Το εμβληματικό έργο «Shock Corridor» του Σάμουελ Φούλερ (Samuel Fuller), γυρισμένο το 1963, αποτελεί την κινηματογραφική αναδρομή του Artic.gr για αυτή την εβδομάδα. Από τις πιο σημαντικές στιγμές της φιλμογραφίας του Φούλερ. Κοινωνικός και ιδεολογικός αντικατοπτρισμός μιας ολόκληρης εποχής. Αναμφίβολα μια ταινία «εργαλείο» για την περεταίρω διερεύνηση του έργου ενός σπουδαίου δημιουργού του αμερικάνικου σινεμά. Αλλά συνάμα και ένα φιλμ που αγγίζει και διαπερνά ετερόκλητα είδη, οπτικές και θεματικές και ως εκ τούτου μια «πρόκληση» ως προς την ανάλυση του 6 σχεδόν δεκαετίες από όταν γυρίστηκε.

Με μια ματιά…

Η πλοκή του «Shock Corridor» επικεντρώνεται στην προσπάθεια ενός φερέλπιδος δημοσιογράφου να διαλευκάνει έναν μυστηριώδη φόνο. Υποδυόμενος τον ψυχικά ασθενή ο Τζόνι Μπάρετ παρεισφρύει στην Ψυχιατρική Κλινική όπου συνέβη το έγκλημα. Όσο, όμως, αντλεί πληροφορίες και κορυφώνει την έρευνα του στους ψυχρούς διαδρόμους του Ιδρύματος, άλλο τόσο αρχίζει και ο ίδιος να έρχεται αντιμέτωπος με τους δικούς του παρανοϊκούς δαίμονες.

Στο αντι-ηρωικό σύμπαν του Σάμουελ Φούλερ

«Όποιον ο Θεός θέλει να καταστρέψει, πρώτα τον οδηγεί στην τρέλα». Με αυτό το ρητό του Ευριπίδη και την πρωτοπρόσωπη αφήγηση του ίδιου του ήρωα επιλέγει ο Φούλερ να αρχίσει την εξιστόρηση του. Ήδη οι οιωνοί λειτουργούν πεσιμιστικά και μας προϊδεάζουν για όσα θα ακολουθήσουν. Το φιλμικό σύμπαν του Φούλερ διαμορφώνεται με μια δραματουργική αντίληψη σκληρή, ωμή, ξεγυμνωμένη από ρομαντισμούς και ηρωικές ψευδαισθήσεις.

Ο Τζον Μπάρετ (Πίτερ Μπρεκ) μας συστήνεται ως ένας μεγαλομανής και υπερφίαλος δημοσιογράφος που δεν θα διστάσει να πουλήσει ακόμα και την ψυχή του για να «τσιμπήσει» το μεγάλο δημοσιογραφικό του «λαβράκι». Σχεδιάζει το τέλειο κόλπο υποδυόμενος ενώπιον των εργοδοτών του τον «τρελό» σε μια «πρόβα» του μεγάλου τους κόλπου τόσο ειρωνική και τραγική αν σκεφτεί κανείς ότι αυτό το fake τέχνασμα της εισαγωγικής σεκάνς θα αποτελέσει την αναπόδραστη αλήθεια της τελευταίας.

Η αντιηρωική «γιορτή», που εισηγείται πρώτος ο ήρωας του «Shock Corridor», είναι διάχυτη σε κάθε κάδρο, σε κάθε γωνία, σε κάθε εξέλιξη της ιστορίας του Φούλερ. Από τον κυνικό σχεδιασμό της «εξαπάτησης» που ενορχηστρώνει ο Μπάρετ μαζί με τους εκδότες του, μέχρι την ερωμένη του (Constance Towers) που αρνείται να συναινέσει στο «κόλπο», αλλά παρά την ηθικολογία της, συνεχίζει να δουλεύει σε ευτελή νυχτερινά μαγαζιά ως χορεύτρια, αποδεχόμενη την τραγική μοίρα μιας ζωής καταδικασμένης στην αντίφαση και την εσωτερική σύγκρουση μεταξύ σωστού, ηθικού και αναγκαίου.

