Ανάμεσα στο τοπικό και το παγκόσμιο: η ‘πολιτικοποίηση’ της επαρχίας στις νουβέλες Λαγού μαλλί και Η δεξιά τσέπη του ράσου του Γιάννη Μακριδάκη

Από τα τέλη του 20ου αιώνα οι περίπλοκες σχέσεις ανάμεσα στο τοπικό και το παγκόσμιο, στο συγκεκριμένο και το καθολικό έχουν ενταθεί. Φαινόμενα όπως η παγκοσμιοποίηση και η συνακόλουθη αποεθνικοποίηση, απελευθέρωση του κεφαλαίου και οι διεθνείς συναλλαγές αγαθών και υπηρεσιών, φέρνουν δυναμικά στο προσκήνιο τη διαλεκτική ανάμεσα στην ομογενοποίηση και τις τοπικές ιδιαιτερότητες στο πεδίο της οικονομίας, της πολιτικής αλλά και της κουλτούρας. Στο άρθρο αυτό σχολιάζονται μόνο οι πολιτιστικές διαστάσεις της παγκοσμιοποίησης με τη βοήθεια του σχετικά πρόσφατου εννοιολογικού εργαλείου, glocalism. Η εξέταση αναπτύσσεται στο γόνιμο έδαφος της λογοτεχνίας, και συγκεκριμένα στο λογοτεχνικό έργο του Γιάννη Μακριδάκη. 

Λογοτεχνία τοπική και παγκόσμια

Ο υβριδικός όρος glocalization[i] (προκύπτει από τη σύνθεση των όρων global and local και μεταφράζεται στα ελληνικά ως «παγκοσμιοτοπικότητα» ή «πλανητοπικότητα»), είναι ένα διεπιστημονικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε αρχικώς στον επιχειρηματικό τομέα.[ii] Έκτοτε, σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο Roland Robertson, ο όρος αναφέρεται ευρύτερα στη διαδικασία με την οποία φαινόμενα τα οποία διαχέονται και διασπείρονται από τον ένα τόπο στον άλλο, προσαρμόζονται στη νέα τοπικότητα στην οποία φτάνουν.[iii] H συνεξέταση της λογοτεχνικής και διαδικτυακής δραστηριότητας του Μακριδάκη αποκαλύπτει τo σχετίζεσθαι του συγγραφέα με τη δυναμική ανάμεσα στο τοπικό και το παγκόσμιο κατά τρόπο διττό: ως καλλιτεχνική δραστηριότητα και ως τμήμα της πολιτικής και ακτιβιστικής του δράσης. Η προοπτική αυτή αποκαλύπτει μια νέα ερμηνευτική του έργου του Μακριδάκη, η οποία υπερβαίνει τη σχέση του με τη λογοτεχνική παράδοση της ηθογραφίας και την ‘ελληνικότητα’ του έργου του—σημεία που έχουν επισημανθεί από την Κριτική ως τώρα. [iv]

Πιο συγκεκριμένα, η προσωπική του ιστοσελίδα (blog) αποκαλύπτει την σύνδεση του συγγραφέα με την έννοια του glocalization:

Από την Ινδονησία όπου οι πυρκαγιές κατακαίνε τα δάση εδώ κ δύο μήνες αφανίζοντας 8.000 είδη ζωής κ μολύνοντας την ατμόσφαιρα μέχρι την Εγνατία οδό όπου χθες πάλι μια αρκούδα έπεσε θύμα τροχαίου, η ανθρωπότητα δηλαδή ο καθένας μας, πριονίζει το κλαδί πάνω στο οποίο κάθεται. (Μακριδάκης, 2015)

