Η Μαρία-Νεφέλη Δούκα είναι απόφοιτος της δραματικής σχολής της Μαίρης Βογιατζή-Τράγκα και της Νομικής Σχολής Αθηνών. Τα τελευταία χρόνια έχει συμμετάσχει σε τηλεοπτικές σειρές, κινηματογραφικές παραγωγές μικρού και μεγάλου μήκους, καθώς και σε ποικίλες θεατρικές παραστάσεις, ενώ έχει επίσης ασχοληθεί  με τον χορό. Φέτος, τη συναντάμε κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο Rabbithole στην παράσταση «Οι Δολοφόνοι» του Έρνεστ Χέμινγουεϊ, ένα αντιηρωικό νουάρ στις παρυφές του γουέστερν σε μια θεατρική εκδοχή με στοιχεία live κινηματογράφησης σε σκηνοθεσία Γιώργου Σίμωνα. Κάθε Τετάρτη έως Κυριακή τη συναντάμε ως Ιρίνα στα «Αξύριστα Πηγούνια» του Γιάννη Τσίρου που τιμήθηκε με το A΄ βραβείο νέου συγγραφέα το 2004 και φέτος παρουσιάζεται στο Θέατρο Μικρό Χορν, σε σκηνοθεσία του Γιώργου Παλούμπη.

Η Μαρία-Νεφέλη Δούκα μιλά στο Artic.gr για τις δύο αυτές παραστάσεις, τους ρόλους που ερμηνεύει, τη δραματοποίηση του έργου του Χέμινγουεϊ, τα «αξύριστα πηγούνια» του σήμερα και τις καλλιτεχνικές της προσδοκίες για το μέλλον.

Μαρία-Νεφέλη Δούκα | Συνέντευξη

Λυδία: – «Οι Δολοφόνοι», το κλασικό διήγημα του Χέμινγουεϊ μεταφέρεται επί σκηνής από την Ομάδα Νοσταλγία. Ποιες δυσκολίες συναντήσατε στη δραματοποίησή του;

Μαρία-Νεφέλη Δούκα: – Όσον αφορά στο πρωτότυπο κείμενο, πρόκειται για ένα αρκετά σύντομο διήγημα με πολύ συγκεκριμένα στοιχεία δράσης στην ιστορία. Δεν υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος αφηγηματικός πυρήνας με την κλασική έννοια, το διήγημα περιγράφει ένα σύνηθες, στην εποχή της ποτοαπαγόρευσης, περιστατικό οργανωμένου εγκλήματος όπου δύο δολοφόνοι ψάχνουν το στόχο τους, έναν μποξέρ, σε ένα μπαρ που επισκέπτονται εκείνο το βράδυ. Ο σκηνοθέτης της παράστασης (Γιώργος Σίμωνας) πήρε το διήγημα των Δολοφόνων ως κεντρομόλο ιδέα και εμπνεύστηκε μαζί με άλλα διηγήματα του Ε. Χέμινγουεϊ από το βιβλίο «Άντρες χωρίς Γυναίκες» μία συρραφή φτιάχνοντας μια πιο ολοκληρωμένη ιστορία, διανθισμένη με περισσότερη πλοκή, μένοντας πιστός στη νουάρ ατμόσφαιρα, τις συνθήκες, τη σάτυρα και την επικινδυνότητα που έχει ο Χέμινγουεϊ. Σε αυτή τη διασκευή μεταφερόμαστε στα 90s και όχι στα 30s, σε ένα diner-μπαρ της πόλης Σάμιτ, όπως περιγράφει και το ίδιο το διήγημα.

Οι δολοφόνοι - Rabbithole
«Οι Δολοφόνοι» του Έρνεστ Χέμινγουεϊ στο Rabbithole | Σκηνοθεσία: Γιώργος Σίμωνας

Λυδία: – Ποιο ρόλο υποδύεσαι στο έργο και πώς τον προσέγγισες;

Μαρία-Νεφέλη Δούκα: – Ο χαρακτήρας μου είναι η Προύντυ και είναι δανεισμένος από άλλες ιστορίες του Ε. Χέμινγουεϊ που υπάρχουν στο βιβλίο «Άντρες χωρίς Γυναίκες». Είναι η μόνη προσθήκη επιπλέον ρόλου στην παράσταση που δεν υπάρχει στο πρωτότυπο κείμενο, και ο μόνος γυναικείος ρόλος στην εκδοχή αυτή. Στα έργα του Χέμινγουεϊ, υπάρχει σταθερά ο χαρακτήρας του Νικ Άνταμς, ο οποίος είναι γενικά η πρωταγωνιστική φιγούρα στα διηγήματά του.

Μαρία-Νεφέλη Δούκα: «Ο ρατσισμός και η ανισότητα έχει τον ίδιο πόνο και βάρος όπου κι αν βρίσκεται ή προέρχεται». 

