Το Καινούριο κόκκινο εμπνέεται από την Όπερα της Πεντάρας, του Βάιλ σε λιμπρέτο του Μπρεχτ, και από το Θέμη Μουμουλίδη παρουσιάζεται στο θέατρο Τζένη Καρέζη. Μια μουσική και σκηνική σύνθεση, με την πρόθεση της αναφοράς σε τρία ιστορικά ζευγάρια: Τη Τζένη και το Μακήθ, τον Καρυωτάκη και την Πολυδούρη, το Ρωμαίο και την Ιουλιέτα.  Η σύλληψη του Μουμουλίδη επιχειρεί να μεταφέρει το κοινό στην ατμόσφαιρα της εποχής των γερμανικών καμπαρέ στη Γερμανία του Δευτέρου Παγκοσμίου και με αφορμή αυτή την έναρξη, να περιπλανηθεί, μέσω της μουσικής, στη σύγχρονη ιστορία του προηγούμενου αιώνα.

Τα βερολινέζικα καμπαρέ

Το καμπαρέ όπως το σκεφτόμαστε σήμερα απέχει μακράν από το «Λε Σα Νουάρ» του 1881 («Μαύρος Γάτος», Παρίσι) όπου ζωγράφοι, ποιητές και μουσικοί παρουσίαζαν τα έργα τους. Στη Γερμανία, το καμπαρέ μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ανέπτυξε πολιτικό περιεχόμενο, ιδίως στο Βερολίνο, φθάνοντας στο απόγειο του τη δεκαετία του 1930 για να το απαγορεύσουν οι Ναζί το 1935.

Όσοι γνωρίζουν τη γερμανική γλώσσα μπορούν να επιβεβαιώσουν τη διάκριση μεταξύ Kabarett και Cabaret. Αν και χρησιμοποιούνταν εξίσου στην  εποχή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, από το 1950 το Cabaret ταυτίστηκε περισσότερο με το θέμα που περιλάμβανε γυμνό ενώ το Kabarett συνδέθηκε με νούμερα που έθιγαν πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα με καυστικό και σατιρικό ύφος.

«Η σύλληψη του Μουμουλίδη επιχειρεί να μεταφέρει το κοινό στην ατμόσφαιρα της εποχής των γερμανικών καμπαρέ στη Γερμανία του Δευτέρου Παγκοσμίου και με αφορμή αυτή την έναρξη, να περιπλανηθεί, μέσω της μουσικής, στη σύγχρονη ιστορία του προηγούμενου αιώνα.»

Στη δομή του το θέαμα ενός καμπαρέ ενθάρρυνε την άμεση επικοινωνία και αλληλεπίδραση κοινού και περφόρμερ (ηθοποιοί, χορευτές, τραγουδιστές). Αίθουσες σχετικά περιορισμένης χωρητικότητας, όπου οι πελάτες έβρισκαν τη θέση τους σε μικρά τραπεζάκια και συγχρωτίζονταν με ενδιάμεσες παύσεις για αλκοόλ και καπνό. Συνδετικός κρίκος ο κομπέρ, ένας παρουσιαστής σε ρόλο διευθυντή προγράμματος ο οποίος, σε άμεση απεύθυνση προς το κοινό, δρομολογούσε τη δράση, σχολίαζε την επικαιρότητα και παρουσίαζε τους καλλιτέχνες.

Η ιστορία του καμπαρέ δεν μπορεί να ιδωθεί ανεξάρτητα από την εξέλιξη στην τέχνη του θεάτρου, του χορού ή της μουσικής. Παράλληλα, εφόσον σαν είδος εκπλήρωνε τη δημόσια αλλά και την εμπορική ψυχαγωγία, επηρεαζόταν από τα ιστορικά γεγονότα, το σύγχρονο ιστορικό γίγνεσθαι και την εκάστοτε πολιτική συνθήκη. Οι δημιουργοί της Όπερας της Πεντάρας, Μπρέχτ και Βάιλ, αν και δε συνέθεταν βέβαια για το καμπαρέ, ωστόσο το ύφος των τραγουδιών τους, σατιρικό, κυνικό ενίοτε και κριτικά αιχμηρό μπορούσε δυνητικά να απευθύνεται και να εκφράζεται από τη σκηνή ενός τέτοιου χώρου σε ένα αντίστοιχα δεκτικό και ανήσυχο κοινό.