Shock Corridor
Η αφίσα της ταινίας.
Η τρομακτική αντανάκλαση των συλλογικών ψυχώσεων

Η κορύφωση, φυσικά, αυτής της αποδομητικής αίσθησης θα ενταθεί όταν η κάμερα του Φούλερ εισβάλλει στους χώρους της Ψυχιατρικής Κλινικής. Η ευφυής αισθητική και αρχιτεκτονική επιλογή ενός «διαδρόμου» ως το επίκεντρο των διαδράσεων των τροφίμων του Ιδρύματος, θα λειτουργήσει καταλυτικά στην διαμόρφωση ενός ηλεκτρισμένου κλίματος μόνιμης διαπάλης τόσο για τον ήρωα, όσο και για την κρίση του θεατή. Το λογικό με το παρανοϊκό μπερδεύονται και αλληλοεξαρτώνται. Ποια είναι η αλήθεια και ποια η ψευδαίσθηση;

Θέτοντας τα παραπάνω ερωτήματα, το «Shock Corridor» παύει να αποτελεί μια απεικόνιση της ψυχικής νόσου, όπως κάποιος απλουστευτικά θα προδίκαζε. Η ζωή στο Ψυχιατρείο οπτικοποιείται ως ένας μικρόκοσμος της αληθινής ζωής. Ως ένα υπερβατικό zoom in στις σκοτεινές πτυχές του καθημερινού βίου. Και κυρίως ως μια σατυρική, αλλά σπαρακτικά σκληρή αντανάκλαση του θλιβερού «τέλους» μιας εποχής ηρωισμών και οραμάτων.

Ένας μαύρος τρόφιμος παρασύρεται από μια ρατσιστική ψύχωση σε βάρος των μαύρων. Προβοκάρει την ΚΚΚ, ξεσπά κατά της φυλετικής ισότητας και σε ένα ντελιριακό-αποκαλυπτικό ξέσπασμα του ξεσηκώνει όλους τους ασθενείς σε μια απροσδιόριστη και αναίτια μαζική σύγκρουση. Ταυτόχρονα ένας λευκός άνδρας φαντασιώνεται τις ένδοξες εποχές των Αμερικανικών στρατιωτικών ιδανικών. Ενώ η μόνη (απατηλή) ακτίνα ελπίδας ως προς την επικράτηση του δικαίου δίνεται από έναν επιστήμονα που «έχασε» το μυαλό του όταν αντιλήφθηκε τους θανατηφόρους κινδύνους τον πυρηνικών όπλων. Γνωστές φιγούρες. Υπαρκτές συγκυρίες.

Ο διάδρομος του ... σοκ
Ο διάδρομος του … σοκ
Καμία διέξοδος…

Η αναλαμπή δικαιοσύνης, όμως, δεν θα είναι αρκετή. Ο Τζόνι Μπάρετ μαθαίνει τον ένοχο, όμως στο σινεμά του Φούλερ δεν υπάρχει χώρος για ήρωες και λυτρωτές. Το δίκαιο δεν θα κερδίσει. Η ματιά στην αλήθεια δεν θα «ξεχωρίσει» από την «τρέλα» των απόκληρων και αποκλεισμένων «κρατούμενων» του Ιδρύματος, που εγκλωβισμένοι στα ιλαροτραγικά αδιέξοδα τους, θα συνεχίσουν να πέφτουν ο ένας πάνω στον άλλον στις περιπλανήσεις τους στους ψυχρούς διαδρόμους του Ψυχιατρείου. Αδιέξοδα προσωπικά και ψυχαναλυτικά, όπως η σταδιακή «υιοθέτηση» του σεξουαλικού φετιχισμού (βλ. το «γουνάκι») από τον Μπάρετ. Αδιέξοδα κοινωνικά-ιδεολογικά, όπως αυτά του μαύρου ρατσιστή ή του μπερδεμένου επιστήμονα.

Αδιέξοδα που έμελλε να στιγματίσουν την Αμερικάνικη κοινωνία των 60s. Την ίδια χρονιά, άλλωστε, με την κυκλοφορία της ταινίας, ένας άλλος φόνος, αυτός του Κένεντι, θα προξενούσε στις Η.Π.Α έναν ασύλληπτο, σχεδόν μεταφυσικό, τρόμο συνυφασμένο φυσικά με τα ηρωικά οράματα του δολοφονημένου Προέδρου, ενώ ο Ψυχρός Πόλεμος και η πυρηνική παραφιλολογία βρισκόταν ήδη στην κορύφωση τους.

Trivia

Η κυνική κοινωνική ματιά του «Shock Corridor» δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει αν σκεφτεί κανείς ότι ο Φούλερ δούλευε από τα 17 του ως αστυνομικός ρεπόρτερ και βίωσε στο πετσί του τις τεκτονικές κοινωνικές αλλαγές που συντελέστηκαν μεταπολεμικά. Όλη του η πορεία στο σινεμά χαρακτηρίστηκε από μια λογική σκληρής και βίαιης αποτύπωσης της πραγματικότητας. Αυτός ήταν ο λόγος που κατακρίθηκε στα πρώτα του βήματα. Αυτό ήταν το στοιχείο που τον καταξίωσε μετέπειτα από τους ιστορικούς του σινεμά.

