Στη Μόσχα του 1821 γεννιέται ο πεζογράφος και στοχαστής Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι. Ο μεγάλος Ρώσος δημιουργός έμελλε να στιγματίσει με το ιδιαίτερο έργο του, τόσο από την άποψη του ύφους της γραφής όσο και των θεματικών επιλογών, τον πνευματικό κόσμο της εποχής αλλά και σύγχρονους ευρωπαίους συγγραφείς.

Ανδρώνεται καλλιτεχνικά στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, μια εποχή κατά την οποία οι νέες προκλήσεις που κυριαρχούν σε επίπεδο κοινωνικοπολιτικό και ηθικό αλλά και η αναζήτηση της αλήθειας προσδίδουν στη νέα λογοτεχνική παραγωγή έναν ιδιαίτερο προβληματισμό και ένα αίσθημα κατανόησης για εκείνους που ζουν στον πραγματικό κόσμο. Σήμερα, ο Ντοστογιέφσκι συγκαταλέγεται με την γραφή του ανάμεσα στους μεγαλύτερους λογοτέχνες όλων των εποχών. Μια γραφή ψυχογραφική, όπως έχει χαρακτηριστεί από πολλούς κριτικούς, που αποτυπώνει τη σοφία της ζωής και την αγωνία της ανθρώπινης ύπαρξης.

Ιδιαίτερα μοναχικός, με το λογοτεχνικό του ενδιαφέρον στραμμένο στην ευρωπαϊκή και τη ρωσική συγγραφή, ο Ντοστογιέφσκι αναπτύσσει την προσωπικότητά του σε ένα περιβάλλον μεσοαστικό. Ήταν απόγονος μιας πολυμελούς οικογένειας, με έναν πατέρα αυστηρό που υπηρέτησε στο στρατό ως χειρουργός. Η μητέρα του ήταν μια ευγενική φυσιογνωμία που έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη για τη θρησκεία. Ο συγγραφέας θα αναπτύξει μια βαθιά συναισθηματική σχέση μαζί της, η οποία θα τον επηρεάσει αργότερα στην καλλιτεχνική του πορεία. Ο θάνατός της στα δεκαέξι χρόνια του ταράζει τον Ντοστογιέφσκι. Σε εκείνη την ηλικία, ο ίδιος αποφασίζει να εισαχθεί στη στρατιωτική σχολή μηχανικών της Πετρούπολης. Μόλις δύο χρόνια αργότερα θα χάσει και τον πατέρα του, τον οποίο δολοφόνησαν οι δουλοπάροικοί του στο μικρό κτήμα που διαβίωνε ύστερα από το χαμό της συζύγου του.

Λίγους μήνες μετά την αποφοίτησή του από τη σχολή, το 1843, και ενώ υπηρετούσε στην Αγία Πετρούπολη, παραιτείται, προκειμένου να αφιερωθεί ανενόχλητος στη συγγραφή των πρώτων έργων του. Ο Ντοστογιέφσκι περιέρχεται σε μια δύσκολη και άβολη οικονομική κατάσταση λόγω της απόφασής του. Ο συγγραφέας γνωρίζει από κοντά τις υποβαθμισμένες συνοικίες και τη φτώχεια. Το κοινωνικό του περιβάλλον περιστοιχίζεται από εξαθλιωμένους διανοούμενους, άπορους και ταπεινούς ανθρώπους, τους οποίους θα μεταφέρει σαν κεντρικούς ήρωες στα περισσότερα δημιουργήματά του με φόντο την απατηλή πόλη της Αγίας Πετρούπολης.

Η καινούρια του ζωή, με τη δημιουργικότητα να κυριαρχεί σε αυτή, θα καρποφορήσει τα δύο πρώτα μυθιστορήματα του Ντοστογιέφσκι το 1846, με τίτλο Οι φτωχοί και Ο σωσίας. Είναι τα έργα εκείνα που θα προαναγγείλουν την κατοπινή σπουδαία πορεία του, κυρίως Οι φτωχοί διότι ήταν το πρώτο που εκδόθηκε, καταδεικνύοντας παράλληλα τον άξονα της λογοτεχνικής κοσμοθεωρίας του συγγραφέα. Ο ανθρωπισμός και η προβληματική για την τραγικότητα του εσωτερικού κόσμου του ανθρώπου που καταδυναστεύεται από τη σύγκρουση και το διχασμό, υπαγορεύουν το καλλιτεχνικό ένστικτο του Ντοστογιέφσκι για μεγάλο χρονικό διάστημα.


