Αθήνα Δεκέμβριος 2008Πολλοί εξ ημών θα έχουμε ίσως αναρωτηθεί γιατί οι πόλεις μας και κατά συνέπεια ο τόπος-χώρος μας διαφέρουν τόσο, τουλάχιστον από τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά, που συχνά -και δικαίως- λειτουργούν ως πρότυπο. Είναι μόνο ζήτημα των ιδιαζουσών πρόσφατων ιστορικών συγκυριών, ευθύνη μιας χρεωκοπημένης πολιτικής ελίτ; Γιατί το νεοελληνικό οικοδόμημα της ιδιοκτησίας και της ψεύτικης ευμάρειας κατέρρευσε τόσο απότομα, αλλά και τόσο απόλυτα, γιατί οι Έλληνες δε σέβονται και δεν αγαπάνε τις πόλεις τους και κατά συνέπεια τη δημόσια περιουσία; Γιατί τελικά δε μας αφορά οτιδήποτε υπερβαίνει τον ατομικό, οικογενειακό, συντεχνιακό και μικροπολιτικό μας μικρόκοσμο;  

Σίγουρα τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι. Όσο πιο παλιά, τόσο μεγαλύτερης εκτίμησης έχαιρε ο δημόσιος χώρος, δομημένος ή μη. Η ανεξέλεγκτη όμως εσωτερική μετανάστευση των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών στις πόλεις και ιδιαίτερα στην Αθήνα περιόρισε κατά πολύ τους δημόσιους και φυσικά τους ελεύθερους χώρους. Οι πόλεις μας αφέθηκαν να γιγαντωθούν από ανθρώπους απ’ τους οποίους εξέλιπε η αστική κουλτούρα, για να καταλήξουν πόλεις της ιδιοκτησίας, της αυθαιρεσίας και της εγκατάλειψης του δημόσιου χώρου. Οι ελληνικές πόλεις είναι πόλεις ιδιωτικές. Το Αθηναϊκό κέντρο αφέθηκε σκόπιμα να παρακμάσει, στο όνομα μιας αμφιλεγόμενης αποκέντρωσης, προς όφελος των εύρωστων προαστίων. Ασφαλώς βέβαια κανείς δεν περίμενε τέτοια παρακμή. Και φυσικά -για την Ελλάδα μιλάμε- κανείς δεν την είχε προβλέψει. Μπορούν τα πράγματα να αντιστραφούν, μετά και τις τελευταίες εξαγγελίες περί επαν-άκτησης και επαν-οικειοποίησης του δημόσιου χώρου, της ενοποίησης αρχαιολογικών χώρων και της προσπάθειας μερίδας πολιτών για φροντίδα και προστασία των λιγοστών ελεύθερων τετραγωνικών που μας περιβάλλουν; Κατά τη γνώμη μου, δύσκολα. Η Αθήνα έχει περί τα 4.000.000 κατοίκους, αλλά πολύ λιγότερους πολίτες.

