Ιζαμπέλλα ντι Μόρρα, Μέσα από δρόμους έρημους: Η Ιζαμπέλλα ντι Μόρρα (Isabella di Morra) δεν είναι γνωστή στη χώρα μας. Δεν έχει γραφτεί ή μεταφραστεί, κάποια μελέτη για το έργο της στη γλώσσα μας και μια αναζήτηση στο διαδίκτυο δεν αποφέρει παρά πληροφορίες στα ιταλικά και (πολύ λιγότερο) στα αγγλικά. Επί δεκαετίες, τα ποιήματά της παρέμεναν αμετάφραστα στα ελληνικά. Με το παρόν πόνημα οι εκδόσεις Κουκούτσι παρουσιάζουν την Ιζαμπέλλα ντι Μόρρα, μια ιταλίδα ποιήτρια της Αναγέννησης, το έργο της οποίας μελετάται στην Ιταλία συστηματικά ως τις μέρες μας. Το συγκεκριμένο βιβλίο, που περιλαμβάνει το σύνολο του ποιητικού corpus της, μας ταξιδεύει, «μέσα από δρόμους έρημους», στη γειτονική χώρα μιας άλλης, μακρινής, εποχής, μέσα από τα μάτια μιας καλλιεργημένης γυναίκας, η οποία δυσαρεστημένη από τα εγκόσμια εναντιώνεται στην Τύχη και ατενίζει, ανυπόμονη, μια άλλη ανώτερη ζωή, αποβλέποντας σε μια αναγέννηση. 

Η δομή


Το Μέσα από δρόμους έρημους ανοίγει με μια Εισαγωγή (σ. 9-15) της μεταφράστριας, Άννας Γρίβα, διαιρεμένη σε τρία μέρη: Η IsabelladiMorra και η εποχή της, Η ζωή και η ποίηση, Το τραγικό τέλος. Οι σελίδες αυτές μας εισάγουν στο κλίμα της εποχής, της ζωής και της ποίησης της Ιζαμπέλλα ντι Μόρρα. Ακολουθεί ένα (άτιτλο) σύντομο σημείωμα της Άννας Γρίβα (σ. 15) με στοιχεία που αφορούν τη διαδικασία της μετάφρασης: Τίθεται ο στόχος, σχολιάζονται τα μέσα και σημειώνονται οι εκδόσεις στις οποίες βασίστηκε το έργο. Μεταφραστική προτεραιότητα υπήρξε η διατήρηση της μουσικότητας του στίχου (η απόδοση του εσωτερικού ρυθμού), και όχι των ομοιοκαταληξιών. Στη συνέχεια, Τα ποιήματα καλύπτουν τις σελίδες 18-57. Η έκδοση είναι δίγλωσση: Στην αριστερή σελίδα τίθεται το ιταλικό ποίημα (που συνιστώ στον αναγνώστη να το «εκμεταλλευτεί» ακόμα και στην περίπτωση που δεν γνωρίζει ιταλικά), στη δεξιά η ελληνική απόδοση. Έπεται το, χρήσιμο κατά τη γνώμη μου, Επίμετρο (σ. 59-65) του Μάρκου Ν. Δενδρινού, «Τα μυστικά κλειδιά της Isabella di Morra». Ο συγγραφέας διερευνά τη σχέση της (ποίησης της) Ιζαμπέλλα με άλλους ιταλούς ποιητές (και κυρίως ποιήτριες), σχολιάζει σημαντικές παραμέτρους του έργου της, και προτείνει ορισμένες ερμηνείες. Το βιβλίο κλείνει με τις σημειώσεις της μεταφράστριας (σ. 67-68): Είκοσι δύο (υπερβολικά, ενίοτε) σύντομες επισημάνσεις που φωτίζουν σημεία των ποιημάτων.