"Καινούριο Κόκκινο" στο Τζένη Καρέζη.
Στο «Καινούριο Κόκκινο», η ιστορία της Τζένης των Πειρατών και του ληστή Μακήθ, ξανα-ειπώνεται με οδηγό τη μουσική και σκηνικό υπόβαθρο την Ευρώπη του εικοστού αιώνα. Παίζουν Ρίτα Αντωνοπούλου και Ιωάννης Παπαζήσης.
Τα πιο γνωστά καμπαρέ

Ιστορικό παράδειγμα υπήρξε το βερολινέζικο Der KomikerKadeKo) με ένα θέαμα εγγύτερο του μιούζικ χολ όπου οι περφόρμερ εντυπωσίαζαν το κοινό με τα κοστούμια τους. Έτερον δέος, οι Κατακόμβες με επίκεντρο την πολιτική σάτιρα και ύφος ελλειπτικό, λιτό, με τη χρήση ανεκδότων και λογοπαιγνίων. Σε αυτό, οι περφόρμερ ήταν άνθρωποι «καθημερινοί» και δεν δίσταζαν, αρχικά,  να διακωμωδούν ευθέως το ναζισμό, τους εκπροσώπους και τα σύμβολα του. Το Silhouette, ένα από τα λίγα στην εποχή της Βαϊμάρης ενθάρρυνε τις αλλαγές ρόλων μεταξύ αντρών και γυναικών ενώ το Jockey παρουσίαζε ένα μουσικό πρόγραμμα όπου τζάζ κομμάτια αναμειγνύονταν με κλασικά λαϊκά τραγούδια

Καινούριο Κόκκινο ή «Πες μια τραγωδία που να μιλά για όνειρα»

Στο Καινούριο Κόκκινο, η ιστορία της  Τζένης των Πειρατών και του ληστή Μακήθ, ξανα-ειπώνεται με οδηγό τη μουσική και σκηνικό υπόβαθρο την Ευρώπη του εικοστού αιώνα. Η Τζένη είναι η πρώην αγαπημένη του διαβόητου αρχηγού του υποκόσμου Μακήθ και εξαπατημένη από αυτόν καθώς έρχεται «δεύτερη» στη ζωή του, μετά την Πόλι Πίτσαμ, κόρη του Τζόναθαν Πίτσαμ, «αφεντικού» των ζητιάνων και έτερον δέος του λονδρέζικου υποκόσμου. Η Τζένη, πληγωμένη και προδομένη από τον Μακήθ αποφασίζει να τον καταδώσει στην αστυνομία. Ένας μεγάλος έρωτας έχει μόλις καταλήξει στον αλληλοσπαραγμό. Από τα καταγώγια του λιμανιού, η Τζένη γίνεται η «Τζένη των Πειρατών» και μέσα σε ένα κόκκινο όνειρο, «κόκκινο όπως η ουτοπία» οραματίζεται το μέλλον, μακριά από κάθε είδους θάνατο.

Ο Θέμης Μουμουλίδης επιχειρεί να μας μεταφέρει, κατά το δυνατό, στην ατμόσφαιρα ενός βερολινέζικου καμπαρέ. Η σύνθεση των κειμένων και η ακολουθία των μουσικών μερών αλληλοσυμπληρώνονται. Τα λόγια των ηθοποιών διαδέχονται στίχοι από ιστορικά τραγούδια καθώς στο βάθος εναλλάσσονται εικόνες και στιγμές της τέχνης και της ιστορίας του προηγούμενου αιώνα, σε κινηματογραφική παράλληλη δράση. Η ορχήστρα με επικεφαλή τον Γιώργο Παπαχριστούδη στο πιάνο, τη Βασιλική Μαζαράκη στο βιολί και την Ιωάννα Πάλλα στο ακορντεόν ισορροπεί σκηνικά με τις ενέργειες των χαρακτήρων και τους εντάσσει συνεχώς σε μια αντίστοιχη, δεύτερη σκηνική πραγματικότητα, αυτή του καμπαρέ με ότι κι αν αυτό σημαίνει ή συνεπάγεται σημασιολογικά.

Καινούριο Κόκκινο στο Τζένη Καρέζη, γιατί «ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει, είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε»

Η Τζένη και ο Μακήθ παραμένουν σε όλη τη διάρκεια «ηθοποιοί» στο καμπαρέ Καινούριο Κόκκινο και παίζουν για εμάς, τους θεατές στις κερκίδες ή αλλιώς τους θαμώνες του. Η ζωή τους, το πάθος, οι συγκρούσεις, οι αγωνίες και η τελική πράξη της αλληλοπροδοσίας τους δεν αποτελούν εικόνες παρασκηνίου της «πραγματικής» τους ζωής αλλά το σύνολο της παράστασης που έχουν ετοιμάσει για εμάς με φόντο την ταινία για την Ευρώπη και την ιστορία της, που αναπαράγεται σε ταυτόχρονη ροή από τον πίνακα – καθρέφτη στο βάθος.

