Ο Στέλιος Γιαννακός και ο Θανάσης Ισιδώρου είναι απόφοιτοι της Δραματικής Σχολής Πράξη Επτά. Ήδη από τη σχολή, ήρθαν σε επαφή και ξεκίνησαν την ενασχόλησή τους με το πιο σπουδαίο έργο του Ιρλανδού λογοτέχνη, ποιητή και θεατρικού συγγραφέα Σάμουελ Μπέκετ «Περιμένοντας τον Γκοντό.» Μετά την παρουσίασή της στο “1ο Duet Yourself Festival,” όπου απέσπασε το 1ο βραβείο τον περασμένο Μάιο, η παράσταση εντάσσεται, σε ολοκληρωμένη πλέον μορφή, στο νέο πρόγραμμα του Άλφα.Ιδέα από την Παρασκευή 3 Νοεμβρίου. Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Στέλιος Γιαννακός, ενώ στο ρόλο του Πότζο συναντάμε τον Σταύρο Μαρκάλα και τον Δημήτρη Μαμιό ως Λάκυ.

Με σεβασμό προς τον μπεκετικό λόγο και οδοδείκτες το ιδιαίτερο ταλέντο και τη νεανική ορμή τους, οι τέσσερις ηθοποιοί εγγράφουν μία νέα οπτική πάνω στο πολυσήμαντο αυτό έργο. Λίγο πριν την πρεμιέρα, βρεθήκαμε στις πρόβες της παράστασης στο Θέατρο Άλφα.Ιδέα και μιλήσαμε με τον Βλαδίμηρο (Στέλιο Γιαννακό) και τον Εστραγκόν (Θανάση Ισιδώρου), για την ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου ανεβάσματος του έργου, τη συνθήκη της αναμονής, την υπόσταση του Γκοντό και τη δυαδικότητα στο έργο του Μπέκετ.

Στέλιος Γιαννακός:

Λυδία: – Πώς αποφάσισες να ασχοληθείς με το συγκεκριμένο έργο;

Στέλιος Γιαννακός: – Ήταν ένα έργο με το οποίο ήρθα σε επαφή στο πρώτο έτος της σχολής. Μόλις το διάβασα, κατευθείαν με ιντρίγκαρε. Στη συνέχεια, ήρθα σε επαφή και με το υπόλοιπο έργο του Μπέκετ, και τελικά κατέληξε να είναι ένας από τους αγαπημένους μου συγγραφείς. Το συγκεκριμένο έργο το διάβασα στο πρώτο έτος, στο δεύτερο το πρότεινα στον Θανάση να το δουλέψουμε μαζί στη συνέχεια, ενώ στο τρίτο το ξαναδουλέψαμε. Τώρα, με αφορμή το φεστιβάλ των ντουέτων, θεωρήσαμε ότι ήταν ένα καλό πλαίσιο για να το φέρουμε εδώ και να το δείξουμε. Κερδίσαμε λοιπόν, κι έτσι αυτό το έργο, που είναι ένα από τα αγαπημένα μου, έχω την ευκαιρία να το ανεβάσω σε αυτό το θέατρο με φίλους.

Λυδία: – Είναι ένα έργο που παρουσιάζεται συχνά στην ελληνική σκηνή. Σε τί διαφοροποιείται ή σε τι μένει πιστό το συγκεκριμένο ανέβασμα;

Στέλιος Γιαννακός: – Καταρχήν μένει πιστό και έχει έναν σεβασμό προς το κείμενο του Μπέκετ. Γενικά τα έργα του Μπέκετ απαιτούν αυτό το σεβασμό και όταν καταπιάνεσαι με αυτά τα έργα, είναι καλό να προσπαθείς να τα αναδείξεις. Αυτό που θα μπορούσα να πω ότι προστίθεται με το συγκεκριμένο ανέβασμα, είναι μια ματιά νέων ανθρώπων πάνω σε αυτό το κλασικό έργο. Ανθρώπων των οποίων η εμπειρία μπορεί να μην είναι τόσο μεγάλη, αλλά υπάρχει μια ορμή και μια ανάγκη να δημιουργήσουν, κι ένα τέτοιο κλασικό, δυνατό, στέρεο νομίζω προσφέρεται σαν ο κατάλληλος καμβάς ώστε να δημιουργήσουμε πάνω σε αυτό.