Το περιεχόμενο: Τα ποιήματα


Μέσα από τα δέκα σονέτα και τις τρεις ωδές του βιβλίου, όπου δεσπόζει το πρώτο ενικό, ο αναγνώστης παρακολουθεί την ποιήτρια από τα παιδικά της χρόνια μέχρι το τέλος της, που δεν άργησε πολύ: Δεν γνωρίζουμε με ακρίβεια τις χρονολογίες γέννησης και θανάτου της Ιζαμπέλλα ντι Μόρρα (περίπου 1520-1545), πάντως δεν έζησε περισσότερα από τριάντα χρόνια. Στην τελευταία της ωδή γράφει σαν να έχει κιόλας πεθάνει: «βαδίζει ήδη η ψυχή μου δίχως θανάσιμες παγίδες/ προς τη γαλήνη», «τον τόσο επαχθή θλιμμένο βίο ξέφυγα/ μακάρια είμαι κι ευτυχής στο σκοτεινό ετούτο δάσος», «έγινα συντροφιά αυτών των θείων πνευμάτων/ που τώρα κατοικούν εκεί ψηλά σε αιώνιο βίο». H ποιήτρια αποζητά τον «αιώνιο θησαυρό», την «αιώνια ευτυχία», τη «σωτηρία της ψυχής», που βρίσκονται πέρα από τον «κόσμο τούτο τον πλανώμενο». Ο αναγνώστης συναντά συχνά στα ποιήματά της έννοιες όπως η πίστη και η αγνότητα (ή η παρθενία), αναφορές στον «λατρεμένο» πατέρα που απουσιάζει, τον «αγαπημένο» ποταμό Σίριο (ή Σίννη), το «πικρό» πεπρωμένο («άθλιο» ριζικό, «μαύρη», «μοχθηρή» Μοίρα). Αξιοσημείωτες θεωρώ πως είναι οι (πεντάκις) επαναλαμβανόμενες εμφανίσεις του επιθέτου τυφλός (“cieco”) και της «θάλασσας» (“mare”). Έντονη είναι γενικότερα η παρουσία της φύσης. Από τα ποιήματα παρελαύνουν πρόσωπα ιστορικά (π.χ. ο βασιλιάς της Γαλλίας Φραγκίσκος Α΄, ο ποιητής Luigi Alamanni) και μυθικά (Υμέναιος, Πρόκνη, Μήδεια). Οι αναφορές στην ελληνική μυθολογία, η συνύπαρξη παγανισμού και χριστιανισμού (Ιησούς, Χριστός), η (νεοπλατωνική) επιζήτηση της ελεύθερης ψυχής και της υπέρβασης του θνητού σώματος είναι μερικά μόνο από τα στοιχεία των ποιημάτων στα οποία αναγνωρίζουμε το πλαίσιο και την εποχή συγγραφής τους: την Αναγέννηση.

Ένα παράδειγμα: Το πρώτο σονέτο


Για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, ήδη από το πρώτο σονέτο διαφαίνεται το κλίμα της γραφής της Ιζαμπέλλα ντι Μόρρα: «Γράφω θρηνώντας για τ’ άγουρα χρόνια μου», «ζητώ έναν άξιο τάφο» (υπογραμμίζω εγώ). Παρούσα είναι εδώ ήδη η Τύχη (“Fortuna”), που επανέρχεται επίμονα σε όλο το βιβλίο, μολονότι «ποτέ δεν είναι άξια εμπιστοσύνης»· συγκεκριμένα, μετρώ έντεκα επαναλήψεις της λέξης (υπάρχουν όμως και σημεία που εννοείται δίχως να κατονομάζεται), ισάριθμες με εκείνες της «ψυχής» (“alma”) και του «ουρανού» (“cielo”). Η Τύχη, στην οποία απευθύνονται το έκτο σονέτο και η ένατη ωδή, άπαξ μόνο γράφεται με πεζό αρχικό, στο VIII. Παρών επίσης είναι ο τόπος της ποιήτριας που η ίδια αποκαλεί «φρικτό κι επώδυνο» και, αργότερα, στο ΙΙΙ, «δύστυχο». Τέλος, παρόντα είναι και μερικά από τα αντιθετικά ζεύγη που κατακλύζουν τα ποιήματα: το σώμα και η ψυχή, η ζωή και ο θάνατος, το εδώ (η ζωή στη γη) και το αλλού: «Κι αν οι θεότητες οι άγιες θέλουν να με συντρέξουν,/ σ’ ακρογιαλιές τερπνότερες θα αξιωθώ να ζω/ αν όχι με το σώμα μου, όμως με ελεύθερη ψυχή.// Αυτή τη σάρκα, που τώρα με τυλίγει,/ ίσως στον κόσμο να βρεθεί κάποιος μεγάλος βασιλιάς/ απρόσιτη να τη φυλάξει σε παγωμένο μάρμαρο».

