Ο Αντρέας Φραγκιάς (Αθήνα, 1921-2002) εξέδωσε τέσσερα μυθιστορήματα: Άνθρωποι και σπίτια, Η καγκελόπορτα, Λοιμός, Το πλήθος (δύο τόμοι), ένα σύνολο 1850 περίπου σελίδων. Θα έλεγα πως τα θέματά του, που δεν αναπτύσσονται σε όλες τις περιπτώσεις στο πλαίσιο του ρεαλισμού, αφορούν πάντα μια κοινωνία ανθρώπων. Στο επίκεντρο της λογοτεχνίας του Φραγκιά τίθεται ο άνθρωπος· από τον κατατρεγμένο και τον κυνηγημένο, μέχρι αυτόν που εικάζουμε πως βρίσκεται κάτω από τη μάσκα, τον ανώνυμο άνθρωπο που όμως υπήρξε, τον άνθρωπο-πλήθος. 

Στη συνέχεια θα παρουσιάσω σύντομα τα τέσσερα εκτενή μυθιστορήματά του. Στόχος μου σημειώνω εκ των προτέρων πως δεν είναι άλλος από το να δοθούν επαρκή ερεθίσματα στον αναγνώστη προκειμένου να διαβάσει (ξανά) το έργο του Φραγκιά. Θυμίζω πρώτα, εν τάχει είναι αλήθεια, ελάχιστα (βιογραφικά κυρίως) στοιχεία για τον συγγραφέα, που τοποθετείται βέβαια στην πρώτη μεταπολεμική γενιά της πεζογραφίας μας. Ο Φραγκιάς ξεκίνησε σπουδές οικονομικών που δεν ολοκλήρωσε, συμμετείχε στην Αντίσταση, εξορίστηκε στην Ικαρία, πέρασε δυο χρόνια στη Μακρόνησο, αγάπησε τη ζωγραφική (ζωγράφιζε ο ίδιος), λάτρεψε τη δημοσιογραφία με την οποία ασχολήθηκε επί σειρά ετών επαγγελματικά, και ασχολήθηκε περιστασιακά με τη μετάφραση. Το 1988 του απενεμήθη το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος για Το πλήθος και το 2000 το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του. Ο Φραγκιάς εκτιμούσε ιδιαίτερα τον Κάφκα και τον Ντοστογιέφσκι. Με αφορμή τα δύο τελευταία βιβλία του, έχουν επιχειρηθεί από την κριτική συνδέσεις του με τον Κάφκα και τον Όργουελ. Το έργο του επανειλημμένως (και δικαίως) χαρακτηρίστηκε κινηματογραφικό. Όλα τα βιβλία του κυκλοφορούν σήμερα από τις εκδόσεις Κέδρος. 

Άνθρωποι και σπίτια (1955)


