Οι Πτυχιούχοι στο Θέατρο 104

Πρωταγωνιστούν: Παναγιώτης Κατσώλης, Κατερίνα Μαυρογεώργη, Σεραφείμ Ράδης
Σκηνοθεσία: Βάσια Ατταριάν
Υπόθεση: Ο Χρήστος Βακαλόπουλος (1956- 1993), κινηματογραφιστής, κριτικός κινηματογράφου, συγγραφέας και ραδιοφωνικός παραγωγός, γράφει σε ηλικία 28 ετών τους “Πτυχιούχους”.Δύο φίλοι, ο Μάρκος Μπαρδάς κι ο Σήφης Σουρώδης ετοιμάζονται να δώσουν το τελευταίο μάθημα για το πτυχίο. Ο χρόνος μοιάζει άλλοτε με κινηματογραφικό φλας μπακ κι άλλοτε διαστέλλεται σαν στιγμή από ραδιοφωνική εκπομπή.

 

 

 

Κριτική


 

 Φλας-μπακ, χορός κι ένα ταξίδι συνειρμικό σε παρελθόν και παρόν

 

Ο Χρήστος Βακαλόπουλος, κινηματογραφιστής, συγγραφέας, κριτικός κινηματογράφου και ραδιοφωνικός παραγωγός, έγραψε τους «Πτυχιούχους» το 1984, σε ηλικία μόλις 28 ετών. Στη συνέχεια έγραψε μία συλλογή διηγημάτων «Νέες Αθηναϊκές ιστορίες», ενώ γύρισε την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του «Όλγα Ρόμπαρντς». Το 1990 εκδίδεται το μυθιστόρημα που θεωρείται το καλύτερο του, «Η γραμμή του ορίζοντος» και το 1992, έναν χρόνο πριν πεθάνει σε ηλικία 37 ετών, έγραψε και σκηνοθέτησε με τον Σταύρο Τσιώλη την ταινία «Παρακαλώ, γυναίκες, μην κλαίτε». Στην ταινία αυτή απονεμήθηκαν βραβεία Σεναρίου και Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, καθώς και Βραβείο Καλύτερης Ταινίας της Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου. Οι «Πτυχιούχοι» είναι ένα από τα γνωστότερα μυθιστορήματα του Βακαλόπουλου, όπου η σατιρική γραφή και το στοχαστικό χιούμορ  του συγγραφέα διανθίζονται με μία αιχμηρή ματιά πάνω στο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι που περιγράφεται. Δύο φίλοι, ο Μάρκος Μπαρδάς και ο Σήφης Σουρώδης στην προσπάθεια τους να διαβάσουν Οικονομετρία-το τελευταίο μάθημα που τους απομένει για να πάρουν πτυχίο-κάνουν ένα ταξίδι στο χρόνο, ατενίζοντας τα φοιτητικά τους χρόνια με νοσταλγία και χιούμορ. Κυρίαρχη θέση στη ζωή τους, κατέχουν βέβαια, οι γυναίκες. Όλες οι γυναίκες που οι ίδιοι αγάπησαν, κυνήγησαν, πόθησαν, και είτε τις απέκτησαν είτε όχι. Η Πρωτοχρονιά συνδυάζεται με τον κεραυνοβόλο έρωτα, ο κινηματογράφος με τον χειμώνα και η Κεφαλλονιά και η Πάτμος με το καλοκαίρι. Τα αμφιθέατρα, ο σοσιαλισμός, το Πολυτεχνείο, ο Γκουσγκούνης και τα δισκάκια 45 στροφών συνδυάζονται με φανταστικά μαγειρέματα σε σπίτια φοιτητικά, συζητήσεις ατέρμονες, που τελικά δεν καταλήγουν πουθενά, όπως και οι σχέσεις τους με κορίτσια ώριμα που αδυνατούν να κατανοήσουν.   

Απανωτά φλας-μπακ, αναμνήσεις και αναπολήσεις που διαδέχονται η μία την άλλη με ταχύτητα απίστευτη και ρυθμούς ξέφρενους, συνθέτουν το ψηφιδωτό της φοιτητικής ζωής των δύο φίλων, μέσα από την οποία φανερώνεται παράλληλα η πορεία του κινηματογράφου, του ποδοσφαίρου, της μουσικής, της κοινωνικής και πολιτικής ζωής της Ελλάδας του ’70 και του ’80. Η υπόθεση του μυθιστορήματος σε συνδυασμό με το ιδιαίτερο ύφος του συγγραφέα, τις κοφτές κουβέντες, τις φωναχτές σκέψεις του που αποτυπώνονται αμέσως στο χαρτί και τη λεπτή ειρωνεία, έδωσαν την έμπνευση και το έναυσμα σε μία ομάδα νέων καλλιτεχνών να πειραματιστούν, να τροποποιήσουν και εν τέλει να δημιουργήσουν μία θεατρική εκδοχή του μυθιστορήματος που πολλοί έμπειροι του είδους θα ζήλευαν.