Επιμέρους παρατηρήσεις


Ο τίτλος του βιβλίου είναι εύηχος και μάλλον εύστοχος, αλλά προσωπικά δεν μου είναι σαφές πώς προέκυψε· στα ιταλικά τα ποιήματα της Ιζαμπέλλα ντι Μόρρα συναντώνται κυρίως υπό τους τίτλους Rime ή Canzionere. Κάποιες από τις, όχι πολλές, τυπογραφικές αβλεψίες του βιβλίου αφορούν το ιταλικό κείμενο: στον στ. 35 της ένατης ωδής, δείγματος χάριν, το ρήμα “trovo” πρέπει, αν δεν απατώμαι, να γίνει “provo”. Σε ορισμένα σημεία δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω τη σύνταξη των μεταφρασμάτων (δεν απαιτώ ασφαλώς από ένα ποίημα να έχει στρωτή και εύκολη σύνταξη): «Πες του πώς με το θάνατό μου θ’ απαλύνω από την άγρια τύχη μου και το πικρό μου πεπρωμένο,/ και, σαν ένα ασυνήθιστο και ελεεινό παράδειγμα,/ το δύστυχο όνομά μου στα κύματά σου θυσιάζω» (VIII. Βλ. και ΙΧ, στ. 28 κ.ε.) Τέλος, μιλώντας περί της σύνταξης, το οπισθόφυλλο του βιβλίου, που μην ξεχνάμε πως μπορεί πάντα να είναι η πρώτη εντύπωση του δυνητικού αναγνώστη, θεωρώ πως αποτελεί αστοχία. Πρόκειται για ένα απόσπασμα της Εισαγωγής, η πρώτη πρόταση του οποίου, εξαιτίας της συνύπαρξης του «Παρόλο που» και του «όμως», δημιουργεί μια εντύπωση συντακτικής στρεβλότητας που αδικεί σημαντικά τόσο την προσπάθεια της Άννας Γρίβα, όσο και την έκδοση εν γένει.

Απολογισμός


Το εγχείρημα είναι ενδιαφέρον, αξιοπρόσεχτο (μην ξεχνάμε πως παρουσιάζει μια ποιήτρια άγνωστη μέχρι πρότινος στη χώρα μας) και, φυσικά, ευπρόσδεκτο. Η έκδοση είναι ιδιαίτερα καλαίσθητη και η διγλωσσία μια πολύ σωστή επιλογή. Η Εισαγωγή και το Επίμετρο συντελούν στην κατατόπιση του αναγνώστη και τον βοηθούν να προσεγγίσει το έργο με επαρκή εφόδια. Η (νεότατη, ας σημειωθεί και αυτό) μεταφράστρια, Άννα Γρίβα, θέτει τους στόχους της και αποδίδει στα νέα ελληνικά την Ιζαμπέλλα ντι Μόρρα επιχειρώντας να μείνει το δυνατόν κοντά στο πνεύμα της ποίησής της. Το αποτέλεσμα καταφέρνει να μας μεταφέρει σε έναν άλλο χωροχρόνο, δίχως να μοιάζει απρόσιτο ή ξενικό. Συνολικά, μια αξιόλογη προσπάθεια, από την οποία ξεχωρίζω, αν πρέπει, δύο ποιήματα· το δέκατο σονέτο, με τη συνεχή εναλλαγή ελπίδας και απελπισίας, και τη δωδέκατη ωδή, οι έξι πρώτες στροφές της οποίας ανοίγουν με επίκληση στον Θεό («Κύριε») και η καταληκτική στο τραγούδι: «Τραγούδι, πόσο έχεις τρελαθεί,/ που νόμιζες στη θάλασσα της ομορφιάς του Θεού/ με τη ζεστή λαχτάρα σου/ πως θα ’μπαινες! Τώρα που έχασες το δρόμο/ μείνε απ’ έξω, γιατί δε βλέπεις την ακτή».

Η έκδοση


Τίτλος: Μέσα από δρόμους έρημους
Συγγραφέας: Ιζαμπέλλα ντι Μόρρα (Isabella di Morra)
Μεταφράστρια: Άννα Γρίβα
Εκδόσεις: Κουκούτσι
Τόπος και ημερομηνία έκδοσης: Αθήνα, Απρίλιος 2014
Σελίδες: 72
Τιμή: 12,99 €
ISBN: 978-618-80069-7-3

 

 

Προηγούμενο άρθρο«Μύγες και Βούδες», του Ίσσα Κομπαγιάσι
Επόμενο άρθροΠαρουσίαση του βιβλίου της Μαριανίκης Δορμπαράκη, «Bernard – Marie Koltès: Φαλλός του ήλιου – Ρομπέρτο Τσούκκο»