Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος είναι αναμφισβήτητα ένας από τους κορυφαίους μανιεριστές ζωγράφους του ευρωπαϊκού χώρου. Ανήκει στους καλλιτέχνες εκείνους που με τις δημιουργίες τους επιδίωξαν να βρουν δρόμους – διεξόδους για την τέχνη, η οποία μετά την Αναγέννηση είχε εισέλθει σε μια τελματώδη κατάσταση. Η Αναγέννηση είχε κατακτήσει την ομορφιά, την αρμονία την τελειότητα, είχε με άλλα λόγια πετύχει ότι ήταν δυνατό να κατακτήσει η τέχνη.
Για τους νέους επίδοξους ζωγράφους η παραπάνω διαπίστωση πρέπει να τους γέμιζε με άγχος και περιορισμούς. Τι επιλογές είχαν; Να εξιδανικευτούν στην μίμηση και στην αντιγραφή; Να προχωρήσουν σε εξεζητημένους πειραματισμούς;
Ο Θεοτοκόπουλος θα απαντήσει στους παραπάνω προβληματισμούς δημιουργώντας έργα που αποπνέουν τη βυζαντινή παράδοση της πατρίδας του καθώς και τη σοφία και τη γνώση που θα αποκτήσει ταξιδεύοντας στην Ευρώπη και φοιτώντας κοντά σε μεγάλους δασκάλους.

 

Κρήτη



Η Κοίμηση της Θεοτόκου των Ψαριανών, περ. 1567Ο Θεοτοκόπουλος γεννήθηκε το 1541 στο Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο) της Κρήτης. Κοντινά χωριά στο Ηράκλειο, όπως το Φόδελε και οι Μοίρες, εγείρουν αξιώσεις για την καταγωγή του ζωγράφου, οι οποίες δεν φαίνεται να ευσταθούν, καθώς σε αρχεία
της Ιεράς Εξέτασης του 1582 ο  Θεοτοκόπουλος καταγράφεται ως γεννηθείς στην πόλη του Χάνδακα. Ο ζωγράφος κατάγονταν από εύπορη οικογένεια που εντάσσονταν στον κύκλο των δημοσίων λειτουργών της βενετικής εξουσίας. Όπως είναι γνωστό η Κρήτη βρίσκονταν υπό ενετική κατοχή από το 1211.
Ο Θεοτοκόπουλος φαίνεται πως από μικρός ανακάλυψε την κλίση του προς τη ζωγραφική και παρακολουθούσε μαθήματα στη Σχολή της Αγίας Αικατερίνης, μετόχιο της ομώνυμης εκκλησίας του Σίνα. Από τη μαρτυρία του συμβολαιογράφου Μαρά αποφαίνεται ότι το 1566 ο Δομίνικος είχε ολοκληρώσει τη σπουδή του στη ζωγραφική και μάλιστα είχε λάβει τον τίτλο του μαΐστρου, δηλαδή του δασκάλου. Μπορούμε να συμπεράνουμε πως κατά τη διάρκεια της μαθητείας του ο Θεοτοκόπουλος διδάχθηκε την βυζαντινή αγιογραφία μια που την περίοδο αυτή βρισκόταν σε άνθηση η λεγόμενη «Κρητική Σχόλη της αγιογραφίας». Εξάλλου, ο Δομήνικος είναι σύγχρονος με τον κορυφαίο ζωγράφο της Κρητικής Σχολής τον Μιχαήλ Δαμασκηνό που και αυτός μαθήτευσε στην Σχολή της Αγίας Αικατερίνης. Το έργο του τελευταίου καθώς και άλλων συγχρόνων του (π.χ. Κλόντζας, Θεοφάνους) χαρακτηρίζεται από την ανάγκη ανανέωσης της Κρητικής αγιογραφίας αναζητώντας κυρίως στοιχεία φυσικότητας, όπως είχαν πράξει στο παρελθόν οι καλλιτέχνες την εποχή των Παλαιολόγων.

Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία άλλα και έργα του Δομήνικου από την περίοδο της δημιουργίας του στην Κρήτη, ωστόσο, είναι σχεδόν αυτονόητο ότι είναι αδύνατο να μην είχε επηρεαστεί από την τέχνη που επικρατούσε στο περιβάλλον του. Ένα από τα έργα που έχουν αποδειχθεί (λόγω της υπογραφής του) ότι ανήκουν στο Δομήνικο και αποκαλύπτουν τη βυζαντινή του προπαρασκευή είναι Η Κοίμηση της Θεοτόκου, το οποίο αποτελεί το πρώτο σωζόμενο έργο του με την υπογραφή του. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε ότι ο Θεοτοκόπουλος μέχρι το τέλος της ζωής του υπογράφει στα ελληνικά τα έργα του και μάλιστα με βυζαντινά γράμματα.