Σε αυτό το απόσπασμα, ο συγγραφέας βρίσκει αντιστοιχίες ανάμεσα στην ελληνική πραγματικότητα και απομακρυσμένες περιοχές, και πλαισιώσει τοπικά φαινόμενα μέσα στον παγκόσμιο ιστό. Παράλληλα, η Βενετία Αποστολίδου(2004) υποστηρίζει ότι η τοπικότητα είναι ένα επιμένον χαρακτηριστικό της νεοελληνικής πεζογραφίας. Όπως θα αναλύσω παρακάτω, οι νουβέλες του Μακριδάκη προσφέρουν γόνιμο έδαφος για την εφαρμογή της έννοιας του glocalization, δεδομένου ότι το προσωπικό, το τοπικό, το εθνικό και το παγκόσμιο συνυφαίνονται ποικιλοτρόπως. Για να πάρει κανείς μια πρώτη γεύση από την ιδιαίτερη τεχνική του αρκούν τα παρακάτω: στη νουβέλα Λαγού Μαλλί (2013) ένας ναυτικός, (ο Σίμος) εσφαλμένα θεωρείται πως πλέει πίσω από τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου, στη μικρή νήσο Καστελόριζο, ενώ ο τελευταίος ανακοινώνει την προσφυγή της Ελλάδας στον μηχανισμό οικονομικής στήριξης «Τρόικα»[v] με όρους αυστηρής δημοσιονομικής εξυγίανσης και μέτρων λιτότητας. Ακόμη, το καΐκι του Σίμου, το οποίο βρέθηκε να πλέει ακυβέρνητο σε τουρκικά νερά φέρνει στο προσκήνιο τις τεταμένες διεθνείς σχέσεις μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας. Ενώ το ίδιο το καΐκι φλέγεται στην ψαρόσκαλα της Χίου, στο κέντρο της Αθήνας μαίνεται πυρκαγιά στο κτίριο της τράπεζας Marfin. Αντίστοιχα, στη νουβέλα Η δεξιά τσέπη του ράσου (2009) η σκυλίτσα του μοναχού Βικέντιου, Σίσσυ, γεννάει τρία κουταβάκια την ίδια νύχτα που ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών, Χριστόδουλος πεθαίνει.[vi] Τα ανωτέρω παραδείγματα αποκαλύπτουν την διαπλοκή του τοπικού, του εθνικού και του παγκόσμιου, η οποία θα διευκρινιστεί στη συνέχεια. Πρόκειται για τη «διαφορά μεγεθών» στην οποία έχει αναφερθεί ο Δημήτρης Παπανικολάου, η οποία, όπως θα φανεί, χρησιμεύει στην προβολή του μικρού, του τοπικού και του «ασήμαντου» (Παπανικολάου, 2011). 

Eπανορίζοντας το παγκόσμιο μέσα από την εντοπιότητα

Αρχικά θα εστιάσω στην  άρρηκτη σχέση ανάμεσα στην τοπικότητα και την παγκοσμιότητα, όπως διαγράφεται μέσα από τις δύο υπό εξέταση νουβέλες αλλά και στην επικράτηση της πρώτης έναντι της δεύτερης. Έπειτα θα αναφερθώ στην επαναδιευθέτηση του τοπικού και προσωπικού μέσα στο εθνικό και το παγκόσμιό, υποστηρίζοντας ότι για τον Μακριδάκη η προσωπική και εντόπια ενεργοποίηση στοχεύει στο να επηρεάσει την εθνική—και κατ’ επέκταση—την παγκόσμια  πολιτική δομή.