Α. Φραγκιάς, Άνθρωποι και σπίτια
Α. Φραγκιάς, Άνθρωποι και σπίτια

Το πρώτο μυθιστόρημα που εξέδωσε ο Αντρέας Φραγκιάς μας ταξιδεύει στη μετακατοχική Αθήνα, με τα καμένα σπίτια, τα κλειστά εργοστάσια, τον κρεμασμένο άνθρωπο (σ. 281) και το κομμένο, αλλά όχι πεθαμένο ανθρώπινο χέρι (σ. 291). Ο αναγνώστης του Άνθρωποι και σπίτια παρακολουθεί από κοντά μια σειρά ανθρώπων, μπαίνει στα σπίτια τους, και γνωρίζει τα προβλήματα και τις αγωνίες τους. Πρόκειται για ανθρώπους που είναι άνεργοι και ντρέπονται γι’ αυτό, είναι απελπισμένοι και προσπαθούν να το κρύψουν. Ο συγγραφέας παρουσιάζει έναν τόπο πληγμένο από τον πόλεμο, βομβαρδισμένο από τους Γερμανούς, και εστιάζει στις σχέσεις απλών, δυναμικών και περήφανων ανθρώπων. Μέσα από όλα αυτά, έχει κανείς την ευκαιρία να γνωρίσει τη σκέψη του Φραγκιά, δοσμένη με τον δικό του ιδιαίτερο τρόπο: «Τ’ απογέματα γέμιζε πάντα ήλιο και θα φαινότανε παράξενο στην Αγγελική αν της έλεγες τότε πως δεν μένουν πάντα το ίδιο τα πράγματα κι’ οι άνθρωποι» (σ. 91), «Το κεφάλι της γίνεται βαρύ σα νάναι γεμάτο άμμο. Κάθε κόκκος κι’ αριθμός. “Μα έχουμε τόσους πολλούς αριθμούς να προσθέσουμε στη ζωή μας, για να βγάλουμε το άθροισμα…”» (σ. 242), «Όσα γίνανε πριν από σήμερα είτανε “χτες”. Είταν η νύχτα, ο πόλεμος, η ανεργία που μας φαρμάκωσε τη ζωή κι έκανε στιφό το σάλιο στο στόμα μας» (σ. 309).

Η καγκελόπορτα (1962)


Δημήτρης Μακρής, Η καγκελόπορτα
Δημήτρης Μακρής, Η καγκελόπορτα

Ακολουθεί Η καγκελόπορτα, το πλέον ρεαλιστικό μάλλον βιβλίο του Φραγκιά, με το παιδί που έγινε «ένας πολτός κρέατα» (σ. 94), τον άνθρωπο που έπαιζε χαρτιά τέσσερα χρόνια (σ. 127), «πρόσωπα χωρίς ταυτότητα και φυσιογνωμία» (σ. 161), τα βιβλία που «η φωτιά τάκανε πάλι καινούργια» (σ. 385) και πολλές σάπιες κονσέρβες. Εκκινώντας από μια γειτονιά της Αθήνας των μετεμφυλιακών χρόνων, ο συγγραφέας μας δίνει εικόνες και σκέψεις, συχνά πεισματάρηδων, ανθρώπων, που καθρεφτίζουν, ενδεχομένως, ενίοτε τον ίδιο: «Πρέπει να βρεις πώς κινιούνται όλα γύρω σου για να προσδιορίσεις και τη δική σου τροχιά. “Ωστόσο, αν εγώ, ένας αριστούχος των οικονομικών επιστημών –έτσι δεν είναι;– δυσκολεύομαι να βρω το μυστικό και κινδυνεύω να εξοντωθώ από τους νόμους της οικονομίας που μελέτησα, τότε πώς το ξέρουν τόσοι άλλοι; Κι’ αν είναι κάτι ορισμένο, όπως η λύση ενός προβλήματος, τότε δε θα είναι μυστικό, θα έχει μια διατύπωση και θα το ξέρουν όλοι. Δε συμβαίνει όμως έτσι, αν και θάπρεπε”. Όλα αυτά, όμως, που σκέφτεσαι στοιχίζουν πολύ ακριβά, είναι μια σίγουρη ζημιά κι’ ίσως μια ώριμη καταστροφή που δεν ξέσπασε ακόμα» (σ. 48). Ταυτόχρονα, στις σελίδες του βιβλίου αναπτύσσονται κοινωνικο-πολιτικοί προβληματισμοί (π.χ.: «Στον καπιταλισμό, ο καθένας σπάει το κεφάλι του για να βρει με ποιον τρόπο βγάζει λεφτά ο άλλος» [σ. 48], «Η ατομική ενέργεια είναι ένας πρόσθετος παράγοντας που επιταχύνει την πορεία προς τον σοσιαλισμό. Γνωστή σκέψη» [σ. 226]), και όχι μόνο: «Κάποιος έλεγε ότι ο χρόνος είναι μια ιδιότητα του φωτός, όχι, τώρα ίσως συμβαίνει το αντίθετο, το φως έγινε μια ιδιότητα του χρόνου. “Ό,τι και να συμβαίνει, έφτασα απροετοίμαστος στο τέλος. Γιατί να είμαστε τόσο δυστυχισμένοι; Το ερώτημα είναι τουλάχιστον αφελές. Ξέρω πολύ καλά γιατί είμαι δυστυχισμένος αν και η κατάσταση που βρίσκομαι δεν μπορεί να ονομαστεί δυστυχία”» (σ. 311), «Στο κάτω-κάτω, όλοι οι άνθρωποι έχουνε μια καταδίκη σε θάνατο. Αυτό είναι βέβαιο. Κανένας δεν ξέρει πότε θα εκτελεστεί η δική του» (σ. 370).
Το 1978 γυρίστηκε από τον Δημήτρη Μακρή ομώνυμη ταινία· από εκεί και η εικόνα.

