Παίρνοντας στα χέρια του το Ωστικό κύμα ο αναγνώστης αντικρύζει στο εξώφυλλο τον πίνακα του Peter Blake, The Second Real Target [Ο δεύτερος αληθινός στόχος], ο οποίος αποτυπώνει την καλλιτεχνική ατζέντα της pop art με την ενσωμάτωση καθημερινών αντικειμένων στο πλαίσιο της «υψηλής» τέχνης. Μετά το πέρας της ανάγνωσης, και ορμώμενη από τον τίτλο του έργου του Blake, έρχομαι να προβληματιστώ για το ποιοι είναι οι στόχοι του Νίκου Δαββέτα με την αινιγματική αυτή νουβέλα. Ενοχλητικά επίκαιρο—και με νωπές μνήμες της τρομοκρατικής επίθεσης του Δεκέμβρη στη χριστουγεννιάτικη αγορά του Βερολίνου—, το Ωστικό κύμα διαπραγματεύεται μια βομβιστική επίθεση στο Λονδίνο τον Ιούνιο του 2012.[i] Ανάμεσα στους νεκρούς, χάνει τη ζωή του ένας νεαρός Έλληνας και ο αντίκτυπος του θανάτου του έρχεται να φωτίσει τις αγκυλώσεις μιας ελληνικής οικογένειας στο μικροεπίπεδο του «δραμάτος» της καθημερινής ζωής.

Το πρώτο αφηγηματικό τέχνασμα που παρατηρεί κανείς, είναι η διαφορά μεγεθών ή αλλιώς η δυναμική ανάμεσα στο τοπικό και το παγκόσμιο. Αυτό αισθητοποιείται εύγλωττα όταν η Δέσποινα, μητέρα του (ανώνυμου σε όλη τη νουβέλα) νεκρού, παρακολουθεί στην τηλεοπτική οθόνη το σύννεφο καπνού να τυλίγει το Λονδίνο, ενώ ταυτόχρονα πυκνός καπνός απ’ το  καμένο φαγητό καλύπτει το σαλόνι της. Οι δύο τοπικότητες αντιπαρατίθενται και συμφύρονται, έτσι ώστε να προβληθεί η μικρο-ιστορία της Ελληνικής οικογένειας. Κι ενώ ο Δαββέτας πιάνει το νήμα της αφήγησης από το κοσμοπολίτικο Λονδίνο, το βιβλίο δεν στοχεύει στη καταγγελία της τρομοκρατίας, ούτε στον σχολιασμό της ριζοσπαστικοποίησης της Ευρώπης, με το εύρημα του Έλληνα φοιτητή που απολήγει τζιχαντιστής. Ως στοιχείο πλοκής η τρομοκρατία μάλλον υποβαθμίζεται (καλύπτει λιγότερο από το ένα τρίτο της νουβέλας), για να αναδειχθούν με συνειρμικά άλματα στο χρόνο, ο τρόπος βίωσης του τραυματικού συμβάντος από τη μητέρα και το αρχείο μιας δυσλειτουργικής­ οικογένειας στο επίπεδο της συζυγικής και γονικής σχέσης.