Η νουβέλα Λαγού μαλλί πλαισιώνεται από την κηδεία και τον νεκρόδειπνο του Σίμου, ενός μοναχικού και βαρύθυμου ναυτικού, του οποίου την ιστορία πληροφορούμαστε από τις αλληλοδιαπλεκόμενες αφηγήσεις των τεσσάρων φίλων και μοναδικών παρισταμένων στην κηδεία. Το έργο θεματοποιεί την παράλληλη ύπαρξη δυο αλληλένδετων κόσμων: του ‘μεγάκοσμου’ με τα μείζονα κοινωνικό-πολιτικά γεγονότα (η ελληνική οικονομική κρίση· η πορεία διαμαρτυρίας και οι παράπλευρες απώλειες) και του επαρχιακού μικρόκοσμου της ατομικότητας (η ζωή και ο περίγυρος του Σίμου). Η μεταφορά του πλοίου γλαφυρώς εκφράζει την αλληλόδραση του παγκόσμιου και του τοπικού στο πλαίσιο της ανεξέλεγκτης διεθνοποιημένης χρηματοπιστωτικής πολιτικής η οποία πλήττει την ελληνική οικονομία και αυτή με τη σειρά της επιδρά στην τοπική οικονομία της Χίου. Οι φίλοι του Σίμου θαρρούν πως βλέπουν το καΐκι του να πλέει πίσω από τον Γεώργιο Παπανδρέου κατά τη διάρκεια της ομιλίας του για το επικείμενο «ναυάγιο» της Ελλάδας. Ο ίδιος ο Μακριδάκης σε συνέντευξή του εκφράζει την επίγνωσή για τον συγκερασμό του εντόπιου και του εθνικού και το προβάδισμα του πρώτου στην βιοθεωρία του:

[…] αντίκρισα στην τηλεόραση τον Πρωθυπουργό να ανακοινώνει από το Καστελόριζο την ένταξη της χώρας στο ΔΝΤ και από πίσω του να περνάει αμέριμνος ένας ψαράς […]. Η σύγκρουση των δύο κόσμων. Ο καπετάνιος της χώρας ανακοινώνει μέτρα που αφορούν τον καπετάνιο του καϊκιού. Και ο καπετάνιος του καϊκιού […] καλείται να προσαρμοστεί και να ζήσει καλουπωμένος μέσα στα μέτρα που του θεσπίζει ο καπετάνιος της χώρας. Εκείνη τη στιγμή έγινε ξαφνικά στα μάτια μου φόντο το πρώτο πλάνο και ο ψαράς ήρθε μπροστά [δική μου έμφαση]. (Μακριδάκης, 2010: παρ. 4)

Λαγού μαλλί του Γιάννη Μακριδάκη
Λαγού μαλλί του Γιάννη Μακριδάκη

Ακριβώς αυτή η κλισέ μεταφορά του πλοίου παραπέμπει στο ακόλουθο παράδειγμα της εγγραφής του glocalization στη νουβέλα. Η πυρκαγιά στην τράπεζα Marfin, παρουσιάζεται ως το κάτοπτρο της τελετουργικής καύσης των υπαρχόντων του νεκρού, συγκεκριμένα του καϊκιού του Σίμου. Σύμφωνα με τον αφηγητή:

[…] τρεις άνθρωποι εκαήκανε στην Αθήνα, χιλιάδες ήτανε από κάτω, διαδήλωση […] ένα ντουμάνι, λες και καιγότανε το Δεσποινιώ μέσα στην τηλεόραση, αφού ο Πετρος τα ‘χασε, νόμιζε πως και από το παραθύρι και από την τηλεόραση την ίδια μαυρίλα έβλεπε, πως είχε απευθείας σύνδεση με τη ψαρόσκαλα το κανάλι, αλλά όχι, στην Αθήνα καιγότανε μια τράπεζα κι εκεί ένα τρεχαντήρι, στην Αθήνα ήτανε χιλιάδες μαζεμένοι, εκεί μόνο οι τέσσερις [η έμφαση δική μου], ανόματοι, οι τεθλιμμένοι συγγενείς. (91-91)

Αυτός ο παραλληλισμός ανοίγει έναν διάλογο ανάμεσο στο κέντρο και την περιφέρεια της Ελλάδας, ανάμεσα στο καΐκι ως το παραδοσιακό μέσο βιοπορισμού για τους ντόπιους, και τον σύγχρονο τραπεζοπιστωτικό μηχανισμό από τον οποίο εξαρτάται το μέλλον της χώρας τότε (2010) αλλά και τώρα.

