Λευκές Νύχτες του Φ.ΝτοστογιέφσκιΠρωταγωνιστούν: Στάθης Μαντζώρος, Λουκία Μιχαλοπούλου
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καταλειφός
Υπόθεση: Ένας εικοσιεξάχρονος νέος, μοναχικός και ονειροπόλος περιπλανιέται μια νύχτα στη Πετρούπολη που έχει ερημώσει καθώς όλοι ξεσηκώθηκαν και πήγαν να ξεκαλοκαιριάσουν στην εξοχή. Στην προκυμαία του καναλιού,πολύ κοντά στα κάγκελα, στέκεται μια γυναίκα και κλαίει. Ένα τυχαίο συμβάν στέκεται η αιτία να γνωριστούν.

Κάποιο μυστικό βασανίζει τη σκέψη της κοπέλας και αποφασίζει να το εμπιστευτεί στον νέο. Του δίνει ραντεβού για την επόμενη νύχτα, με έναν όρο όμως: να μην την ερωτευτεί…

 

 

ΚΡΙΤΙΚΗ


 

Ονειροπολήσεις Ποιότητας και Ήθους4 αστέρια

 

Ο Φιοντόρ Μιχαϊλοβιτς Ντοστογιέφσκι αποτελεί κορυφαία μορφή της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ενώ θεωρείται ο σημαντικότερος μυθιστοριογράφος όλων των εποχών. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε όλες τις γλώσσες του κόσμου και μυθιστορήματα του, όπως το «Έγκλημα και Τιμωρία», «Ο Ηλίθιος» και «Οι Αδερφοί Καραμαζώφ» έχουν σημαδέψει καίρια την πορεία της ρωσικής, αλλά και της παγκόσμιας λογοτεχνίας εν γένει. Οι «Λευκές Νύχτες» είναι ένα ατμοσφαιρικό, ρομαντικό διήγημα γραμμένο το 1848. Το έργο έχει μεταφερθεί ποικίλες φορές ανά τον κόσμο τόσο στη μικρή όσο και στη μεγάλη οθόνη, με μεγάλη επιτυχία στον ρωσικό κινηματογράφο (1992), αλλά και στο Χόλιγουντ. Στην ελληνική σκηνή έχει παρουσιαστεί λίγες φορές, με τελευταία παράσταση αυτή του 2002 από το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πάτρας.

Τόπος στον οποίο διαδραματίζεται η υπόθεση είναι η Αγία Πετρούπολη, μία πόλη καθοριστικής σημασίας και για τους δύο ήρωες. Ένας εικοσιεξάχρονος μοναχικός νέος περιπλανιέται στην ερημωμένη πόλη, από την οποία απουσιάζει η κίνηση και η ζωή, καθώς οι κάτοικοι λείπουν στην εξοχή για το υπόλοιπο του καλοκαιριού. Ο νέος αυτός, χωρίς όνομα και καθορισμένη ταυτότητα, αλλά με ξεκάθαρη ψυχοσύνθεση και εμφανές στοχαστικό ύφος, θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει τον ίδιο το συγγραφέα. Θα μπορούσε αυτός να θεωρηθεί ως ένας πιθανός λόγος για την ανωνυμία του πρωταγωνιστή, καθώς η σχέση του με τις γυναίκες, η παρόμοια ευαισθησία και η ονειροπόληση τον απασχόλησαν σημαντικά στο έργο και τη ζωή του.  Ιδίως την περίοδο αυτή της συγγραφής του έργου θεωρούσε τον άνθρωπο-ονειροπόλο ως αξιοσημείωτο κοινωνικό φαινόμενο. Στην Εφημερίδα της Αγίας Πετρούπολης χαρακτηρίζει τον ονειροπόλο ως τύπο ανθρώπου απόλυτα συντονισμένου με την πόλη, η οποία, ειδικά την περίοδο του καλοκαιριού, φαίνεται να ενθαρρύνει την αποξένωση από την πραγματικότητα.

Μέσα από τις ονειροπολήσεις του, ο νέος αποφεύγει την άμεση επαφή με την πραγματικότητα, εναποθέτοντας την ίδια του την ύπαρξη στον αέναο στοχασμό και τις ανεκπλήρωτες φαντασιώσεις του. Αρνούμενος να αντιμετωπίσει τις αντιξοότητες της ζωής, θα εξαναγκαστεί σε μία ανώμαλη προσγείωση στην πεζή πραγματικότητα μέσα από τη γνωριμία του με την νεαρή Νάστενκα. Μία τυχαία γνωριμία τους στην προκυμαία του καναλιού θα σταθεί αφορμή για την επώδυνη επιστροφή του στον υλικό, απτό και σκληρό κόσμο της πραγματικότητας. Η ίδια είναι ερωτευμένη με τον ενοικιαστή της γιαγιάς της, ο οποίος έφυγε για ένα διάστημα από την πόλη. Οι έκδηλες ανασφάλειες, τα απωθημένα και ο φόβος της για την οριστική φυγή του αγαπημένου της θα καταπραϋνθούν, αλλά δε θα εξαφανιστούν με την ανιδιοτελή αγάπη του ονειροπόλου. Δύο φιγούρες ατενίζουν το μέλλον σε μία ύστατη προσπάθεια για ουσιαστική ανθρώπινη επαφή και ευτυχία. Κοινός παρονομαστής τους η κυριολεκτική και μεταφορική μοναξιά και απομόνωση που βιώνουν. Ο ονειροπόλος βρίσκει για πρώτη φορά στην πραγματική ζωή αυτό που για χρόνια αναζητούσε στις αόριστες φαντασιώσεις του, ενώ εκείνη θα παρηγορήσει στιγμιαία τα φλογερά της αισθήματα για τον ένοικο με τα τρυφερά λόγια του νεαρού. Εκμεταλλευόμενη την αδυναμία και την υπέρτατη στιγμή ‘‘επίγειας’’ ευτυχίας του, κατορθώνει τελικά να αποκτήσει αυτό που θέλει, και να δραπετεύσει μαζί του.

