«Ο Άγιος της μοναξιάς» της Ιωάννας Καρυστιάνη: «Ο Άγιος της μοναξιάς» της Ιωάννας Καρυστιάνη: «Ο κάθε άνθρωπος έχει τα σύνορά του, τα συρματοπλέγματά του, κι αλλουνού μακρινά, αλλουνού εδώ δίπλα.» Ακριβώς αυτά τα σύνορα της ανθρώπινης αντοχής και ανοχής διερευνά η Ιωάννα Καρυστιάνη με το έργο της “Ο Άγιος της μοναξιάς”. Στο μικροσκόπιο της συγγραφέως έρχεται κάθε έκφανση μοναχικότητας ως το σημείο που η μοναξιά καταλύει το χρόνο, τον τόπο και την ίδια τη ζωή. Η άνιση μάχη με τη μοναξιά βρίσκει επιτέλους κατάλυμα σε αυτό το βιβλίο που τη διαφυλάσσει ως ιερό μυστήριο αποδίδοντας στην κατάρρευση των ανθρώπων το δέος και την προσοχή  που της αρμόζει, ώστε  να αποκαθηλωθούν οι ψυχές που σταυρώθηκαν στην άβυσσό της και να αναθεωρήσουμε τις απόψεις μας για τη σχέση βάθους-επιφάνειας κοιτάζοντας τα ανθρώπινα μέσα από τα εσώψυχα των κακοπαθημένων ηρώων με το προδιαγεγραμμένο τέλος.

Η Στέλλα Σαλαγιά, πραγματοποιώντας την μεγαλύτερη συνθηκολόγηση της ζωής της, παύει να αντιστέκεται στην ήττα και ανοίγει διάπλατα τα παράθυρα να πλημμυρίσει ο τόπος και χρόνος από τον άνεμο της μοναξιάς. Στροβιλίζεται στη θύελλα της απογοήτευσης και της ερημιάς με απόλυτη συνείδηση και περιχαρακώνεται σε έναν εσωτερικό εγκλεισμό, τον οποίο περιφρουρεί και διανθίζει με την αρωγή των τριών συναδέλφων καθηγητριών που συνδέονται και αλληλοκατανοούνται λόγω ομοιοπάθειας. Ο Σίμος Σεμερτζίδης, με βεβαρημένο ιστορικό και μια ιδιάζουσα μοναχικότητα, διαβιεί στα πλαίσια του ασφυκτικού κλοιού της υπερπροστατευτικής και συμπλεγματικής φυσιογνωμίας της Κλαίρης, της μητέρας του, προσευχόμενος για μια διέξοδο από την δυναστευτική ρουτίνα που του επιβάλλει ο χωρικός περιορισμός και η έλλειψη εργασίας. Η Κλαίρη πάλι, καιροφυλακτεί για την εκδήλωση της ασθένειας του μοναχογιού της, ξεδιπλώνοντας σταδιακά τα θραύσματα του εαυτού της και τα άλλοθι της συμπεριφοράς της. Ο Λεόντιος, ο μοναχός με τα ψυχολογικά προβλήματα, ο θεματοφύλακας του μυστικού του «Πάντοτε Φθινοπωρινού Σπιτιού» και η γρια-Μόρφω, η νταντά του Σίμου, είναι οι μόνοι που περιφερειακά έστω έχουν γνώση και μερίδιο στην ιστορία του σπιτιού και της οικογενείας Σεμερτζίδη και συμπληρώνουν το ψηφιδωτό της μοναξιάς.

Μες τη συνάφεια των πολλών, ένας έρωτας και δύο κηδείες θα αποτελέσουν τους καταλύτες και θα θέσουν τη μοναξιά των ηρώων στην τελική ευθεία. Σημειωτέον, ακόμα κι η ερωτική ιστορία που εκτυλίσσεται εκφράζει μια αμφίδρομη αντιπαράθεση με τους φόβους, τις ενδόμυχες σκέψεις, επιθυμίες, ανάγκες και αναστολές των δύο εραστών ενώ οι μοναξιές των δύο εραστών διαπλέκονται και αντικατοπτρίζουν ευκρινώς η μία την άλλη, ξορκίζοντας και διαχέοντας μέρη της στην περιβάλλουσα ατμόσφαιρα. Η μοναξιά όμως, είναι επίμονη και επανέρχεται να ανατρέψει και να πνίξει τον απελπισμένο έρωτα, ο οποίος δίχως να το καταλάβουμε, την αναπαράγει και της ανοίγει το δρόμο ώστε να εδραιωθεί και να σφραγίσει το χρόνο.