Άλλωστε ο ίδιος ο Μακριδάκης είναι ένας συγγραφέας ο οποίος ζει και δραστηριοποιείται στο τοπικό επίπεδο της Χίου.[vii] Αντλεί τα λογοτεχνικά του θέματα από τα έθιμα, τις παραδόσεις και τις καθημερινές ασχολίες των ντόπιων, και χρησιμοποιεί την χιώτικη ντοπιολαλιά για να τονίσει την «ιθαγένειά» του. Ταυτόχρονα, αφοσιωμένος στον πολιτικό και οικολογικό ακτιβισμό, αποτελεί έναν φυσικό παραγωγό που διακηρύττει την περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση και έναν φλογερό μαχητή ενάντια στον καταναλωτισμό, και την επιχειρηματική αξιοποίηση της Χίου. Ταυτόχρονα, διατείνεται πως «ερημίτης δεν είμαι. Μένω μακριά από τις πόλεις, διότι δεν αντέχω την έλλειψη κοινοτισμού που υπάρχει στις σύγχρονες κοινωνίες. Έχω, όμως, καθημερινή επικοινωνία με πολλούς ανθρώπους μέσω Διαδικτύου» (Μακριδάκης, 2012: παρ. 4). Αντίστοιχα, σε μία άλλη συνέντευξη δηλώνει πως «έχω μετατοπίσει το κέντρο βάρους μου από μια τοπική γραφή σε μια πιο οικουμενική και έχω αρχίσει να ταξιδεύω και περισσότερο» (Μακριδάκης, χ.η.: παρ. 6). Ο συγγραφέας φαίνεται να υποδηλώνει πως η τοπικότητα δεν είναι ασύμβατη με τις σύγχρονες εξελίξεις και την πολιτική δράση, αλλά μάλλον το αντίθετο: οι συλλογικές δράσεις των μικρών κοινοτήτων είναι το εφαλτήριο για κάθε αλλαγή και επέμβαση στον εθνικό και—συνακόλουθα—τον παγκόσμιο ιστό.

Η προβληματική του glocalization  αισθητοποιείται και στη νουβέλα Η δεξιά τσέπη του ράσου. Το προσωπικό δράμα (ο θάνατος της Σίσσυς, της σκυλίτσας του ντόπιου μοναχού, Βικέντιου) αντιπαρατίθεται ειρωνικά με την εθνική υπόθεση υψίστης σημασίας (τον θάνατο του θρησκευτικού αρχηγού της Ελλάδας, Χριστόδουλου) και επισκιάζει τη δεύτερη. Πιο συγκεκριμένα, ο μοναχός Βικέντιος, απορροφημένος στον θάνατο της Σίσσυς πληροφορείται καθυστερημένα τον θάνατο του αρχιεπίσκοπου. Ακόμη και τότε, παρουσιάζεται πλήρως αδιάφορος για τις εκκλησιαστικές του υποχρεώσεις και ελάχιστα συμπάσχει με τους πενθούντες πιστούς. Περισσότερο αναλώνεται στον θρήνο για την αγαπημένη του σκυλίτσα και—μάταια—πασχίζει να κρατήσει στη ζωή τα τρία κουταβάκια που γέννησε. Ταυτόχρονα, η αναζήτηση του διαδόχου του αρχιεπίσκοπου παραλληλίζεται με την αγωνιώδη προσπάθεια του Βικέντιου να διατηρήσει εν ζωή τον «διάδοχο» της Σίσσυς, δηλαδή το μοναδικό κουτάβι που επιβίωσε. Κατ’ αυτόν τον τρόπο στη Δεξιά τσέπη του ράσου το τοπικό συμφύρεται με το εθνικό, το προσωπικό με το συλλογικό και το κοσμικό με το θρησκευτικό.

Από τα παραπάνω προκύπτει πως ο Μακριδάκης στα δύο υπό εξέταση έργα συνδυάζει το καθολικό (διεθνές, εθνικό) με το ατομικό (τοπικό, προσωπικό). Στόχος του είναι να αναδείξει την τοπικότητα μέσα από την ελληνική επαρχία, ως αφετηριακό σημείο για την κατανόηση της παγκοσμιότητας και την απόπειρα πολιτικής επενέργειας σε εθνικό και διεθνές επίπεδο. Εντούτοις, αυτό που με ενδιαφέρει και θα προσπαθήσω να δείξω στη συνέχεια είναι η συσχέτιση της λογοτεχνικής έμφασης στην τοπικότητα στο έργο του Μακριδάκη με την πολιτική του ιδεολογία στο πλαίσιο της οικονομικής και ανθρωπιστικής κρίσης.

Η “τοπική γραφή” ως πολιτική πράξη στο έργο του Γ. Μακριδάκη

H διερεύνηση της συγγραφικής πρόθεσης θα αναπτυχθεί με βάση τον τρόπο ζωής και τις δηλώσεις του Μακριδάκη, με στόχο να υποδειχθεί ότι το πολιτικό του εγχείρημα για κοινωνική αλλαγή απαρτίζεται από και παράλληλα συντονίζει την τοπική δράση και τη λογοτεχνική δραστηριότητα. Κατά συνέπεια, η έμφαση στην τοπικότητα και ατομικότητα στις αφηγήσεις του μπορεί να ερμηνευθεί λαμβάνοντας υπόψη τον πολιτικό ακτιβισμό του συγγραφέα.

Ο Μακριδάκης έχει επανειλημμένα χαρακτηριστεί από τους κριτικούς ως ο επίγονος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Έχει θεωρηθεί πως οι ευάριθμες αναφορές στο δίπολο αγροτική ευτυχία vs. αστική κατάπτωση και οι προσπάθειές για την αναζωογόνηση ενός ιδεαλιστικού παρελθόντος συμπορεύονται με τους τρόπους της ηθογραφίας. Μολαταύτα, μια εκ του σύνεγγυς ανάγνωση του έργου του, διαψεύδει το εν λόγω επιχείρημα. Υποστηρίζω ότι στο Λαγού μαλλί η μοναξιά και ο θάνατος του κεντρικού χαρακτήρα σε συνδυασμό με τις αντιξοότητες του επαρχιακού περιβάλλοντος, αποκαλύπτουν την επίγνωση του συγγραφέα για τη σκοτεινή πλευρά της ελληνικής επαρχίας, παρά την αφοσίωσή του στις μικρές κοινότητες και την αντι-αστική νοοτροπία του. Οι δηλώσεις του Μακριδάκη είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικές  ως προς τα διαφορετικά συγκείμενα μέσα στα οποία θεματοποιεί την ελληνική ύπαιθρο και τους ανθρώπους της: «Δεν νομίζω ότι είναι ζήτημα νοσταλγίας ούτε ότι κάνω ηθογράφημα» (Μακριδάκης, χ.η.: παρ. 5) αλλά «Τα βιβλία μου είναι πολιτικά [δική μου έμφαση], το μόνο που πρεσβεύω και κάνω είναι η χρήση παλαιών αγνών υλικών με σύγχρονη προσέγγιση και αντίληψη» (Μακριδάκης, 2013, παρ. 22). Συνεπώς, καθίσταται φανερό ότι μέσω της βιωματικής γραφής επισημαίνει την οικολογική καταστροφή,[viii] καθώς και την πολιτικό-κοινωνική ανισότητα στην ελληνική επαρχία.  Η θεματική αυτή στηρίζεται την στρατηγική κινητοποίησης των αναγνωστών για την υιοθέτηση ενός βιώσιμου, «κατά φύσιν» τρόπου ζωής μακριά από την καταναλωτική μανία της εποχής. Την επιδίωξή του αυτή παραδέχεται εμμέσως και σε συνεντεύξεις, όπου δηλώνει πως μέσα από το έργο του επιδιώκει να φέρει στο φως την κρυφή ζωή της ελληνικής επαρχίας και να προωθήσει μία συγκεκριμένη κοσμοθεωρία.

