Η παραίτηση του κου Σπηλιώπουλου στάθηκε αφορμή για μεγάλη αναστάτωση στον εικαστικό κόσμο. Θα μου προκαλούσε απέραντη πλήξη να αρχίσω να ψαχουλεύω δημοσιογραφικά τη περίπτωση αυτή. Ένα ακόμα ρεπορτάζ σίγουρα δεν θα ενδιέφερε διόλου έναν σοβαρό αναγνώστη. Αλήθεια, εκπλήσσεται πλέον ο κορεσμένος στη διαφθορά (είτε ως δέκτης είτε ως θύτης) Έλληνας σε αλληλοκατηγορίες τέτοιου είδους; Προτιμώ να ασχοληθώ με το θέμα από μια άλλη οπτική.

Σε μια μικροαστική κοινωνία που αγνοεί διαχρονικά τις βασικές έννοιες, θεσμούς και δομές ενός σύγχρονου κράτους, το μόνο φρένο από τη προοδευτική έκπτωση και κατρακύλα είναι η ύπαρξη μιας ελίτ στη λεγόμενη κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας. Η κορυφή αυτή δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια νοητή σύνθεση ανθρώπων και ιδιοτήτων που με σημείο αναφοράς την «κατά κεφαλήν καλλιέργεια» διαμορφώνουν συνειδήσεις και ορίζουν τάσεις και προοπτικές για την υπόλοιπη βάση. Η ύπαρξη μιας ελίτ σε αυτό το χώρο δεν προϋποθέτει απλά τη παρουσία αλλά και την ποιοτική λειτουργία της. Την ικανότητά της να μένει ανέπαφη από τις αναθυμιάσεις των αρχέγονων μειονεκτημάτων της μάζας και να λειτουργεί αυτόνομα.  Δεν είναι ένας ταξικός διαχωρισμός αλλά μια φυσική, αυθόρμητη συνθήκη που συμβαίνει ιστορικά στις περισσότερες κοινωνίες. Στην άμοιρη αυτή χώρα, δεν υφίσταται καν το σχήμα της πυραμίδας. Πιο πολύ σε σφαίρα φέρνει. Η υποτιθέμενη ελίτ είναι σαρξ εκ της σαρκός της βάσης. Παρουσιάζει τα ίδια ιστορικά συμπτώματα και προκαλεί μια ανακυκλούμενη ανάδραση με κύρια στοιχεία τον λαϊκισμό και τη διαφθορά. Σε τι διαφέρουν άραγε οι ηγεσίες των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, του ιατρικού συλλόγου, του πολιτικού συστήματος, της δικαιοσύνης, του καλλιτεχνικού κόσμου; Τι πρότυπο λειτουργίας επέδειξαν σε όλο το διάστημα της μεταπολιτευτικής κραιπάλης και της ευδαιμονίας; Τι οδοφράγματα έβαλαν στη περιρρέουσα διαφθορά και φαυλότητα των μηχανισμών που προΐστανται; Μήπως πάντα έκαναν βήματα «κοινωφελούς» υποχώρησης; Ας περιοριστώ στον ακαδημαϊκό τομέα και την ΑΣΚΤ.

Υπάρχουν υποτίθεται κάποια προπύργια στην χώρα αυτή που διαμορφώνουν συνειδήσεις. Που χαράσσουν πολιτικές του «τρόπου του νοείν» και οπτικής ζωής. Η ΑΣΚΤ είναι ένας γεννήτορας φορέων αισθητικής, ανθρώπων που δεν θα αναλωθούν στον τεχνικο – παραγωγικό τομέα αλλά θα ασχοληθούν με μια άυλη διάσταση. Είναι μια  μη εφαρμοσμένη σχολή και εκεί έγκειται η ιδιαιτερότητά της.  Ένας τέτοιος οργανισμός δεν έχει μέτρο αξιολόγησης των πολιτικών διαχείρισης όσον αφορά το παραγωγικό κομμάτι. Σπάνια υπάρχει ξεκάθαρη συνισταμένη με τόσα ετερόκλητα πεδία τάσεων, εργαστηρίων, καθηγητών.  Μια τάξη ενός καθηγητή με συγκεκριμένη δουλειά αφήνει το στίγμα της ιστορικά πολύ αργότερα και αυτό πάντα με σημείο αναφοράς υποκειμενικούς παράγοντες. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της γοητευτικής απροσδιοριστίας, κάθε αλλότρια αναφορά είναι παραφωνία και ρύπανση.  Το τελευταίο που περιμένει κάποιος σε αυτό το εργοστάσιο ιδεών και προτάσεων αισθητικής είναι να γίνεται γνωστό για το «ξεκατίνιασμα» διοικητικών, καθηγητών, πρυτάνεων. Δεν ξέρω πόσο εύκολο είναι να ξεφύγει κάποιος από τον γραφειοκρατικό καρκίνο και να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη δημιουργία νέων προτάσεων της τέχνης, σίγουρα όμως ο αυτοεγκλωβισμός του είναι κάτι που μαρτυράει αδυναμία προετοιμασίας για τη θέση που αναλαμβάνει.