Ακροπατώντας στα ανθρώπινα όρια ή ψηλαφώντας την άγονη γη της μοναξιάς; «Ο Άγιος της μοναξιάς» φαντάζει να μετεωρίζεται πάνω από τα πρόσωπα του έργου διασφαλίζοντας στο ακέραιο την ερημία της ψυχής τους, παγιώνοντας την στο βάθος του χρόνου με μοναδική διαφυγή το θάνατο. 

Ζωές στο χείλος της καταστροφής, φλερτάρουν τακτικά με την κατάρρευση και παραδίνονται στην ματαιότητα με σαρκασμό. Οι επιμέρους μοναξιές πρωταγωνιστών και δευτεραγωνιστών συνθέτουν διαπλεκόμενες το τοπίο της συναισθηματικής ερείπωσης ενισχύοντας με την ιστορικότητά τους το αίσθημα της αμετάκλητης μοναξιάς. Η ιδιάζουσα και παρατεταμένη μοναχικότητα που βιώνει έκαστος των ηρώων εκλαμβάνεται στις εκφάνσεις της  από τον αναγνώστη άλλοτε  ως οικείο και καθημερινό φαινόμενο  και άλλοτε ως ανοίκειο κι ακραίο. Η συγγραφέας ιχνηλατεί τον ρου της μοναξιάς, στο μονοπάτι του οποίου βαδίζουν κεντρικοί και περιφερειακοί ήρωες με ένα τρόπο που καταξιώνει τη μοναξιά ως νέα κανονικότητα αλλά και ως συνεκτικό κρίκο μεταξύ των ανθρώπων που τη φέρουν.

Κοινός τόπος και κοινό μυστικό το αίσθημα της απόλυτης εγκατάλειψης που κατά καιρούς συνέχει και αποσύρει τους ανθρώπους στο περιθώριο της ζωής και της ύπαρξης. Η αχρονικότητα και το απροσμέτρητο βάθος της μοναξιάς που βιώνουν οι ήρωες σε συνδυασμό με την απολυτότητα και το αμετάκλητο συνταράσσει τον αναγνώστη καθώς και τους ίδιους του ήρωες, των οποίων τη ζωή βλέπουμε να σπαράζεται από μια εμφατική απουσία που τους καταδικάζει και τους αρνείται το μέλλον. Η συνεχής αναμέτρηση με το δαίμονα της μοναξιάς, ενδεικτική μιας απέλπιδης, ενδόμυχης  προσπάθειας για μια εναλλακτική, πιο συντροφική προοπτική και μιας αφελούς μα δυναμικής παραγωγής προσδοκιών, ενέχει σοβαρά διακυβεύματα, η διαπραγμάτευση των οποίων πολλαπλασιάζει το προσωπικό κόστος των μικρών καθημερινών ηττών και νικών και εντείνει την τραγικότητα.

