Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου, το έμμετρο ερωτικό μυθιστόρημα, το σημαντικότερο έργο του αιώνα της ακμής της κρητικής λογοτεχνίας (1590-1669) και για αιώνες δημοφιλέστερο ανάγνωσμα του ελληνισμού κυκλοφόρησε σε graphic novel από τις εκδόσεις POLARIS πριν από λίγους μήνες. Το απαιτητικό αυτό εγχείρημα ανέλαβαν να υλοποιήσουν  δύο συγγραφείς, ο Δημοσθένης Παπαμάρκος και ο Γιάννης Ράγκος, και ένας κομίστας, ο Γιώργος Γούσης.[i] Μετά από μια μικρή έρευνα στους κύκλους μου διαπίστωσα πώς, πράγματι, σχεδόν κανείς (συμπεριλαμβανομένων των αποφοίτων φιλολογίας) δεν θυμάται τη πλοκή του αφηγηματικού αυτού ποιήματοςž· στην καλύτερη περίπτωση το χαρακτηρίζουν ως επικό ή ρομαντικό ποίημα, ενώ αρκετοί το παραλληλίζουν με τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα. Η πρόσφατη μεταφορά, λοιπόν, του  Ερωτόκριτου σε graphic novel εγείρει ενδιαφέροντα ερωτήματα σχετικά με την δραστικότητα του κειμένου αυτού στις μέρες μας αλλά και με τον διαχωρισμό μεταξύ ‘υψηλής’ και ‘χαμηλής’ κουλτούρας. Το δεύτερο ερώτημα προκύπτει στο βαθμό που η επανανάγνωση και η απόδοση με σύγχρονα μέσα ενός κλασικού λογοτεχνικού έργου ενδεχομένως μειώνει την ποιότητά του αποτελέσματος.

Το φεγγάρι κάνει βόλτα στης αγάπης μου την πόρτα…

Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου
Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου σε graphic novel από τις εκδόσεις POLARIS

Ο Ερωτόκριτος ως fantasy comic:

Ο Ερωτόκριτος γράφτηκε ανάμεσα στο 1600-1610, διασκευάστηκε και μεταφράστηκε ουκ ολίγες φορές, επηρεάζοντας σημαντικά νεότερους ποιητές (Σολωμό, Παλαμά, Σικελιανό, Σεφέρη) και κληρονομώντας μία σειρά ερωτοκριτολόγων που καταπιάνονται με τις γλωσσολογικές, πολιτιστικές και ιδεολογικές  πτυχές του ποιήματος. Ο επιμελής σχεδιασμός των χαρακτήρων, ο πλούτος των περιστατικών καθώς και το μοτίβο του ανεκπλήρωτου έρωτα και της περιπέτειας συνέβαλαν στη δημοτικότητά του και (εύλογα) στην μεταφορά  του σε εικονογραφημένη αφήγηση. Δεδομένου ότι ως είδος το graphic novel βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο στην Ελλάδα, η διασκευή του Ερωτόκριτου ενδεχομένως να ξενίζει πολλούς φιλολόγους ή διανοούμενους που αντιμετωπίζουν το graphic novel ως προϊόν «χαμηλής» κουλτούρας, δηλούν την έκπτωση ενός εμβληματικού έργου «υψηλής» λογοτεχνίας.[ii] Αντιλαμβάνομαι τον fantasy Ερωτόκριτο ως μία απόπειρα εκδημοκρατισμού (και όχι απλούστευσης) ενός λογοτεχνικού έργου, του οποίου η γλώσσα δυσχεραίνει την ανάγνωση και ενδεχομένως αποτρέπει πολλούς από το να την επιχειρήσουν. Καθώς θα φανεί από τη σύντομη κριτική μου, η νέα αυτή εκδοχή είναι ιδιαιτέρως επιτυχημέν緞 η σύζευξη λόγου και εικόνας παρουσιάζει ένταση και συνοχή, προϋποθέτει κοπιαστική αναδίφηση σε ιστορικές πηγές και κριτικές εκδόσεις και αναδεικνύει την πολεμική δράση του έργου, η οποία με βάση τις αναμνήσεις μου από τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα παρέμενε μάλλον υποφωτισμένη.

Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου
Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου σε graphic novel από τις εκδόσεις POLARIS

Η συμπύκνωση του πολύστιχου αφηγηματικού ποιήματος μόλις σε 86 σελίδες αποδίδει την βασική γραμμή της πλοκής και χωρίζεται σε τέσσερα μέρη, τηρώντας με σεβασμό το πνεύμα του πρωτότυπου. Στα διαλογικά μέρη υιοθετείται η νεοελληνική απλή γλώσσα, χωρίς να εκπίπτει νεολογισμούς ή εκφράσεις της αργκό—διατηρώντας έτσι κάτι από τη μεγαλοπρέπεια των ηρώων και του μυθοπλαστικού σύμπαντος—, ενώ στα αφηγηματικά μέρη παρατίθενται εύληπτα δίστιχα από το πρωτότυπο. Ίσως το βασικό χαρακτηριστικό του Ερωτόκριτου, και αυτό που το κατέστησε ιδιαιτέρως πρόσφορο στην μετατροπή του σε fantasy comic, να είναι ο απροσδιόριστος χωρόχρονος και οι αναφορές του σε διαφορετικά ιστορικά και πολιτισμικά περιβάλλοντα (κυρίως μέσω της γλώσσας, η οποία συγκεράζει την αρχαιοελληνική, τη βυζαντινή και τη βενετοκρητική διάλεκτο). Το στοιχείο της πολυπολιτισμικότητας αξιοποιήθηκε άρτια από τους δημιουργούς με αποτέλεσμα οι εκφραστικές φιγούρες των χαρακτήρων να θυμίζουν μορφές από αρχαιοελληνικά αγγεία ενδεδυμένα με μεσαιωνικούς χιτώνες, ενώ ο περιβάλλον χώρος αποτελεί ένα συνονθύλευμα αναφορών στην βυζαντινή, βενετσιάνικη, μεσαιωνική και αναγεννησιακή εποχή. Το αποτέλεσμα είναι το graphic novel να χαρακτηριστεί ένα ιδιότυπο «μεσογειακό fantasy» στο οποίο η ώσμωση πολιτισμών και ταυτοτήτων συνομιλεί με τη σύγχρονη ιστορική́ συγκυρία.

Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου
Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου σε graphic novel

Παράλληλα, η φυσική γλώσσα και κινησιολογία των ηρώων (χαρακτηριστική είναι η σκηνή όπου ο Ερωτόκριτος μοιράζεται με τον φίλο του Πολύδωρο την ερωτική του απογοήτευση, καθισμένος στο παράθυρο του σπιτιού του) και η δυναμική εναλλαγή των panels προσδίδει εκφραστικότητα και ρεαλισμό. Ωστόσο, το κατά τη γνώμη μου «δυνατό σημείο» του βιβλίου (και αυτό που αυξάνει την απήχησή του στο νεανικό κοινό) είναι η έμφαση στις σκηνές μάχης, οι οποίες αποδίδονται με δυναμισμό, ένταση και πολλή βία (λόγου χάρη οι πέντε σελίδες που αφιερώνονται στη μονομαχία του Ερωτόκριτου με τον Αρίστο). Για τις ανάγκες της εικονογράφησής τους αναδίφησαν αναγεννησιακά εγχειρίδια οπλομαχητικής, κάτι που, όπως δηλώνει ο Παπαμάρκος, «για έναν νέο αναγνώστη θα είναι φρέσκο, δεν θα είναι η ψεύτικη μάχη που έχεις συνηθίσει να βλέπεις σε ένα κόμικ». Ακόμη, με τον τονισμό της ωμότητας και της σκληρότητας των μαχών, απομυθοποιείται το μεγαλείο του πολέμου και αισθητοποιούνται τα θέματα του άλογου πάθους, της τιμής και του αίματος που ζητά εκδίκηση.

Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου
Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου σε graphic novel

Ως προς τις ιδεολογικές προεκτάσεις του έργου—οι οποίες επιβεβαιώνουν τη διαχρονικότητα του αφηγηματικού ποιήματος του Κορνάρου—αναδεικνύονται η ερωτική επιθυμία, η φιλία και τα δίκτυα υποστήριξης (Αρετούσα- Νένα, Ερωτόκριτος-Πολύδωρος) οι ταξικές διαφορές και η σύγκρουση των ηρώων με το κοινωνικό περιβάλλον, καθώς και οι έμφυλες σχέσεις εξουσίας. Όσον αφορά στον «φεμινιστικό» χαρακτήρα του έργου, η Αρετούσα πράγματι ενσαρκώνει έναν επαναστατικό χαρακτήρα που αμφισβητεί την πατριαρχική δομή της βασιλείας και την αυταρχική φιγούρα του πατέρα. Μολαταύτα, παραμένει μια ετεροπροσδιορισμένη ύπαρξη στο μέτρο που η υποκειμενικότητά της καθορίζεται από την εξωτερική ομορφιά και την ερωτική επιθυμία ως αντανάκλασή της ανδρικής, ενώ ο Ερωτόκριτος διαδραματίζει έναν σαφώς πρωταγωνιστικό ρόλο και αποκτά κοινωνική καταξίωση μέσω των ανδραγαθιών και πολλαπλών ικανοτήτων του.

Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου
Ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου

Συμπέρασμα: λίγο από pop παραμύθι, λίγο από love story και λίγο από τους ιππότες του games of thronesž ένα ισορροπημένο μείγμα, η σύγχρονη εκδοχή του Ερωτόκριτου δεν φαίνεται να αποκαθηλώνει την υψηλή λογοτεχνία από το βάθρο της, αλλά μπολιάζει επιτυχώς παλιά υλικά με νέα γλωσσικά και εικονικά μέσα, ξεδιπλώνοντας έναν συναρπαστικό κόσμο. Έτσι τουλάχιστον δείχνει η μεγάλη απήχηση του graphic novel, το οποίο γνώρισε αλλεπάλληλες επανεκδόσεις και έπεται η έκδοση του στην αγγλική γλώσσα. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα αισιόδοξο εγχείρημα, το οποίο ενδέχεται να εκφράζει μια ευρύτερη τάση αναζήτησης νέου περιβλήματος για «κλασικά» έργα.[iii] Το γεγονός αυτό εύλογα γεννά ερωτήματα (ή και ελπίδες) για τη μελλοντική γλωσσική ή αισθητική διασκευή και άλλων «κλασικών» έργων (βλ. Παπαδιαμάντη, Βιζυηνό κ.α.) που ίσως έτσι γνωρίσουν την μαζική επιτυχία που τους αρμόζει στο σήμερα.

 

Ερωτόκριτος

Σενάριο: Δημοσθένης Παπαμάρκος και Γιάννης Ράγκος.

Σχέδιο: Γιώργος Γούσης.

Εκδόσεις Polaris

 


[i] Ο ιστορικός Δημοσθένης Παπαμάρκος είναι γνωστός από τις συλλογές διηγημάτων Μεταποίηση (2010) και Γκιακ (2014) και ο Γιάννης Ράγκος  είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας των αστυνομικών διηγημάτων Μυρίζει αίμα (2008) και Η στάση του εμβρύου (2005). Ο Γιώργος Γούσης πρώτη φορά επιχειρεί κόμικ μεγάλης φόρμας, ενώ στο παρελθόν έχει γράψει σύντομες ιστορίες κάποιες από τις οποίες συμπεριλαμβάνονται στις Ιστορίες από τις αθώες εποχές των εκδόσεων ΚΨΜ.
[ii] Η ταύτιση των graphic novel (όρος που εισήχθη το 1964) με τα κόμικς είναι εσφαλμένη. Τα πρώτα είναι εκτενέστερα και εν γένει πολυπλοκότερα, ενώ η ιστορία συνήθως ολοκληρώνεται σε ένα ή δύο βιβλία (σε αντίθεση με τα κόμικς, τα οποία αφηγούνται μία ιστορία σε πολλά τεύχη).
[iii] Βλ. τη διασκευή της Πάπισσας Ιωάννας του Εμμανουήλ Ροΐδη σε κόμικ, από «μεσαιωνική μελέτη»  σε «μεσαιωνικόν εικονογραφημένον», από τον Λευτέρη Παπαθανάση και τις εκδόσεις ΚΨΜ.

Προηγούμενο άρθρο4th Handmade and Recycled Theater Festival – Πρόσκληση συμμετοχής
Επόμενο άρθροΜνήμη Παλμύρας του Αλέκου Λεβίδη.
Βασιλική Καϊσίδου
Η Βασιλική Καϊσίδου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1992. Είναι απόφοιτος του τμήματος Φιλολογίας (ΜΝΕΦ) του Πανεπιστημίου Αθηνών, και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στις Νεοελληνικές Σπουδές από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Ζει στο Birmingham, όπου εκπονεί ως υπότροφος του ιδρύματος Ωνάση τη διδακτορική της διατριβή με θέμα την επαναδιαπραγμάτευση της μνήμης του ελληνικού Εμφυλίου στη νεοελληνική πεζογραφία (1975-2015). Παράλληλα, αρθρογραφεί συστηματικά σε διάφορους διαδικτυακούς ιστότοπους. // How many cities have revealed themselves to me in the marches I undertook in the pursuit of books. ― W. Benjamin. Email επικοινωνίας: kaisidou.vas@gmail.com