Το 1849 αποτελεί ένα έτος ορόσημο για τη μελλοντική ματιά του Ντοστογιέφσκι πάνω στα πράγματα, τόσο τα κοινωνικοπολιτικά όσο και τα συγγραφικά. Στις 22 του Απρίλη συλλαμβάνεται, κατηγορούμενος για συνωμοσία ενάντια στο καθεστώς του τσάρου Νικολάου του Α’ και οδηγείται στις φυλακές της Αγίας Πετρούπολης. Ο συγγραφέας κινούνταν τον τελευταίο χρόνο στους ριζοσπαστικούς σοσιαλιστικούς κύκλους που αντιτάσσονταν στην πολιτική του υπάρχοντος τότε καθεστώτος. Η κυβέρνηση του Νικολάου του Α’, φοβούμενη τις νέες κοινωνικοπολιτικές θεωρίες και το ενδεχόμενο επέκτασης μιας επανάστασης που ερχόταν από τη Δύση, καταδικάζει τον ίδιο και τα υπόλοιπα άτομα που είχαν συλληφθεί μαζί του σε θάνατο. Ωστόσο, ο τσάρος μετέτρεψε τη θανατική του καταδίκη σε καταναγκαστικά έργα στο Ομσκ της Σιβηρίας για τέσσερα χρόνια και έπειτα σε υποχρεωτική στράτευση. Η ζωή του στα κάτεργα της Σιβηρίας γίνεται μαρτυρική από τους ανείπωτους εξευτελισμούς που βιώνει. Το μοναδικό του αντιστάθμισμα σε αυτή τη φρικτή πραγματικότητα ήταν η μελέτη της Αγίας Γραφής, το μόνο βιβλίο που επιτρεπόταν στη φυλακή. Η εμπειρία αυτή θα εμφυσήσει στον Ντοστογιέφσκι ένα αίσθημα θρησκευτικό και μια δυσπιστία για οτιδήποτε φιλελεύθερο καλλιεργείται στη ρωσική κοινωνία. Τα άσχημα βιώματά του θα αποτυπωθούν αργότερα στο βαθιά ανθρωπιστικό του μυθιστόρημα Αναμνήσεις από το σπίτι των πεθαμένων, με το οποίο ο συγγραφέας καταδύεται στην ανθρώπινη ψυχή που συνθλίβεται από το μαρτύριο της φυλακής στερούμενη την ελευθερία της.

Το 1857, και ενώ έχει φύγει από το Ομσκ τα τελευταία τρία χρόνια, ο Ντοστογιέφσκι παντρεύεται τη πρώτη σύζυγό του Μαρίγια Ντμιτρίεβνα, μια χήρα που έπασχε από φυματίωση. Ο γάμος του με εκείνη δεν στάθηκε ιδιαίτερα τυχερός. Η άσχημη ψυχολογία του επιτάσσει σε αυτόν την ανάγκη να επιδοθεί στη γραφή. Έτσι, το 1859 θα δημοσιεύσει ένα παραμύθι και λίγο αργότερα ένα μικρό μυθιστόρημα, τα οποία ωστόσο δεν έτυχαν ένθερμης αποδοχής από το κοινό που περίμενε με αγωνία την επάνοδο του συγγραφέα.

Fyodor Mikhaylovich Dostoyevsky
Fyodor Mikhaylovich Dostoyevsky

Η επιστροφή στην Αγία Πετρούπολη το 1861, έπειτα από την πολύχρονη και περιπετειώδη απουσία του, θα σημάνει και την έκδοση του λογοτεχνικού περιοδικού του Καιροί το οποίο έμελλε να γίνει εστία προπαγάνδας από τον Ντοστογιέφσκι. Μέσα από αυτό θα υπερασπιστεί με σθένος την εθνική σωτηρία της Ρωσίας, εμμένοντας στη θέση του πως εκείνη έπρεπε να προστατευτεί από τις δυτικές ιδεολογίες προκειμένου να επιτελέσει την ύψιστη αποστολή της, μια πίστη της οποίας θα γίνει έκτοτε κοινωνός σε όλα τα πεδία της δράσης του.