Η υπογραφή του El GrecoΟ Θεοτοκόπουλος φαίνεται πως ήταν ανεξάρτητο και ασυμβίβαστο πνεύμα, που δεν ικανοποιούνταν με την αναπαραγωγή της maniera greca. Το παραπάνω συνάδεται από τεκμήρια που αποδεικνύουν ότι ήταν αναγνωρισμένος ζωγράφος στην πατρίδα του και τα έργα του πωλούνταν σε αρκετά υψηλές τιμές. Αυτό όμως δεν του αρκεί, αντίθετα γοητεύεται από το ρεαλισμό και τη φυσικότητα των έργων της Αναγέννησης που καταφθάνουν στην Κρήτη.
Αρχίζει λοιπόν να προετοιμάζει την μετοίκηση του στην Βενετία προκειμένου να γνωρίσει από κοντά την τέχνη που θαυμάζει. Στα φιλόδοξα σχέδια του επικουρείται από τον αδελφό του Μανούσο,
ο οποίος ήταν έμπιστος λειτουργός της βενετικής πολιτείας στην Κρήτη και φαίνεται πως προπαρασκεύαζε την ένταξη του ζωγράφου στο περίφημο εργαστήριο του Tiziano Vecellio.

 

 

Η παραμονή του Θεοτοκόπουλου στην Ιταλία


 

Βενετία

El Greco: Ο ΕυαγγελισμόςΟ Δομήνικος πιθανότατα εγκατέλειψε την Κρήτη στα τέλη του 1566, σε ηλικία 25 ετών και έφτασε στην μητρόπολη στις αρχές του 1567. Τι ακριβώς επιδίωκε ο νεαρός κρητικός από αυτό το ταξίδι είναι δύσκολο να προσδιοριστεί λόγω έλλειψης στοιχείων. Για παράδειγμα στα καλώς ενημερωμένα αρχεία της ελληνικής κοινότητας της Βενετίας δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στον Θεοτοκόπουλο. Το γεγονός αυτό, σύμφωνα με τον Νίκο Παναγιωτάκη, αποτελεί ενδεικτικό στοιχείο δύο τουλάχιστον πραγμάτων:1) ότι ο Θεοτοκόπουλος δεν επιθυμούσε να εργαστεί ως ζωγράφος εικόνων για την ελληνική κοινότητα της Βενετίας και 2) ότι, τουλάχιστον τότε, αποφάσισε να ασπαστεί τον καθολικισμό, απαραίτητη προϋπόθεση για σταδιοδρομία στην καθολική Ιταλία. Όπως κι αν έχουν τα πράγματα, η παραμονή στη Βενετία του κρητικού ζωγράφου θα σημαδέψει την καριέρα και την υστεροφημία του. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι το 1910 θα αναφέρεται στους επίσημους καταλόγους του Μουσείου του Prado ως «ζωγράφος της Βενετσιάνικης Σχολής».

