Ἂν δὲ μοῦ ῾δινες τὴν ποίηση, Κύριε,

δὲ θἄχα τίποτα γιὰ νὰ ζήσω.

Αὐτὰ τὰ χωράφια δὲ θἆταν δικά μου.

Ἐνῷ τώρα εὐτύχησα νἄχω μηλιές,

νὰ πετάξουνε κλώνους οἱ πέτρες μου,

νὰ γιομίσουν οἱ φοῦχτες μου ἥλιο,

ἡ ἔρημός μου λαό,

τὰ περιβόλια μου ἀηδόνια.

 Το 2012 ήταν μια χρονιά, που σηματοδοτήθηκε από τη κρίση, κρίση πολιτική, οικονομική, ηθική, πολιτιστική. Όλοι τοποθετούνται και προσπαθούν να ερμηνεύσουν την εθνική καταστροφή. Και εμείς με τη σειρά μας ψάχνουμε να βρούμε κάπου μια διέξοδο. Αυτή τη διέξοδο, τη βρίσκουμε σε ανθρώπους που με το έργο τους μας εμψυχώνουν και μας παρηγορούν σε αυτές τις δύσκολες στιγμές.

Νικηφόρος Βρεττάκος.  Ο ποιητής της ειρήνης και της αγάπης. Ο αφοσιωμένος αγωνιστής της δημοκρατίας και της εθνικής ανεξαρτησίας. Ο προφητικός ποιητής. Ο ποιητής που ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο. Η ποίησή του είναι ελευθερία, είναι παρηγοριά, πόνος, αγάπη, θλίψη και χαρά… Είναι διδασκαλία. Αρμονία και σύνθεση. Διαβάζοντάς την γίνεσαι πιο συνειδητός άνθρωπος. Να, λοιπόν, η διέξοδος που έψαχνες! Η διέξοδος αυτή, σύμφωνα με το Βρεττάκο είναι ο άνθρωπος και η αγάπη, το τέλειο θαύμα της δημιουργίας!

“Καὶ στὸ λευκὸ τριαντάφυλλο βρίσκεις μιὰ ἰδέα σκόνης.
Τὸ τέλειο θαῦμα θὰ τὸ βρεῖς μοναχὰ μὲς στὸν ἄνθρωπο:
λευκὲς ἐκτάσεις ποὺ ἀκτινοβολοῦν ἀληθινὰ
στὸ σύμπαν καὶ ὑπερέχουν. Τὸ πιὸ καθαρὸ
πράγμα λοιπὸν τῆς δημιουργίας δὲν εἶναι τὸ λυκόφως,
οὔτε ὁ οὐρανὸς ποὺ καθρεφτίζεται μὲς στὸ ποτάμι,
οὔτε ὁ ἥλιος πάνω στῆς μηλιᾶς τ᾿ ἄνθη. Εἶναι ἡ ἀγάπη.”

 Η ύψιστη δύναμη της αγάπης


Ο Βρεττάκος είναι εκτός των άλλων και ένας τρυφερός ποιητής που προσπαθεί με την αγάπη να κάνει καλύτερο τον κόσμο. Έχοντας περάσει μια ζωή με πολλές αντιξοότητες από τα παιδικά του χρόνια, έχοντας πικραθεί, μεταστρέφει την πίκρα σε αγάπη την οποία ανάγει σε ύψιστη δύναμη, που γίνεται το απαραίτητο στοιχείο της ύπαρξης του ανθρώπου. Το υπουργείο πολιτισμού, το έτος 2012 και με αφορμή την συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γέννηση του (1912-2012), τίμησε τον ποιητή, ανακηρύσσοντας το έτος, «Έτος Νικηφόρου Βρεττάκου». Μέσα στο 2012, εκδηλώσεις, αφιερώματα, ποιητικές βραδιές τίμησαν τον Λάκωνα ποιητή. Αν ο ποιητής έβλεπε από τον ουρανό, που τόσο εξύμνησε, την αγάπη που έχουμε στη ποίησή του, ίσως δικαιωνόταν και αυτό το μεγαλείο αγάπης που μας άφησε με τα ποιήματά του επέστρεφε και στον ίδιο με περίσσια δύναμη.