Το καλοκαίρι του 1862, έχοντας αποκομίσει κάποια κέρδη από το περιοδικό, ο συγγραφέας ταξιδεύει για πρώτη φορά στο εξωτερικό. Στο άρθρο του Σημειώσεις του χειμώνα από εντυπώσεις του καλοκαιριού ο Ντοστογιέφσκι καταθέτει τον απόηχο των εντυπώσεων από την ευρωπαϊκή του περιπλάνηση, εστιάζοντας και πάλι στο δυτικό πολιτισμό και τις αρνητικές για τη Ρωσία επιδράσεις του. Ωστόσο, το 1863 θα απαγορευθεί η κυκλοφορία του περιοδικού, διότι κρίθηκε ως αντιπατριωτικό εξαιτίας ενός άρθρου.

Τα δύο επόμενα χρόνια που ακολουθούν, το 1864 και το 1865, θα είναι ιδιαιτέρως σκληρά για τον συγγραφέα. Ο ίδιος θα βιώσει την απώλεια στο πρόσωπο του αδελφού του, Μιχαήλ, αλλά και της συζύγου του, Μαρίγια Ντμιτρίεβνα, η οποία θα πεθάνει καταπονημένη από την αρρώστια της. Παράλληλα, τα μεγάλα χρέη που δημιούργησε από το περιοδικό και την χαρτοπαιξία χωρίς ωστόσο να καταφέρει να τα αποπληρώσει, τον κυνηγούν. Το 1864 οι Αναμνήσεις από το υπόγειο θα πάρουν σάρκα και οστά. Εδώ, η αγωνία και η σύγκρουση κατακλύζουν τον εσωτερικό κόσμο του ήρωα, όπως και όλους τους ντοστογιεφσκικούς πρωταγωνιστές. Προϊόν ενός αστικού περιβάλλοντος, ο άνθρωπος του 19ου αιώνα υποτάσσεται στον κομφορμισμό της εποχής του και την αβουλία. Εντούτοις, ο ήρωας του υπογείου βασανίζεται μέσα στη δυστυχία του χωρίς όρια, απορρίπτοντας το φως μέσα στη σκοτεινή πορεία που χαράσσει. Εξαθλίωση, μαρασμό και αυτοταπείνωση απολαμβάνει ο άνθρωπος του υπογείου όταν αντιλαμβάνεται την ηθική του έκπτωση, μη μπορώντας να αντικρύσει ποτέ άφοβα οποιαδήποτε αλήθεια.


Το 1866, πιεσμένος συναισθηματικά και ψυχολογικά, ο Ντοστογιέφσκι γράφει το μεγαλύτερο ίσως μυθιστόρημά του Έγκλημα και Τιμωρία. Στο έργο του, ο συγγραφέας θα εστιάσει στη ψυχική οδύνη και τα ηθικά διλήμματα που θα εκφραστούν τραγικά μέσα από το έγκλημα, ψυχογραφώντας παράλληλα όχι μόνο τον ψυχικό κόσμο του Ρασκόλνικοφ αλλά και τη ρωσική κοινωνία της εποχής του…την κοινωνία του παρόντος.

Την ίδια περίοδο έρχεται στη ζωή του η Άννα Γκριγκόριεβνα, μια στενογράφος που θα βοηθήσει τον Ντοστογιέφσκι στη συγγραφή του Παίχτη. Ο συγγραφέας θα συνθέσει το συγκεκριμμένο έργο με σκοπό να εξασφαλίσει τα πνευματικά δικαιώματα των έργων του που απειλούνταν από τον εκδότη του. Στα 1867, μαζί με την στενογράφο και σύντροφο πλέον της ζωής του, Άννα, θα φύγει από τη Ρωσία για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, λόγω των οικονομικών χρεών. Συγγραφική απόρροια της ζωής του Ντοστογιέφσκι στο εξωτερικό θα αποτελέσουν τα σπουδαία έργα του Ο Ηλίθιος, Ο Αιώνιος σύζυγος και Οι Δαιμονισμένοι, ένα έργο προφητικό, πολιτικής φύσεως, το οποίο και θα ολοκληρώσει στην Αγία Πετρούπολη, επιστρέφοντας το 1871 με την αρωγή του εκδότη του. Η επιτυχία που σημείωσε το έργο του ήταν πολύ μεγάλη. Μερικούς μήνες αργότερα θα αναλάβει την επιμέλεια σύνταξης στο περιοδικό Πολίτης από το οποίο, ωστόσο, θα αποχωρήσει το 1874 λόγω των τεταμένων σχέσεων με τον εκδότη του περιοδικού.

Το Ημερολόγιο ενός Συγγραφέα
Το Ημερολόγιο ενός Συγγραφέα

Ο Ντοστογιέφσκι, με τη στήλη Το Ημερολόγιο ενός Συγγραφέα, επανέρχεται στη δημοσιογραφία το 1876 σχολιάζοντας ιδιαίτερα την κοινωνικοπολιτική και θρησκευτική πραγματικότητα του καιρού του, την οποία απεικόνισε, άλλωστε, με τρόπο αντικειμενικό στα μεγαλύτερα δημιουργήματά του. Ο ίδιος, τα τελευταία χρόνια της ζωή του, έχοντας κατευνάσει τη δίνη των ψυχολογικών εντάσεων, θα τα περάσει με την οικογένειά του τυγχάνοντας συνολικής αποδοχής, τόσο από το ευρύ κοινό όσο και τους διανοούμενους της εποχής.

Σε μια μικρή πόλη κοντά στην Αγία Πετρούπολη συγγράφει το τελευταίο του μυθιστόρημα Αδελφοί Καραμαζόφ. Το βιβλίο αυτό θα αποτελέσει το απόσταγμα όλης της εμπειρίας του Ντοστογιέφσκι για τις καταστάσεις που κυριεύουν με οδυνηρό τρόπο τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου. Ο συγγραφέας συνθέτει περίτεχνα ένα έργο διαλεκτικής ανάμεσα στην αμφισβήτηση της θρησκείας και την ανάγκη της ψυχής για πνευματική υπέρβαση. Ο Ντοστογιέφσκι, λίγους μήνες μετά την ολοκλήρωση του βιβλίου του, θα αφήσει την τελευταία του πνοή στην Πετρούπολη, σε ηλικία εξήντα χρόνων.

Ο συγγραφέας παρέδωσε στην παγκόσμια λογοτεχνία ένα έργο όμορφο και επίκαιρο. Το ανεπίλυτο της ανθρώπινης περιπέτειας βρίσκει την ύψιστη έκφρασή του στη λογοτεχνική δημιουργία του Ντοστογιέφσκι. Οι ανασφάλειες και ο πνευματικός μηδενισμός ξετυλίγονται υπέροχα σε μια ψυχογραφική σύνθεση που υπαγορεύεται με τρόπο ανατρεπτικό. Ο άνθρωπος των έργων του τρέφεται από τις ζοφερές ηδονές του πόνου, όταν συνειδητοποιεί την ηθική του κατάπτωση. Χωρίς να επιδιώκει τη λύτρωσή του, αναζητά με αγωνία το βαθύτερο νόημα των πραγμάτων, όχι στις απαντήσεις αλλά στον στοχασμό.

 

Για το παραπάνω αφιέρωμα χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες από τα βιβλία Λευκές Νύχτες του Φίοντορ Ντοστογιέφσκι σε μετάφραση Βασίλη Ντινόπουλου, εκδόσεις Πατάκη και Εισαγωγή στη νεότερη ευρωπαϊκή Λογοτεχνία: από τον ρομαντισμό ως το μεταμοντέρνο του Martin Travers, εκδόσεις Βιβλιόραμα

 

Προηγούμενο άρθροThe Lone Ranger is coming…
Επόμενο άρθροΗ 14χρονη «Hannele» στο νέο χώρο του 104 στο Γκάζι.