Είναι μια νέα ματιά, από την άποψη της νεανικότητας και της ορμής αυτής του νέου που θέλει να δημιουργήσει, καθώς έχουμε συνηθίσει να το βλέπουμε από πιο μεγάλους σε ηλικία ηθοποιούς. Πιστεύω ότι η έλλειψη εμπειρίας δεν αποτελεί μειονέκτημα. Μειονέκτημα θα αποτελούσε η έλλειψη δουλειάς, η έλλειψη έρευνας και μελέτης, αλλά από τη στιγμή που τα κάνουμε αυτά, θεωρώ ότι μπορούμε να καταπιαστούμε με ένα τέτοιο κείμενο και να δώσουμε ίσως μια νέα οπτική πάνω σε αυτό.

Περιμένοντας τον Γκοντό - Στιγμιότυπο από τις πρόβες
Περιμένοντας τον Γκοντό – Στιγμιότυπο από τις πρόβες της παράστασης στο Θέατρο Άλφα.Ιδέα

Λυδία: – Παρόλο που ο Μπέκετ αρνιόταν κάθε ερμηνεία απέναντι στην υπόσταση του Γκοντό, εσύ ποια εννοιολογική προσέγγιση είχες στο μυαλό σου για τη σκηνοθετική του απόδοση;

Στέλιος Γιαννακός: – Ο Μπέκετ, όπως είπες, αρνιόταν οποιαδήποτε οριστική ερμηνεία του Γκοντό, ενώ μάλιστα έλεγε πως «αν ήξερα ποιος ήταν ο Γκοντό, θα το έγραφα στο έργο.» Νομίζω ότι αυτή η οπτική είναι απελευθερωτική για ένα σκηνοθέτη. Το να τον ορίσεις, περιορίζει το ίδιο το δημιουργικό πεδίο. Οπότε ο Γκοντό μπορεί να είναι οτιδήποτε θέλει ο καθένας να είναι. Είναι ανοιχτό και για εμάς, δεν τον ορίσαμε γιατί μπορεί να είναι τα πάντα, η λύτρωση, ο θάνατος, η ευτυχία… Ο Γκοντό είναι αυτό που δικαιολογεί τη ζωή σε αναμονή. Θα μπορούσαμε να πούμε ίσως ότι είναι η ελπίδα, αλλά και πολλά άλλα πράγματα, καθώς είναι ανοιχτό από γραφής το έργο.

Λυδία: – Ειδολογικά, χαρακτηρίζεται ως «τραγικωμωδία.» Εσύ πώς το συνέλαβες;

Στέλιος Γιαννακός: – Πρόκειται για ένα έργο πολύ βαθύ και πυκνό, όπου το τραγικό συνυπάρχει με το κωμικό όπως και να το κάνουμε. Αυτά που λέγονται και η ατμόσφαιρα μπορεί να χαρακτηριστούν ως τραγικά, αλλά αυτά που συμβαίνουν είναι κωμικά. Εμείς το προσεγγίσαμε με μία ελαφρότητα, με μία διάθεση παιχνιδιού, γιατί νομίζω ότι έτσι θα αναδειχθεί καλύτερα και το τραγικό μέρος του έργου. Οπότε ο σκηνοθετικός άξονας νομίζω ότι είναι μία ανάδειξη της τραγικότητας μέσω της κωμικότητας και του παιχνιδιού.

Λυδία: – Όταν ο Μπέκετ είχε ερωτηθεί για το νόημα του έργου είχε πει ότι έχει να κάνει με τη Συμβίωση. Ο χαρακτήρας που υποδύεσαι, πώς λειτουργεί μέσα στη συνθήκη της συμβίωσης με τον «άλλο» και πώς τη διαχειρίζεται;

Στέλιος Γιαννακός: – Ένα από τα βασικά θέματα του έργου είναι η συμβίωση, όπως είπες, η ανάγκη του ανθρώπου να επιβεβαιώσει την ταυτότητά του μέσω του άλλου. Ο Μπέκετ γενικά στο έργο του ασχολείται πολύ με την δυαδικότητα, με τη σχέση της δυάδας και σε όλα του τα έργα, νομίζω ότι εκθέτει τις δυσκολίες, και ταυτόχρονα την ανάγκη που υπάρχει σε αυτή τη σχέση. Είναι μια σχέση αλληλοεξάρτησης, όπου ο ένας δε μπορεί να αντέξει, κατά κάποιον τρόπο τον άλλον, αλλά δε μπορεί και χωρίς αυτόν.