Οι πρωταγωνιστές σε στιγμιότυπο της παράστασηςΣτο όλο εγχείρημα πρωτοστατεί η νεαρή Βάσια Ατταριάν, της οποίας η σκηνοθετική ματιά είναι άκρως ανατρεπτική και οξυδερκής, όπως αποδείχθηκε και στην πρώτη της σκηνοθετική απόπειρα με το επιτυχημένο «Γιατί σκότωσα την καλύτερη μου φίλη». Καταπιάνεται ξανά με την θεατρική απόδοση μυθιστορήματος, διατηρώντας ορισμένα υφολογικά στοιχεία και παραλλάσσοντας άλλα, άλλοτε με επιτυχία και άλλοτε όχι. Το κέφι, η χιουμοριστική διάθεση, η γρήγορη κίνηση και εναλλαγή σκηνών, σε συνδυασμό με τη χρήση πολλαπλών μέσων για την σχεδόν κινηματογραφική παρουσίαση των τεκταινόμενων επί σκηνής αποτελούν ορισμένα καίρια στοιχεία της σκηνοθεσίας της Ατταριάν. Στη σύγχρονη αυτή οπτική αξίζει να προστεθεί η interactive πλευρά της παράστασης, όταν άξαφνα σε μία στιγμή προς το τέλος της, ένας από τους ηθοποιούς αναρωτιέται με επιμονή «και τώρα τι θα κάνουμε». Έξυπνη και ευρηματική αυτή η διακοπή της παράστασης, που στοχεύει στην αμεσότητα και την ουσιαστική κατανόηση της σχέσης ηθοποιού-κοινού, ξεφεύγοντας από τις συμβάσεις που την διέπουν, καθιστώντας την μία σχέση καθαρά αλληλεπίδρασης. Μοναδική αδυναμία της παράστασης είναι η έλλειψη συνοχής και σύνδεσης των συνειρμικά κινούμενων σκηνών, όταν η υπερβολική ταχύτητα και κίνηση κουράζει χωρίς να επιφέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα, απομακρύνοντας μας από την κυρίως δράση. Παρόλα αυτά, η ενέργεια που εκπέμπουν και οι τρεις ηθοποιοί, όπως και η παράλληλη παρουσίαση στον μαύρο τοίχο σκηνών από ταινίες αντιπροσωπευτικές της εποχής καλύπτουν πιθανά νοηματικά κενά.

Η θεατρική διασκευή και η μουσική επιμέλεια έγιναν από τον θίασο, με επιλογές συμβατές με το υποκριτικό τους ήθος και το κλίμα που θέλησαν να μεταφέρουν από τις δεκαετίες του ’70 και του ’80. Ο Παναγιώτης Κατσώλης (Mάρκος) σε μία ώριμη και μεστή ερμηνεία δεν καταφεύγει σε υπερβολές ως τελειόφοιτος που αναπολεί στιγμές της φοιτητικής του ζωής και, ιδίως αυτές με τις γυναίκες που ποτέ δεν κατάλαβε, όπως η Μίρκα. Ο Σεραφείμ Ράδης διαθέτει μία έντονα χιουμοριστική διάθεση που περνά αβίαστα στο κοινό καθ’όλη τη διάρκεια της παράστασης. Οι συνταγές που γνωρίζει, η Οικονομετρία που παλεύει να περάσει, το πτυχίο που αγωνιά να πάρει εμφανίζονται φαινομενικά ως αφετηρίες ενός ταξιδιού στον χωροχρόνο μέσα από συνειρμούς και αναπολήσεις, στις οποίες ο καθένας μας προβαίνει όταν το απαιτούν οι ψυχολογικές ή κοινωνικές περιστάσεις. Στο ταξίδι αυτό ο Σ.Ράδης (Σήφης) κινείται μεταξύ ρεαλιστικού και σουρεαλιστικού στην ερμηνεία του που, μπορεί να μην καθηλώνει τον θεατή, αλλά σίγουρα τον κάνει να νοσταλγήσει, να γελάσει, να θυμηθεί παρόμοιες καταστάσεις και συναισθήματα. Η ντελικάτη φιγούρα της Κατερίνας Μαυρογεώργη, η οποία θυμίζει ηθοποιό γαλλικού κινηματογράφου στη φινέτσα και την έκφραση, θα μπορούσα να πω πως κλέβει την παράσταση. Με λιτά εκφραστικά μέσα, βασιζόμενη κυρίως στην ανάλαφρη και αψεγάδιαστη κίνηση της, παρουσιάζει τις γυναίκες της ζωής των δύο φίλων περνώντας με ευκολία και επιτυχία από τη μία ηρωίδα στην άλλη, τόσο που κανείς θαρρεί πως είναι μία γυναίκα εκπροσωπώντας ολόκληρο το γυναικείο φύλο.

