Στην καθιερωμένη περιπλάνησή μου σε χώρους τέχνης, επισκέφθηκα την Τρίτη την «gallery 7» που φιλοξενεί την έκθεση της Βίκυς Γεωργιοπούλου «Μια θέση στο Δημόσιο».
Η Γεωργιοπούλου κάνει την τρίτη ατομική της έκθεση στην Αθήνα, είχαν προηγηθεί δύο στο «Χώρο Τέχνης 24». Συγχρόνως έχει συμμετάσχει σε πλήθος ομαδικών εκθέσεων ενώ έχει φιλοτεχνήσει 4 εξώφυλλα της free press εφημερίδας «Athens Voice».

Μολονότι η θεματική μίας έκθεσης μου είναι εντελώς αδιάφορη, στη περίπτωση αυτή μου προξένησε αυθόρμητα το ενδιαφέρον. Το ζήτημα του δημοσίου είναι μεν επίκαιρο λόγω των τελευταίων εξελίξεων, ωστόσο παραπέμπει σε αναλύσεις μεταξύ πολιτικών αναλυτών σε πάνελ και σε οικονομολόγους.
Ποια θα μπορούσε να είναι η ματιά ενός εικαστικού;

 Ο εικαστικός οφείλει να βλέπει πίσω από τις εικόνες, πίσω από το αυτονόητο.
Η ζωγράφος κατάφερε να αναδείξει την ανθρώπινη διάσταση του θέματος «δημόσιο», μια διάσταση που είχε βάναυσα παραγκωνιστεί από τη δημοσιονομική πλευρά. Φώτισε την απόλυτη αποχαύνωση, την αίσθηση του απόλυτου τίποτα την φρικτή επανάληψη εικόνων την έλλειψη δημιουργικότητας και το κυριότερο, την αδυναμία πρωτοβουλίας εξόδου παρά τη θέληση των υπαλλήλων.
Έως τώρα, σχολιάζαμε τα δεινά του Ελληνικού δημοσίου προς τους πολίτες, δεν είχαμε αφουγκραστεί όμως την καθημερινή αυτοχειρία χιλιάδων ανθρώπινων ψυχών στο βωμό της ασφάλειας και της μονιμότητας.
Η Γεωργιοπούλου βγάζει μία κραυγή από την εμπειρία εργασίας μόλις ενός χρόνου στη Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Πειραιά πριν ακριβώς 4 χρόνια. Παραθέτω ενδεικτικά κάποια σχόλιά της :
«…την ισοπέδωση όλων μας από το σύστημα και την ατέλειωτη γραφειοκρατία που μηδενίζει και ακυρώνει την προσωπικότητα, τσαλαπατάει το εγώ, κάνοντάς μας μια μηχανή του απόλυτου τίποτα» … «Άλλοτε πάλι με ένα κλουβί στο κεφάλι, με εγκέφαλο και σκέψη διαλυμένα και χέρια δεμένα σφικτά, οδηγείται να δεχθεί αβοήθητος τη μοίρα του».

 Η εικαστική της έκφραση δεν θα μπορούσε να απέχει από την κωμικοτραγικότητα που χαρακτηρίζει τη λειτουργία του Ελληνικού κράτους.
Με μέσο το σουρεαλιστικό χιούμορ και κλασσικά σύμβολα του Ελληνικού δημοσίου (γραφείο με καφέ φορμάικα, φραπέ, τηλέφωνα) σαρκάζει τις καταστάσεις αφήνοντας μία πικρή γεύση για τους ίδιους τους συμμετέχοντες. Δεν τους αφορίζει, ούτε τους γελοιοποιεί, κάνει μία ειλικρινή ενδοσκόπηση ψυχών που είναι υπό την επήρεια του τίποτα και της επανάληψης. Η γραφή της έχει μία αύρα από Magritte, ένα σουρεαλιστικό με διάχυτη την αίσθηση της  σιωπής και χωρίς επικάλυψη υπεράριθμων συμβόλων.
Ξεχωρίζω τα έργα : «Ο υπάλληλος Κ δεν πρόλαβε να βγει στη σύνταξη», «Ο υπάλληλος Δ πάει διακοπές», τα αυτοσαρκαστικά «Έγγραφα» και τον «Πύργο» για τον οποίο γράφει η καλλιτέχνιδα : «
Στον «Πύργο» – του Έλληνα Κάφκα – στοιβάζεται και στριμώχνεται (ο δημόσιος υπάλληλος) σε ένα εύθραυστο οικοδόμημα από γραφεία χωρίς κολόνες, έτοιμο να διαλυθεί. Η μήτρα του εξουσιαστή γκρεμίζεται και κατρακυλώντας συναντά τον ζητιάνο».

Ο υπάλληλος Δ πάει διακοπέςΔανείζομαι σκόπιμα ένα παράδειγμα από ένα άλλο πεδίο τέχνης για να επιστρέψω στο ζήτημα της θεματικής.
Τη δεκαετία του 90 ο Ελληνικός κινηματογράφος μαστιζόταν από έλλειψη καλών σεναρίων που αφορούσαν την Ελληνική πραγματικότητα.
Εύκολα διέκρινε κανείς στους δημιουργούς ένα φυγόπονο μιμητισμό, μία αδυναμία λήψης των σημάτων του κοινωνικού γίγνεσθαι ή απλά ένα συνειδητό σνομπάρισμα υπαρκτών θεμάτων υπό την επήρεια της τότε οικονομικής ευδαιμονίας.
Ο καλλιτέχνης, αντίστοιχα, δεν ψάχνει αρεστό θέμα, έρχεται το ίδιο το θέμα αβίαστα προς αυτόν. Από τη δυναμική και τη μαστοριά του εξαρτάται πως θα το μετουσιώσει σε τέχνη. Σε μία εποχή σήμερα όπου ο καθένας έχει πρόσβαση στο να σχολιάσει και να σχολιαστεί δημοσίως για οτιδήποτε, παραμονεύει στον Εικαστικό χώρο ο κίνδυνος της επανάληψης και της ανακύκλωσης.
Στη φόρα που έχουν κάποιοι εικαστικοί να φωνάξουν για κάποια θέματα (κοινωνικά, πολιτικά) ξεχνούν τη σημασία του τρόπου, γίνονται ένα με το ύφος της μάζας. Όπως ακριβώς κάποιος που θέλει να μιλήσει μέσω της ποίησης και παρακάμπτει κάποιους κανόνες που δίνουν αξία στο μέσο, τη μουσικότητα των λέξεων, το ρυθμό, τις παύσεις.
Η Γεωργιοπούλου έκανε το ζητούμενο, μια εμπειρία σκανδάλισε τη δημιουργικότητά της, εστίασε στην λιγότερο ορατή πλευρά ενός θέματος, δούλεψε τον τρόπο.

 Η έκθεση θα παραμείνει ανοιχτή μέχρι τις 2/3/2013

  Info


Γκαλερί 7
Σόλωνος 20 Βουκουρεστίου, Κολωνάκι
Τηλ. : 210 3612050
www.gallery7.gr
Ώρες : Τρίτη, Πέμπτη – Παρασκευή 11.00πμ – 14.00μμ & 18.00 – 21.00μμ
Τετάρτη, Σάββατο : 11.00πμ – 15.00μμ

Προηγούμενο άρθροΧρυσά Βατόμουρα: οι μεγάλοι…χαμένοι
Επόμενο άρθροΗ ώρα των Oscars κατέφθασε…