Και έτσι τώρα προσεύχομαι: “Ω, καλή μου βασίλισσα Λοάνα, στο όνομα του απεγνωσμένου έρωτά σου, δεν σου ζητώ να ξυπνήσεις από τον πέτρινο ύπνο τους τα χιλιόχρονα θύματά σου, αλλά μονάχα να μου ξαναφέρεις ένα πρόσωπο… Εγώ που, από την έσχατη λίμνη του αναγκαστικού ύπνου μου, είδα αυτά που είδα, σου ζητώ να με βγάλεις από δω και να μου δώσεις την υγειά μου”. 
Μήπως όσοι γιατρεύονται από θαύμα, δεν γιατρεύονται μόνο και μόνο επειδή έδειξαν την πίστη τους στο θαύμα; Έτσι κι εγώ λαχταρώ με όλη μου την ψυχή να με γιατρέψει η βασίλισσα Λοάνα. Φορτίζω αυτή την ελπίδα με τόση ένταση ώστε, αν δεν ήμουν ήδη σε κώμα, θα μου ερχόταν αποπληξία…

  Η σύμβαση και η ασυμβατότητα


Η επίκληση σε βασίλισσες που αγάπησαν απεγνωσμένα και μάταια, έτσι όπως η Λοάνα, ξυπνά συχνά τα θαύματα από ύπνο αιώνων, γεννά ανεμοστρόβιλους που φέρνουν αφηγηματικές εκστάσεις και λυτρώνει από το λήθαργο του νου. Η γιατρειά, ανείπωτα θαυματουργή, προσφέρεται ως δίνη από ιστορίες, ποιήματα, μυθιστορήματα, ταινίες, κόμικς – καλειδοσκόπιο που τρελάθηκε, κοσμογονία και αποκατάσταση προσώπου, τόπου, ζωής. Ο Ουμπέρτο Έκο καταστρέφει το συμβατικό μυθιστόρημα για να το φτιάξει από την αρχή, με ίδια και, όμως, ανόμοια υλικά, ανακαινισμένο, εικονογραφημένο και εικονογραφικό – και εικονοκλαστικό. Ένας έμπορος βιβλίων που πάσχει από αμνησία και η ιστορία του κόσμου από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως τις μέρες μας, μια αφηγηματική ανασυγκρότηση ερειπίων, pop/pulp εικόνες, μπαρόκ επιβιώσεις και φόρμες παραδοσιακές να ομολογούν την αδιάλλακτη πίστη τους στο θαύμα του χρόνου που κερδίζεται ξανά και ξανά. Μετά το “Όνομα του ρόδου” και το “Μπαουντολίνο”, ο μεγάλος Ιταλός διανοούμενος και συγγραφέας ποντάρει τα ρέστα του στη μαγεία του άδολου, στη σαγήνη μιας φλόγας και στον ασίγαστο οίστρο των ιστοριών – και ως συνήθως- κερδίζει το στοίχημα.

 Το εγκεφαλικό


 Ο Τζιανμπατίστα Μποντόνι (χαϊδευτικά Γιάμπο) είναι ένας εξηντάχρονος έμπορος παλιών βιβλίων. Ύστερα από ένα εγκεφαλικό παθαίνει αμνησία και προσπαθεί να ξαναβρεί τη ζωή του μέσα από βιβλία, δίσκους και κόμικς. Το δεύτερο εγκεφαλικό τον ρίχνει σε κώμα. Μέσα στην ομίχλη του μυαλού του ξαναζεί τη ζωή του με έναν ανορθόδοξο τρόπο, προσπαθώντας να εκπληρώσει ένα όνειρο: να βρει τη χαμένη (και μοναδική) αγάπη του, τη Λίλα.
Αυτά τα βοηθήματα ιδιωτικών αναμνήσεων είναι, ως φαίνεται, εξαιρετικά σημαντικά. Ο Έκο χτίζει την ιστορία του βιβλίου του καταδεικνύοντας τη σημαντική διαφορά μεταξύ της δημόσιας και της ιδιωτικής μνήμης. Τhe facts of the world – η γνώση που αποκομίζουμε από την εκπαίδευση, τα μέσα ενημέρωσης, τις εγκυκλοπαίδειες – παρέχουν έναν ιστό πληροφοριών οι οποίες είναι από μόνες τους παντελώς άχρηστες. .Ο ήρωας του βιβλίου του Έκο αφηγείται την προσωπική του “κάθοδο” στο πηγάδι των προσωπικών αναμνήσεων μέσα από μια τραβηγμένη στα άκρα εξερεύνηση βοηθημάτων τα οποία διατήρησε σε αρχειακό σχεδόν περιβάλλον η εκκεντρικότητα του παππού του. Οι περισσότεροι δεν είναι συνήθως τόσο τυχεροί.