 Λοιμός (1972)


Παντελής Βούλγαρης, Χάππυ Νταίη
Παντελής Βούλγαρης, Χάππυ Νταίη

Δέκα χρόνια μετά την Καγκελόρτα, και μετά από αρκετές περιπέτειες, κυκλοφόρησε το λιγότερο εκτενές βιβλίο του Φραγκιά, ο Λοιμός, που έφερε αρχικά τον, εντελώς διαφορετικό, τίτλο Τα ζώα και τον, εξηγητικό, υπότιτλο Σημειώσεις φυσικής ιστορίας. Πρόκειται για ένα βιβλίο που διαφέρει πολύ από αυτά που προηγήθηκαν, τόσο ως σύλληψη όσο και ως μέθοδος (τρόπος γραφής). Στον Λοιμό είναι εμφανέστατη η αλληγορική διάθεση. Η ανωνυμία, η απροσδιοριστία και η ασάφεια δεσπόζουν σε ολόκληρο το έργο (ακόμα και από τον τίτλο απουσιάζει το άρθρο): Δεν υπάρχει συγκεκριμένος χρόνος στον Λοιμό, και επιπλέον δεν υπάρχει τόπος, έστω και αν θεωρείται (δικαίως, εν μέρει) αυταπόδεικτο πως το σκηνικό διαδραματίζεται στη Μακρόνησο, ούτε ονόματα· υπάρχουν όμως ο επόπτης, ο εκκρεμής, ο περιδεής, ο καταστροφέας, ο μαύρος σκούφος, και υπάρχει και η μάσκα: «Ψηλά, στο παρατηρητήριο, σ’ έναν εξώστη που προσφέρει ευρύ πεδίο ελέγχου πάνω σε όλη την επικράτεια, κάθεται κάποιος. Πρόσωπο αλύγιστο και παγερό. Ίσως να μην είναι και κανείς, φτάνει η μάσκα» (σ. 65), «ομοίωμα προσώπου από σκασμένη πορσελάνη» (σ. 67), «από ζυμάρι, από ανθόνερο και ζάχαρη σαν κουφέτο, από πύον» (σ. 69). Καίριας σημασίας όντα στον Λοιμό είναι οι μύγες: «Πρέπει να εξοντώσουμε τις μύγες! Προς τούτο, έκαστος υποχρεούται, ως ελάχιστον αντίτιμο, για ν’ απολαμβάνει τα αγαθά του τόπου, να παραδίδει τουλάχιστον είκοσι μύγες την ημέρα» (σ. 20), «“Πόσες μύγες μάζεψες; Μήπως ξέχασες το χρέος σου;” λέει κάθε τόσο το μεγάφωνο» (σ. 24). Το παρόν δίνουν επίσης τα ποντίκια, που τρων ύπουλα αυτιά, μάγουλα και μύτες. Όσο για τους ανθρώπους: «Τους οδήγησαν όλους στην παραλία. Εκεί φέρανε και τα κασόνια με τις αγριόγατες που μάζεψαν στο βουνό. Έβαλαν τον καθένα σ’ ένα σακί και ρίξανε μέσα του και μια γάτα. Δέσανε σφιχτά το σακί με χοντρό σκοινί κι’ άρχισαν να χτυπούν τη γάτα. Ύστερα βούτηξαν το σακί στη θάλασσα. Το τράβηξαν. Το βουτούσαν και το ξανατραβούσαν πολλές φορές. Ακούστηκαν πολλά γι’ αυτές τις επιχειρήσεις. Έγιναν κάπως κρυφά και διαδόθηκαν πολλές εκδοχές. Η αλήθεια όμως είναι ότι οι εκπληκτικοί εκείνοι άνθρωποι έζησαν» (σ. 252).
Η ταινία του Παντελή Βούλγαρη Χάππυ Νταίη (1976) βασίζεται στον Λοιμό του Φραγκιά· από εκεί και η εικόνα.