Μαζεύω τὰ πεσμένα στάχια

Μαζεύω τὰ πεσμένα στάχια νὰ σοῦ στείλω λίγω ψωμί,
μαζεύω μὲ τὸ σπασμένο χέρι μου ὅ,τι ἔμεινε ἀπ᾿ τὸν ἥλιο
νὰ σοῦ τὸ στείλω νὰ ντυθεῖς. Ἔμαθα πὼς κρυώνεις.
Τὴν πράσινή σου φορεσιὰ νὰ τὴν φορέσεις τὴν Λαμπρή!
Θὰ τρέξουν μ᾿ ἄνθη τὰ παιδιά.Θὰ βγοῦν τὰ περιστέρια,
κ᾿ ἡ μάνα σου μὲ μιὰ ποδιά, πλατιά, γεμάτη ἀγάπη!

Πάρε ὅποιο δρόμο, ὅποια κορφή, ρώτα ὅποιο δένδρο θέλεις
Μ᾿ ἀκοῦς; Οἱ δρόμοι ὅλης της γῆς βγαίνουνε στὴν καρδιά μου!
Μὴν ξεχαστεῖς κοιτάζοντας τὸ φῶς. Τ᾿ ἀκοῦς;… Νἀρθεῖς! (Από τη συλλογή «Τα θολά ποτάμια»)

  Ο Βρεττάκος και η φύση


Ο Βρεττάκος, γεννημένος μες στη φύση, την παρατηρεί και γράφει για αυτήν. Εξυμνεί και εμπνέεται από τη λακωνική γη, όπως και από τον Ταΰγετο που τόσο αγάπησε. Η ποίησή του, επίσης, διακρίνεται για την έντονη θρησκευτικότητα της.

Μιά μυγδαλιά καί δίπλα της,ἐσύ.

 Μά πότε ἀνθίσατε;

Στέκομαι στό παράθυρο

καί σᾶς κοιτῶ καί κλαίω.

Τόση χαρά δέν τήν μποροῦν τά μάτια.

Δός μου, Θεέ μου,

ὅλες τίς στέρνες τ’ οὐρανοῦ νά τίς γιομίσω. (Από τη συλλογή «Ο χρόνος και το ποτάμι»)

 Ο ποιητής της ελεύθερης φαντασίας


Γράμματα Εις Εαυτόν βιβλίο
Γράμματα Εις Εαυτόν βιβλίο

Η ποίηση του Νικηφόρου Βρεττάκου είναι απλή αλλά πλήρης, διακρίνεται για το θεματικό και λυρικό της πλούτο. Ὁ Νικηφόρος Βρεττάκος, γράφει ο Μιχαὴλ Περάνθης, είναι “ο Ποιητής της ελεύθερης φαντασίας, αφήνεται σε λυρικές ονειροπολήσεις, άλλοτε στους κανόνες της μετρικής και, συχνότερα, σε ρυθμική διαδοχή στίχων. Ιδιοσυγκρασία ευαίσθητη, φύση συναισθηματική και γνησίως λυρική, τυλίγει τα γραφτά του με μια διάχυση τρυφερότητας, δίνοντάς τους το άπλωμα, το γύρισμα και την ελαστικότητα της φαντασίας του”

 Έχω ήδη αφήσει τη καρδιά μου στη γη..


Ο Νικηφόρος Βρεττάκος γεννήθηκε για τη ποίηση. Η ποίηση ήταν η ζωή του και η ζωή του η ποίηση. Παρατηρεί τα απλά πράγματα και δημιουργεί θησαυρούς με τις λέξεις. Με απλότητα γίνεται πλήρης ένας στίχος του, με την καρδιά του, αφήνει στους ανθρώπους, μια ποίηση για πάντα…

 «Ἔχω ἤδη ἀφήσει τὴν καρδιά μου στὴ γῆ

νὰ χτυπάει μονάχη της.

 Νὰ μποροῦν νὰ τὴν ἔχουν

στὶς σάκκες τους τὰ παιδιά, νὰ τὴν μετακινοῦνε

οἱ ταξιδιῶτες. Κ’ οἱ πικραμένοι

ποὺ ξέμειναν ἀπὸ ἥλιο, ν’ ἀκοῦν

το φλοῖσβο του μέσα της.» (Από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή «Το Χρυσό Αμάξι» που τυπώθηκε το 2000 από την “Εταιρεία των Φίλων του Μυστρά και της Ιστορίας του).