«Πόσες ώρες θα πρέπει να πέρασα πάνω από αυτή τη σελίδα! Αλλά ακόμα και στις άλλες, ορισμένες έγχρωμες (και ανέτρεχα σε αυτές χωρίς να δίνω σημασία στην αλφαβητική σειρά, λες και ακολουθούσα τη μνήμη των δαχτύλων μου): τα σαρκώδη μανιτάρια, που τα πιο όμορφά τους ήταν τα δηλητηριώδη, ο πεισματάρης μυγοκτόνος με το κόκκινο καπέλο και τις άσπρες βούλες, η παξίνα με το επίβουλο κίτρινο χρώμα της, το άσπρο ξανθόδερμο, ο ύπουλος βωλίτης ο σατανάς, η σαρκόσφαιρα σαν παχιά χείλη που ανοίγονταν σ” ένα μορφασμό˙ κι έπειτα τ” απολιθώματα, με το μεγαθήριο, το μαστόδοντα και το μόα˙ τα αρχαία μουσικά όργανα (η ραμσίνγκα, το ελεφαντίσιο κέρας, το βούκινο, το λαούτο, η ριμπέκα, η αιολική άρπα και η άρπα το Σολομώντα)˙οι σημαίες όλου του κόσμου (με χώρες που λέγονταν Κίνα και Κοχιγκίνα, Μαλαμπάρ, Κονγκό, Ταμπόρ, Μαράτες, Νέα Γρανάδα, Σαχάρα, Σαμόα, Σάντουιτς, Βλαχία, Μολδαβία)˙ τα οχήματα όπως το λεωφορείο, ο φαέθων, η βικτώρια, το λαντό, το κουπέ, το καμπ, το σάλκι, η ντιλιγκέντσα, το ετρουσκικό άρμα, το δίτροχο άρμα, ο ελεφάντινος πύργος, το κάρο, η μπερλίνα, το φορείο, το κλειστό φορείο, το έλκηθρο, η σούστα, το καμπριολέ˙ τα ιστιοφόρα (κι εγώ που νόμιζα ότι είχα προσλάβει από ποιος ξέρει ποια μυθιστορήματα θαλασσινών περιπετειών όρους όπως γολετόμπρικο και μετζάνα, κοντραμετζάνα, μπέλμπερι, γάμπια, μαΐστρα, τρίγκος, παρουκέτο, βελάγιο, τρότσα, φλόκος και κοντραφλόκος, μπούμα, πίκι, μπομπρέσο, κόφα, μούρα, όρτσα τη ράντα, λοστρόμε του σατανά, μα τις χίλιες μπομπάρδες, βροντές του Αμβούργου, μπόντζα λα μπάντα, πάρτε βόλτα στα όρτσα, αδέρφια από την Ακτή!)˙ και ακόμα, τα παλιά όπλα, το ρόπαλο με τα καρφιά, ο βούρδουλας, η σπάθα του δήμιου, το χαντζάρι, το τρίκοπο εγχειρίδιο, το ξιφίδιο, η αλαβάρδα, το αρκεβούζιο, η μπομπάρδα, ο κριός, ο καταπέλτης˙ και η γραμματική των εραλδικών συμβόλων, η κορυφή, η ζώνη, η πεδιάς, η δοκίς, ο τελαμών, ο πάλος, ο σταυρός, το πλαίσιο, το πρόσθετο τετράγωνο, η αγρείφνα, ο σφην… Αυτή θα πρέπει να ήταν η πρώτη εγκυκλοπαίδεια της ζωής μου και σίγουρα θα την ξεφύλλισα αμέτρητες φορές. Τα περιθώρια των σελίδων ήταν τριμμένα, πολλά λήμματα υπογραμμισμένα, μερικές φορές είχε στο πλάι γρήγορες σημειώσεις από ένα παιδικό χέρι, τις περισσότερες φορές ήταν αντιγραφή δύσκολων λέξεων. Αυτός ο τόμος είχε εξαντληθεί μέχρι τελικής πτώσεως και φύλλα του ήδη ξεκολλούσαν.»