Το πλήθος (1985 και 1986) 


Αντρέας Φραγκιάς, Το πλήθος
Αντρέας Φραγκιάς, Το πλήθος

Το τελευταίο βιβλίο που εξέδωσε ο Φραγκιάς είναι διαιρεμένο σε δύο τόμους, 411 και 398 σελίδων, αντίστοιχα. Θα πρότεινα σε αυτούς που τρομάζουν με τα ογκώδη βιβλία να διαβάσουν τμήματα (έστω) του Πλήθους, ακόμα και επιλεγμένα στην τύχη· θα βγουν κερδισμένοι. Στο συγκεκριμένο βιβλίο θίγεται ένας ολόκληρος σωρός ζητημάτων που γεμίζουν των αναγνώστη ερεθίσματα και σκέψεις. Συναντά κανείς εδώ πεσμένα αγάλματα, σπασμένα χαμόγελα, τον σύλλογο απορούντων, τους «ερημίτες της ταράτσας» και του δρόμου, τα ονειροπωλεία, και ένα πλήθος από σύμβολα. Ένα από αυτά, ενδεικτικά, είναι η ομπρέλα: «Κυκλοφορούν αρκετοί με ομπρέλα, ακόμα κι όταν δεν αιωρείται σταγόνα. Τη θέλουν για να κρύβουν την όψη τους» (τ. 1, σ. 370), «Πολλοί ίσως να σκέφτονται ότι με μια οποιαδήποτε ομπρέλα, ακόμα και τρύπια, κανείς δεν τους προσέχει ούτε διανοείται ν’ αμφισβητήσει την ύπαρξή τους» (τ. 1, σ. 371), «Η ζωή συνεχίζεται ομαλά κάτω από τις ομπρέλες. Ο καθένας ζει με τον δικό του τρόπο τη συνέχειά του, όλες τις συνέχειες» (τ. 1, σ. 374), «Θα πρέπει ν’ απαντήσεις στο ερώτημα έχω ή δεν έχω ομπρέλα. Από αυτό θα ξεκαθαρίσεις πολλά. Κι ύστερα θα εξετάσεις αν σου είναι αναγκαίο αυτό το αντικείμενο και για ποια χρήση το θέλεις» (τ. 1, σ. 376). Στο Πλήθος είναι πολλά τα πρόσωπα και οι ιστορίες, τα νοήματα, οι εικασίες και οι ερμηνείες. Αντί σχολιασμού, επιλέγω, τυχαία και εγώ, δύο ακόμα αποσπάσματα, ανάμεσα σε πάμπολλα που ξεχωρίζω: «“Μα το τρένο θα φτάσει οπωσδήποτε και κάποτε θα φύγει. Δεν έχω γι’ αυτό καμιά αγωνία.” “Ναι, αλλά από την άφιξη εδώ θα εξαρτηθεί πότε θα φτάσει εκεί”, είπε ο Γιάννης. “Όχι πάντα. Σωστός ο συλλογισμός σας, αλλά δεσμευμένος από την ποσοτική έννοια του χρόνου. Εσάς σας ενδιαφέρει το ταξίδι;” Ο Γιάννης ανήσυχος: “Να φτάσω, μόνο να φτάσω. Καθόλου το ταξίδι. Αν αργήσω…”» (τ. 2, 41-42· δεν θα μπορούσαν, αλήθεια, να διαβαστούν οι σειρές αυτές παράλληλα με την καβαφική «Ιθάκη»;), «Στην παραζάλη και στην αναστάτωση, οι πελάτες του εστιατορίου έσκισαν τα άσπρα σακάκια των σερβιτόρων που επέμεναν να τους ταΐσουν, έσκισαν και τις στολές των ελεγκτών, κι όλο έβρισκαν από κάτω κι άλλες στολές, σε μεγάλη ποικιλία, επωμίδες, άμφια, μεταλλικά κουμπιά και σιρίτια. Αλλεπάλληλες στολές, σαν φλούδες κρεμμυδιού οι διαδοχικές ιδιότητες» (τ. 2, 188).
Και άλλα πολλά τέτοια όμορφα, εμπνευσμένα και πολλαχώς ερμηνεύσιμα χωρία, στο Πλήθος.