Λουκία Μιχαλοπούλου-Στάθης ΜαντζώροςΑυτό το ρομαντικό και άκρως ποιητικό διήγημα του Ντοστογιέφσκι μετουσιώνεται με τη βοήθεια της καίριας σκηνοθετικής ματιάς του Δημήτρη Καταλειφού σε μία παράσταση εξαιρετικής ποιότητας και ποιητικού ύφους που σπανίζει. Το λιτό πνεύμα του συγγραφέα έχει συνυφανθεί αριστοτεχνικά με τις συνεχείς ψυχικές μεταπτώσεις των ηρώων, δημιουργώντας ανάγλυφη την αίσθηση του εξωπραγματικού και του ονείρου. Λόγος και εικόνα ταυτίζονται σε ποιότητα και ύφος, ενώ διατηρούνται οι απαραίτητες ισορροπίες ώστε η ποιητική ατμόσφαιρα του έργου να μην φθάσει στα όρια ενός απλού μελοδράματος.

Ο Στάθης Μαντζώρος ως αισθαντικός ονειροπόλος, με λεπτότητα στην έκφραση και βιώνοντας τις ψυχικές μεταπτώσεις του ήρωα στο έπακρο διαγράφει άρτια το πορτρέτο ενός ανθρώπου που αποζητά εναγωνίως μία στιγμή αληθινής ευτυχίας. Υποδύεται τον ντοστογιεφσκικό ήρωα με απλότητα, υπογραμμίζοντας παράλληλα τον πλούσιο και ταραχώδη συναισθηματικό του κόσμο. Από τις νυχτερινές του ακροβασίες στη χώρα του ονείρου, θα βρεθεί απότομα προσγειωμένος και βαθιά πληγωμένος από την απόρριψη της Νάστενκα. Διεκδικώντας το δικαίωμα του στον έρωτα και στην ενεργή επαφή του με τον έξω κόσμο, θα συνειδητοποιήσει με τον πιο επώδυνο τρόπο την ματαιότητα του ατέρμονου ιδεαλισμού. Η ταλαντούχα Λουκία Μιχαλοπούλου διαθέτει μοναδική υποκριτική δεινότητα και έντονη εκφραστικότητα που την μεταμορφώνουν σε ένα πλάσμα στ’ αλήθεια εξωπραγματικό. Ο πόνος, η ανασφάλεια, η ελπίδα και η δυστυχισμένη ζωή της ηρωίδας αποτυπώνονται τόσο στις εκφράσεις όσο και στην έξοχη κίνηση της. Μετρημένη και χωρίς υπερβολικές εξάρσεις, πείθει απόλυτα ως αθώα και αυθόρμητη Νάστενκα.

Τα σκηνικά της Εύας Μανιδάκη που παραπέμπουν στην προκυμαία του καναλιού, με τα σκορπισμένα φύλλα και το νερό, μέσα στο οποίο συχνά περπατούν οι δύο ήρωες σε στιγμές έντασης είναι λειτουργικά και εναρμονισμένα με το ποιητικό, αλλά και με το μουντό κλίμα απομόνωσης που χαρακτηρίζει την Αγία Πετρούπολη. Τα κοστούμια της κ.Μανιδάκη είναι χαρακτηριστικά της εποχής του 19ου αιώνα, ταιριαστά με την ιδιότητα του κάθε χαρακτήρα και αρκετά καλαίσθητα. Οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου διακριτικοί, με διαδοχικές διαβαθμίσεις που συμβαδίζουν με τις ψυχικές μεταπτώσεις των ηρώων, με ιδιαίτερη έμφαση στα πρόσωπα του εκάστοτε χαρακτήρα που μονολογεί, στοχάζεται, αναπολεί και εξομολογείται. 

 

INFO


 

Mετάφραση: Άρης Αλεξάνδρου

Διασκευή:  από την ομάδα εργασίας στη διάρκεια των προβών

Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καταλειφός

Σκηνικά – κοστούμια: Εύα Μανιδάκη

Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου

Παίζουν: Λουκία Μιχαλοπούλου, Στάθης Μαντζώρος

ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΩΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ: 

Κάθε Δευτέρα – Τρίτη 21.Κάθε Σάββατο 19.00 & κάθε Κυριακή 18.00

ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ:

16 ευρώ Φοιτητικό: 13 ευρώ

ΘΕΑΤΡΟ ΟΔΟΥ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ (Β’ ΣΚΗΝΗ)

Κεφαλληνίας 16, Κυψέλη

Τηλ.: 210-8838727

 

                                                        Οι παραστάσεις ξεκίνησαν από τις 15 Οκτωβρίου 2012

 

Προηγούμενο άρθροΗ ανθρωπότητα χάνεται μπροστά στους εισβολείς…
Επόμενο άρθροΟ Sammy σε νέες περιπέτειες…
Λυδία Τριγώνη
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ηράκλειο Κρήτης. Απόφοιτη του τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Παν/μίου Αθηνών και του μεταπτυχιακού προγράμματος «Λογοτεχνία, Πολιτισμός και Ιδεολογία», με ειδίκευση στο θέατρο. Ασχολείται με τη μετάφραση θεατρικών έργων, εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτη και αρθρογραφεί στο Artic.gr από το 2012.