Η συνύφανση της «θερμής ειδησεογραφίας» και της μυθοπλασίας στις νουβέλες του Μακριδάκη, στην οποία έγινε αναλυτικά αναφορά, είναι το έναυσμα για την εστίαση στη διασύνδεση ανάμεσα στο τοπικό και το παγκόσμιο. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι η αναφορά σε συγκεκριμένα γεγονότα είναι ένα εργαλείο για να τοποθετήσει χρονικά τις ιστορίες του, να καταδείξει πως αναφέρεται στο παρόν της ελληνικής επαρχίας—η οποία έχει ακόμη παλμό και ζωή—και κατ’ επέκταση να κινητοποιήσει. Στο μέτρο που τα ιστορικά γεγονότα (εθνικής ή παγκοσμίου εμβέλειας) υποβαθμίζονται και παρωδούνται, η αλληλόδραση μυθοπλασίας και πραγματικότητας απλώς εμφατικοποιεί την επικράτηση των εννοιών του ατομικού και τοπικού. Μέσα από αυτές επιχειρείται η αμφισβήτηση και (πιθανώς) η ανατροπή του εθνικού και διεθνούς οικοδομήματος. Αξίζει να προσέξει κανείς το παράδειγμα του ασήμαντου ψαρά που συγκεντρώνει όλο το αφηγηματικό βάρος, δήθεν πλέοντας πίσω από τον Έλληνα πρωθυπουργό—ο οποίος προωθεί σκληρές μεταρρυθμίσεις κατά τα κελεύσματα της τριμερούς δομής οικονομικού και δημοσιονομικού  ελέγχου, Τρόικα). Ή την κωμική αδιαφορία του μοναχού Βικέντιου για τον θάνατο του θρησκευτικού εκπρόσωπου, Χριστόδουλου, και την έμφαση στην ψυχική οδύνη για την απώλεια του αγαπημένου κατοικίδιου. Ο συγγραφέας, εμφατικά τονίζει και δίνει τον λόγο στις περιθωριοποιημένες ατομικότητες της ελληνικής περιφέρειας.

Τέλος, με μια σύντομη αναφορά στο πολιτικό project του συγγραφέα θα υποδείξω τη σχέση του με την ενθάρρυνση του σχεδιασμού έργων μικρής κλίμακας με σκοπό την πρόκληση αλλαγών σε τοπικό και έπειτα εθνικό επίπεδο. Ο ακτιβιστής Μακριδάκης ενορχηστρώνει συλλογικές πολιτικές δράσεις στη Χίο και τα γύρω νησιά, και οραματίζεται μία μετα-καταναλωτική κοινωνία θεμελιωμένη στην ευημερία χωρίς πρόοδο και την από-ανάπτυξη (την επιστροφή σε μικρές αυτόνομες κοινότητες, συνεταιριστικές δομές παραγωγής κτλ.). Εντούτοις, δεν περιορίζεται στον μονολιθικό τοπικισμό αλλά, ως ενεργός συγγραφέας και blogger, ενθαρρύνει την εκ νέου δόμηση του αξιακού μας κώδικα και τη συλλογική δράση μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τη λογοτεχνία. Ταυτόχρονα, μεταφράσεις συνεντεύξεων και πολιτικών του κειμένων κυκλοφορούν στο διαδίκτυο και έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες του εξωτερικού, ενώ το 2015 μεταφράστηκε στα γαλλικά το έργο του H άλωση της Κωσταντίας. Συνεπώς, τόσο η πολιτική δράση του Μακριδάκη όσο και η συγγραφική του—ως τμήμα της πρώτης—, ενώ δίνουν το προβάδισμα στην ελληνική επαρχία, ταυτόχρονα γνωρίζουν και στοχεύουν στην εθνική και ευρωπαϊκή διάδοση.