 Αποχαιρετιστήριο 


Τον Δεκέμβριο του 1963 δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Αυγή, η τελευταία συνεισφορά του Ν. Βρεττάκου, με τίτλο «Αποχαιρετιστήριο», που αποτελεί ύμνο για τον απλό άνθρωπο.

 «…Δεν υπάρχει μεγαλύτερο πράγμα από το να νιώθεις ισότιμος με τον απλό άνθρωπο, με τα καθαρά αισθήματα, με τον άνθρωπο τον εξαγιασμένο από το μόχθο, τον άνθρωπο που σκάβει τη γη, τον άνθρωπο που δουλεύει στο εργοστάσιο, τον υπάλληλο, το λογιστή, το βιοτέχνη, που περιμένει τη χαρά της ζωής, κρατώντας το άνθος της ελπίδας στο χέρι του. Με τον άνθρωπο που έχει εχτιμήσει σωστά την αξία του ήλιου, την αξία του χώματος της πατρίδας του, την αξία της ελευθερίας και της δημοκρατίας, την αξία της ειρήνης…».

«…Πάντοτε πίστευα πως η ‘αξία’ βρίσκεται πολύ βαθιά μέσα στον άνθρωπο, στην απόρρητη κρύπτη της καρδιάς, όπως το μαργαριτάρι στο βάθος του ερμητικά κλεισμένου στρειδιού και πώς η μεγαλωσύνη του έθνους φυλάσσεται μέσα στα βάθη των λασπωμένων ξωμάχων, των ρακένδυτων εργατών, κι όλων γενικά των ταπεινών αγνοημένων που η πνοή τους συνενώνεται κάποτε, γίνεται εθνικός αγέρας και συγκλονίζει. Γράφοντας το ταχτικό αυτό χρονογράφημα, νομίζω πως συνομίλησα μαζί τους, έζησα μαζί τους, μοίρασα μαζί τους τη λύπη, το φόβο, τη χαρά, την ελπίδα. Κι είναι μεγάλη η τιμή να ζεις ανάμεσα σ’ αυτό το κλίμα της απλότητας και της υγείας, που αγωνίζεται να ξεσκλαβωθεί και να πάρει την ανιούσα, αποκαθηλώνοντας την ελληνική μοίρα, μια μοίρα που ανατέλλει από τις αλλεπάλληλες σκλαβιές όπως ο ήλιος από τα αλλεπάλληλα σκοτεινά σύννεφα…».

 Πλούμιτσα 2013


Μες στη παγωμένη χειμωνιάτικη νύχτα οι αμυγδαλιές αναμένουν την άνοιξη που θα έρθει μες στις ψυχές μας. Οι ελιές, οι πορτοκαλιές, ευγνωμονούν τον ποιητή που τους εξύμνησε, χαρίζοντάς μας καρπούς. Ο Βρεττάκος ζει. Ο Επίλογος δεν έχει γραφτεί. Υπάρχει στο Ταΰγετο, υπάρχει στη λακωνική γη, υπάρχει στην Ελλάδα, στις καρδιές μας, υπάρχει μέσα στα ποιήματά του και θα μας χαρίζει αενάως την ελπίδα και την αγάπη.

Πλούμιτσα
Πλούμιτσα

Ἐ π ί λ ο γ ο ς

Τό παιχνίδι ἐτελείωσε. Ἕνα ἀγέρι, ἰριδίζοντας,

σάλεψε ἄξαφνα τά κλώνια τῆς νύχτας.

Μ’ ἐπισκέπτεσαι, φεύγεις, ἐπανέρχεσαι,

φεύγεις, μ’ ἕνα πρόσωπο ἀέρινο

πού μοιάζει ὡς νά τὄχουν σχεδιάσει μέ φῶς

πάνω σ’ ἕνα χαμόγελο. (Από τη συλλογή «Το βάθος του κόσμου»).

