Οι Δούλες του Ζαν Ζενέ, επιστρέφουν στο Θέατρο Τέχνης σε μετάφραση – σκηνοθεσία Μαριάννας Κάλμπαρη και παραμένουν τόσο επίκαιρες όσο τη στιγμή που τις επινόησε. Μισό αιώνα μετά τη σκηνοθεσία του Δημήτρη Χατζημάρκου και με τις Ρένη Πιττάκη, Μαρίνα Γεωργίου και Εκάλη Σώκου, η Σολάνζ, η Κλέρ και η Κυρία τους, υπενθυμίζουν (σε όσους έχουν ίσως ξεχάσει ή παρανοήσει) πώς παίζεται σήμερα το παράλογο… από τις Κάτια Γέρου, Κωνσταντίνα Τάκαλου και Μαριάννα Κάλμπαρη.

Η δούλα υπάρχει γιατί υπάρχω εγώ, κι άλλες αληθινές ιστορίες

Εν έτει 1933 οι αδελφές Λέα και Κριστίν Παπέν, υπηρέτριες ενός αστικού σπιτιού στην περιοχή του Λε Μαν, κατακρεούργησαν την Κυρία τους και την κόρη της. Στη διάρκεια της δίκης που ακολούθησε δεν επιδίωξαν καμία ελαφρυντική ρύθμιση αλλά αντίθετα μοιράστηκαν εξίσου και με απόλυτη συνείδηση την ευθύνη της εγκληματικής πράξης τους. Η είδηση, μέσω των εφημερίδων, έφτασε στα αυτιά και τα μάτια του Ζενέ οδηγώντας τον (δέκα χρόνια αργότερα) στη σύλληψη του σχήματος των αδελφών Κλέρ και Σολάνζ, τοποθετημένων σε ένα υπνοδωμάτιο αστικού σπιτιού και σε μια αδηφάγα καθημερινότητα μεταξύ μίσους και φθόνου, απολύτου θαυμασμού και αγάπης εκτός ορίων, για την Κυρία τους.

Ο Ζενέ γράφει τις Δούλες (μετάφραση που επέλεξε ο Ελύτης για τις Υπηρέτριες που θα μπορούσε να είναι ο κατά λέξη τίτλος) όχι φυσικά με σκοπό να υπερασπιστεί τα εργασιακά δικαιώματα των οικιακών βοηθών. Δημιούργησε μια πιο κατανοητή συνθήκη για το θεατή σε αναφορά με την πολυσύνθετη σχέση που μπορεί να αναπτυχθεί μεταξύ εξουσιαζόμενου και εξουσιαστή παντοιοτρόπως. Ένα παιχνίδι μεταμορφώσεων και αντικατοπτρισμών, όπου οι ρόλοι συνεχώς αντιστρέφονται, οι εικόνες ανασχηματίζονται, αναιρούνται, αυτοαναιρούνται και επαναλαμβάνονται ενώ τα πρόσωπα αργά μετασχηματίζονται, το ένα ως προβολή του άλλου, μέχρι να φτάσουν να γίνουν αυτό που τελικά επιθυμούσαν/απέφευγαν μέχρι θανάτου.

Ο Ζενέ για τις Δούλες του…

Προσπάθησα να εδραιώσω μια αποστασιοποίηση, που επιτρέποντας το ρητορικό ύφος, θα μετέφερε το θέατρο μέσα στο θέατρο. Έτσι, έλπιζα να πετύχω και την κατάργηση των χαρακτήρων… και να τους αντικαταστήσω με σύμβολα όσο το δυνατόν πιο απομακρυσμένα στην αρχή από αυτό που αντιπροσωπεύουν, εξακολουθώντας όμως να είναι προσκολλημένα σ’ αυτό, για να μπορούν να συνδέσουν –χρησιμοποιώντας μόνο αυτά τα μέσα-τον συγγραφέα με το κοινό. (Μάρτιν Έσσλιν, Ζαν Ζενέ: Η Αίθουσα με τα Κάτοπτρα – Από το πρόγραμμα της παράστασης).