Αθήνα Μάρτιος 2013Ακόμα όμως και η καλοδεχούμενη πρόταση του RethinkAthens για το Αθηναϊκό κέντρο αποδεικνύει τις χρόνιες και αθεράπευτες ελληνικές παθογένειες. Η “ανασυγκρότηση” του ιστορικού κέντρου αδιαφορεί πλήρως για τις ρημαγμένες προσόψεις και συνίσταται ουσιαστικά σε μια μέτριας κλίμακας φύτευση, με μια πρόταση αρχιτεκτονικά ουδέτερη, η οποία καθόλου δε λαμβάνει υπόψη την ιστορικότητα του χώρου στον οποίο πρόκειται να υλοποιηθεί. Είναι μια λύση που θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί σε οποιαδήποτε πόλη. Δεν υπάρχει η συμβολική εκείνη σύνδεση με τον τόπο, με ό,τι αντιπροσωπεύει η Αθήνα στο συλλογικό υποσυνείδητο. Μα και η όποια σοβαρή προσπάθεια θα βρει εντέλει αντιδράσεις από παντού. Ουδείς θέλει ουρανοξύστες στην Αθήνα, όπου η απουσία της αρχιτεκτονικής έντασης είναι κραυγαλέα, γιατί “κρύβουν την Ακρόπολη” ακόμα και αν βρίσκονται στο Χαλάνδρι ή το Ελληνικό. Κανείς όμως δε φαίνεται να έχει αντίρρηση για την άναρχη τσιμεντένια μάζα που κοντεύει να φτάσει στην Ελευσίνα και το Μαραθώνα. Όλοι διεκδικούν ελεύθερους χώρους, τη στιγμή που οι υπάρχοντες στέκουν βρώμικοι και ερημωμένοι, με μοναδικούς επισκέπτες άπορους μετανάστες και ναρκομανείς (εκτός φυσικά και αν υπάρχει καφετέρια στο εσωτερικό τους). Απαιτούμε θηριώδη μητροπολιτικά πάρκα, χωρίς να μας απασχολεί το ποιος θα τα συντηρεί. Και έπειτα, ο λόγος ύπαρξης των ελεύθερων χώρων στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης είναι για να χρησιμεύουν ως πεδία μαχών, απεργιών, σκουπιδιών και καταστροφών. Μας αξίζουν εντέλει ελεύθεροι δημόσιοι χώροι; 

 

Μέσα πάμε καλά


 Σύμφωνα με το Στέλιο Ράμφο και το “Time Out” του «Θα προσεγγίσουμε εμπειρικά τον ελληνικό χρόνο αν σταθούμε λίγο στη διαχείριση του χώρου των αστικών κέντρων και στο πνεύμα της τρέχουσας αρχιτεκτονικής. Και εδώ ο κανόνας είναι η εγκατάλειψη του δημόσιου εξωτερικού χώρου στο όνομα μιας νοσηρής ιδιοποιήσεως του αχρόνου και μιας παραδόσεως της οικογένειας στον εσωτερικό κόσμο του διαμερίσματος της πολυκατοικίας, που απορροφά και αποξενώνει μεταξύ τους τους ενοίκους». Και πράγματι, αυτή η προβληματική διαχείριση του χώρου μοιάζει να είναι βαθιά ριζωμένη στην κουλτούρα μας. Οι Έλληνες ζώντας μακροχρόνια υπό το ζυγό της Ανατολής (ύστερο Βυζάντιο-Οθωμανοί) συνήθισαν στην απουσία τους συλλογικού, προς όφελος μιας δυσλειτουργικής εσωστρέφειας. Οι συνθήκες μεταβάλλονται, οι πόλεις το ίδιο, σαν κύτταρα του ίδιου ζώντος οργανισμού, ο χρόνος όμως στον ελληνικό μικρόκοσμο μοιάζει ακινητοποιημένος. Βέβαια, θα σκεφτεί κανείς ότι και η “Αιώνια Πόλη” ή αντίστοιχα η παλιά πόλη της Κέρκυρας μοιάζουν, αν και ζωντανές, άχρονες. Μόνο που εκεί το πάγωμα του χρόνου είναι επιφανειακό, σε επίπεδο σεβασμού της αρχιτεκτονικής ιστορίας και όχι σημειολογικό –το ατομικό δεν επιβαρύνει το συλλογικό. Δεν μας ενδιαφέρει το πώς είναι οι πόλεις μας, ούτε καν το  εξωτερικό του σπιτιού μας. Δεν μας αφορά η εμφάνιση της γειτονιάς μας, αρκεί που έχουμε ακίνητο. Και παρότι έχουμε αυτοκίνητο, δε μας ενδιαφέρει η κατάσταση των δρόμων. Ποιός ο λόγος άλλωστε; Εμείς είμαστε μέσα…

 

Προηγούμενο άρθροΕικαστική έκθεση στο Radisson Blu Park Hotel
Επόμενο άρθροThe pseudological diary/ Το ημερολόγιο της ψευδούς λογικής