Στο άκουσμα της λέξης: «Κολοσσαίο» το μυαλό μας κατευθύνεται σχεδόν αυτόματα στη Ρώμη και στη ρωμαϊκή αρχιτεκτονική. Στον τρόπο ζωής των αρχαίων Ρωμαίων, οι οποίοι απολάμβαναν ευτελή και βίαια θεάματα. Εδώ, ένα οξύμωρο γεννιέται. Μπορεί αυτή η πελώρια παλαίστρα να μας υπενθυμίζει μια κτηνώδη πλευρά της ανθρώπινης φύσης, όμως χάρη στο σχεδιασμό της έχει αφήσει το δικό της στίγμα στην ιστορία της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής.

Η προέλευση του ρωμαϊκού αμφιθεάτρου

Παρατηρώντας κανείς την Ελληνική και τη Ρωμαϊκή αρχιτεκτονική των αρχαίων χρόνων θα αντιληφθεί τη μεγάλη επίδραση της πρώτης στη δεύτερη. Το ρωμαϊκό αμφιθέατρο αποτελεί, λοιπόν, την εξέλιξη του αρχαίου ελληνικού θεάτρου. Παράλληλα προσαρμόζεται στα δεδομένα και στις ανάγκες των τότε Ρωμαίων πολιτών. Η σκηνή του θεάτρου καταργείται εντελώς. Το κοίλο, δηλαδή η ομόκεντρη προς την ορχήστρα κοιλότητα η οποία φιλοξενούσε τους θεατές, θα λάβει το σχήμα πλήρους έλλειψης. Επιπλέον, τη θέση της ορχήστρας παίρνει μια μεγάλη ελλειπτική πλατεία, η οποία διαχωρίζεται από τις κερκίδες του κοίλου με μεταλλικό πλέγμα και ψηλό πόδιο. Στο Κολοσσαίο, κάτω από την πλατεία, διαμορφώνονται υπηρεσιακοί διάδρομοι, αποθήκες, αποδυτήρια και χώροι φύλαξης για τα θηρία. Αυτοί οι χώροι διαφαίνονται καθαρά στις μέρες μας και ειδικά ο ευρηματικός λαβυρινθοειδής σχεδιασμός τους. Παράλληλα, ορισμένα θεωρία, με κινητά καθίσματα, προβλέπονταν αποκλειστικά για διακεκριμένα πρόσωπα.

Κολοσσαίο- Αναπαράσταση
Αναπαράσταση του Κολοσσαίου
Σημαντικά αρχιτεκτονικά στοιχεία για το Κολοσσαίο

Αποτελεί, με βεβαιότητα, το μεγαλύτερο αμφιθέατρο της εποχής του. Η κατασκευή του ξεκίνησε από το Βεσπασιανό το 70 μ.Χ., όμως ολοκληρώθηκε από το Δομιτιανό δώδεκα χρόνια αργότερα. Αρχικά ήταν γνωστό ως «Φλαβιανό Αμφιθέατρο», από το οικογενειακό όνομα του Βεσπασιανού. Απέκτησε το όνομα «Κολοσσαίο» κατά τον 8ο αιώνα μ.Χ., μάλλον από τον κολοσσό του Νέρωνα, ο οποίος βρισκόταν κοντά σε αυτό. Χτίστηκε ανάμεσα σε δυο λόφους, Ησκιλίνο και Καίλιο, σε έναν επίπεδο χώρο όπου κάποτε βρισκόταν μια τεχνητή λίμνη, στο ιδιωτικό Άλσος της Χρυσής Οικίας του Νέρωνα (Domus Aurea). Η χωρητικότητά του ξεπερνούσε τα 50.000 άτομα, ενώ παράλληλα η έξοδος και η είσοδος από και προς το χώρο από 76 ακριβώς σημεία, μπορούσε να πραγματοποιηθεί αρκετά γρήγορα, σε συνδυασμό με την κίνησή του πλήθους στους μεγάλους διαδρόμους.  Επομένως μπορούμε να μιλάμε για μια αρχιτεκτονική που εξυπηρετεί άριστα ορισμένες σημαντικές λειτουργικές απαιτήσεις.

Κολοσσαίο- Τομή
Τμηματική τομή του Κολοσσαίου (Durm)

Το ελλειπτικό σχήμα της κάτοψης του διαθέτει δυο κάθετους άξονες, 189 και 156,3 μέτρων. Τα εδώλια, δηλαδή τα καθίσματα των θεατών, μαρμάρινα τα περισσότερα, διαμορφώνονται κλιμακωτά και στηρίζονται πάνω σε τριώροφες καμάρες τοξωτής υποδομής, από σκυρόδεμα επενδυμένο με τούβλα. Ουσιαστικά, κάτω από αυτές τις καμάρες αναπτύσσονταν θολωτοί διάδρομοι, είτε ομόκεντροι με την έλλειψη, είτε ακτινικοί. Ορισμένοι περιλάμβαναν τις κλίμακες εισόδου και εξόδου. Άλλοι οριζόντιοι διάδρομοι χώριζαν τα καθίσματα σε τέσσερις «θέσεις», από τις οποίες οι δυο χαμηλότερες προορίζονταν για τους πατρικίους, δηλαδή ευγενείς πολίτες από επιφανείς οίκους. Η κονίστρα, δηλαδή ο κύριος αγωνιστικός χώρος διέθετε άξονες 87,5 και 54,8 μέτρων. To velarium, ένα είδος τέντας κρεμασμένο από ιστούς, λέγεται ότι το χειρίζονταν ναύτες και κατά το απόγευμα έγερνε προς τη δύση για να σκιάζει κυρίως το αυτοκρατορικό θεωρείο.