Έτσι ο Δαββέτας εγγράφεται σε μία νέα γενιά λογοτεχνών που θεματοποιούν τη παθολογία της σύγχρονης ελληνικής οικογένειας (με έμφαση στην αυταρχικότητα που αυτή υποθάλπει), όπως το Πορφυρά Γέλια του Μισέλ Φάις, η Ανάκριση του Ηλία Μαγκλίνη, η Πατρίδα από Βαμβάκι και Δυο φορές Αθώα της Έλενας Χουζούρη κ.α.[ii] Όπως και στα προαναφερθέντα έργα, στο Ωστικό κύμα το ρήγμα στις οικογενειακές σχέσεις επέρχεται από πολύ νωρίς και είναι ιστορικά φορτισμένο. Η φέρουσα εμφυλιακά τραύματα ελεγκτική μητέρα αδυνατεί να επικοινωνήσει με τον ερμητικά κλεισμένο στον εαυτό του γιο, ενώ η γέννηση που αναμένεται (από τους γονείς) να εξισορροπήσει τη διαταραγμένη συζυγική σχέση, καταλήγει απλώς να την επιδεινώσει. Η μεροληπτική αφήγηση της Δέσποινας αποκαλύπτει την ενδοοικογενειακή βία του πατέρα, ο οποίος, ενσαρκώνοντας το μοντέλο του aplha male, επιβάλλει βιοπολιτικές μεθόδους (π.χ. φυσική άσκηση, οπαδισμός) ώστε ο γιος να συμμορφωθεί με τα πρότυπα αρρενωπότητας.[iii] Αυτή η εξουσιαστική καθυπόταξη του σώματος κατά την εφηβεία πιθανώς ερμηνεύεται ως γενεσιουργός αιτία της ένταξής του νέου σε αναρχικές/ακροαριστερές οργανώσεις και της μετέπειτα εκδήλωσης φονταμενταλιστικών απόψεων. Σε ένα βαθμό, λοιπόν, ως κεντρικό στοιχείο στο μυθοπλαστικό σύμπαν του Δαββέτα αναδεικνύεται το πάσχον σώμα. Άλλοτε πειθήνιο, κακοποιημένο, άλλοτε ως σώμα πόθου και ηδονής, ή ενίοτε σώματα που συνασπίζονται και αντιστέκονται στους δρόμους διεκδικώντας δικαιώματα. Εντούτοις, η εικόνα του σώματος που αποτυπώνεται στην αναγνωστική μνήμη είναι το διαμελισμένο σώμαž, ως αφετηρία της αφήγησης και μετωνυμία του διασπασμένου οικογενειακού πυρήνα.

Νίκος Δαββέτας
Νίκος Δαββέτας

Στο ίδιο πλαίσιο, χαρτογραφώντας τη συναισθηματική τοπογραφία της οικογένειας, ο Δαββέτας αποδίδει με εύσχημο τρόπο την υλικότητα των συναισθημάτων, τα οποία είναι πάντα σχεδόν σωματοποιημένα (π.χ. τα παιδικά παιχνίδια που ευλαβικά φυλάει και αγγίζει η Δέσποινατα, τα φούτερ που κρατούν τη μυρωδιά του χαμένου γιού). Σύμφωνα με την προμετωπίδα της Κάρεν Μπλίξεν, «όλες οι θλίψεις υποφέρονται αν τις βάλεις σε μια ιστορία». Με άλλα λόγια, ο Δαββέτας φαίνεται να έχει ως προγραμματικό στόχο  την αφηγηματοποίηση του τραύματος και πένθους για την απώλεια του αγαπημένου προσώπου. Βρισκόμενη στο κατώφλι της κατάθλιψης, η Δέσποινα θα διαπιστώσει με πικρία: «Άραγε δεν θα μπορούσε να τον έχει φυλαγμένο σε ένα κουτί, εδώ κοντά, δίπλα της, και να το ανοίγει πότε πότε, να βλέπει πώς κοιμάται»; Το ερώτημα που προβάλλει αμείλικτο, λοιπόν, σχετίζεται με την δυνατότητα επεξεργασίας του τραύματος και υπέρβασης της μελαγχολίας.

Κρίνοντας από τον, κάπως βεβιασμένο, επίλογο της νουβέλας (η Δέσποινα βρίσκει νέο σύντροφο και καθίσταται εκ νέου έγκυος), ο Δαββέτας φαίνεται να θεωρεί την υπέρβαση του τραύματος εφικτό σενάριο. Εύλογα αναρωτιέται κανείς, πώς μια ηρωίδα που αδυνατεί να εκφράσει την τραυματική εμπειρία (εξ ου και ο τριτοπρόσωπος ελεύθερος πλάγιος λόγος αντί μιας πρωτοπρόσωπης εξομολογητικής αφήγησης) χαμογελά τόσο εύκολα στην τελευταία σκηνή— βλ. «κάτι σαν χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπό της». Αντίθετα, η προτελευταία εφιαλτική εικόνα με το αίμα που θολώνει τα όνειρα της Δέσποινας δημιουργεί μιας αίσθηση μεγαλύτερης συνοχής με την αρχική σκηνή, η οποία απεικονίζει το λουτρό αίματος μπροστά στην είσοδο του λονδρέζικου μετρό. Ακόμη, είναι αισθητή η απουσία της εναλλαγής οπτικής γωνίας, στην οποία ο συγγραφέας με επιτυχία άσκησε τη συγγραφική του πένα στα προηγούμενα πεζογραφήματά του. Παράλληλα—για να επανέλθω στο ζήτημα των ασαφών στόχων—το γεγονός ότι ο Δαββέτας ενσωματώνει πληθώρα θεματικών στοιχείων, τα οποία δεν αναπτύσσει ούτε συναρθρώνει επαρκώς στην περιορισμένη έκταση της νουβέλας (βλ. τρομοκρατία, κατακερματισμένη οικογένεια, οικονομική κρίση, εμφυλιακά τραύματα, χρήση της μνήμης, φυλετικά ζητήματα κ.α.) δημιουργεί ερωτηματικά και διαταράσσει την ισορροπία της αφηγηματικής οικονομίας και δομής. Συνάμα όμως θα μπορούσε να αποτελεί συνειδητή στρατηγική που αποσκοπεί στην αφηγηματική ρευστότητα και αινιγματικότητα. Σε κάθε περίπτωση, ας κρατήσουμε το άρτιο (αισθητικά και τεχνικά) μεσαίο τμήμα του βιβλίουž  ας ψηλαφήσουμε τις ρωγμές της επικοινωνίας, τα πάθη του σώματος και το βίωμα της απώλειας κι ας ακούσουμε την ηρωίδα να συλλογίζεται: «ως εδώ ήταν, τίποτα παρακάτω»;