Η μοναξιά συλλαμβάνεται ως κυκεώνας, που παρασύρει στη δίνη του το άτυχο ον και του απομυζά τη διάθεση για ζωή και την ανάγκη του για όνειρα και ουτοπίες. Και η απομάγευση αυτή της ζωής προσλαμβάνει προοδευτικά τελεσίδικο χαρακτήρα με τη διέξοδο να απομακρύνεται και να ξεθωριάζει στο φως της ζωής που σβήνει. Άνθρωποι μοναχικοί που φέρουν το στίγμα της συνειδητότητας του κατακερματισμένου και ανολοκλήρωτου «Εγώ» τους αποδεχόμενοι την ήττα αλλά συνάμα και το τέλος του αγώνα επιδίδονται σε μια σισύφεια δραστηριότητα, καταδικασμένοι να κουβαλούν επί ματαίω το βράχο της μοναξιάς που θα ξετυλίξει το νήμα της ζωής τους. Η παραδοχή αυτή που αναμφίβολα οδηγεί σε τέλμα αποτελεί και το σημείο όπου κλιμακώνεται η ιδιότυπη συνθήκη του βίου τους και σηματοδοτεί την καθολική τους παραίτηση από τα ανθρώπινα με τρόπο πέραν του μηχανικού. Συγκεκριμένα, η παραίτηση εκφράζεται με την αντίδραση και την  συστηματική απόρριψη κάθε τυχαίας, εφήμερης πηγής ευχαρίστησης. Κάτι που διατυπώνεται εναργέστατα με την περίφημη δήλωση της Στέλλας, η οποία «κάθε γαλανό ουρανό ήθελε να τον βρομίσει, κάθε χρυσό δειλινό να το καταργήσει» αρνούμενη και αποδομώντας ακόμα κι αυτήν τη μικρή παραμυθία. Κι όμως αυτές οι πολύπαθες ψυχές υπόρρητα συγκοινωνούν και κατά βάθος αναγνωρίζονται και συμπονούν τη βαριά τους μοίρα.

Ένα άλλο ερώτημα που πιθανώς εγείρεται από το έργο αφορά το γένος της μοναξιάς. Επιβεβλημένη μοναξιά ή μοναξιά ως προσωπική επιλογή; Η μοναξιά στο εν λόγω έργο εγκιβωτίζεται στο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο της εποχής – η πλοκή εκτυλίσσεται το 1995- και στοιχειοθετείται με τρόπο που να μη θυματοποιεί τους ήρωες-φορείς της. Σε μια περίοδο όπου ο ορίζοντας προσδοκιών απέκλεισε κάθε συλλογική προοπτική, όπου οι αξίες των ανθρώπων όπως και τα όρια τους δοκιμάζονται και κλυδωνίζονται, όπου ο κόσμος εγκλωβίζεται στη φαινομενολογία και επιδίδεται στην κερδοσκοπία και την κατανάλωση, η απομόνωση, η ενδοσκόπηση και η απόσυρση αποκλειστικά και μόνο στη σφαίρα του ιδιωτικού νοηματοδοτούνται και δικαιολογούνται. Η σκληρή και αδυσώπητη πραγματικότητα των σχέσεων, της εργασίας, της κοινωνίας, οι αλλεπάλληλες απογοητεύσεις και διαψεύσεις, όλες οι συσσωρευμένες μικρές και μεγάλες ήττες της καθημερινότητας, η κατάρρευση των ιδανικών, η εξαγορά των αξιών, η αδυναμία ανίχνευσης ενός ιδεώδους τέλους, μιας διεξόδου, απομυθοποιούν με βία τη ζωή, αναδεικνύουν και διευρύνουν την κενότητα της σύγχρονης ύπαρξης και πλήττουν αμετάκλητα τον ανθρώπινο ψυχισμό.

Οι αντι-ήρωες της Καρυστιάνη είναι εκείνοι ακριβώς οι άνθρωποι που δεν άντεξαν το μεγάλο συμβιβασμό της ζωής, εκείνοι οι οποίοι δίχως καμία πριμοδότηση από την προσωπική τους ιστορία έχασαν το στοίχημα και διακύβευσαν την ψυχή τους. Δεν ηττήθηκαν απλώς στην αναμέτρηση με την μοναξιά που τους κύκλωσε, αλλά την προσυπέγραψαν, της παραδόθηκαν και σταμάτησαν να την αντιπαλεύουν αποτιμώντας ό,τι δεν είχε μείνει τίποτα πλέον για να θυσιαστεί και τίποτα για να κερδιθεί. Ας μην είμαστε όμως αυστηροί, εδώ δε θα συναντήσουμε υπεράνθρωπους. Η συνθηκολόγηση που πραγματοποιούν οι πρωταγωνιστές, παρότι αμετάκλητη, δεν είναι απόλυτη, αλλά τους παγιδεύει σε αντιφάσεις και ψευδαισθήσεις με αποτέλεσμα να επαληθεύουν την παραίτηση μα ταυτόχρονα ενδόμυχα να καραδοκούν για μια σπίθα ανατροπής και απεγκλωβισμού, η οποία όμως ποτέ δεν εμφανίζεται και όλο τους διαψεύδει ανηλεώς.  Τοιουτοτρόπως, η μοναξιά ανακυκλώνεται και αναπαράγεται και πολλαπλασιάζεται και οριστικοποιείται… οι ετυμηγορίες διίστανται και επαφίενται στο αναγνωστικό κοινό, μα σίγουρα το τοπίο της μοναξιάς αποκαλύπτεται εξονυχιστικά, πολυπρισματικά και με έναν ωμό ρεαλισμό που αποδίδει το επακριβώς το απάνθρωπο προφίλ μια πανανθρώπινης συνθήκης που τρέφεται και θρέφει το συγκείμενο.