Την εποχή της παγκοσμιοποίησης και των πολυεθνικών δυνάμεων, ο Μακριδάκης από την ευρωπαϊκή περιφέρεια απαρνείται τις σύγχρονες τάσεις στη λογοτεχνική θεματολογία—όπως ο κοσμοπολιτισμός, η μετανάστευση και η κινητικότητα—και προκρίνει τα αντίθετα μοτίβα: στατικότητα, τοπικότητα, παράδοση. Παρακολουθώντας την εγγραφή του glocal στις νουβέλες του, διαπιστώσαμε τον συγκερασμό του συγκεκριμένου με το καθολικό, όπως εκδηλώνεται μέσα από τα δίπολα παρελθόν – παρόν και ατομικό – εθνικό. Η έμφαση αυτή στην τοπικότητα μπορεί να ερμηνευθεί, όπως υποστήριξα, ως αντανάκλαση της πολιτικής του ατζέντας.

Γιάννης Μακριδάκης
Γιάννης Μακριδάκης

Ο Μακριδάκης, ενεργός συγγραφέας, blogger, ακτιβιστής και φυσικός παραγωγός δεν κοιτά πίσω, αλλά αγκιστρώνεται στο παρόν και το μέλλον. Ο τοπικός προσδιορισμός των έργων του αποτελεί μία σαφή πολιτική δήλωση και στοχεύει στην πολιτική και περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση των αναγνωστών. Ελπίζοντας σε έναν κόσμο θεμελιωμένο στην αυτόνομη κοινοτική οργάνωση και την αυτάρκεια της φυσικής παραγωγής, ο Μακριδάκης με τα βιβλία του συνειδητοποιεί το αδιέξοδο του καπιταλιστικού συστήματος και προτείνει μια αλλαγή κατεύθυνσης: ένα εναλλακτικό modus vivendi, το οποίο και ο ίδιος—πρακτικά και θεωρητικά—εγκολπώνεται.
 

Πληροφορίες Βιβλίων:

Μακριδάκης, Γιάννης. (2011). Λαγού Μαλλί. Αθήνα: Εστία
Μακριδάκης, Γιάννης. (2009). Η δεξιά τσέπη του ράσου. Αθήνα: Εστία

 

Βιβλιογραφικές αναφορές:

Αποστολίδου, Β. From the Underworld to Other Worlds: Political Attitudes Contemporary Greek Fiction. In Mackridge, P. (Ed.), Contemporary Greek fiction in a united Europe: from local history to the global individual. (H. Giannakakē & U. of O. E. H. R. Centre, Eds.). Oxford : European Humanities Research Centre, University of Oxford, 1-21.

Μακριδάκης. Γ. (8 Δεκεμβρίου 2013), Συνέντευξη στην Αυγή. Ανακτήθηκε 27 Δεκεμβρίου 2015 από http://yiannismakridakis.gr/?page_id=3968

Μακριδάκης, Γ. (8 Νοεμβρίου 2015). Εντύπωση αθωότητος. Ανακτήθηκε  27 Δεκεμβρίου 2015 από http://yiannismakridakis.gr

Μακριδάκης, Γ. (χ.η.). Συνέντευξη στον Βασίλη Καλαμαρά (Ελευθεροτυπία). Ανακτήθηκε 28 Δεκεμβρίου 2015 από http://yiannismakridakis.gr/?page_id=218

Παπανικολάου, Δ. (3 Μαϊου 2011). Ο γέρος, η θάλασσα και το Μνημόνιο. Ανακτήθηκε 28 Δεκεμβρίου από http://www.tanea.gr/news/culture/books/article/4621261/?iid=2

 

1 M. St Student in Modern Languages (Greek), University of Oxford.

[i] Θα χρησιμοποιήσω την αγγλική ορολογία (glocal, glocalism, glocalization) λόγω της διάδοσης και αναγνωρισιμότητάς της.