Μια μνήμη από χαρτί 


κορίτσι επιστημονικής φαντασίας Η «Βασίλισσα Λοάνα» είναι το αριστούργημα του Έκο. Μια ελεγεία στη μετέωρη ανθρώπινη υπόσταση, με (πιθανότατα) αυτοβιογραφικά στοιχεία. Ένα έπος της χαμένης παιδικής μας αθωότητας. Μια ιστορική αναδρομή στα σημαντικότερα γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών, με έμφαση στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, από μια άλλη και πολύ λίγο γνωστή οπτική: με τα μάτια του επαρχιώτη της φασιστικής Ιταλίας του Μουσολίνι.
Τα κουτάκια αναμνήσεων του καθενός αποτελούν ένα προσωπικό αυτοβιογραφικό λαβύρινθο, όπου είναι αδύνατο να περπατήσει άλλος από τον “ιδιοκτήτη” τους – συχνά μάλιστα, ούτε καν ο ίδιος ο ιδιοκτήτης τους. Σίγουρα, ελάχιστες αναμνήσεις αφορούν κατά μόνας καταστάσεις, οι περισσότερες εμπλέκουν τουλάχιστον ένα ακόμη πρόσωπο. Η συσσώρευσή τους όμως διαστρεβλώνει τα περιεχόμενα της σελίδας της μνήμης όπου, ως “αγαπημένα”, παραπέμπουν. Αυτή η στρέβλωση μπορεί να είναι αποτέλεσμα εξιδανίκευσης λόγω της αναπόφευκτης εξέλιξης της προσωπικότητας του καθενός, άμβλυνσης των πρωταρχικά έντονων συναισθημάτων, ωρίμανσης, αυτολογοκρισίας, απόρριψης κάποιων περιόδων της ζωής μας στη βάση μεταγενέστερων αλλαγών πορείας. Έτσι, είναι πολύ δύσκολο να είναι κανείς αντικειμενικός ως προς τις αναμνήσεις του – στο βαθμό τουλάχιστον που ο Έκο παρουσιάζει, αφού αυτός έχει αφαιρέσει το πρόβλημα της γραμμικότητας της προσωπικής-συναισθηματικής μνήμης με την τέλεια διαγραφή της .

«Αλλά ποιος μου λέει ότι όλα αυτά που θυμήθηκα μέσα σ” αυτό τον ύπνο μού συνέβησαν στ” αλήθεια; Ίσως η μητέρα και ο πατέρας μου να μην είχαν αυτή την όψη, να μην υπήρξε ποτέ ο δόκτωρ Όζιμο ή ο Άντζελο ο Αρκούδης, να μην έζησα ποτέ τη νύχτα του Βαλόνε. Κι ακόμα χειρότερα, να έχω ονειρευτεί ότι ξυπνώ σ” ένα νοσοκομείο, ότι έχασα τη μνήμη μου, ότι έχω μια γυναίκα που λέγεται Πάολα, δύο κόρες και τρία εγγόνια. Δεν έχασα ποτέ τη μνήμη μου, είμαι ένας άλλος -κι ένας θεός ξέρει ποιος- που βρέθηκε κατά λάθος σ” αυτή την κατάσταση (κώμα ή λήθη) και όλα τ” άλλα είναι μορφές που αναδύθηκαν χάρη στις οφθαλμαπάτες της ομίχλης, πράγμα που είναι απλώς μια ένδειξη ότι η ζωή μου ήταν ένα όνειρο. Ανέφερα ένα απόσπασμα.Και αν όλα τάλλα αποσπάσματα που ανέφερα στο γιατρό, στην Πάολα, στη Σίβυλλα, στον εαυτό μου, δεν ήταν παρά το προϊόν του ίδιου επίμονου ονείρου; Τότε δεν θα υπήρξαν ποτέ ο Καρνούτσιο, ο Έλιοτ, ο Πάσκολι, Ουισμάν και όλα τ” άλλα που θεωρούσα εγκυκλοπαιδική ανάμνηση. Το Τόκιο δεν είναι η πρωτεύουσα της Ιαπωνίας. Ο Ναπολέων, όχι μόνο δεν πέθανε στην Αγία Ελένη, αλλά δεν γεννήθηκε καν, αν κάτι υπάρχει έξω από μένα είναι ένα παράλληλο σύμπαν, όπου ποιος ξέρει τι συμβαίνει ή τι έχει συμβεί, ίσως οι όμοιοί μου -κι εγώ ο ίδιος- έχουμε δέρμα καλυμμένο από πράσινα λέπια και τέσσερις πτυσσόμενες κεραίες πάνω απ” το μοναδικό μάτι μας.»