ΑΣΚΤΟ κ. Σπηλιώπουλος παραιτήθηκε. Από τι παραιτήθηκε; Για να δούμε τι ήταν η ΑΣΚΤ. Ας υποθέσουμε ότι κάποιος με ικανά προσόντα έχει πρόθεση να μπει στη λέσχη Μπίλντεμπεργκ, το Ekali club, τη μεγάλη στοά της Ελλάδος ή καθηγητής στην ΑΣΚΤ. Θα επιχειρήσω τη πρόβλεψη ότι η τελευταία συνθήκη είναι η πλέον δύσκολη, έως ακατόρθωτη. Ένα στεγανό club ήταν και είναι η ΑΣΚΤ όπου πέρα από τα όποια προσόντα έπρεπε κάποιος (με λίγες εξαιρέσεις) να εμπλακεί σε φιλικές, οικογενειακές, κομματικές διαδικασίες. Αυτό είναι το βασικό ζήτημα και όχι η όποια παραίτηση Σπηλιώπουλου. Το γεγονός ότι βασικότερος ακαδημαϊκός φορέας αισθητικής σε αυτή τη χώρα έχει απολέσει βασικούς κανόνες τήρησης θεσμών και αρχών. Όταν αναλαμβάνει κάποιος την ηγεσία ενός οργανισμού ή μιας σχολής, έχει να διαχειριστεί 2 πεδία ταυτόχρονα : το πρώτο είναι η επεξεργασία της ιδέας που εκπροσωπεί ο οργανισμός αυτός και η δημιουργία οράματος και προοπτικής. Το δεύτερο είναι η διαχείριση όλου του λειτουργικού και γραφειοκρατικού συμπλέγματος που απαιτείται για τη βιωσιμότητα (οικονομικές συναλλαγές, προσωπικό κλπ). Κάθε πεδίο έχει τους δικούς του αξιακούς κανόνες, τη δική του δεοντολογία. Πρέπει όμως να εναρμονίζονται. Δεν συνάδει λοιπόν μια πχ πρωτοποριακή πρόταση εξωστρέφειας της ΑΣΚΤ με την ανοχή διαφθοράς στους κόλπους του ιδρύματος. Ούτε, αντίθετα, μια άψογη και διαφανής διαχείριση της σχολής με έναν συντηρητισμό στη φιλοσοφία λειτουργίας. Δεν ξέρω αν υπήρξε ποτέ πρύτανης που να τα ανέδειξε ισόποσα. Το διαχρονικό έλλειμμα ήταν στο 2ο πεδίο. Μια κατάσταση που παραπέμπει σε δομές των χειρότερων συνδικαλιστικών συντεχνιών ΔΕΚΟ . Χωρίς καμιά υπέρβαση της Βαλκανικής μικροαστικής νοοτροπίας στη λειτουργία αντίστοιχων θεσμών. Ποιος όλα αυτά; Η ΑΣΚΤ, ένας φορέας που υποτίθεται ότι έπρεπε να έχει έναν ευέλικτο, σύγχρονο ρόλο, δεκτικό στις σύγχρονες τάσεις και να είναι ακόλουθη σε αυτό που πρεσβεύει : ευρύτητα οπτικής γωνίας και ήθος λειτουργίας. Είναι κρίμα που αυτή η συνθήκη επισκιάζει πραγματικούς εργάτες αυτής της αποστολής.

Λυπάμαι ιδιαίτερα με την αδυναμία αυτής της κοινωνίας να καταλάβει τον πυρήνα των προβλημάτων. Αναλώνεται στο περίβλημα και το γύρω γύρω. Ένδειξη χαμηλής κριτικής σκέψης, ένδειξη ευθυνοφοβίας και ανεπάρκειας αυτογνωσίας. Δεν με αφορά ιδιαίτερα ποιος θα είναι ο επόμενος και ο μεθεπόμενος πρύτανης. Μόνο για ιστορικούς λόγους θα είχε ενδιαφέρον. Πολύ σημαντικότερο είναι να αναλογιστούμε τον τρόπο που ένα σύστημα δομημένο με όλες τις παθογένειες της Νεοελληνικής υποκουλτούρας μπορεί να αποδομηθεί. Σχεδόν πάντα το κάστρο μένει ανέπαφο.  Μπορούν αξίες όπως η αξιοκρατία να διοχετευτούν σε έναν οργανισμό που δεν τις γνώρισε ποτέ του η θα τις αποβάλλει ως ξένο σώμα; Αν ναι με τι τρόπο μπορεί να γίνει αυτό, συγκρουσιακό ή διαλεκτικό; Κυρίως αυτά πρέπει να απασχολούν τον κάθε υποψήφιο πρύτανη. Δυστυχώς, πρέπει να είναι πολύ κοντά κάποιος στα πράγματα για να διαπιστώνει ενδεχόμενες  άξιες προσπάθειες και αποτελέσματα όσο και αν ο κόσμος των εικαστικών είναι μικρός. Ελπίζω να γράψω κάποτε και για τη στροφή του καραβιού προς το σωστό προορισμό.

Προηγούμενο άρθρο«Γυναίκα και λύκος» της Έλενας Πέγκα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
Επόμενο άρθροΠοιητικοί Διάλογοι στο βιβλιοπωλείο «De profundis»