Τα μουσικά του θέματα ταξιδεύουν ανεξίτηλα στο χρόνο και μας φέρνουν εικόνες μιας εποχής που είχε δικαίωμα να ονειρεύεται. Το στυλ του χαρακτηρίζεται από ένα καλώς ορισμένο χιούμορ που αγγίζει τα όρια της σάτυρας. Αποφεύγοντας τη συναισθηματική υπερβολή, η αίσθηση του παραλόγου είναι εμφανής.
Ποιος ήταν όμως στην πραγματικότητα ο Νίνο Ρότα;

Ο βραβευμένος με όσκαρ ιταλός συνθέτης Νίνο Ρότα, ( Giovanni Rota Rinaldi) γεννήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου του 1911 στο Μιλάνο από γονείς μουσικούς.

Κατεξοχήν κινηματογραφικός συνθέτης, μας έχει χαρίσει πολλά από τα ωραιότερα μουσικά θέματα που καθιέρωσαν ένα νέο είδος μουσικής στο κινηματογραφικό στερέωμα, το soundtrack.
«Ντόλτσε Βίτα», «Λα Στράντα», «Οκτώμισι», «Νύχτες της Καμπίρια», «Ρόμα», «Σατυρικόν», «Άμαρκορντ», «Ιουλιέτα των Πνευμάτων», «Λευκός Σεΐχης», «Βοκάκιος», «Αθώοι», «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», «Γατόπαρδος», «Πρόβα Ορχήστρας», «Ο Ρόκο και τα Αδέρφια του», «Νονός Ι» και «Νονός ΙΙ», για το οποίο τιμήθηκε με το βραβείο Όσκαρ καλύτερης μουσικής από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου το 1975, είναι λίγες μόνο από τις ταινίες για τις οποίες έχει γράψει μουσική.

Νίνο Ρότα-Φεντερίκο Φελίνι
Νίνο Ρότα-Φεντερίκο Φελίνι

Συνεργάστηκε με τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες του 20ού αιώνα, το Λουκίνο Βισκόντι, τη Λίνα Βερντμίλερ, το Φράνκο Τζεφιρέλι, το Φράνσις Φορντ Κόπολα, το Φράνκο Ρόσι, το Μάουρο Μπολονίνι, το Ακίρα Κουροσάβα, το Λουί Μάλ, το Βιτόριο Ντε Σίκα, το Ρενέ Κλεμάν, ενώ ταυτίστηκε στην κυριολεξία με το στενό του φίλο και συνεργάτη Φεντερίκο Φελίνι με τον οποίο η συνεργασία τους ήταν μακρόχρονη. Πολλοί λένε πως αυτό που έλεγε ο Φελίνι με εικόνες, το περιέγραφε ο Ρότα με τη μουσική. Κάποια φορά μάλιστα ο Ρότα είχε τελείωσε πρώτος τη μουσική για μία ταινία και ο Φελίνι αναγκάστηκε να αλλάξει το σενάριο για να την προσαρμόσει σ’ αυτήν. Δύο άνθρωποι με τελείως διαφορετική οπτική που όμως συμπλήρωναν άριστα ο ένας τον άλλο. Στη διάρκεια της καριέρας του, ο Νίνο Ρότα υπήρξε ένας ιδιαίτερα παραγωγικός συνθέτης, έχοντας γράψει μουσική για περισσότερες από 150 ταινίες. Αυτή, όμως, ήταν μόνο η μία πλευρά του συνθέτη.

   Ο Νίνο Ρότα υπήρξε ένα παιδί θαύμα όταν μόλις σε ηλικία 11 χρονών διηύθυνε ο ίδιος το Ορατόριό του «Η παιδική ηλικία του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή» που παρουσιάστηκε στο Μιλάνο και στο Παρίσι, και σε ηλικία 15 χρονών συνέθεσε την όπερα «Ο πρίγκηπας Πορκαρό». Όπως λέει ο ίδιος είχε την ευτυχία να γεννηθεί σε μουσική οικογένεια που τον βοήθησε στις σπουδές του αλλά ταυτόχρονα του έδωσε άπλετη ελευθερία ως προς τις μουσικές του επιλογές και προτιμήσεις. 

O Nino Rota
O Nino Rota

Στα 20 του πήγε στις Η.Π.Α. όπου υπό την εποπτεία του οικογενειακού τους φίλου και φημισμένου διευθυντή ορχήστρας Aρτούρο Τοσκανίνι σπούδασε με υποτροφία στο Curtis Institute of Philadelphia. Εκεί, διαμόρφωσε καθοριστικά τη μουσική του ταυτότητα, γνωρίζοντας τον Στραβίνσκι, τον Άαρον Κόπλαντ, τη μουσική του Τζορτζ Γκέρσουιν και τον αμερικανικό κινηματογράφο. Όταν επέστρεψε στην Ιταλία παρακολούθησε μαθήματα Λογοτεχνείας στο πανεπιστήμιο του Μιλάνο.

Το 1937 ξεκίνησε να διδάσκει μουσική και το 1950 έγινε διευθυντής στο Ωδείο του Μπάρι, όπου έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του και θεωρούσε δεύτερη πατρίδα του. Σαν δάσκαλος ήταν δοτικός και μεγαλόψυχος. Ανάμεσα στους πολυάριθμους μαθητές του συγκαταλέγεται και ο διάσημος μαέστρος Ricardo Mutti. «Σαφήνεια, ειλικρίνεια και ακρίβεια» ήταν το δίδαγμά του. Υποστήριζε πως ένα έργο τέχνης θα έπρεπε πάνω απ’ όλα να είναι κατανοητό. Ό,τι είχε να πει έπρεπε να το λέει ξεκάθαρα και άμεσα. «Εάν ένας ακροατής δεν μπορεί να παρακολουθήσει ένα κομμάτι τότε ο συνθέτης δεν έχει λύσει όλα τα προβλήματα», έλεγε χαρακτηριστικά.