 Βιογραφία


Ο Νικηφόρος Βρεττάκος γεννήθηκε το 1912 στις Κροκεές Λακωνίας. Είναι το δεύτερο, από τα έξι παιδιά, του Κωνσταντίνου Βρεττάκου και της Ευγενίας Παντελεάκη. Περνά τα νηπιακά του χρόνια στο πατρικό  κτήμα στην περιοχή  Πλούμιτσα,  όπου υπάρχουν μόνον τα δύο μεγάλα σπίτια, του πατέρα και του θείου του και το οικογενειακό εκκλησάκι του Αη-Γιώργη. Ο τόπος αυτός του φυσικού κάλλους και της παιδικής αμεριμνησίας θα επιδράσει καταλυτικά στη ψυχοσύνθεση του Νικηφόρου και στη διαμόρφωση της ποιητικής του ιδιοσυγκρασίας. Το 1917 η οικογένεια μετακομίζει στις Κροκεές. Ο Νικηφόρος εγγράφεται μαθητής στο Δημοτικό σχολείο του χωριού. Το 1921 τελειώνει το Δημοτικό και συνεχίζει στο Ημιγυμνάσιο Κροκεών από το οποίο παρά τις οικονομικές δυσχέρειες και τη βαριά αρρώστια του πατέρα του, αποφοιτά το 1923. Στη συνέχεια εγγράφεται στο Γυμνασίο Γυθείου όπου φοιτά με πολλές δυσκολίες λόγω της οικονομικής δυσπραγίας της οικογένειάς του. Συγκατοικεί με τον φίλο του Θαλή Κουτούπη. Στο ίδιο σχολείο, την ίδια χρονική περίοδο, φοιτά και ο Γιάννης Ρίτσος. Το 1928 δίνει δύο διαλέξεις στην Εμπορική Λέσχη Γυθείου με θέματα από «τη Δικαιοσύνη και την Παιδεία ως τη διάσπαση του ατόμου».

Μετά το γυμνάσιο φεύγει για την Αθήνα και σπάνια πλέον πηγαίνει στο χωριό, κι όταν πηγαίνει το κάνει για να δει τη μητέρα του την οποία υπεραγαπούσε. Ακολούθησαν χρόνια πικρά και δύσκολα. Ο πατέρας του πέθανε και η μητέρα του άφησε την Πλούμιτσα και εγκαταστάθηκε μόνιμα στις Κροκεές μαζί με τα αδέρφια του, Σοφία και Μιχάλη.

Ο Νικηφόρος Βρεττάκος παντρεύτηκε το 1934  την Πίτσα Αποστολίδου με την οποία είχαν δύο παιδιά, τον Κώστα και την Τζένη. Πολέμησε στην Αλβανία το 1940-41 και το 1942 έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση.

Ο Λάκωνας ποιητής, κατά τη διάρκεια της χουντικής διδακτορίας, το 1967 αυτοεξορίστηκε. Όταν, με τη μεταπολίτευση, ξαναγύρισε από την ξενιτιά, θαρρείς και ανακάλυψε τη γενέθλια του γη, εγκαταστάθηκε σχεδόν μόνιμα στις Κροκεές. Στις αρχές του 1980 έφτιαξε ένα μικρό σπιτάκι δίπλα στα χαλάσματα της Πλούμιτσας όπου και έγραψε πολλά από τα έργα του αγναντεύοντας το φίλο του τον Ταΰγετο.

Ο Νικηφόρος Βρεττάκος τιμήθηκε με πολλά Ελληνικά και ξένα βραβεία, ενώ προτάθηκε ως υποψήφιος για το βραβείο Νόμπελ στην ποίηση. Την Κυριακή 4 του Αυγούστου 1991, το πρωί, ο ποιητής του Έθνους άφησε την τελευταία του πνοή στην αγαπημένη του Πλούμιτσα.

 Συγγραφικό έργο


Νικηφόρος Βρεττάκος Δύο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμουΗ ποιητική εργογραφία του Βρεττάκου χωρίζεται σε τρεις περιόδους. Η πρώτη περιλαμβάνει τα έτη από το 1929 έως το 1938 και κυριαρχείται από ένα κλίμα μελαγχολίας και απαισιοδοξίας που οφείλεται στα προσωπικά του βιώματα αλλά και στο γενικότερο κλίμα πεσιμισμού της νεοελληνικής συμβολικής ποίησης . Ο ποιητής συγκρούεται με τη φύση και την κοινωνία και αισθάνεται την περιθωριοποίησή του.

