Σύμφωνα με το έργο του Stobart, η δόξα μπορεί να ανήκει στην Ελλάδα, η Ρώμη όμως “επιβάλλεται” με το μεγαλείο της. Είναι θα λέγαμε το μέσον για τη διεκδίκηση της κυριαρχίας της ως υπερδύναμη, την κηδεμονία της και την πολιτισμική της “ανωτερότητα” στα πλήθη των κατακτημένη λαών. Λουτρά, γέφυρες, δρόμοι, υδραγωγεία… Οι κτίσεις αποκτούν πολιτισμική ενότητα, τα έθνη “εκπολιτίζονται”, ενώ η ματαιοδοξία των αυτοκρατόρων γίνεται γνωστή παντού, συναγωνιζόμενη αυτήν των Αιγυπτίων Φαραώ, μέσα από λαμπρά οικοδομήματα που φτιάχτηκαν για να μείνουν.

«Η κατακτημένη Ελλάδα κατέκτησε το βάρβαρο νικητή της», συλλογάται ο Οράτιος. Και πράγματι, κατά τη διάρκεια των χρόνων της Δημοκρατίας, όλο και περισσότεροι Ρωμαίοι της ανώτερης τάξης υιοθετούν τον “ελληνικό τρόπο ζωής”, της εκζήτησης και της αναζήτησης των ηδονών. Η Αλεξανδρινή μαλθακότητα εισβάλει στη συντηρητική Ρώμη, ενώ οι Λατίνοι δραματουργοί γράφουν έχοντας ως πρότυπο τον “τραγικότερο των τραγικών ποιητών”, Ευριπίδη. Το ρωμαϊκό θέατρο ουσιαστικά προήλθε από το ελληνικό, απουσία όμως του παιδευτικού χαρακτήρα του τελευταίου. 

Καλοδιατηρημένο ρωμαϊκό θεάτρο στη βόρεια ΑφρικήΩστόσο, οι Ρωμαίοι έχουν και τα δικά τους γηγενή θεάματα των λαών της Ιταλίας (Ετρούσκων), τα οποία με τον καιρό συγχωνεύονται με τα ελληνικά. Οι φλύακες για παράδειγμα, φαρσικά επεισόδια, με κωμικά στοιχεία, που παίζονται σε αυτοσχέδιες, κινητές πλατφόρμες, με γκροτέσκα σκηνικά και κοστούμια. Αυτό το είδος θεάματος θα συντελέσει σημαντικά στην εξέλιξη των ρωμαϊκών θεάτρων, ενώ στοιχεία του εντοπίζονται ακόμη και στο Μεσαιωνικό θέατρο, ή την comedia del’ arte. Η αγροτική φάρσα, λοιπόν και η παντομίμα αποτελούν τα κατεξοχήν ρωμαϊκά είδη, ενώ και η Νέα Κωμωδία του Μενάνδρου έχει ιδιαίτερη απήχηση στο ρωμαϊκό κοινό, μέσα από τις διασκευές του Πλαύτου, ο οποίος μαζί με τον Τερέντιο αποτελούν τους σημαντικότερους Ρωμαίους κωμωδιογράφους.

Οι Ρωμαίοι δε θα μπορούσαν να επικρατήσουν αν δεν κυριαρχούνταν από σιδηρά πειθαρχία και οργάνωση. Πολλές ήταν οι εμφύλιες διαμάχες και οι εξεγέρσεις κατεκτημένων εθνών, δούλων, ή και Ρωμαίων πολιτών. Η Ρώμη, όσο οι αιώνες περνούν,γίνεται μια πόλη πολυπληθής και παγκόσμια. Η λύση στον υπερπληθημό, δοκιμασμένη και αποτελεσματική στο πέρασμα των αιώνων. Άρτος και θεάματα. Οι αυτοκράτορες λοιπόν διοργανώνουν μεγαλειώδη θεάματα, σχεδόν 180 μέρες το χρόνο και όχι πλέον επ’ αφορμή κάποιας θρησκευτικής γιορτής.

 Η αυτοκρατορική γεωμετρία


 Το αναγεννησιακό "teatro Olympico" με σαφή ρωμαϊκά στοιχείαΚρίσιμο σημείο για την τεχνική υπεροχή των Ρωμαίων αποτελεί η εφεύρεση του σκυροδέματος, ενός μίγματος ηφαιστειακού χώματος, αρχικά από την πόλη Puteoli της Καμπανίας, το οποίο ανακατευόταν με ασβέστη και χαλίκια και χυνόταν σε ξύλινα καλούπια, όπως το σημερινό μπετόν. Επίσης οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούν πολύ τις θολωτές κατασκευές και τα τόξα, σε αντίθεση με τους Έλληνες που προτιμούν τις “δοκό επί στήλω κατασκευές”.

Οφείλουμε κάπου εδώ να κάνουμε λόγο και για μια καθαρά ρωμαϊκή εφεύρεση. Το “διπλό θέατρο” ή αλλιώς αμφιθέατρο. Ιδιοφυής σύλληψη του ίδιου του Ιούλιου Καίσαρα, αποτελεί την καλύτερη δυνατή μορφή για την αμεσότητα και το ρεαλισμό, για τα οποία διψά το ρωμαϊκό κοινό. Στα ελλειψοειδή αμφιθέατρα, η δραματικότητα κορυφώνεται χάρη στην απουσία νεκρών σημείων από τους θεατές. Το θέαμα γίνεται μαζικό και εκτυλίσσεται “live” μπροστά στα εκστασιασμένα πλήθη, που πλέον γίνονται αυτόπτες μάρτυρες ιστορικών ναυμαχιών, προκλητικών σκετς, πυρπολήσεων.