Ο σκηνοθέτης σκέφτηκε ο χαρακτήρας της Προύντυ να εμφανίζεται σε αυτή την εκδοχή ως η σύντροφος του Νικ Άνταμς, δείχνοντας έτσι και μια άλλη πτυχή της ζωής του συγκεκριμένου ήρωα, αλλά τοποθετώντας επίσης και τον παράγοντα της «γυναίκας» στην εξέλιξη. Το πλαίσιο στο οποίο εξελίσσεται η ιστορία, είναι μια συνηθισμένη εικόνα της συντηρητικής αμερικανικής κοινωνίας, τη δεκαετία του ’90 σε μια μεσοδυτική μικρή πόλη όπου όλα τα κλασικά στερεότυπα που αφορούν φυλετικό ρατσισμό (απέναντι στους Αφροαμερικάνους ή τους Iνδιάνους), ταξική ανισότητα και έμφυλες διακρίσεις είναι στο ζενίθ τους- κάτι που φυσικά ακόμη δυστυχώς και σήμερα ισχύει το ίδιο σε κάθε γεωμετρικό πλάτος και μήκος του κόσμου. Η Προύντυ λοιπόν, ως γυναίκα, με ρίζες ινδιάνικες, μέσα στο πλαίσιο αυτό, φέρει το βάρος όλων αυτών των προκαταλήψεων και του ρατσισμού, ακόμη και από τον ίδιο της το σύντροφο, τον κεντρικό ήρωα του Χέμινγουεϊ.

Μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον και ιδιαίτερο να ξεσκονίσω και πολιτικά, και όχι μόνο κοινωνικά, τις μελανές σελίδες ενός τόπου και να φέρω τις αντιστοιχίες στις ανισότητες από ένα κοινωνικό σύνολο σε ένα άλλο, δηλαδή, από τη συντηρητική ελληνική κοινωνία στην αντίστοιχη αμερικάνικη. Ο ρατσισμός και η ανισότητα έχει τον ίδιο πόνο και βάρος όπου κι αν βρίσκεται ή προέρχεται. Υπάρχει βέβαια και η θεωρητική δουλειά που πρέπει να κάνει κανείς ψάχνοντας το πλαίσιο και την ιστορία κάθε τόπου και λαού για να γνωρίζεις περί τίνος πράγματος μιλάς. Αυτό το συγκεκριμένο περιβάλλον πίσω του πρέπει να το οικοδομήσει ο ηθοποιός.

Μαρία-Νεφέλη Δούκα: «Είναι πολύ ενθαρρυντικό, σε αυτές τις μαύρες μέρες που ζούμε με τόσα περιστατικά έμφυλης βίας και εγκλήματος, να βλέπεις ότι υπάρχει κόσμος που αναγνωρίζει το μέγεθος του κακού…»

Λυδία: – Πώς τίθεται το ζήτημα της ανατροπής σε αυτό το «αντιηρωικό νουάρ στις παρυφές του γουέστερν»; Ποιο στοιχείο του έργου θα ξεχώριζες;

Μαρία-Νεφέλη Δούκα: – Πιστεύω η ανατροπή κρύβεται στον ίδιο τον τίτλο, χωρίς να θέλω να προδώσω κάτι. Το έργο παρουσιάζει εκ πρώτης όψεως τον κίνδυνο δύο πληρωμένων φονιάδων. Από κει και πέρα, τίθεται το διακύβευμα από ποιον τελικά μπορεί να έρθει ο κίνδυνος και η βία. Και πόσο εύκολα.

Λυδία: – Εκτός από την παράσταση «Οι Δολοφόνοι» στο Rabbithole, σε συναντάμε φέτος και στην επιτυχημένη παράσταση «Αξύριστα Πηγούνια» του Γιάννη Τσίρου στο Μικρό Χορν. Τι έχεις αποκομίσει από το κοινό όλα αυτά τα χρόνια που παίζεται η παράσταση; Πώς προλαμβάνουν αυτό το έργο-γροθιά στο στομάχι;

Μαρία-Νεφέλη Δούκα: – Υπάρχει μεγάλη μερίδα του κοινού η οποία φεύγει μετακινημένη και σοκαρισμένη, βλέποντας ένα έργο τόσο πραγματικό, της γειτονικής πόρτας, των ειδήσεων και των σημερινών καιρών. Είναι πολύ ενθαρρυντικό, σε αυτές τις μαύρες μέρες που ζούμε με τόσα περιστατικά έμφυλης βίας και εγκλήματος, να βλέπεις ότι υπάρχει κόσμος που αναγνωρίζει το μέγεθος του κακού, βλέποντας αυτή την ιστορία. Για αυτόν τον κόσμο είμαι πολύ ευγνώμων, συγκινημένη, και μου δίνει δύναμη.