Γι’ αυτό και πολλές φορές γίνεται λόγος για χωρισμό των δύο, πράγμα που απεύχονται ουσιαστικά. Αυτό περικλείει την ανάγκη του ενός για τον άλλον, και την επιθυμία τους να το καλύψουν ώστε να μην εκθέσουν την πραγματική τους ανάγκη τόσο πολύ. Είναι άνθρωποι ανασφαλείς, με τους φόβους τους, όπως όλοι μας, και είναι η αληθινή ζωή, με πραγματικές σχέσεις, έστω με αυτό το περίβλημα του παραλόγου.

Στέλιος Γιαννακός: «Ο Γκοντό είναι αυτό

που δικαιολογεί τη ζωή σε αναμονή»

Λυδία: – Αυτή η διαδικότητα δημιουργεί κάποιες σχέσεις που είναι και σχέσεις εξουσίας. Τι αντιστοιχίες να εντόπιζες σε αυτές τις σχέσεις που αναπτύσσονται, με αυτές της σημερινής κοινωνικοπολιτικής συνθήκης;

Στέλιος Γιαννακός: – Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Βλαδίμηρος και ο Εστραγκόν συμβολίζουν την πλειονότητα των ανθρώπων, την «ανθρωπότητα», όπως αναφέρει το κείμενο. Οι δύο αυτοί άνθρωποι έχουν μείνει μετέωροι, κι αυτό βλέπω και στους περισσότερους ανθρώπους σήμερα. Βρίσκονται σε μία κατάσταση αναμονής, η οποία έτσι όπως έχουν έρθει τα πράγματα δεν εξαρτάται απ’ αυτούς. Ο Βλαδίμηρος και ο Εστραγκόν θα μπορούσαν να είναι όλοι οι άνθρωποι του σήμερα, οι οποίοι σε αυτές τις δύσκολες εποχές που ζούμε, έχουν μείνει χωρίς κάποιο κέντρο, χωρίς κάποια διαβεβαίωση ή σιγουριά, περιμένουν μια σωτηρία, μια καλυτέρευση, ένα καλύτερο αύριο, αλλά αυτό σαν να μην εξαρτάται από τους ίδιους, σαν να περιμένουν κι αυτοί τον Γκοντό τους και δεν είναι καθόλου σίγουροι ότι αυτός θα έρθει, αλλά δε μπορούν παρά να ελπίζουν.

Η σχέση αφέντη-δούλου είναι καθαρή στο έργο και ήταν και πολύ ισχυρή στην εποχή του Μπέκετ, σήμερα θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι «Πότζο» αυτού του κόσμου είναι οι ισχυροί, αυτοί που δεν ενδιαφέρονται για τις τύχες των άλλων και αυτό που τους ενδιαφέρει είναι η δική τους καλοπέραση και να συσσωρεύσουν όσο περισσότερα μπορούν. Ο «Λάκυ» από την άλλη, είναι ίσως οι νέοι του σήμερα, οι οποίοι είναι μορφωμένοι, με πτυχία και μεταπτυχιακά, που λόγω της αυθαιρεσίας και των πράξεων των διαφόρων Πότζο, έχουν βρεθεί σε μία κατάσταση από την οποία είναι αδύνατον να ξεφύγουν, δεν ευθύνονται γι’αυτό, αλλά δε μπορούν να κάνουν και τίποτα πλέον.

Και όταν τους δίνεται μια ευκαιρία να σκεφτούν, να πουν τις απόψεις τους, πράγμα σπάνιο πλέον -και κάτι που δε μπορεί να φέρει δραστική αλλαγή- πολλές φορές, βλέπουμε ότι κι αυτοί οδηγούνται σε κάποιες πράξεις εξέγερσης, είτε διανοητικές είτε άλλου είδους. Αυτό μου φέρνει στο μυαλό τον μονόλογο του Λάκυ, που είναι η προσφορά του στην προσπάθεια για νόημα μέσα σ’ αυτή την κατάσταση που ζει.