Οι νόστοι 


Όπως πάντα ο Έκο είναι χειμαρρώδης, διεισδυτικός, αναλυτικός, εξαντλητικός, τρυφερός, παραστατικός, συγκλονιστικός. Το τέλος του βιβλίου (που γενικά πιστεύω πως είναι το καλύτερο κομμάτι ενός έργου) είναι υπέροχο.
Ο κυριότερος όμως λόγος που θεωρείται αριστούργημα το βιβλίο είναι η κρυμμένη, μυστική και πανάρχαια αμφιβολία που κατατρύχει την ανθρώπινη ύπαρξη: όχι η αμφιβολία της μετά θάνατον ζωής ή η αμφιβολία της ύπαρξης του Θεού, αλλά η βασανιστική και αναπάντητη ερώτηση «είμαι πράγματι αυτό που νομίζω πως είμαι;»

Στο συναρπαστικό σύνολο βέβαια συμβάλλει η εικονογράφηση και η καταπληκτική μετάφραση της Έφης Καλλιφατίδη.

«Αν όμως Κάποιος προβάλλει μια ταινία απευθείας στον εγκέφαλό μου; Μπορεί να είμαι ένας εγκέφαλος μέσα σε κάποιο διάλυμα μέσα σ” ένα σκεύασμα, μέσα στο γυάλινο δοχείο όπου είδα τους όρχεις του σκύλου μέσα σε φορμόλη, και κάποιος μου στέλνει ερεθίσματα για να με κάνει να πιστέψω ότι έχω σώμα και ότι υπήρξαν και άλλοι γύρω μου -ενώ υπάρχουν μόνο ο εγκέφαλος και ο Διεγέρτης του. Αλλά αν είμαστε εγκέφαλοι σε φορμόλη, μπορούμε να θεωρήσουμε δεδομένο ότι είμαστε εγκέφαλοι σε φορμόλη ή να ισχυριστούμε ότι δεν είμαστε;»

  Λίγα λόγια για τον συγγραφέα


ουμπέρτο έκοΟ Ουμπέρτο Έκο γεννήθηκε στην Αλεσάντρια του Πιεμόντε το 1932. Είναι τακτικός καθηγητής σημειολογίας στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια και διευθυντής του περιοδικού «VS». Στο θεωρητικό του έργο συγκαταλέγονται δοκίμια και πραγματείες όπως τα : Opera aperta (1962), Diario minimo (1963), La strutura assente(1968), Θεωρία σημειωτικής (1975), Lector in fabula( 1979) κτλ.
Το 1980 κάνει τη θριαμβευτική του εμφάνιση ως μυθιστοριογράφος, με το πολυδιαβασμένο του βιβλίο (γυρισμένο σε ταινία από τον Ζαν Ζακ Ανό) Το Όνομα του Ρόδου (2000), Το εκκρεμές του Φουκώ (1998), Το νησί της προηγούμενης ημέρας (1994), και Μπαουντολίνο (2000)Εκτός από τα παραπάνω μυθιστορήματα στη βιβλιοθήκη Ουμπέρτο έκο, των ελληνικών γραμμάτων,κυκλοφορούν οι παρακάτω δοκιμιακοί τίτλοι.
Ερμηνεία και παρερμηνεία, έξι περιπλανήσεις στο δάσος της αφήγησης, η αναζήτηση της τέλειας γλώσσας, πέντε ηθικά κείμενα, Ο Καντ και ο ορνιθόρυγχος, Τι πιστεύει αυτός που δεν πιστεύει, Πρώτο ελάχιστο ημερολόγιο, μεταξύ ψεύδους και ειρωνίας, καθώς και τα δύο πιο πρόσφατα περί λογοτεχνίας (2002) και εμπειρίες μετάφρασης (2003).
Τέλος τρία υποδειγματικά βιβλία για παιδιά με φροντισμένη σχεδίαση και εικονογράφηση (από τον Eugenio Carmi) Η βόμβα και ο στρατηγός.οι τρείς κοσμοναύτες και οι νάνοι του γκνου.

Προηγούμενο άρθρο“Ευτυχισμένες μέρες” στο Θέατρο Τέχνης “Κάρολος Κουν”
Επόμενο άρθρο“Κατάδικός μου” γενική δοκιμή αφιερωμένη στην Κιβωτό του Κόσμου