Πληροφορίες για το βιβλίο Ωστικό κύμα

  • Τίτλος: Ωστικό κύμα
  • Συγγραφέας: Νίκος Δαββέτας
  • Εκδόσεις Πατάκη
  • ISBN: 978-960-16-6758-4
  • Σελίδες: 157
  • Τιμή: 8,50 ευρώ

 


[i] Εκδοθέν τον Οκτώβριο του 2016 το βιβλίο είναι (εύλογα) επηρεασμένο από τον κυκεώνα βομβιστικών επιθέσεων κατά το 2015-2016. Παρίσι, Βρυξέλλες, Νίκαια και τα πολλαπλά χτυπήματα στην Τουρκία (Ινστανμπουλ, Άγκυρα και Ντιγιάρμπακιρ μεταξύ άλλων) διαρθρώνουν την τοπογραφία της τρομοκρατίας στην Ευρώπη.

[ii] Βλ. και τις κινηματογραφικές αποτυπώσεις της οικογενειακής δυσλειτουργικότητας στην πιο νοσηρή εκδοχή τους από το κίνημα του Weird Wave. Όπως έχω ξανασημειώσει, κατατοπιστικό  είναι το άρθρο του Δήμητρη Παπανικολάου, στο οποίο εξετάζει το πώς η ελληνική οικογένεια τίθεται στο καλλιτεχνικό προσκήνιο την τελευταία δεκαπενταετία, βρισκόμενη σε διάλογο με το ιστορικό αρχείο και τραυματικό παρελθόν της Ελλάδας. Βλ. το άρθρο «Κάτι τρέχει με την οικογένεια» όπως δημοσιεύεται στο Books’ journal, (1), Νοέμβριος 2010.

[iii] Το μοτίβο του αυταρχικού πατέρα και της τραυματικής κληρονομίας του εντοπίζουμε και στο προηγούμενο μυθιστόρημα του Δαββέτα Εβραία Νύφη (2006).

Προηγούμενο άρθροΕννέα και Πέντε – Τρίτος χρόνος μουσικών παραστάσεων στο Θέατρο Τζένη Καρέζη
Επόμενο άρθροΑδελφές στη φυλακή του Nima Sarvestani: τι συμβαίνει μπροστά από τα κάγκελα;
Βασιλική Καϊσίδου
Η Βασιλική Καϊσίδου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1992. Είναι απόφοιτος του τμήματος Φιλολογίας (ΜΝΕΦ) του Πανεπιστημίου Αθηνών, και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στις Νεοελληνικές Σπουδές από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Ζει στο Birmingham, όπου εκπονεί ως υπότροφος του ιδρύματος Ωνάση τη διδακτορική της διατριβή με θέμα την επαναδιαπραγμάτευση της μνήμης του ελληνικού Εμφυλίου στη νεοελληνική πεζογραφία (1975-2015). Παράλληλα, αρθρογραφεί συστηματικά σε διάφορους διαδικτυακούς ιστότοπους. // How many cities have revealed themselves to me in the marches I undertook in the pursuit of books. ― W. Benjamin. Email επικοινωνίας: kaisidou.vas@gmail.com