[ii] Δημιουργήθηκε από οικονομολόγους στην Ιαπωνία και αρχικά αναφερόταν στην πολιτισμική προσαρμογή ενός διεθνούς προϊόντος/υπηρεσίας σε εθνική/τοπική κλίμακα. Ένα άμεσα κατανοητό παράδειγμα είναι η πολυεθνική επιχείρηση MacDonalds με το ειδικά προσαρμοσμένο στα Ελληνικά έθιμα νηστίσιμο μενού της Σαρακοστής.

[iii] Βλ. Robertson, R. Glocalization: Time-Space and Homogeneity-Heterogeneity. In Featherstone, M., Lash, S., Robertson, R., & ebrary, I. (Eds.). (1995). Global modernities [electronic resource]. London: London. Και Robertson, R. (Ed.). (2014). European Glocalization in Global Context [electronic resource]. Basingstoke: Palgrave Macmillan.

[iv] Βλ. το σχόλιο του Χ. Γιανναρά στην Καθημερινή εφημερίδα πως θα απένεμε στον Μακριδάκη «βραβείο ιδιωτικής αντίστασης […] για να σωθεί η ελληνικότητα, τώρα που τελειώνει ο Ελλαδισμός».

[v] Ο όρος «τρόικα» χρησιμοποιείται για να περιγράψει οποιουδήποτε είδους τριμερή συνεργασία. Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής κρίσης απαρτίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

[vi] Η πυρκαγιά στην τράπεζα Marfin έλαβε χώρα στις 5 Μάϊου 2010, κατά τη διάρκεια της μαζικότερης πορείας διαμαρτυρίας για τα νέα μέτρα λιτότητας και προκάλεσε τον θάνατο τριών υπαλλήλων. Ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, έχασε την μάχη με τον καρκίνο στις 28 Ιανουαρίου 2008. Ο προσδιορισμός αυτών των ιστορικό-πολιτικών συμφραζομένων κρίνεται απαραίτητος για την πληρέστερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι αφηγήσεις του Μακριδάκη αναμειγνύουν μείζονα γεγονότα της ελληνικής επικαιρότητας με τις ήσσονος σημασίας ιστορίες των ηρώων της επαρχίας.

[vii] Επιμελείται και εκδίδει το τριμηνιαίο περιοδικό Πελίνναιο, ενώ το 1977 ίδρυσε το Κέντρο Χιακών Μελετών.

[viii] Λόγου χάρη, όταν ο Σίμος θρηνεί για την μόλυνση της θάλασσας και την εξαφάνιση της θαλάσσιας ζωής.

Προηγούμενο άρθροΕλληνική Γαστρονομία στο L.A. Greek Film Festival
Επόμενο άρθροΠερί όνου σκιάς: Μια πολιτική σάτιρα στο Faust
Βασιλική Καϊσίδου
Η Βασιλική Καϊσίδου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1992. Είναι απόφοιτος του τμήματος Φιλολογίας (ΜΝΕΦ) του Πανεπιστημίου Αθηνών, και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στις Νεοελληνικές Σπουδές από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Ζει στο Birmingham, όπου εκπονεί ως υπότροφος του ιδρύματος Ωνάση τη διδακτορική της διατριβή με θέμα την επαναδιαπραγμάτευση της μνήμης του ελληνικού Εμφυλίου στη νεοελληνική πεζογραφία (1975-2015). Παράλληλα, αρθρογραφεί συστηματικά σε διάφορους διαδικτυακούς ιστότοπους. // How many cities have revealed themselves to me in the marches I undertook in the pursuit of books. ― W. Benjamin. Email επικοινωνίας: kaisidou.vas@gmail.com

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Πιστεύω ότι η λέξη “επικρατειακό” είναι πολύ πιο δόκιμη από τη λέξη “εθνικό”.

    Τουλάχιστον για τα έργα του Μακριδάκη.

    Με εκτίμηση.

τα σχόλια είναι κλειδωμένα.