 Το κλίμα της παράστασης ενισχύεται και εξαρτάται άμεσα από την ύπαρξη ενός ξύλινου γραφείου-πολυεργαλείου, στο οποίο κρύβονται από βιβλία και ποτήρια, μέχρι τηλέφωνα και φώτα ντίσκο, αποκαλύπτοντας την ευρηματικότητα του όλου εγχειρήματος, όπως και του Γκάυ Στεφάνου που επιμελήθηκε τα σκηνικά. Οι μαύροι τοίχοι και το μηχάνημα αυτό συνθέτουν ένα σκηνικό λιτό, όπου τα φλας-μπακ κατέχουν σημαντική θέση, ενώ το παρελθόν γίνεται ένα με το παρόν. Οι φωτισμοί του Τάσου Παλαιορούτα καθόλου έντονοι, αλλά λειτουργικοί και εναρμονισμένοι με τη δράση. Τα κοστούμια της Αλεξίας Χρυσοχοίδου είναι λειτουργικά και καλαίσθητα, αλλά και ταιριαστά για τους φοιτητές της τότε εποχής. Καταπληκτική η επιμέλεια κίνησης και οι χορογραφίες της Έλενας Γεροδήμου, που συνάδουν απόλυτα με το πνεύμα της παράστασης, αλλά και με την έκφραση των τριών ηθοποιών που λικνίζονται σε ρυθμούς ελληνικούς ή ξένους, υπογραμμίζοντας το σημαντικότερο, ίσως σημείο της παράστασης, τον χορό.

 

Πληροφορίες παράστασης


Συντελεστές

  • Θεατρική διασκευή: ο θίασος
  • Σκηνοθεσία: Βάσια Ατταριάν
  • Μουσική επιμέλεια: ο θίασος 
  • Επιμέλεια κίνησης- χορογραφίες: Έλενα Γεροδήμου
  • Σκηνικά: Γκάυ Στεφάνου
  • Κοστούμια: Αλεξία Χρυσοχοίδου
  • Φωτισμοί:Τάσος Παλαιορούτας 
  • Μουσική διδασκαλία: Αγγελική Δημάκη 
  • Βοηθός Σκηνοθέτη: Θαλασσιά Αντωνοπούλου 
  • Φωτογραφίες παράστασης:Ευτυχία Βλάχου

Παίζουν

  • Παναγιώτης Κατσώλης
  • Κατερίνα Μαυρογεώργη
  • Σεραφείμ Ράδης

Ημέρες και ώρες παραστάσεων

  • Δευτέρα και Τρίτη στις 9.15 μμ

Τιμές εισιτηρίων

  • Γενική είσοδος : 12 ευρώ
  • Μειωμένο 10 ευρώ

Διάρκεια παράστασης

  • 90 λεπτά

Πληροφορίες Θεάτρου

  • «104» Κέντρο λόγου και τέχνης
  • Eυμολπιδών 41, Γκάζι
  • Τηλέφωνο: 2103455020 
  • fax 210 3455.020
  • email theatre104@gmail.com

Οι παραστάσεις ξεκίνησαν από την Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

 

Προηγούμενο άρθροEnd of Watch: Ένα δυνατό αστυνομικό δράμα
Επόμενο άρθροStolen: Ποτέ μην κλέψεις τίποτα από τον καλύτερο ληστή!
Λυδία Τριγώνη
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ηράκλειο Κρήτης. Απόφοιτη του τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Παν/μίου Αθηνών και του μεταπτυχιακού προγράμματος «Λογοτεχνία, Πολιτισμός και Ιδεολογία», με ειδίκευση στο θέατρο. Ασχολείται με τη μετάφραση θεατρικών έργων, εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτη και αρθρογραφεί στο Artic.gr από το 2012.