Ψηφιακός Νάρκισσος του Γιώργου Λαμπράκου: Τα 13 διηγήματα του Ψηφιακού Νάρκισσου (εκδόσεις Γαβριηλίδης 2014) του Γ. Λαμπράκου συνιστούν μια προσπάθεια πλοήγησης σε εδάφη ιδιαίτερα και κάπως «ξένα» για την ελληνική πραγματικότητα όπως π.χ. χάκερς, νανοτεχνολογία και ηλεκτρονικά παιχνίδια ρόλων. Κεντρική προβληματική της συλλογής διηγημάτων του Ψηφιακού Νάρκισσου είναι το μεταμοντέρνο και ο τρόπος με τον οποίο τίθενται και οργανώνονται οι σχέσεις και η ταυτότητα στη  μετανεωτερική συνθήκη. Και μόνο από τους τίτλους των διηγημάτων αναφαίνονται τα βασικά ενδιαφέροντα του Λαμπράκου. Για παράδειγμα, στη «Μηχανή Ντεκάρτ» ερευνά το θέμα του καρτεσιανού cogito. Στο διήγημα «Προσοχή στις Απομιμήσεις» εξετάζει την πρόσληψη της τέχνης από τον άλλο και πως ο άλλος «κατασκευάζει» με τον λόγο του το τεχνούργημα, ενώ η «Εκκλησία του Δικτύου» αναπαράγει τον διάλογο που αναπτύσσουν οι χρήστες ενός μέσου κοινωνικής δικτύωσης.

 

 «Ναρκισσιστική» Λογοτεχνία


 Στον Ψηφιακό Νάρκισσο παρατηρούμε έναν στοχασμό ο οποίος αρθρώνεται μέσα από τη σύμβαση της λογοτεχνικής αφήγησης. Η «πλατωνική» αυτή δομή του έργου επιτρέπει μεν την εύκολη ανάγνωση και την καθαρή παρουσίαση της εκάστοτε σκέψης, αλλά σε ορισμένα σημεία δημιουργείται μια αίσθηση ανισορροπίας ανάμεσα στο λογοτεχνικό κείμενο με τις συμβάσεις του και στο πεδίο στοχασμού όπου κινείται. Αυτή η «ανισορροπία» βέβαια ανήκει στις προγραμματικές δηλώσεις του Ψηφιακού Νάρκισσου. Είναι ένα αμιγώς ασταθές κείμενο που ισορροπεί στο σημείο τομής των διασταυρώσεων των ερεισμάτων του Λαμπράκου. Εδώ ανοίγονται -σχηματικά- δυο δρόμοι. Ο ένας  υποστηρίζει την αυτονομία της λογοτεχνίας και την αναζήτηση των συγγενειών με τα άλλα πεδία του πολιτισμού σε ένα οριζόντιο επίπεδο και ένας άλλος που επιτηρεί την καθετοποίηση της πολιτισμικής δομής. Παραδόξως ο Λαμπράκος ανήκει στον πρώτο άξονα. Η εισβολή του «στοχασμού» λειτουργεί καταπραϋντικά για την ανεξαρτησία του «λογοτεχνικού» λόγου από τον οποίο -σε καταστατικό επίπεδο- δεν απομακρύνεται ποτέ ο Λαμπράκος.  Στο τελευταίο διήγημα με τίτλο «Γιατί;» ο Λαμπράκος θέτει στο επίκεντρο τη μεταμοντέρνα μυθοπλασία. Εκθέτει τους συλλογισμούς του πάνω στο πεδίο και ανεξαρτήτως αν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί μαζί του, εν τέλει όλα καταλήγουν σε μια απλή φράση. Αν και για τις ανάγκες του διηγήματος, ένας υποτιθέμενος πατέρας αναγκάζει τον υποθετικό του γιο να γράψει ένα μεταμοντέρνο διήγημα, σε κάποια στιγμή ο γιος αναφωνεί πως θέλει να το γράψει. Θέλει. Ο νεωτερισμός της αφήγησης, η αποσπασματικότητα, η παρωδία, όλος αυτός  ο πειραματισμός και η αναζήτηση των ορίων της λογοτεχνίας είναι η «επιστήμη» του λογοτεχνικού λόγου. Το πείραμα διατηρεί τη διαχρονικότητα της λογοτεχνίας ανεξαρτήτως των συγχρονικών επιρροών και η επιθυμία της συγγραφής είναι η κεντρομόλος δύναμη της αφήγησης. Κανείς δεν μπορεί να εξαναγκάσει τον άλλον να γράψει. Και ανεξαρτήτως της συγκυρίας και του πνεύματος που επικρατεί, η λογοτεχνία λειτουργεί οριακά λες και βρίσκει τον εαυτό της στο μεταίχμιο της κάθε εποχής, οιονεί πειραματική όλη την ώρα.