 

* Οι παραπομπές γίνονται στις εξής εκδόσεις: Άνθρωποι και σπίτια: Αθήνα 1955, Η καγκελόπορτα. Αθήνα: Κέδρος 162002, Λοιμός. Αθήνα: Κέδρος 112002, Το πλήθος, 1, Αθήνα: Κέδρος 21986, Το πλήθος, 2, Αθήνα: Κέδρος 1986.

* Οι φωτογραφίες των ταινιών αντλήθηκαν από την Ταινιοθήκη της Ελλάδος:
http://www.tainiothiki.gr/v2/lang_en/filmography/view/1/1053 και
http://www.tainiothiki.gr/v2/filmography/view/1/967.

 

 

Προτεινόμενη βιβλιογραφία


Σημειώνω καταρχάς αφιερώματα περιοδικών στον Αντρέα Φραγκιά. Εκτενέστερα (και πληρέστερα) είναι το δεύτερο και το τελευταίο:

Ελί-τροχος, τχ. 2, 1994.
-Αντί, τχ. 714, 2000.
, τχ. 4, 2004.
-Διαβάζω, τχ. 426, 2002.
-Θέματα λογοτεχνίας, τχ. 40, 2009.

 

Προτείνω κατόπιν τρία μόνο βιβλία, για αρχή:

-Σταυροπούλου Έρη, Προτάσεις ανάγνωσης για την πεζογραφία μιας εποχής. Μ. Αλεξανδρόπουλος, Σπ. Πλασκοβίτης, Α. Φραγκιάς, Μ. Χάκκας, Δ. Χατζής. Αθήνα: Σοκόλη 2001. Τον Φραγκιά ειδικά αφορούν οι σελίδες 111-185.
-Φραγκιάς Αντρέας, Ένα βιβλίο είναι ένα απλωμένο χέρι προς χαιρετισμό. Μονόλογος του Αντρέα Φραγκιά, επιμ. Μισέλ Φάις. Αθήνα: Πόλις 2001.
-Η μεταπολεμική πεζογραφία. Από τον πόλεμο του ’40 ως τη δικτατορία του ’67, τ. Η΄. Αθήνα: Σοκόλη 1992. Ο Φραγκιάς παρουσιάζεται και ανθολογείται από τον Τάκη Καρβέλη στις σελίδες 8-85.

Στο διαδίκτυο τέλος αρκετό υλικό για τον Φραγκιά μπορεί να βρει κανείς στο: http://fraghias.blogspot.gr (διαχείριση Γιάννης Η. Παππάς).

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΑτομική έκθεση του Δημήτρη Χιωτόπουλου στη γκαλερί La Corte Arte Contemporanea
Επόμενο άρθροΤάσος Λιακόπουλος «Τα ταξίδια της Κλωστής» στο Μουσείο Μπενάκη