Η συνθετική του δραστηριότητα συνεχίστηκε, παράλληλα με τις συνθέσεις για τον κινηματογράφο. Έγραψε τις όπερες Ariodante (Parma 1942), Torquemada (1943), Il cappello di paglia di Firenze (1955), I due timidi (1950), La notte di un neurastenico (1959), Lo scoiattolo in gamba (1959), Aladino e la lampada magica (1968), La visita meravigliosa (1970), and Napoli milionaria (1977).
Επίσης, συνέθεσε τα παρακάτω μπαλέτα: La rappresentazione di Adamo ed Eva (1957), La Strada (1965), Aci e Galatea (1971), Le Molière Imaginaire (1976) and Amor di poeta (1978) για τον Maurice Bejart. Πολυπληθή είναι τα χορωδιακά του έργα, τα κοντσέρτα και τα έργα για πιάνο.

Ο Νίνο Ρότα διευθύνει την Ορχήστρα του Μπάρι
Ο κόσμος της μουσικής του δεν έχει ιεραρχία. Μικρά και μεγάλα έργα συνυπάρχουν αρμονικά. Η μουσική του διακρίνεται από απλότητα και ευκρίνεια, δείγμα ωριμότητας και ειλικρίνειας. Θεωρούσε πώς ανεξάρτητα από το είδος για το οποίο έγραφε, αυτό θα έπρεπε να είναι ατόφιο και αληθινό. Είτε ήταν ένα έργο κλασικής μουσικής, ένα τζαζ κομμάτι ή ένα εμβατήριο για τσίρκο. Τα θέματά του διεγείρουν τις αισθήσεις, τις μνήμες και τα συναισθήματα. Οι ιδέες του ήταν αστείρευτες και διαδέχονταν η μία την άλλη με μεγάλη ευκολία. Όταν δούλευε ένα καινούργιο έργο ήταν σε κατάσταση έκστασης και ήταν απόλυτα συγκεντρωμένος σε αυτό που είχε στο μυαλό του. Ακόμα και όταν δεν δούλευε, σιγοτραγουδούσε και σφύριζε τα θέματά του και δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί σε κάτι άλλο.
Σαν χαρακτήρας, ο Νίνο Ρότα, ήταν μετριοπαθής και αποστασιοποιημένος από τα φώτα της δημοσιότητας. Δεν εμφανιζόταν στις πρεμιέρες και για πολλά χρόνια παρέμεινε αόρατος για το κοινό. Χαρακτηριστικό είναι ένα βίντεο στο οποίο παίζει πιάνο και μπροστά του βρίσκεται ένα λαμπατέρ ώστε να μην φαίνεται το πρόσωπό του. Ο ίδιος θα πει αργότερα ότι προτιμά να μιλάει με το πιάνο παρά να δίνει συνέντευξη. Η σκηνοθέτης και συνεργάτιδά του Λίνα Βερντμίλερ τον χαρακτηρίζει ως: «αφηρημένος και προσφιλής, άγγελος της τελευταίας σειράς».

Ο Νίνο Ρότα
Ο Νίνο Ρότα

Όμως η λάμψη του στον τομέα της κινηματογραφικής μουσικής επισκίασε τη δουλειά του στην κλασική μουσική η οποία έχανε έδαφος όσο αφορά την αποδοχή των ειδικών. Εφόσον δεν ανήκε στους avant-garde συνθέτες, οι μουσικοκριτικοί ήταν σκληροί μαζί του.
Πληγωμένος από τις κακές κριτικές για τα κλασικά έργα του, κατηγορούσε την κινηματογραφική μουσική του. Πάντα προσπαθούσε να αποδείξει ότι δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στα δύο είδη. Κάτι που προσπάθησε έντονα να φανεί στις ταινίες που έκανε με τον Λουκίνο Βισκόντι. Στην ταινία «Γατόπαρδος» ο Βισκόντι του ζήτησε να γράψει μία πραγματική συμφωνία και ο Ρότα του πρότεινε μία που είχε γράψει χρόνια πριν. Έτσι, «έντυσε» την ταινία με μία συμφωνία σε στυλ 19ου αιώνα. Στην ταινία «Οκτώμιση» χρησιμοποίησε την τελευταία φράση από ένα κοντσέρτο του για πιάνο.

Ο Νίνο Ρότα, που κατάφερε όχι μόνο να αφήσει το στίγμα του ανεξίτηλο τόσο στο χώρο της μουσικής όσο και σ’ αυτόν του σινεμά, αλλά και να συμπληρώσει την συναισθηματική σκηνοθεσία πολλών σπουδαίων ταινιών, έφυγε από τη ζωή στις 10 Απριλίου 1979 και η τελευταία ταινία που επένδυσε με τη μουσική του ήταν η Πρόβα Ορχήστρας του Φελίνι. Ωστόσο, η μουσική του ξαναζωντανεύει κάθε φορά που παίζεται μία σκηνή από εκείνες που επένδυσε τόσο χαρισματικά.

«Γλαφυρός, αυθόρμητος, αγγελικός μου φίλος», ήταν τα λόγια με τα οποία τον χαρακτήριζε ο μεγάλος σκηνοθέτης  Φεντερίκο Φελίνι.

Απολαύστε τον…


Βιβλιογραφία:


www.ninorota.com
http://www.cittanostra.it/
http://gym-mous-agrin.ait.sch.gr/

Προηγούμενο άρθροΒραδιά ποίησης στη Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης
Επόμενο άρθρο71ο Φεστιβάλ Βενετίας: Το τέλος της τριλογίας του Ρόι Άντερσον…