Η δεύτερη ποιητική του περίοδος ξεκινά από το 1939 και τελειώνει το 1950 αλλά αυτή τη φορά χαρακτηρίζεται από αισιοδοξία και αγωνιστικότητα. Ο Βρεττάκος συμφιλιώνεται με το θάνατο, το φως και τον ήλιο. Σε αυτή τη περίοδο τα έργα του συμπίπτουν με σημαντικότατα ιστορικοκοινωνικά γεγονότα όπως τον Β’ Παγκόσμιος πόλεμο, την εθνική αντίσταση, την τραγωδία του εμφυλίου και την κατοχή.

Στην Τρίτη ποιητική περίοδο (1961-1974) τον Βρεττάκο θα τον απασχολήσουν οι έννοιες φως, φύση, αγάπη και αγνότητα.

Η τέταρτη και τελευταία ποιητική περίοδος (1975-1990) χαρακτηρίζεται από αισιοδοξία που έχει διάρκεια. Μιλά στα ποιήματά του για μια ανθρωπινότερη ζωή, για μια διαρκή εγρήγορση και επανάσταση.

 Ποιητικές συλλογές


Κάτω από σκιές και φώτα (1929)

Κατεβαίνοντας στη σιγή των αιώνων (1933)

Ο πόλεμος (1935)

Οι γκριμάτσες του ανθρώπου (1935)

Η επιστολή του Κύκνου (1937)

Το ταξίδι του Αρχάγγελου (1938)

Μαργαρίτα, εικόνες από το ηλιοβασίλεμα (1939)

Το μεσουράνημα της φωτιάς (1940)

Ηρωική Συμφωνία (1944)

33 Ημέρες (1945)

Η παραμυθένια πολιτεία (1947)

Το βιβλίο της Μαργαρίτας (1949)

Ο Ταΰγετος και η σιωπή (1949)

Τα θολά ποτάμια (1950)

Πλούμιτσα (1951)

Έξοδος με το άλογο (1952)

Γράμμα στον Ρ. Οππενχάιμερ (1954)

Τα ποιήματα 1929-1951 (1956)

Ο χρόνος και το ποτάμι (1957)

Η μητέρα μου στην εκκλησία (1957)

Βασιλική Δρυς (1958)

Το βάθος του κόσμου (1961)

Αυτοβιογραφία (1961)

Εκλογή (επιλογή από τις προηγούμενες συλλογές (1965)

Οδοιπορία (συνολική έκδοση του ποιητικού του έργου σε 3 τόμους, 1972)

Διαμαρτυρία (1974)

Ωδή στον ήλιο (1974)

Το ποτάμι Μπόες και τα εφτά ελεγεία (1975)

Απογευματινό ηλιοτρόπιο (1976)

Ανάριθμα (1979)

Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη (1981) κ.ά.

Τα μυστικά όνειρα του Φαμπιού (2009)

Παράλληλα ασχολήθηκε με την πεζογραφία και την κριτική.

Σε ξεχωριστούς τόμους εκδόθηκαν τα πεζά έργα του:

Το γυμνό παιδί (1939)

Το αγρίμι (αυτοβιογραφία, 1945)

Δύο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου (1949)

Ο ένας από τους δύο κόσμους (1958)

Νίκος Καζαντζάκης, η αγωνία του και το έργο του (1959)

Οδύνη (μυθιστόρημα στα αγγλικά, Νέα Υόρκη, 1969)

Μπροστά στο ίδιο ποτάμι (1972)

Μαρτυρίες μιας κρίσιμης εποχής (1979) κ.ά.

Έγραψε επίσης μία τραγωδία με τον τίτλο Ο Προμηθέας (1978).

 Πηγές: Περιοδικό Αυγή, Εθνικό κέντρο Βιβλίου, Βικιπαιδεια

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΠοιά είναι η καλύτερη φωτογραφία για το 2012;
Επόμενο άρθροΈκθεση της Μαρίας Κτιστοπούλου στις Βρυξέλλες