Να με δω γυμνό μες τη μοναξιά μου

Κάθε μέθοδος και τεχνική του θεάτρου του παραλόγου, βρίσκει θέση και σχήμα στο συγκεκριμένο έργο. Ο χρόνος παραμένει αμετάβλητος και σχηματικός. Ο λόγος είναι εξίσου υπερβατικός και η αιτιοκρατική σχέση μεταξύ στιχομυθίας και παύσεων, καταργείται. Τα πρόσωπα βρίσκονται στο μεταίχμιο ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα. Επικοινωνούν χωρίς να επικοινωνούν, σε όρους εκτός κοινής λογικής σκέψης. Αν και οι δύο κεντρικές ηρωίδες συνδέονται με δεσμό αίματος, μοιάζουν σε σημεία να γνωρίζονται αυτή την ίδια  στιγμή που τις παρακολουθούμε.

"Οι Δούλες" στο Θέατρο Τέχνης.
«Οι Δούλες» του Ζαν Ζενέ, επιστρέφουν μετά από πενήντα χρόνια στο Θέατρο Τέχνης, σε μετάφραση – σκηνοθεσία Μαριάννας Κάλμπαρη.
Η ιστορία και η αντι-ιστορία

Δύο υπηρέτριες αποφασίζουν να δολοφονήσουν την κατά τ’ άλλα λατρεμένη τους Κυρία. Η λατρεία τους, άρρηκτα συνδεδεμένη με τον απόλυτο φθόνο, τις οδηγεί αργά στην ταύτιση με το είδωλο τους. Κάθε προσεκτικός σχεδιασμός μοιάζει να αποτυγχάνει και τελικά τα αφελή σχέδια στρέφονται εναντίον τους.

Πρόκειται για μια ιστορία – αναμέτρηση με τον εαυτό μας. Όχι όμως τον γενναίο, τολμηρό εαυτό που αποφασίζει να διεκδικήσει, να φωνάξει ή ελεύθερα να δράσει. Οι Δούλες είναι οι αντι-ηρωίδες της σύγχρονης ζωής. Αντίστοιχα, η Κυρία τους εμφανίζεται για να υπενθυμίσει την κενότητα των σύγχρονων επιδιώξεων και προσδοκιών, υλικών και μη υλικών.  Στη βάση όλων των παραπάνω βρίσκεται η ίδια η φύση του παιχνιδιού, τοποθετημένη από τον Ζενέ ακριβώς για να υποδείξει πως βαθύτερη ανάγκη μας, συνειδητή αλλά και ασυνείδητη,  είναι να διαφύγουμε της σκληρότητας που με τόσο πάθος υπερασπιζόμαστε. Διέξοδο, για το συγγραφέα, προτείνει η ίδια η τέχνη του θεάτρου καθώς μέσα από την υπόκριση και την ανταλλαγή ρόλων, αντλούμε τη δυνατότητα να «βγούμε» από τον εαυτό και γυμνό από τα περιττά να τον αντικρίσουμε καθαρό και αληθινό: Η Δούλα υπάρχει γιατί υπάρχω εγώ. Εγώ η Κυρία σε κάνω να υπάρχεις.

Οι Δούλες της Μαριάννας Κάλμπαρη – Λόγος και ύφος

Η πρόταση της Μαριάνας Κάλμπαρη ξεκινά από το κείμενο. Η μετάφραση, προσθέτει και επικαιροποιεί λεκτικά ένα ήδη επίκαιρο θεματικά έργο που μας καλεί, με δύναμη, να κοιτάξουμε μέσα μας (πώς θα το έκανε καλύτερα αν όχι με τους όρους που σήμερα πιο εύκολα και συχνά χρησιμοποιούμε;) κι είναι αυτή η βασικότερη ανάγκη της σύγχρονης πράξης που μας περιβάλλει.

Μια παράσταση ξεκινά σαν δοκιμή και καταλήγει να συμβεί πραγματικά, χωρίς επιτηδεύσεις και περιττές συνδέσεις, χωρίς αοριστίες και αναίτιες δράσεις. Σε μια αίθουσα γεμάτη καθρέφτες, οι ηθοποιοί εκχωρούν συχνά τη θέση τους στους θεατές καθώς οι αντανακλάσεις των επιδαπέδιων κατόπτρων φτάνουν ως τις πρώτες σειρές καθισμάτων. Ο στόχος του Ζαν Ζενέ επιτυγχάνεται χρόνια μετά την πρώτη του παρουσίαση, στο δικό μας, ζωντανό ακόμη, Θέατρο Τέχνης. Οι Δούλες της Μαριάννας Κάλμπαρη, είναι ό,τι πιο κοντινό έχουμε δει στο παράλογο αυτής της εποχής και μας αφορούν γιατί, απλά, οι Δούλες της Μαριάννας Κάλμπαρη είμαστε ξεκάθαρα εμείς.

Εικόνα, ήχος και φως

Το σκηνικό περιβάλλον της Χριστίνας Κάλμπαρη, δόμησε την ατμόσφαιρα και ανέδειξε με καθαρότητα τις δράσεις. Μόνη παραφωνία το δηλωτικό εικονοκλαστικά φόρεμα της Κυρίας πίσω από το παραβάν (θα μπορούσε να μην είχε εμφανιστεί χωρίς να αφαιρέσει τίποτε από τη σκηνή), καθώς και η χρήση του πλαστικού, που αν και αιτιολογημένη δραματολογικά, θα μπορούσε επίσης να αντικατασταθεί από ένα υλικό λιγότερες φορές χρησιμοποιημένο από την ελληνική και όχι μόνο σκηνογραφία. Τα κοστούμια επίσης της Χριστίνας Κάλμπαρη, κάλυπταν τις ανάγκες, συνέτειναν στην αισθητική του κειμένου και του ύφους του, ενώ τέλος είχαν να προτείνουν σχολιαστικά εικόνες και σχήματα πάνω και πέρα από τα επί σκηνής και πλατείας.

Επιπρόσθετα της ατμόσφαιρας, οι μουσικές επιλογές του Νέστορα Κοψιδά φάνηκαν να μοιράζονται, καθώς άλλοτε ισορροπούσαν και ταυτίζονταν με την ενέργεια των σκηνών κι άλλοτε έμοιαζαν εντελώς εκτός του ρυθμού, της ροής αλλά και του θέματος. Τέλος, η επιμέλεια του φωτισμού, από τη Στέλλα Κάλτσου, συνέθεσε τα περιβάλλοντα με συνέπεια και καλαισθησία, ενισχύοντας τόσο τη δυναμική των προσώπων και των δράσεων τους, όσο και την εικονοποιία των χώρων.

Πρόσωπα

Τελευταίο σημείο αλλά και κυρίαρχο, τα πρόσωπα της παράστασης, οι Δούλες και η Κυρία. Η αναμφισβήτητη σκηνική χημεία της Κάτιας Γέρου και της Κωνσταντίνας Τάκαλου, υποδεικνύει τόσο τη συλλογική προσπάθεια, τον σπάνιο επαγγελματισμό και τον συνειδητό κόπο που κατεβλήθη όσο και την άριστη τεχνική δομή, τις αρετές, το ήθος και την αρτιότητα της προσωπικής τους «εργαλειοθήκης». Κλέρ και Σολάνζ, έλιωσαν η μια μέσα την άλλη αλληλο-κατακτώντας κάθε κομμάτι του καθρέφτη αλλά και της ύπαρξης τους.

Η συγκινητικά σωματική Κλέρ της Κωνσταντίνας Τάκαλου υπήρξε τόσο εσωτερική και τρυφερή σαν κλαράκι κι όμως τόσο σκληρή σαν κεντρί. Στον αντίποδα, η Κάτια Γέρου ως Σολάνζ, τόσο ενεργειακά ακέραιη σε όλη τη διάρκεια όσο και παραληρηματικά συντονισμένη στο εγώ του ρόλου, ήταν ο αέρας που έμπαινε από τις χαραμάδες και ψύχραινε κάθε ένταση, από τη δροσερή υγρασία ως τη θανατερή παγωνιά.