Κολοσσαίο- Κάτοψη
Κάτοψη- Οριζόντια τομή του Κολοσσαίου σε τέσσερα διαφορετικά επίπεδα
Η μορφολογία

Το Κολοσσαίο αποτελείται από μία περιμετρική όψη 47,8 μέτρων και χωρίζεται σε τέσσερις ορόφους. Καθένας από τους τρεις χαμηλότερους ορόφους διαθέτει 80 αψιδωτά ανοίγματα σε σειρά τα οποία πλαισιώνονται από ημικίονες ενσωματωμένους σε πεσσούς (στήριγμα με τετράγωνη διατομή). Η όψη του τέταρτου ορόφου αποτελείται από ενιαίο τοίχο με παράθυρα ο οποίος χωρίζεται σε τμήματα με παραστάδες (ορθογώνια και επίπεδα στοιχεία στήριξης, πάντα συνδεδεμένα απευθείας με τοίχο).  Εδώ έρχεται να επισημανθεί η επιρροή της Ελληνικής Αρχιτεκτονικής στη Ρωμαϊκή, καθώς στην όψη κάθε ορόφου γίνεται χρήση κάποιου ρυθμού ελληνικού ναού. Στο ισόγειο συναντάμε μια παραλλαγή του δωρικού ρυθμού, ή αλλιώς τον Τοσκανικό ρυθμό, απλό, χωρίς αυλακώσεις, ενώ διατηρούνται οι μετώπες και τα τρίγλυφα του δωρικού. Ο επόμενος όροφος αποτελείται από ιωνικά στοιχεία, ενώ ο τρίτος από κορινθιακά. Ακριβώς πίσω από τα ανοίγματα βρίσκονται οι διάδρομοι περιπάτου.

Κολοσσαίο- Κοντινή άποψη του κτίσματος
Διάκριση τοξοστοιχίων και των διαφορετικών αρχαιοελληνικών ρυθμών που χρησιμοποιήθηκαν με τη μορφή κιόνων ενσωματωμένων σε πεσσούς σε κάθε όροφο
 Η κατασκευή

Συνολικά το κτήριο έχει κατασκευαστεί από χυτό υλικό, σκυρόδεμα συγκεκριμένα, καθώς και με επένδυση τούβλου. Στο εξωτερικό του μέρος η κατασκευή περιλαμβάνει τραβερτίνη από το λατομείο του Τίβολι. Κατασκευαστικά, το τούβλο φαίνεται να χτίσθηκε πρώτο και να αποτέλεσε στη συνέχεια τον τύπο για το χυτό υλικό. Πρόκειται, λοιπόν, για μια κατασκευαστική καινοτομία για την εποχή. Οι Ρωμαίοι ήδη από τον 3ο αιώνα π.Χ. ανακάλυψαν ότι ένα μείγμα αμμώδους ηφαιστειακής στάχτης και ασβεστοκονιάματος μπορεί να συνδυαστεί με άμμο και χαλίκια. Αυτό όταν στεγνώσει καταλήγει σε έναν εντελώς αδιάβροχο και σκληρό συνθετικό βράχο, επιτρέποντας τη στέγαση μεγάλων ανοιγμάτων.

Το Κολοσσαίο σήμερα

Ο αρχιτεκτονικός τύπος του Κολοσσαίου φαίνεται να φέρει μια διαχρονική αξία. Η αρχιτεκτονική του μορφολογία έχει ασκήσει επιρροή σε αρχιτέκτονες της Αναγέννησης, όπως ο Αλπέρτι και ο Τζουλιάνο ντα Σανγκάλλο. Παράλληλα, αποτελεί πρότυπο ακόμα και σήμερα ως προς την μελέτη του χώρου για μεγάλα πλήθη. Το Κολοσσαίο είναι το παλαιότερο αλλά και το ωραιότερα σωζόμενο αμφιθέατρο της Ρώμης. Αν  και ένα μεγάλο μέρος του έχει καταστραφεί, το κομμάτι του που παραμένει ανέπαφο είναι αρκετό για να αντιληφθεί κανείς την εικόνα ολόκληρου του κτιρίου. Μπορεί η αιτία της κατασκευής του να αποτελεί ένα πλήγμα για την ιστορία της ανθρωπότητας, όμως δεν παύει να αποτελεί ένα παράδειγμα μνημειακής αρχιτεκτονικής. Μιας αρχιτεκτονικής που ανταποκρίνεται με αποτελεσματικότητα στις λειτουργικές ανάγκες της κοινωνίας της εποχής.

Κολοσσαίο- Φωτισμός του κτίσματος
Άποψη του Κολοσσαίου τη νύχτα

 

Βιβλιογραφία


  • Μπούρας Χαράλαμπος, Ιστορία της Αρχιτεκτονικής, Πρώτος Τόμος, Εκδόσεις Συμμετρία, Αθήνα,1999
  • Furneau- Jordan Robert, Ιστορία της Αρχιτεκτονικής, Εκδόσεις Υοποδομή, Αθήνα, 1981
  • Gombrich E. H., Το Χρονικό της Τέχνης, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 1998
  • Jones Denna, Architecture The Whole Story, Thames and Hudson, United Kingdom, 2014
  • Watkin David, Ιστορία της Δυτικής Αρχιτεκτονικής, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 2009
Προηγούμενο άρθροΦρίντα Κάλο ¡Viva La Vida! του Pino Cacucci από τις εκδόσεις Άγρα
Επόμενο άρθροΜητρόπολη από την Ομάδα momentum, σε σκηνοθεσία Αργύρη Πανταζάρα στο Σύγχρονο Θέατρο