Το Κολοσσαίο συγκεκριμένα, το μεγαλύτερο από τα αμφιθέατρα, κτισμένο κατά τον πρώτο αιώνα μ.Χ προκαλεί το γενικό θαυμασμό – πώς θα μπορούσε άλλωστε να συμβαίνει το αντίθετο – δεδομένου ότι η αρένα του μπορούσε να ανεβαίνει και να κατεβαίνει κατά το δοκούν, να γεμίζει νερό (!) και να παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία θεμάτων και σκηνικών.  Τα μυθολογικά δρώμενα ακολουθούν τα εξωτικά σκηνικά, οι ποιητικοί αγώνες, τις ατελείωτες σφαγές. Χιλιάδες ανθρώπων και άγριων ζώων βρήκαν τραγικό τέλος στη μεγαλειώδη αρένα θανάτου, προς τέρψιν των άγριων ενστίκτων του κοινού. Η ανθρώπινη ζωή δεν έχει πια καμία αξία. Ο συμβολισμός της Ελλάδας έχει αντικατασταθεί από το ρωμαϊκό ωμό νατουραλισμό. Η κάθαρση έχει οριστικά δώσει τη θέση της στην εκτόνωση.

Γραμμικός ορθολογισμός


 Η ρωμαϊκή ορχήστρα του θεάτρου του ΔιονύσουΕξαρχής, το ρωμαϊκό θέατρο υπήρξε η αφορμή για επίδειξη στρατιωτικών θριάμβων, κάτι σαν τις σημερινές στρατιωτικές παρελάσεις. Υπερφορτωμένα σκηνικά και κάθε είδους άρματα παρελαύνουν μπροστά από τους θεατές. Τα ρωμαϊκά θεατρικά οικοδομήματα έχουν ως πρότυπο τα ελληνιστικά, αντιμετωπίζοντας τα όμως με μια εμφανή τάση υπερβολής. Τα θέατρα των Ρωμαίων δεν έχουν ανάγκη από μια φυσική βουνοπλαγιά για να κτιστούν. Κτίζονται οπουδήποτε, ακόμα και στη μέση μιάς επίπεδης πεδιάδας. Αποτελούν λοιπόν ξεχωριστά οικοδομήματα, πολυώροφα, με εξωραϊσμένες προσόψεις, προγονικών θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε των σημερινών.

Το παραλληλεπίπεδο προσκήνιο αποκτά μεγαλύτερο πλάτος μιας και όλη η δραματουργία περιορίζεται πλέον εκεί, εκτυλισσόμενη γραμμικά. Η ορχήστρα, “κομμένη” ήδη από τα ελληνιστικά χρόνια, τώρα γεμίζει με τις θέσεις των επισήμων, ενώ περιμετρικά του ημικυκλικού κοίλου υπάρχει κιονοστοιχία, η οποία όντας ισοϋψής με την σκηνή εφάπτεται σε αυτήν, εγκλωβίζοντας έτσι τον ήχο και δημιουργώντας δυνατή, αλλά αμφίβολης ποιότητας ακουστική.

Οι θεατές εισέρχονται όχι πια από τις παρόδους αλλά από διάφορα σημεία, μέσω στοών που καταλήγουν στις κερκίδες. Τα σκηνικά, μόνιμα πλέον, πολυτελή και σκηνογραφικά προσεγμένα απεικονίζουν κυρίως προσόψεις παλατιών, με λεπτομερή διακόσμηση και “δραματική” πλαστικότητα. Η σκηνή είναι σκεπασμένη, για προστασία από τις καιρικές συνθήκες, ενώ για πρώτη φορά χρησιμοποιείται ένα είδος αυλαίας. Για τους θεατές υπάρχουν τέντες, οπωροπώλες και για τις ζεστές καλοκαιρινές μέρες, καταβρεχτήρες με αρωματισμένο νερό.

Αλίμονο όμως, το θέατρο ψυχορραγεί και αυτά δεν είναι παρά φκιασίδια μιας τέχνης που φανερώνει σημεία καμπής αμέσως μετά τα έργα των μεγάλων δραματουργών, στα ξύλινα θέατρα του 5ου π.Χ. αιώνα.  Όλη η “μπαρόκ” αντιμετώπιση του ρωμαϊκού θεάτρου, δε φθάνει να αναβαθμίσει τα χοντροκομμένα παιξίματα και την κακή φήμη των ηθοποιών. Η προκλητικότητα και η αθυροστομία που χαρακτηρίζουν τη ρωμαϊκή δραματουργία, ποτέ δε θα αποκτήσουν την επίκαιρη καυστικότητα του Αριστοφάνη…

Την αντιπαράθεση όμως ευθείας – κύκλου μέσα από το θέατρο και τα θεάματα του αρχαίου κόσμου, θα επιχειρήσουμε να πάμε ένα βήμα παραπέρα, στα σκοτεινά χρόνια του Μεσαίωνα, εντοπίζοντας μορφολογικά και συμβολικά στοιχεία του ελληνικού θεάτρου στην ορθόδοξη τελετουργία και ναοδομία και στοιχεία του ρωμαϊκού θεάτρου αντίστοιχα, στους καθολικούς.

Προηγούμενο άρθροΤα Μουσεία εκπέμπουν SOS
Επόμενο άρθροΗ ζωή του Steve Jobs γίνεται ταινία