Αξύριστα Πηγούνια
Αξύριστα Πηγούνια του Γιάννη Τσίρου στο Θέατρο Μικρό Χορν | Σκηνοθεσία: Γ. Παλούμπης

Λυδία: – Στα «Αξύριστα Πηγούνια» η γυναίκα ως αντικείμενο του πόθου περνά από την ανωνυμία στην επωνυμία κι από τον ετεροπροσδιορισμό στην «διεκδίκηση» μιας αυτοτελούς ύπαρξης, ακόμη και μετά θάνατον. Πώς επιδρά η σεξιστική αντιμετώπιση της γυναίκας από τους τρεις αυτούς άντρες στον κυριολεκτικό και μεταφορικό «αφανισμό» της; Τι προσδιορίζει τελικά την ταυτότητά της;

Μαρία-Νεφέλη Δούκα: – Όσο η Ιρίνα ήταν «ζωντανή», της αφαιρούνταν μέρα με τη μέρα χώρος και αέρας. Ξεριζώθηκε από το χωριό της στη Ρωσία, όταν ήταν μικρή, πιστεύοντας πως στην Ελλάδα θα φτιάξει μια πιο βιώσιμη ζωή. Με το που ήρθε, ο ρατσισμός και η ξενοφοβία απέναντι της την περιόριζαν σε δουλειές με ελάχιστα χρήματα, και εν τέλει η βιοπάλη την οδηγεί να δουλέψει σε ένα στριπτιτζάδικογια να τα βγάλει πέρα, δίνοντας της ακόμη μεγαλύτερη «κλωτσιά» στο κοινωνικό περιθώριο που συνοδεύεται από χυδαίες προκαταλήψεις, και την απόλυτη σεξιστική αντιμετώπιση, ακόμη και από τον άνθρωπο που είχε δίπλα της και αγαπούσε.

Κάθε βλέψη που είχε για οικογένεια και αγάπη, της τη μαδούν άγρια και βίαια, την οδηγούν όλα και όλοι, σπονδυλωτά στην καταστροφή και στην αυτοκαταστροφή μέχρι που η καρδιά της, στα 28 της χρόνια, δεν αντέχει. Ακόμη και μετά θάνατον, πάνω από το άψυχο σώμα της, ενώ πλανάται το σύννεφο των «ενόχων», οι ίδιοι οι ένοχοι ακόμη σαστίζουν να κοιτάξουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη και η Ιρίνα κινδυνεύει να στερηθεί την ίδια της την ύπαρξη, ακόμη και ως νεκρή. Γιατί οι ένοχοι είναι τόσο δειλοί που προτιμούν να κλείσουν το κεφάλαιο του θανάτου της ως «νεαρά γυνή αγνώστων στοιχείων» για τα αζήτητα, παρά να δουν το βρώμικο εαυτό τους.

Μαρία-Νεφέλη Δούκα: «Προσδοκώ να κάνω αυτή τη δουλειά με ανθρώπους που βλέπουν τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο που τα βλέπω κι εγώ[…]»

Σε ένα εντελώς λοιπόν ανυπεράσπιστο πρόσωπο στη ζωή και στο θάνατο, κάποιος θα κομίσει την αλήθεια για κείνη ώστε το κατευόδιο της να είναι λιγότερο πικρό από το βίο της. Η ταυτότητά της δραματουργικά χτίζεται καθ’όλη τη διάρκεια του έργου μέχρι την αποκατάσταση της αλήθειας.

Λυδία: – Ποια είναι τα «αξύριστα πηγούνια» του σήμερα;

Μαρία-Νεφέλη Δούκα: – Είναι ο αποκτηνωμένος κόσμος, η σκληρή πατριαρχία, τα απωθημένα και η προκατάληψη, η αγριότητα απέναντι στο ανυπεράσπιστο και ευάλωτο κορίτσι, ή στον ξένο, ή οποιαδήποτε κοινωνική ομάδα που είναι στο περιθώριο.

Λυδία: – Ποιες είναι οι καλλιτεχνικές σας προσδοκίες σας για το μέλλον;

Μαρία-Νεφέλη Δούκα: – Βρίσκομαι στα γυρίσματα της μίνι σειράς της CosmoteTv «Οι Αόρατοι» του Χάρη Μαζαράκη, η οποία θα προβληθεί μέσα στο 2022. Προσδοκώ να κάνω αυτή τη δουλειά με ανθρώπους που βλέπουν τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο που τα βλέπω κι εγώ, να δουλεύω πάνω σε έργα που έχουν κάτι να πουν, με καλλιτέχνες που έχουν κάτι να πουν.

Οι Δολοφόνοι | Πληροφορίες παράστασης
Αξύριστα Πηγούνια | Πληροφορίες παράστασης

 

 

Διαβάστε περισσότερες θεατρικές συνεντεύξεις εδώ

 

Προηγούμενο άρθροΟι Δούλες του Ζαν Ζενέ από τους Apparatus στο Θέατρο Άλμα
Επόμενο άρθροHAMLET & Άμλετ – Ο Φαίδων Καστρής και η Ζωή Ξανθοπούλου στο Θέατρο Αργώ
Λυδία Τριγώνη
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ηράκλειο Κρήτης. Απόφοιτη του τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Παν/μίου Αθηνών και του μεταπτυχιακού προγράμματος «Λογοτεχνία, Πολιτισμός και Ιδεολογία», με ειδίκευση στο θέατρο. Ασχολείται με τη μετάφραση θεατρικών έργων, εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτη και αρθρογραφεί στο Artic.gr από το 2012.