Λυδία: – Τι είναι για ’σενα ο Γκοντό;

Στέλιος Γιαννακός: – Αν ορίσουμε ότι ο Γκοντό είναι ο απόλυτος στόχος, αυτό που περιμένουμε πως θα έρθει και θα φέρει την ολοκλήρωση, τότε θα μπορούσα να πω ότι είναι μια κατάσταση: η γαλήνη. Αν έρθει η γαλήνη, τότε σημαίνει πως όλα είναι καλά. Τώρα το πώς, με ποια μέσα, και εάν θα έρθει, δεν ξέρω.

Λυδία: – Η παράσταση παρουσιάζεται φέτος, καθώς διακρίθηκε στο 1ο Duet Yourself Festival που πραγματοποιήθηκε στο Θέατρο Άλφα-Ιδέα, παίρνοντας το πρώτο βραβείο. Πώς ήταν η εμπειρία σου από το φεστιβάλ; Πιστεύεις ότι δίνεται βήμα στους νέους καλλιτέχνες;

Στέλιος Γιαννακός: – Ναι, πραγματικά το πιστεύω. Η εμπειρία μας ήταν πολύ όμορφη, και αυτό το τριήμερο ήταν ένα δημιουργικό «όργιο» νέων ανθρώπων και το χάρηκα πάρα πολύ. Πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικός αυτός ο παράγοντας, το να δίνουν την ευκαιρία σε νέους ανθρώπους να αναδείξουν τη δουλειά τους. Όλη η Ομάδα Ιδέα -ο Κώστας Γάκης, ο Κωνσταντίνος Μπιμπής, η Αθηνά Μουστάκα-, στηρίζει πολύ και θέλει να βοηθήσει νέους ανθρώπους να αναδείξουν τη δουλειά τους και μάλιστα σε ένα πολύ ωραίο, ζεστό περιβάλλον. Έχουν δημιουργήσει μία εστία νέων ανθρώπων, γεμάτων ενέργεια και όρεξη για δημιουργία.

Θανάσης Ισιδώρου:

Λυδία: – Ποιον ρόλο υποδύεσαι στο έργο και πώς λειτουργεί μέσα στη συνθήκη της σχέσης του με τον «άλλον»;

Θανάσης Ισιδώρου: – Στο «Περιμένοντας τον Γκοντό» δεν μπορείς να περιμένεις ρόλο με ακριβές ψυχολογικό υπόβαθρο, αν και δημιουργείται και από μόνο του. Η άποψη που έχω για τον Εστραγκόν που υποδύομαι, αλλά και ως προς τη σχέση του με τον Βλαδίμηρο, είναι ότι απο τους δύο, είναι αυτός που περιμένει λιγότερο τον Γκοντό. Ο Εστραγκόν θεωρώ ότι δεν περιμένει καν τον Γκοντό. Θέλει για παρέα τον Βλαδίμηρο, που εκείνος είναι αυτός που περιμένει τον Γκοντό. Από ’κει και πέρα, ο Εστραγκόν είναι όλα τα χαμηλότερα ένστικτα του ανθρώπου Τίποτα το πνευματικό και το υψηλό, αν και ο Μπέκετ φαίνεται να έχει την άποψη ότι οι καλλιτέχνες βγαίνουν από αυτούς τους ανθρώπους.

Πολλές φορές, ο Εστραγκόν επιδεικνύει και κάποιες γνώσεις, αλλά και κάποια κλίση προς την αφηρημένη σκέψη, ενώ ο Βλαδίμηρος όχι. Πολλοί έχουν μιλήσει για τη σχέση αυτών των δύο, αλλά δεν πιστεύω ότι πρέπει να στεκόμαστε σε αυτές τις αναλύσεις, γιατί το κείμενο έτσι κι αλλιώς θα αντισταθεί από μόνο του στην τελική ετυμηγορία. Έχει ενδιαφέρον το γιατί ο Εστραγκόν θέλει τόσο πολύ να σωθεί. Δείχνει να τον ενδιαφέρει πολύ το θέμα της σωτηρίας.

Στέλιος Γιαννακός, Θανάσης Ισιδώρου
Περιμένοντας τον Γκοντό, σε σκηνοθεσία Στέλιου Γιαννακού στο Θέατρο Άλφα.Ιδέα από 3 Νοεμβρίου 2017

Λυδία: – Πιστεύεις ότι η προσμονή του Γκοντό διατηρεί την πίστη τους;

Θανάσης Ισιδώρου: – Δεν ξέρω. Η αναμονή του Βλαδίμηρου ίσως να διατηρεί την πίστη του, αλλά κι αυτή με τεχνητούς τρόπους και με το αγόρι που εμφανίζεται. Ο Εστραγκόν δε νομίζω ότι διατηρεί κάποια πίστη και αυτό φαίνεται και μέσα από το κείμενο. Απλά χρειάζεται κάποιον δίπλα του.