"Καινούριο Κόκκινο" στο Τζένη Καρέζη
«Καινούριο Κόκκινο» σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη. Παίζουν Ρίτα Αντωνοπούλου και Ιωάννης Παπαζήσης.

Το ύφος του Καινούριου Κόκκινου θα ήταν διαφορετικής ποιότητας αν δεν είχε τη Ρίτα Αντωνοπούλου στη σύνθεσή του. Χωρίς τίποτε το περιττό, εκφραστική, εσωτερική, και συνειδητά συγκεντρωμένη σε όλη τη διάρκεια, ήταν η Τζένη, η Τζένη των Πειρατών. Μια παρουσία αισθαντική αλλά και σύγχρονη, με υποκριτικές αρετές που μόνο πρόσθετε, ταιριάζοντας απόλυτα στη σύλληψη του Θέμη Μουμουλίδη.

Ο Ιωάννης Παπαζήσης χρειάστηκε λίγο περισσότερο χρόνο για να βρει το ρυθμό του. Καλύτερος στο ρόλο του κομπέρ, δημιούργησε έναν χαρακτήρα πραγματικό και ουσιαστικό, με όσες ατέλειες και ανισορροπίες έχει κάθε ένας από εμάς. Ακολούθησε με συνέπεια τη «Τζένη» του και στάθηκε με συνέπεια σημαντικός και αντίστοιχος της.

Οι ενδυματολογικές προτάσεις της Παναγιώτας Κοκκόρου υπήρξαν εύστοχες και ακόλουθες της δράσης. Απ’ την άλλη ο σκηνικός χώρος δεν είχε να προτείνει κάτι δημιουργικό πέρα από την απλή περιγραφική του διάσταση. Ο Ηλίας Μπελμπάς φώτισε ατμόσφαιρες και αισθήσεις ενώ η Άννα Αθανασιάδη μετέφερε τον χωροταξικό και κιναισθητικό «αέρα» του καμπαρέ μέσω των χορογραφιών της.

Καινούριο Κόκκινο στο Τζένη Καρέζη, γιατί «ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει, είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε».

Συντελεστές παράστασης Καινούριο Κόκκινο

  • Κείμενο | Σκηνοθεσία: Θέμης Μουμουλίδης
  • Επιμέλεια σκηνικού χώρου | Κοστούμια: Παναγιώτα Κοκκόρου
  • Ενορχήστρωση: Γιώργος Παπαχριστούδης
  • Χορογραφίες: Άννα Αθανασιάδη
  • Σχεδιασμός ήχου: Γιάννης Λαμπρόπουλος
  • Φωτισμοί: Ηλίας Μπελμπάς
  • Video: Νίκος Τσιμούρης
  • Φωτογραφίες: Άκης Χρήστου
  • Διεύθυνση Παραγωγής: Σταμάτης Μουμουλίδης
  • Παραγωγή: 5η Εποχή Τέχνης
  • Μουσικοί: Γιώργος Παπαχριστούδης (πιάνο), Βασιλική Μαζαράκη (βιολί), Ιωάννα Παλλά (Ακορντεόν)
  • Ερμηνεύουν: Ρίτα Αντωνοπούλου, Ιωάννης Παπαζήσης
Πληροφορίες παράστασης Καινούριο Κόκκινο

  • Τοποθεσία: Θέατρο Τζένη Καρέζη
  • Διεύθυνση: Ακαδημίας 3 (Αθήνα)
  • Ημέρες & ώρες παραστάσεων: κάθε Δευτέρα & Τρίτη στις 21:00
  • Τιμές Εισιτηρίων:13 έως 18 ευρώ
  • Προπώληση: Viva.gr, Ταμείο Θεάτρου
  • Τηλέφωνο Ταμείου: 210 3636144
  • Official Site

-Βία: Καθόλου

-Γυμνό: Καθόλου

 

Διαβάστε περισσότερες Θεατρικές κριτικές εδώ

 

Προηγούμενο άρθροΕίμαι Θάλασσα Χρονών του Ηλία Κουνέλα στο Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας
Επόμενο άρθροΗ Δήμητρα Μαστορίδου θα βρίσκεται στο «Μουσικό κουτί» στις 24/02!
Μαρία Στέλλα Μπινίκου
Απόφοιτη Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας, της Φιλοσοφικής Σχολής Ιωαννίνων (κατεύθυνση Ψυχολογίας) και Θεατρικών Σπουδών, της Σχολής Καλών Τεχνών, στο Ναύπλιο. Φοιτήτρια στο Μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Σύγχρονες Δημοσιογραφικές Σπουδές», του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου.