Φως στο πλούσιο έργο ενός οραματιστή αρχιτέκτονα επιχειρεί να ρίξει με την έκθεση “Ο κόσμος του Εμμανουήλ Βουρέκα” το μουσείο Μπενάκη στο κτήριο της οδού Πειραιώς. Διαμορφώνοντας ένα πολύ προσωπικό ύφος ήδη από τα χρόνια του μεσοπολέμου, ο Εμμανουήλ Βουρέκας θα καθιερωθεί ως ένας απ’ τους πλέον καταξιωμένους αρχιτέκτονες μεταπολεμικά, σχεδιάζοντας κτήρια ορόσημα, όπως το Αθήναιον Μέλαθρον, το Μέγαρο Μουσικής και φυσικά το ξενοδοχείο Χίλτον. Έργα του επίσης αποτελούν πλήθος κτηρίων γραφείων, τράπεζες, μονοκατοικίες, τουριστικές εγκαταστάσεις, καθώς και πολεοδομικές μελέτες.

Ο Εμμανουήλ Βουρέκας (1907-1992) γεννήθηκε στο Φάληρο και σπούδασε αρχιτεκτονική στη Δρέσδη. Ξεκινά τη σταδιοδρομία του τη δεκαετία του 1930, σχεδιάζοντας αστικές πολυκατοικίες, στο μοντέρνο ύφος της εποχής. Τα έργα όμως που θα τον καθιερώσουν στο εγχώριο αρχιτεκτονικό γίγνεσθαι θα έρθουν αργότερα. Από τις πολυτελείς, αυστηρές πολυκατοικίες των αρχών της δεκαετίας του ’50, ως τα μπρουταλιστικά κτήρια γραφείων του ’60 και του ’70, ο Βουρέκας θα διαμορφώσει όσο λίγοι το αστικό τοπίο του κέντρου της Αθήνας, αλλά και των προαστίων.

Ο αφαιρετικός, εκσυγχρονισμένος κλασικισμός έχει κάνει αισθητή την παρουσία του ως διακριτό στυλ, ήδη από τη δεκαετία του 1930. Γίνεται ωστόσο ο κυρίαρχος συρμός της επίσημης αρχιτεκτονικής κατά τη δεκαετία του ΄50, κυρίως στην Αθήνα, αλλά και σε άλλες μεγάλες πόλεις. Εξαιρετικά δείγματα, αυτού του “μοντέρνου” κλασικισμού μας δίνει ο Εμμανουήλ Βουρέκας.

Τα κτήρια σταθμοί της καριέρας του


 

To ξενοδοχείο "Αθήναιον Μέλαθρον", 1950

Κτήριο σταθμό στην καριέρα του αρχιτέκτονα αποτελεί το ξενοδοχείο Hilton (1958-1963). Πρόκειται για το πρώτο κοσμοπολίτικο ξενοδοχείο της μεταπολεμικής Ελλάδας, το λιτό και συνάμα επιβλητικό ύφος του οποίου θα αποτελέσει την επίσημη έκφραση της αρχιτεκτονικής “γοήτρου” κατά τις επόμενες δεκαετίες. Παρότι θεωρήθηκε ελπίδα για τον ελληνικό τουρισμό, δεν ήταν λίγες οι αντιδράσει που προκάλεσε λόγω της κλίμακας και του ύψους του, σε συνδυασμό με την προνομιακή του θέση.

Κατά τα επόμενα χρόνια, ο Εμμανουήλ Βουρέκας, ακολουθώντας τις κυρίαρχες τάσεις της αρχιτεκτονικής, θα σχεδιάσει πολυτελή κτήρια γραφείων, επηρεασμένα κυρίως από το διεθνές στυλ. Στην πολυσχιδή δουλειά του περιλαμβάνονται ακόμα πλήθος ιδιωτικών κατοικιών και δημοσίων κτηρίων, τράπεζες, ξενοδοχεία κ.α. Αξίζει ακόμα να αναφερθούν η διαμόρφωση και οι τουριστικές εγκαταστάσεις στη Γλυφάδα, το Καβούρι, τη Βουλιαγμένη και τη Θεσσαλονίκη, καθώς και η συνεργασία του με γνωστά ονόματα της νεοελληνικής αρχιτεκτονικής, όπως ο Ιωάννης Βικέλας, ο Σπύρος Στάικος και ο Κωνσταντίνος Δεκαβάλλας. Τελευταίο μεγάλο έργο του Εμμανουήλ Βουρέκα θα αποτελέσει η μελέτη για το Μέγαρο Μουσικής, από την οποία πραγματοποιήθηκαν όμως μόνον οι όψεις.

Ο Βουρέκας στο μουσείο Μπενάκη


Στην προσεγμένη έκθεση του μουσείου Μπενάκη, η οποία συνοδεύεται από δίγλωσσο κατάλογο – μονογραφία του αρχιτέκτονα, καθώς και από ντοκιμαντέρ για τη ζωή του, ο επισκέπτης “βυθίζεται” στο έργο του δημιουργού, δεν μπορεί ωστόσο παρά να προβληματιστεί με τα επίκαιρα φιλμάκια της εποχής, τα οποία παρεμβάλλονται ανάμεσα στα ενημερωτικά πάνελ και το πλούσιο αρχείο του Βουρέκα.

Είναι η εποχή της οικονομικής ανάπτυξης και της επακόλουθης ανεξέλεγκτης δόμησης. Γίνεται λοιπόν ολοφάνερη στο θεατή η άκρατη αισιοδοξία και ο “εκμοντερνισμός”, ο οποίος προσφέρεται αφειδώς σε μια κοινωνία στερημένη ευμάρειας, σε βάρος πάντοτε της ιστορικότητας και της προσεγμένης Αθηναϊκής αισθητικής. Στο βωμό του εκσυγχρονισμού, σπουδαία νεοκλασικά μέγαρα κατεδαφίζονται εν μια νυκτί, ενώ τη θέση τους παίρνουν αδιάφορα μεγαθήρια, τα οποία παρουσιάζονται ως “αριστουργήματα” της σύγχρονης αρχιτεκτονικής.

Παρά τις όποιες (δικαιολογημένες ή μη) αντιδράσεις ακόμα και για τμήματα του έργου του ίδιου του Βουρέκα, γεγονός αποτελεί ότι τα κτήρια αυτά καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την εικόνα της πόλης όπως την ξέρουμε σήμερα. Και ο Εμμανουήλ Βουρέκας, με την ποικιλομορφία και την ποιότητα της δουλειάς του, είναι από τους αρχιτέκτονες, το όνομα των οποίων παραμένει άρρηκτα συνδεδεμένο με την πορεία της νεοελληνικής αρχιτεκτονικής στο χρόνο.

Η έκθεση στο μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς 138 και Ανδρονίκου) θα παραμείνει ανοικτή έως και τις 2 Δεκεμβρίου, ενώ στις 2 και 9 Νοεμβρίου (ημέρα Παρασκευή) στις 17.00 η επιμελήτρια της έκθεσης Μάρω Καρδαμίτση  – Αδάμη, θα πραγματοποιήσει ξεναγήσεις για το κοινό.

Προηγούμενο άρθρο«Τρελός για σένα» από 12 Οκτωβρίου στο θέατρο Πυξίδα
Επόμενο άρθροΓνωριμία με τον Ισραηλινό Κινηματογράφο στο ΙΜΚ