Λυδία: – Από τι πλήττουν περισσότερο, από τη συνήθεια ή την απραξία;

Θανάσης Ισιδώρου: – Το ίδιο κάνει, τουλάχιστον με τον εξής τρόπο: όταν ας πούμε, περπατάς κάθε μέρα από τη δουλειά στο σπίτι, συνήθως ξεχνάς τη διαδρομή που κάνεις. Απλώς φτάνεις με τον αυτόματο σπίτι. Μπορεί αυτό να είναι μία συνήθεια αλλά στην ουσία είναι και απραξία γιατί δεν κάνεις τίποτα. Αυτοί πλήττουν από τα πάντα. Το μόνο που μπορούν να κάνουν για να μην πλήττουν είναι να φτιάξουν ένα παιχνίδι να παίξουν. Στην ουσία είναι το άσκοπο του πράγματος που τους κάνει να πλήττουν. Φαίνεται μάλιστα να προτιμούν τις καταστάσεις που οι πράξεις τους δεν έχουν νόημα, απλά είναι πράξεις για να περνά ο χρόνος.

Λυδία: – Εκτός από τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο έργο, έχεις αναλάβει και τη μουσική της παράστασης. Πώς τη συνέλαβες και τι προσθέτει στη συγκεκριμένη σκηνοθετική προσέγγιση;

Θανάσης Ισιδώρου: – Θα έλεγα ότι είναι περισσότερο μία επίφαση μουσικής. Επίσημα, απαγορεύεται για να παιχτεί το έργο να μπει μουσική. Εμείς θέλαμε να βάλουμε μουσική και να έχουμε μουσικούς. Οπότε, αποφασίσαμε με τον Στέλιο ότι θα έχουμε δύο ανθρώπους που θα παριστάνουν ότι παίζουν μουσική και ήχους. Το στολίσαμε λοιπόν με κάποιους ήχους. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι ο ήχος στο έργο μοιάζει με τους χαρακτήρες. Δεν είναι κάτι, δεν έχουν τίποτα, αλλά παριστάνουν διάφορα πράγματα.

Θανάσης Ισιδώρου: «Στην ουσία, είναι το

άσκοπο του πράγματος που τους κάνει να

πλήττουν»

Λυδία: – Τί είναι για ’σενα ο Γκοντό;

Θανάσης Ισιδώρου: – Θα έλεγα πως είναι ό,τι περιμένουμε, όπως θα ήθελε ή θα έλεγε κι ο Μπέκετ. Αν υπάρχει κάτι προσωπικό, αυτό θα ήταν το οτιδήποτε, όπως η αναμονή των στόχων στη ζωή. Ότι δήθεν έχω κάτι να εκπληρώσω, το οποίο δεν έχω, γιατί ακόμη κι αν εκπληρώσουμε κάποιο στόχο μας, συνήθως απομυθοποιείται, που πιο συχνά ακόμα δεν είναι ονομασμένος, άρα δεν έχουμε και στόχο. Ακόμη κι αν έχουμε μικροστόχους κάθε φορά, στην ουσία παριστάνουμε. Το «περιμένω τον Γκοντό» για ’μενα είναι κάποια γνώση που θα είναι σίγουρα αλήθεια. Δεν υπάρχει αυτό, αλλά δε μπορείς παρά να ξυπνάς και να κοιμάσαι κάθε μέρα, πιστεύοντας πως υπάρχει.

Λυδία: – Η παράσταση παρουσιάζεται φέτος, καθώς διακρίθηκε στο 1ο Duet Yourself Festival που πραγματοποιήθηκε στο Θέατρο Άλφα-Ιδέα, παίρνοντας το πρώτο βραβείο. Πώς ήταν η εμπειρία σου από το φεστιβάλ; Πιστεύεις ότι δίνεται βήμα στους νέους καλλιτέχνες;

Θανάσης Ισιδώρου: – Στο φεστιβάλ περάσαμε πάρα πολύ καλά γιατί δεν υπήρχε το κλίμα του ανταγωνισμού. Όλοι είχαν πολλή όρεξη να βοηθήσουν τους άλλους, να κερδίσουν οι άλλοι κι αυτό ήταν πολύ ευχάριστο. Σίγουρα έδωσε ευκαιρία σε ανθρώπους, για παράδειγμα εμείς που μελετούσαμε πολύ το έργο με τον Στέλιο, αποφασίσαμε τελικά να το κάνουμε τώρα. Οι άλλες δύο παραγωγές που είχαν πάρει βραβείο και παρουσιάζονται στο Θέατρο Άλφα πάνε πολύ καλά, που δείχνει ότι όντως άνοιξε χώρος για τα παιδιά.

Πολύς κόσμος που ασχολείται με το αντικείμενο βρήκε συνεργάτες, ιδέες. Και φυσικά είναι σημαντικό το να αναλαμβάνει κάποιος την παραγωγή όταν είσαι πολύ νέος για να κάνεις μια παράσταση, και για εμάς βέβαια που το «Περιμένοντας τον Γκοντό» δεν είναι ένα έργο εμπορικό τόσο εύκολα, κάποιος το κάνει αυτό επειδή του αρέσει. Ο κ.Πλασκοβίτης το κάνει γιατί του αρέσει. Πιστεύω ότι τα επόμενα φεστιβάλ θα είναι ακόμη καλύτερα και με ακόμη περισσότερες αιτήσεις και κόσμο. Αρχικά συμβαίνει να μπαίνεις σε ένα διαγωνιστικό φεστιβάλ και σκέφτεσαι, ακόμη κι αν νικήσεις, τι θα ακολουθήσει μετά, αλλά άμα νικήσεις, τελικά το κάνεις.

Trailer

Συντελεστές παράστασης Περιμένοντας τον Γκοντό (Σκηνοθεσία: Στέλιος Γιαννακός)

  • Σκηνοθεσία: Στέλιος Γιαννακός
  • Καλλιτεχνική επίβλεψη: Κώστας Γάκης
  • Μετάφραση: Αλεξάνδρα Παπαθανασοπούλου
  • Μουσική: Θανάσης Ισιδώρου
  • Σκηνικά-Κοστούμια: Ηλέκτρα Σταμπούλου
  • Φωτισμοί: Στέλιος Πλασκασοβίτης  
  • Φωτογραφία-Γραφικά: Advart- fertile underground
  • Παίζουν: Στέλιος ΓιαννακόςΘανάσης ΙσιδώρουΣταύρος ΜαρκάλαςΔημήτρης Μαμιός
Πληροφορίες

  • Τοποθεσία: θέατρο Άλφα Ιδέα
  • Διεύθυνση: 28ης Οκτωβρίου (Πατησίων) 37 & Στουρνάρα 51, Πολυτεχνείο – Αθήνα
  • Παραστάσεις: από την πρεμιέρα την Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2017
  • Ημέρα και Ώρα παράστασης: κάθε Παρασκευή στις 18:30 (από την Παρασκευή 03 Νοεμβρίου 2017)
  • Θέατρο Αχίλλειον-Βόλος: 13 και 14 Νοεμβρίου στις 21:00
  • Τιμές Εισιτηρίων: Τιμή προπώλησης από Viva.gr: 8 ευρώ
    Τιμές εισιτηρίων ημέρα παράστασης
    Γενική είσοδος: 10 ευρώ
    Μειωμένο: 8 ευρώ (ισχύει για φοιτητές και ανέργους)
  • Τηλέφωνο: 210 5238742 και 210 5221444
  • Site Θεάτρου Άλφα Ιδέα
  • Facebook Page παράστασης

Χορηγός επικοινωνίας

artic-logotupo

 

 

Διαβάστε περισσότερες συνεντεύξεις θεάτρου εδώ

 

Προηγούμενο άρθροΤο ψέμα του Florian Zeller για 2η χρονιά στο Μικρό Παλλάς
Επόμενο άρθροΈρχεται το Loving Vincent στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης
Λυδία Τριγώνη
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ηράκλειο Κρήτης. Απόφοιτη του τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Παν/μίου Αθηνών και του μεταπτυχιακού προγράμματος «Λογοτεχνία, Πολιτισμός και Ιδεολογία», με ειδίκευση στο θέατρο. Ασχολείται με τη μετάφραση θεατρικών έργων, εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτη και αρθρογραφεί στο Artic.gr από το 2012.