Ο Θεοτοκόπουλος θα πρέπει να μαγεύτηκε από την ζωγραφική της Βενετίας. Την εποχή που φτάνει στην ιταλική πόλη οι σημαντικότεροι ζωγράφοι της, οι οποίοι σημάδεψαν την ευρωπαϊκή τέχνη, βρίσκονται στο απόγειο της δημιουργίας του. Ο γηραιός Τισιανός, ογδόντα περίπου ετών, μόλις είχε τελειώσει  τον μεγάλο Ευαγγελισμό για το ναό του San Salvador της Βενετίας (1566), ένα έργο στο οποίο ο Δομήνικος θα βρει τον εαυτό του. Ο χείμαρρος του χρυσού φωτός που κατεβαίνει από τον ουρανό συνοδεύοντας το Άγιο Πνεύμα, τα χρώματα που για παράδειγμα χρησιμοποιεί ο Τισιάνο για να παραστήσει τις μεγάλες βαριές φτερούγες του αγγέλου, θα αποτελέσουν στοιχεία τα οποία  θα εμπνέουν τον κρητικό όταν ζωγραφίζει τους δικούς του Ευαγγελισμούς.
Η μαθητεία του Δομήνικου στο εργαστήριο του Τισιάνο αν και αμφισβητήθηκε από πολλούς, θεωρείται πλέον αναμφισβήτητη καθώς υπάρχει επιστολή του σπουδαίου Κροάτη μικρογράφου Ιούλιου Κλόβιο (1498-1578) προς τον φιλότεχνο καρδινάλιο Φαρνέζε τον κατοπινό πάπα Παύλου Γ’.
Στην παραπάνω επιστολή ο Κλόβιο ζητάει από τον Φαρνέζε να θέσει υπό την προστασία του ένα  ταλαντούχο νέο κρητικό μαθητή του Τισιάνου. Οι καρποί της  τισιανικής μαθητείας δεν είναι ορατοί στα σωζόμενα έργα της ιταλικής περιόδου του Θεοτοκόπουλου παρά μόνο στις προσωπογραφίες του Κλόβιο και του Παλλάδιο, στον μικρό πίνακα με τον Χριστό στο σπίτι της Μάρθας και της Μαρίας, στον Ευαγγελισμό Thyssen και στη Μαγδαληνή της Βουδαπέστης. Αντίθετα η μαθητεία θα γίνει περισσότερο ορατή στην Ισπανία, λες και ο ζωγράφος χρειάστηκε χρόνια για να αφομοιώσει τα διδάγματα του δασκάλου του.


El Greco: EL EspolioΤο εργαστήριο του Τισιάνο  όμως δεν ήταν το μόνο που θα βρει στη Βενετία ο Ελ Γκέκο ( το προσωνύμιο αυτό που σημαίνει ο Έλληνας, και με το οποίο έμεινε στην ιστορία, δόθηκε στο  Θεοτοκόπουλο από τους Βενετούς, είτε γιατί τους ήταν δύσκολο να προφέρουν το όνομα του, είτε γιατί συνηθίζονταν να δανείζεται κάποιος το όνομα του από τον τόπο καταγωγής του, όπως για παράδειγμα ο Πάολο Καλιάρι ονομάστηκε Βερονέζε από την πατρίδα του τη Βερόνα).
Ο Γιάκοπο Τιντορέττο διευθύνει ένα πετυχημένο εργαστήριο με πολλές παραγγελίες τόσο για προσωπογραφίες όσο και για θρησκευτικά θέματα. Ο Γκρέκο φαίνεται πως θαυμάζει το Βενετό ζωγράφο καθώς στις σημειώσεις του στους Βίους του Βαζάρι αναφέρεται στην Σταύρωση του τελευταίου στη Scuola Grande di San Rocco «ως το καλύτερο ζωγραφικό έργο που υπάρχει σήμερα στον κόσμο».
Η επίδραση του παραπάνω μεγάλων διαστάσεων έργο (5.36×12.24) φαίνεται αργότερα το 1577-1579 όταν ο Γκρέκο ζωγραφίζει το El Espolio και συγκεκριμένα στη μορφή δεξιά που ετοιμάζει το σταυρό, αλλά και στις τρεις Μαρίες τις οποίες θα μεταφέρει στον πίνακά του χωρίς να υπάρχει εικονογραφικό προηγούμενο, με αποτέλεσμα να συγκρουστεί με την Ιερά Εξέταση που  θα του ζητήσει να τις αφαιρέσει από το έργο του. Από τα χαρακτηριστικά στοιχεία της ζωγραφική του Τιντορέττο εκείνο που επηρεάζει περισσότερο τον Κρητικό είναι οι τρεμουλιαστές μορφές, ζωγραφισμένες με βιαστικές πινελιές, που λάμπουν καθώς αναδύονται στο γκριζοπράσινο ημίφως. Γενικότερα, πολλά στοιχεία της παλέτας του βενετσιάνου μοιάζουν με εκείνα του Κρητικού, σε σημείο που πολλές φορές ταυτίζονται, για αυτό δεν είναι τυχαίο ότι ο πίνακα του  Τιντορέττο “Ο Χριστός στη λίμνη της Γαλιλαίας” είχε αποδοθεί για μεγάλο διάστημα στον Θεοτοκόπουλο.