Να σημειωθεί ότι ο «γκουρού Μάρτιν Σκορσέζε έχει πει για τον Φούλερ ότι «αν δεν σου αρέσουν οι ταινίες του, δεν μπορεί να σου αρέσει το σινεμά». Ενώ έναν αρκετά εμφανή φόρο τιμής στο «Shock Corridor» εντοπίζουμε στο «Νησί των Καταραμένων» του Σκορσέζε.

Πανικός
Πανικός

Και μιλώντας για την ταινία του Σκορσέζε. Όπως και στο «Νησί των Καταραμένων» έτσι και στο «Shock Corridor» κομβικό σημείο της πλοκής αποτελεί η σκηνή ενός κατακλυσμού. Η πρώτη εκδοχή της ταινίας, μάλιστα, δεν συμπεριλάμβανε την σκηνή, με τον Φούλερ να την γυρίζει και να την προσθέτει σε δεύτερο χρόνο. Παρά τα πενιχρά μέσα παραγωγής, το στήσιμο της βροχόπτωσης και η ένταση του μοντάζ διαμόρφωσαν ένα αξέχαστο αποτέλεσμα.

Αξέχαστη είναι και η παρουσία ενός γιγαντόσωμου ασθενή (Larry Trucker) με το παρατσούκλι «Παλιάτσι» που σε ανύποπτους χρόνους τραγουδά όπερα. Τέλος αξίζει μια ειδική μνεία στην σκηνή όπου οι «νυμφομανείς» γυναίκες επιτίθενται στον Τζόνι Μπάρετ. Η σκηνοθετική ματιά και η κραυγή του ήρωα μας θυμίζουν κάτι από τον «τρόμο» του Ρομέρο ή του Χερκ Χάρβεϊ, όμως η όλη σύλληψη αυτής της γκροτέσκο πλέον εικόνας, μοιάζει να εκφράζει έμμεσα την αρσενική αγωνία για την κυοφορούμενη γυναικεία χειραφέτηση που θα κορυφωνόταν την επόμενη δεκαετία. Αντίστοιχα, η σεξουαλική εμμονή που αναπτύσσει ο Μπάρετ περί «κτήσης» της ερωμένης του, λειτουργεί επίσης ως ένα σημείο κρίσης της εύθραυστης (πλέον) αρρενωπότητας.

Γιατί «Shock Corridor» σήμερα;

Σύνοψη όλων των παραπάνω: Το «Shock Corridor» είναι μια σπουδαία ταινία. Έχει εμπνεύσει δεκάδες σύγχρονες απόπειρες «αναπαράστασης» της ζωής σε ένα Ψυχιατρικό Άσυλο. Έχει μιλήσει -before it was cool- για την σύγκρουση πραγματικού-παραισθητικού, συνειδητού και υποσυνειδήτου. Άλλα πάνω από όλα λειτουργεί ως η ιδανική -αρκετά σκληρή και απολύτως γειωμένη- αντανάκλαση των μεγάλων αδιεξόδων της Αμερικής των αρχών της δεκαετίας του 1960.

Συντελεστές:

  • Shock Corridor (1963)
  • Σενάριο-Σκηνοθεσία: Samuel Fuller
  • Πρωταγωνιστούν: Peter Breck, Constance Towers, Gene Evans, Hari Rhodes.
  • Μουσική: Paul Dunlap.
  • Μοντάζ: Jerome Thomas.
  • Παραγωγοί: Samuel Fuller, Leon Fromkless, Sam Firks.
  • Διάρκεια: 100 λεπτά.
Trailer:

Πηγές:

imdb.com

The Criterion Collection

Διαβάστε περισσότερα κινηματογραφικά άρθρα εδώ!

Προηγούμενο άρθροΣυναυλία αλληλεγγύης για την κοινωνική κουζίνα El Chef
Επόμενο άρθροΈλλη Παπαγεωργακοπούλου: «Έφυγε» η ενδυματολόγος-σκηνογράφος
Θοδωρής Λέννας
Σπουδάζει στην Νομική του ΑΠΘ, αλλά κρυφό πάθος του είναι το σινεμά από όταν παρακολούθησε στα 5 του το "Duck Soup" των αδερφών Μαρξ σε ένα θερινό της Αθήνας. Αρθρογραφεί για θέματα κινηματογράφου από τα μικράτα του σε έντυπα και ιστοσελίδες. Συμμετέχει στο Artic.gr από τον χειμώνα του 2017.