Αναφορικά με το τεχνικό επίπεδο της συγγραφής, η αφήγηση συγκροτείται σε τρία ανισομεγέθη τμήματα («Το κύμα της κοιλιάς», «Μπολσόι», «Αγιασμός»), τα οποία δίνουν φωνή σε καθέναν από τους πρωταγωνιστές να παρουσιάσει την δική του εκδοχή της επιμέρους μοναξιάς τους και να τοποθετηθεί επί των γεγονότων και πραγματεύονται σφαιρικά το επίμαχο θέμα. Αξίζει να σημειωθεί ότι είναι εντυπωσιακός ο ρόλος της περιφέρειας της συνείδησης καθώς κατά την ανάγνωση ξεδιπλώνεται ενώπιον μας όλη η συλλογιστική πορεία των ηρώων, με τους συνειρμούς τους, με τα ανομολόγητα πάθη και επιθυμίες, με τις ενδόμυχες σκέψεις, τους εσωτερικούς μονολόγους και τα κάθε λογής σχόλια. Υπό τέτοιες  συνθήκες η ψυχογραφία αγγίζει τα όρια της και μας επιτρέπει τη μέγιστη δυνατή  θέαση της εσωτερικής διαπάλης των ηρώων, χαρίζοντας άλλη διάσταση και περισσότερο βάθος στην ενδοσκόπηση. Ο ασθμαίνων, μακροπερίοδος και ασύνδετος λόγος συνεπικουρεί στην εξέφραση των ψυχολογικών μεταπτώσεων των ηρώων και στην αποτύπωση του κλονισμένου τους «Εγώ»  με άμεσο και παραστατικό τρόπο. Τέλος, η γλώσσα που μετέρχεται η συγγραφέας χρήζει ιδιαίτερου σχολιασμού καθώς είναι ωμή, κυνική, τολμηρή και θίγει ευθύβολα και χωρίς περιστροφές τα κακώς κείμενα προκειμένου να τα στηλιτεύσει ουσιαστικά και αποτελεσματικά. Ακόμα, συχνά γίνεται σαρκαστική προκειμένου να αποδώσει ρεαλιστικά τις αντιδράσεις των πρωταγωνιστών που αλληλεπιδρούν με μια τόσο στυγνή πραγματικότητα. Διασφαλίζει λοιπόν έτσι, την κυριολεξία των νοημάτων και δίνει πνοή στους ήρωες να εξεγερθούν γλωσσικά – μιας και έχουν αμετάκλητα παραιτηθεί από την ελπίδα- και να καυτηριάσουν την παθογένεια ενώ ταυτόχρονα σέβεται το τραγικό ύφος της συνθήκης. Οι «άγιοι της μοναξιάς» μπορεί να μην είναι σε θέση να κατασκευάσουν μια νέα πραγματικότητα, αλλά έχουν το δικαίωμα να την περιγράψουν με απόλυτη ειλικρίνεια και να την αποδομήσουν με διάμεσο το λόγο.

  Η έκδοση


Τίτλος: Ο Άγιος της μοναξιάς

Συγγραφέας: Ιωάννα Καρυστιάνη

Εκδόσεις: Καστανιώτη

Έτος Έκδοσης: Ιούνιος 2003

Αρ. Σελίδων: 272

ISBN10: 9600335443

ISBN13: 9789600335446

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΓια 4η συνεχή χρονιά στην Κέρκυρα το BE THERE! CORFU ANIMATION FESTIVAL
Επόμενο άρθροΤο μανιφέστο του πολέμου (Μέρος Α’): Περικλής, η νεύρωση της ηγεμονίας