιολογικά και οικονομικά. Είναι συνήθως οι ίδιοι που λιθοβολούν όποιον έχει τις παραπάνω δυνατότητες. Είναι οι δρομείς της προηγούμενης παραγράφου που λοξοκοιτάνε ποιος προηγείται και ποιος υπολείπεται σε έναν αγώνα που δεν έχουν καταλάβει ότι είναι προσωπικός. Ακόμα θυμάμαι την κριτική που είχε υποστεί ζωγράφος, σύζυγος πρώην υπουργού, σε οτιδήποτε άλλο εκτός από τη δουλειά της. Ο ρατσισμός έγκειται στο γεγονός ότι το θεωρητικό αυτό πλεονέκτημα κάποιων εικαστικών ταυτίζεται απαραίτητα με τη πλήρη αδυναμία τους να συμμετέχουν στην όλη δημιουργική διαδικασία της τέχνης. Να καταθέσουν τον εαυτό τους, να ξεγυμνωθούν, να εκτεθούν στο κοινό. Να λερωθούν με τη λαδομπογιά και το νέφτι. Στη πραγματικότητα υποβόσκει το σύμπλεγμα του «θα ήθελα να ήμουν εγώ στη θέση σου» και της άγνοιας αυτής της γλώσσας που λέγεται τέχνη. Να βάλεις το μάτι σου στο καλειδοσκόπιο κάθε δημιουργού και να βλέπεις μόνο τη δουλειά του αγνοώντας τα υπόλοιπα. Αν έχει κάτι να σου δώσει να το πάρεις, αν όχι, σχολίασέ το καλοπροαίρετα. Κάθε καλλιτέχνης οφείλει να επιβεβαιώνει τον Κουν που έλεγε στους ηθοποιούς του «να παίζεται γι αυτούς τους λίγους που τυχαίνει να ξέρουν» και πάνω απ’ όλα να παίζουν για τον εαυτό τους. Όλοι έχουν αυτό το δικαίωμα.

Βιογραφικό


Λίγα λόγια για τη Ντένη Θεοχαράκη ως κατακλείδα αυτού του κειμένου. Γεννήθηκε στην Αθήνα όπου ζει και εργάζεται. Είναι Πτυχιούχος του Οικονομικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών με μεταπτυχιακό στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (MBA, Major in Finance) ap;o to Stern Business School του New York University. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (2006 – 2011) με δάσκαλο τον Γιάννη Ψυχοπαίδη στη ζωγραφική και τον Μανώλη Μπαμπούση στη φωτογραφία. Έχει συμμετάσχει σε ομαδικές εκθέσεις ζωγραφικής και φωτογραφίας. Είναι παράλληλα στέλεχος του Oμίλου Eπιχειρήσεων Θεοχαράκης.

Προηγούμενο άρθροΙρίνα Μπόικο: “Δεν υπάρχει μεγαλύτερο σχολείο όπου αναπτύσσονται όλες οι ανθρώπινες αρετές από το θέατρο”
Επόμενο άρθροΑφιέρωμα στον Κωνσταντίνο Καβάφη