«Δούλες στο Θέατρο Τέχνης, για τις άκρατες φαντασιώσεις, τις φτηνές επιδιώξεις, το είδωλο στον καθρέφτη που δε θέλουμε να βλέπουμε και το θάνατο-λύτρωση που παραμονεύει εντός μας.»

Η Κυρία της Μαριάννας Κάλμπαρη, μια φιγούρα ανατροπή στο παράλογο σχήμα των δύο αδερφών, εισάγεται για να «κατεβάσει» από την υπέρβαση και να προσθέσει στο σχολιασμό. Η φυσικότητα της, η διαφορετικότητα στο ύφος και η εισβολή στη δομή της συνθήκης, διαμορφώνουν την εικόνα αυτού που ο Ζενέ ονομάζει Κυρία ως μια απεικόνιση του αποτροπιασμού του για όσα ο σύγχρονος άνθρωπος αρέσκεται να φαντασιώνεται και επ’ αυτών να ματαιοδοξεί. Στην εκδοχή του Τέχνης, είναι η προσωποποίηση της ελληνικής παρακμής, περασμένων δεκαετιών.

Δούλες στο Θέατρο Τέχνης, για τις άκρατες φαντασιώσεις, τις φτηνές επιδιώξεις, το είδωλο στον καθρέφτη που δε θέλουμε να βλέπουμε και το θάνατο-λύτρωση που παραμονεύει εντός μας.

Συντελεστές παράστασης Οι Δούλες

  • Μετάφραση- Σκηνοθεσία: Μαριάννα Κάλμπαρη
  • Συνεργάτης στη Σκηνοθεσία: Βασίλης Μαυρογεωργίου
  • Δραματολόγος παράστασης: Έλενα Τριανταφυλλοπούλου
  • Σκηνικά- Κοστούμια: Χριστίνα Κάλμπαρη
  • Μουσική επιμέλεια: Νέστωρ Κοψιδάς
  • Επιμέλεια κίνησης: Βάλια Παπαχρήστου
  • Σχεδιασμός φωτισμού: Στέλλα Κάλτσου
  • Βοηθός σκηνοθέτη- Εκτέλεση παραγωγής: Μαριλένα Μόσχου
  • Επεξεργασία ήχου- Β’ βοηθός σκηνοθέτη: Κωνσταντίνος Ευστρατίου
  • Παίζουν: Κάτια Γέρου, Κωνσταντίνα Τάκαλου, Μαριάννα Κάλμπαρη
Πληροφορίες παράστασης Οι Δούλες

  • Θέατρο: Τέχνης Κάρολου Κουν, Υπόγειο
  • Διεύθυνση: Πεσμαζόγλου 5
  • Τηλέφωνο: 210 3228706
  • Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη και Κυριακή 8μμ, Πέμπτη- Παρασκευή- Σάββατο 9:15 έως 1.4.2018
  • Τιμές εισιτηρίων: 10 έως 16 ευρώ
  • Site 

-Βία: Καθόλου

-Γυμνό: Ελάχιστο

 

 

Διαβάστε περισσότερες Θεατρικές κριτικές εδώ

 

Προηγούμενο άρθροΗ Ζωή Τηγανούρια και η Σοφία Αρβανίτη στο Σταυρό του Νότου στις 8/03
Επόμενο άρθροΗ Βαλάντω Τρύφωνος live στο Black Duck στις 7 Μαρτίου!
Μαρία Στέλλα Μπινίκου
Απόφοιτη Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας, της Φιλοσοφικής Σχολής Ιωαννίνων (κατεύθυνση Ψυχολογίας) και Θεατρικών Σπουδών, της Σχολής Καλών Τεχνών, στο Ναύπλιο. Φοιτήτρια στο Μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Σύγχρονες Δημοσιογραφικές Σπουδές», του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου.