Στην Πειραιώς 260, λίγο πριν τη λήξη του Φεστιβάλ Αθηνών 2017 στον εν λόγω χώρο, φιλοξενείται για τρεις παραστάσεις (18 έως 20 Ιουλίου) η multimedia performance του Δημήτρη Κουρτάκη, Αποτυχημένες Απόπειρες Αιώρησης στο Εργαστήριο μου. Με ένα επιτελείο σημαντικών διεθνών συνεργατών και τον Άρη Σερβετάλη στον πρωταγωνιστικό ρόλο, ο Δ. Κουρτάκης ανατρέχει στο πεζογραφικό έργο του κορυφαίου Ιρλανδού δραματουργού, Σάμιουελ Μπέκετ.

Μάταιη Αναμονή / Μάταιη Λαχτάρα

Ένας περφόρμερ, αποχωρισμένος από τον κόσμο, απομονωμένος στη μοναξιά του εργαστηρίου του, χρησιμοποιεί το σώμα του ως υλικό και πεδίο για πείραμα, σ’ έναν χώρο στον οποίο προσπαθεί, διαρκώς και μάταια, να κατοικήσει. Ένα επιβλητικό ολόλευκο διώροφο «οικοδόμημα» από αφρολέξ έχει κυριεύσει τη σκηνή. Χωρισμένο σε δύο τμήματα, με ένα μικρό κενό που επιτρέπει την είσοδο και την εισχώρηση του Άλλου. Την είσοδο που επιτρέπουμε εμείς στον Άλλον. Χωρισμένος σε δύο επίπεδα-κόσμους, ο χώρος αυτός αποτελεί ουσιαστικά έναν μη-τόπο, που διαθέτει μία ακατανίκητη ελκτική αλλά και ταυτόχρονα, απωθητική δύναμη προς το υποκείμενο.

Άλλοτε ως καταφύγιο κι άλλοτε ως κλουβί για το «θηρίο», συνιστά τον μικρόκοσμό του. Ο άνθρωπος στέκεται μεταξύ του άπειρα μικρού και του άπειρα μεγάλου. Ο δικός του μικρόκοσμος προβάλλεται στις επιφάνειες του κτίσματος, απ’ όπου οι θεατές, καθισμένοι εκατέρωθέν του, γίνονται μάρτυρες ή μάλλον, συμμέτοχοι της συνθήκης αυτής. Τίθενται έτσι αυτόματα σε μία θέση μάταιης αναμονής, μία λαχτάρα ανακάλυψης και αυτο-παρατήρησης μέσω της παρατήρησης του ατόμου, που με τη σειρά του παρακολουθεί τον εαυτό του και τις αέναες μεταβολές αυτού.

Το φως και το σκοτάδι βρίσκονται σε μία διαρκή εναλλαγή, προσπαθώντας να προσδώσουν μία ταυτότητα και να ορίσουν τον άμορφο και ακαθόριστο αυτό τόπο, και κατ’ επέκταση το ίδιο το σώμα που κινείται μέσα σε αυτόν. Από το εκτυφλωτικό φως στο αναβόσβημα, κι από το αμυδρό φως στο σκοτάδι, ο περφόρμερ βρίσκεται να παρακολουθείται από έξι κάμερες, ενώ συχνά καταγράφει ο ίδιος τις κινήσεις του. Η ευφυής αυτή συνθήκη της παρατήρησης του «έσω» και η μεταφορά του προς του θεατές με τη μορφή άριστων αισθητικά και έγκυρων νοηματικά εικόνων μέσω της κάμερας, αποτελεί μία εναλλακτική αποτύπωση του μπεκετικού σύμπαντος ως ένα εικαστικό δημιούργημα με πολλαπλές αναγνώσεις και εννοιολογικές προεκτάσεις.

Από τον φιλοσοφικό νομιναλισμό στην «ονειρική σιωπή»

Σε αντίθεση με το δραματουργικό έργο του Μπέκετ, όπου επικρατεί ένα είδος φιλοσοφικού νομιναλισμού και οι ήρωες πιάνονται από τα ονόματα και τις λέξεις ώστε να επιβιώσουν, αλλά και να επιβεβαιώσουν την ύπαρξή τους, ο χαρακτήρας αυτός προσπαθεί να απαγκιστρωθεί από τις λέξεις, να τις αποτινάξει και να αποδεσμευτεί από το κυνήγι αυτών. Η ανικανότητά τους να παράσχουν μία επαρκή εικόνα της πραγματικότητας, τις καθιστά άσκοπες. Όλος αυτός ο «μπουχός από λέξεις» φαντάζει ανοίκειος έως και τρομακτικός, καθώς τον ωθεί περισσότερο προς την αποσταθεροποίηση, παρά την εγκαθίδρυση μίας ορισμένης ταυτότητας και τον ορισμό του Εαυτού.

Ο Άρης Σερβετάλης στις Αποτυχημένες απόπειρες αιώρησης στο εργαστήριό μου
Ο Άρης Σερβετάλης στις Αποτυχημένες απόπειρες αιώρησης στο εργαστήριό μου | Μια παράσταση εμπνευσμένη από το μπεκετικό σύμπαν

Μέσα από την «ονειρική σιωπή» που αποζητά, επιδιώκει να μεταφερθεί στο κενό και να προσδιορίσει ή έστω να προσεγγίσει την ουσία του. Ο αέναος χωρικός μετεωρισμός σηματοδοτεί μία υπαρξιακή μετατόπιση, η οποία συχνά αποτυγχάνει. Η επαναλαμβανόμενη προσπάθεια όμως, συνεπάγεται μία επαναλαμβανόμενη αποτυχία, που αν μη τι άλλο, επιβάλλει μία κυκλική πορεία φαινομενικά μάταιη, μα βαθιά ενθαρρυντική και –ίσως- αισιόδοξη.

Η καταβύθιση στα θραύσματα του Εαυτού

Στο δοκίμιό του για τον Προυστ, ο Μπέκετ είχε επισημάνει το πρόβλημα της συνεχώς μεταβαλλόμενης ταυτότητας του εαυτού, το οποίο διατρέχει και το ίδιο του το έργο εν γένει. Σε έναν χώρο αόριστα μεταβαλλόμενο, απροσδιόριστο, αχαρτογράφητο, ο χαρακτήρας που με φροϋδικούς όρους θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως Εγώ, προσπαθεί, κρίνοντας και αποφασίζοντας για τον εαυτό του, να κινηθεί στο κάτω επίπεδο (Εκείνο). Σε αυτό κυριαρχούν τα κατώτερα ένστικτα και η αρχή της απόλαυσης. Όσο όμως εισέρχεται στην κοινωνία, αρχίζει να επιδιώκει την «άνοδο», την ηθική και πνευματική του ανάβαση σε ένα ανώτερο επίπεδο –και κυριολεκτικά, στον άνω όροφο του κτίσματος. Τότε αρχίζει η κυριαρχία του Υπερεγώ, με τους κανόνες και τα αισθήματα ενοχής όταν οι πράξεις του αποκλίνουν από την νόρμα. Στο επίπεδο αυτό, οι κινήσεις του επιβάλλεται να είναι ακριβείς και σαφώς καθορισμένες.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η performance κλείνει λακανικά, καθώς το άτομο απαρνείται τον ευνουχισμό που του προκαλούν οι λέξεις και, ανίκανο να τις διαχειριστεί, αποδέχεται τη μία αλήθεια: τα ποικίλα θραύσματα του Εαυτού του. Η συγκλονιστική καταβύθιση στα αμέτρητα θραύσματα του εαυτού έρχεται σε μία εξαίσια εικονική αντιστοιχία με αυτήν της Ουίννυ των Ευτυχισμένων Ημερών.

Η σημαίνουσα χωρική ρευστότητα

Η εξονυχιστική έρευνα του Δημήτρη Κουρτάκη εντοπίζεται σε κάθε κίνηση, βήμα και «αιώρηση» του Άρη Σερβετάλη. Ο λόγος περιορίζεται σε ορισμένα καίρια αποσπάσματα του πεζογραφικού μπεκετικού έργου, όπως ο «Μολλόυ» και ο «Ακατανόμαστος». Απενδυόμενη την σπουδαιότητα του λόγου αυτού καθ’ αυτού, η performance αναπτύσσει μία ενδιαφέρουσα σημειολογία, ενώ το ευφυές σκηνογραφικό σύμπαν με έκδηλες τις μπεκετικές επιρροές της αφαίρεσης, δημιουργεί μία καίρια σύζευξη ανάμεσα στη χωρική και την υπαρξιακή ρευστότητα. Τα κυρίως ξύλινα σκηνικά αντικείμενα με τα οποία συνδιαλέγεται, αντιμάχεται, περιεργάζεται και χρησιμοποιεί ως οχήματα-βοηθήματα της προσωπικής του «αιώρησης», ποικίλλουν: ένα καβαλέτο, ένα τραπέζι με καρέκλα, μία ντουλάπα που μετατρέπεται σε μεταθανάτια κλίνη, αλλά και ένα αιωρούμενο στρώμα που παραπέμπει στο ίδιο το αιωρούμενο, άψυχο κουφάρι του χαρακτήρα.

Άρης Σερβετάλης
Ένας περφόρμερ, κλεισμένος στο εργαστήριό του, αποχωρισμένος από τον κόσμο, χρησιμοποιεί το σώμα του ως υλικό και πεδίο για πείραμα, μέχρι την οριστική διάλυση του Εαυτού.

Η παράσταση, που αναζητά συγγένειες και παραλληλίες με τη σύγχρονη Ελλάδα σε μια μεταιχμιακή και οριακή ισορροπία, συνομιλεί με εικαστικούς όπως οι Bruce Nauman, Vitto Acconci, Terry Fox, Gordon Matta-Clark, Rachel Whiteread κ.ά.

Το «ομιλούν» σώμα

Η εννοιολογική και σκηνική πραγμάτωση του εγχειρήματος αυτού όμως, θα ήταν αδύνατη χωρίς τον Άρη Σερβετάλη. Ο ίδιος, μία καθ’ όλα μπεκετική φιγούρα, σωματοποιεί την υπαρξιακή αγωνία του χαρακτήρα, προσδίδοντας στην κάθε του κίνηση νόημα και ουσία. Με το «ομιλούν» σώμα του ελίσσεται, σέρνεται, πάλλεται, βυθίζεται και αιωρείται στα διαφορετικά επίπεδα, λαγούμια, κενά, κατώφλια, σκάλες του κτίσματος, μεταμορφώνοντας τον εαυτό του σε μία απροσδιόριστη, ρευστή και συνεχώς μεταβαλλόμενη μορφή, όντας σε μία μεταιχμιακή κατάσταση. Χειρίζεται άριστα τις μπεκετικές σημαίνουσες σιωπές, ενώ επιχειρεί ιδιαίτερους –σχεδόν απόκοσμους- φωνητικούς χρωματισμούς και διαφοροποιημένες διακυμάνσεις, που συνάδουν απόλυτα με τους ψυχικούς κραδασμούς και μετατοπίσεις του χαρακτήρα.

Η performance του Δημήτρη Κουρτάκη, Αποτυχημένες Απόπειρες Αιώρησης στο Εργαστήριο μου, αποτελεί μία ενδελεχώς εμπεριστατωμένη σκηνική έρευνα, μία πραγματεία γύρω από τη ρευστότητα και την πολλαπλότητα του Εαυτού, την πολυπλοκότητα προσδιορισμού του μέσω των λέξεων, σε ένα μπεκετικό σύμπαν που προτρέπει στο ότι «Πρέπει να συνεχίσεις. Δεν μπορώ να συνεχίσω. Θα συνεχίσω.»

Αποτυχημένες Απόπειρες Αιώρησης στο Εργαστήριο μου | Trailer

Συντελεστές της παράστασης Αποτυχημένες Απόπειρες Αιώρησης στο Εργαστήριο μου

  • Σύλληψη – Σκηνοθεσία – Σκηνικά: Δημήτρης Κουρτάκης
  • Δραματουργική επεξεργασία: Δημήτρης Κουρτάκης, Ελένη Παπάζογλου, Αναστασία Τζέλλου
  • Βίντεο: Jérémie Bernaert
  • Μουσική: Δημήτρης Καμαρωτός
  • Καλλιτεχνική συνεργασία: Έφη Μπίρμπα
  • Βοηθός σκηνοθέτη: Νατάσα Τριανταφύλλη
  • Βοηθός σκηνογράφου: Βάσια Λύρη
  • Εκτέλεση παραγωγής: Ντένια Σαφαρή
  • Ερμηνεία: Άρης Σερβετάλης
Πληροφορίες

Προηγούμενο άρθροΤρεις νέες κυκλοφορίες των εκδόσεων Πατάκη του Ιουνίου και Ιούλιου 2017
Επόμενο άρθροΗμέρες τοπικών προϊόντων και παραγωγών – στην Ιερισσό Χαλκιδικής
Λυδία Τριγώνη
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ηράκλειο Κρήτης. Απόφοιτη του τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Παν/μίου Αθηνών και του μεταπτυχιακού προγράμματος «Λογοτεχνία, Πολιτισμός και Ιδεολογία», με ειδίκευση στο θέατρο. Ασχολείται με τη μετάφραση θεατρικών έργων, εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτη και αρθρογραφεί στο Artic.gr από το 2012.