Γιώργος Λαμπράκος
Γιώργος Λαμπράκος

  Πέραν της αρχής του ναρκισσισμού


  Μπορεί ο νάρκισσος συνειρμικά να οδηγεί στον Φρόϋντ, αλλά το έργο του Λαμπράκου πλέει στο παρακλάδι του Αχέροντα, στο «μικρό» ρυάκι που τρέχει παράλληλα με τη σημαίνουσα ροή. Γιατί πέρα από τη γνωστή «διαταραχή» ο νάρκισσος σηματοδοτεί την σύγχρονη εξέλιξη του ατομικισμού. Όπως πολύ πετυχημένα έγραψε ο Λιποβετσκί στην Εποχή του Κενού, « … χειραφετημένη από κάθε υπερβατική πλαισίωση, η ιδιωτική σφαίρα αλλάζει έννοια, παραδομένη καθώς είναι μόνο στις μεταβαλλόμενες επιθυμίες των ατόμων». Ο νάρκισσος με τα παχιά στρώματα σάρκας που έχει συσσωρεύσει γύρω από τη μετανεωτερική απάθειά του, από το κενό που τον δομεί, απαλλαγμένος από ηθικές και πολιτικές πλαισιώσεις, προβάλλει ως η σύγχρονη μορφή του υποκειμένου. Στα διηγήματα του Λαμπράκου, για παράδειγμα, διαβάζουμε για αρκετά από αυτά τα θεσμικά «καδραρίσματα» που ξηλώνονται. Το Δημόσιο στον «Κυβερνητικό», η οικογένεια στην «Α.Γ.Υ.Α. οικογένεια» κτλ. Το τέλος των «μεγάλων αφηγήσεων» το οποίο έχει διαπιστώσει ο μεταμοντερνισμός, συνδέεται με την προσπάθεια του Ψηφιακού Νάρκισσου να αποτελείται από διηγήματα με θέματα «παραδοσιακά» και εννοιολογικά συμπαγή όπως ο πάγος (η αγάπη, η λογοτεχνία, η επιστήμη, ο θάνατος) που όμως έχουν αρχίσει να λιώνουν κάτω από τα φλας και τα φώτα των επισκεπτών του μουσείου στο οποίο και έχουν τοποθετηθεί ως  πολιτιστικά έργα μιας άλλης εποχής.

 Προς ένα νέο σώμα


 Η τεχνολογία διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στον Ψηφιακό Νάρκισσο. Στον «Θανατοδιακόπτη» εμφανίζεται ένας νάρκισσος ο οποίος ξεπερνά τα στενά όρια του ανθρώπινου κύκλου και μετατρέπεται στον απόλυτο νάρκισσο, μια μορφή που επιθυμεί να γίνει μονάδα, υπολογιστής ή οτιδήποτε άλλο, σε κάθε περίπτωση κάτι πέραν του απλού πεπερασμένου σώματος. Αυτό γίνεται ακόμα πιο εμφανές στο ομώνυμο με τον τίτλο της συλλογής διήγημα. Ο Κυνηγός -ο πρωταγωνιστής του «Ψηφιακού Νάρκισσου»- ικανοποιείται με τη διαδικασία του ηλεκτρονικού καμακιού.  Ο εικονικός χαρακτήρας της αλληλεπίδρασης του Κυνηγού δεν αναιρεί το γεγονός πως ο νάρκισσος εμφανίζεται με ένα πλήρως ενδυναμωμένο και αυτάρκες σώμα. Η αποχή από τον ενσώματο άλλο δεν αναιρεί τη φυσική απόλαυση, για την ακρίβεια την εγκολπώνει επέκεινα του άλλου. Ο Κυνηγός απαιτεί έναν ψηφιακό άλλον, έναν «καθαρό» και αδιαμεσολάβητο λόγο. Βέβαια τα ψηφία και οι χαρακτήρες «δίνουν» σώμα στον άλλο, αλλά η επαφή μαζί τους είναι «τηλεπαθητική». Ο απόλυτος καταμερισμός της ύπαρξης σε ψηφία οδηγεί οπωσδήποτε και στην αλλοτρίωση από τον άλλο, ο οποίος υπάρχει πια εν δυνάμει. Το εγώ του νάρκισσου επιβιώνει στην απόλυτη και μοναδική σωματικότητά του. Η απουσία φυσικής επαφής είναι το πάρεργο της απόλαυσης του νάρκισσου.

Εν κατακλείδι, ο Ψηφιακός Νάρκισσος του Γιώργου Λαμπράκου ανήκει σε μια λογοτεχνική παράδοση με την οποία δεν είμαστε εξοικειωμένοι στην Ελλάδα. Αξίζει να διαβαστεί γιατί πέρα από το λογοτεχνικό ενδιαφέρον που έχουν οι ιστορίες του, θέτει στο επίκεντρο θέματα για τα οποία η ελληνική λογοτεχνική σκηνή αναβάλλει να μιλήσει, πλην εξαιρέσεων πάντα.

 

Προηγούμενο άρθροNεκρός ταξιδιώτης του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη στο Skrow Theater
Επόμενο άρθρο3 από τις κορυφαίες ταινίες της χρονιάς στον κινηματογράφο Άστυ από τις 30 Απριλίου