Λιγότερο εμφανής είναι η επίδραση του Βερονέζε στο έργο του Γκρέκο, αν και στοιχεία της που σχετίζονται κυρίως με την χρήση του χρώματος συναντιούνται ακόμα και στην ισπανική περίοδο του τελευταίου.  Η χρήση του κόκκινου και του μπλε, δύο βασικών χρωμάτων για τον Γκρέκο, χρησιμοποιούνται με τον ίδιο τρόπο από τον Βερονέζε (όπως “Ο Χριστός στον κήπο της Γεσθημανή”). Βέβαια δεν παύουν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές  κυρίως σε ότι αφορά τη σχέση με το σχέδιο στην οποία ο καλλιτέχνης από τη Βερόνα μένει πιστός, δηλαδή ο κύριος στόχος του και αυτό που πάντα επιδιώκει είναι στην αναπαράσταση της φύσης.

 

Ρώμη

El Greco: Αυτοπροσωπογραφία (1590-1600)Ο Γκρέκο δεν περιορίστηκε μόνο στη Βενετία, η αίγλη της Ρώμης του γέννησε την επιθυμία να την επισκεφτεί. Καθ’ οδών ο ζωγράφος, όπως μαρτυρεί ο ίδιος στα περιθώρια των Βίων του Βασάρι, θα επισκεφτεί την Πάρμα όπου γοητεύτηκε από τον Κορρέτζιο και από την Φλωρεντία, όπου τον εντυπωσίασαν περισσότερο το παρεκκλήσιο των Μεδίκων στο Σαν Λορέντζο και ιδιαίτερα τα αγάλματα στις σαρκοφάγους των Λορέντζο και Γκιουλιανο Μεδίκων δημιουργήματα του Μιχαήλ Άγγελου. Στη Ρώμη ο Γκρέκο φτάνει το 1570, όπου φιλοξενείται από τον καρδινάλιο Φαρνέζε κατόπιν παράκλησης του Κλόβιο όπως είδαμε προηγουμένως. Εκεί έρχεται σε επαφή με καλλιτέχνες που εκπροσωπούν την “τελευταία λέξη” του ρωμαϊκού μανιερισμού.
Η παραμονή στην ιταλική πρωτεύουσα φαίνεται να συμβάλει σημαντικά στην διαμόρφωση της τέχνης του Γκρέκο, ιδιαίτερα στον σχεδιασμό των μορφών, τη στάση, τη θέση, τη συστροφή των σωμάτων, μελετώντας κυρίως τα έργα του Μιχαήλ Άγγελου. Κι όμως πάρα το γεγονός των δανείων, οι απόψεις του Έλληνα ζωγράφου για το έργο του Μ. Άγγελου μοιάζουν αμφίθυμες. Σύμφωνα με τη σύντομη βιογραφία του Giulio Mancini στα 1642, η οποία κατά πάσα πιθανότητα βασίζεται σε μαρτυρίες ενός από τους μαθητές του Γκρέκο, ο τελευταίος ακούγοντας ότι ο Πάπας ήταν ενοχλημένος με μερικές μορφές στη Δευτέρα Παρουσία του Μιχαήλ Άγγελου, προσφέρθηκε να ζωγραφίσει μια ευπρεπέστερη παραλλαγή που όμως δεν θα υστερούσε σε ποιότητα. Ο Μαντσίνι προσθέτει πως αυτό το θράσος ήταν που ανάγκασε τον Γκρέκο να εγκαταλείψει την πόλη για να ξεφύγει από την κατακραυγή των ζωγράφων. Επίσης αρνητικό αντίκτυπο για το έργο του  Μιχαήλ Άγγελου υπαινίσσονται και τα λόγια του Γκρέκο στον Πατσέκο (1611), λέει ότι ο “ο Μιχαήλ Άγγελος ήταν καλός άνθρωπος άλλα δεν ήξερε να ζωγραφίζει”. Παρόλα αυτά ο Γκρέκο συνέχισε να μελετά μοτίβα από τα έργα του Ιταλού καθ’ όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του.

Ο Έλληνας καλλιτέχνης θα  εγκαταλείψει την Ιταλία κατά πάσα πιθανότητα τον χειμώνα του 1576-77. Κάποιοι μελετητές του υποστηρίζουν ότι έφυγε από την Βενετία όπου είχε επιστρέψει μετά την παραμονή του στη Ρώμη, όμως δεν υπάρχουν αποδείξεις για την δεύτερη παραμονή του στην Γαληνότατη. Οι λόγοι της φυγής του δεν είναι απόλυτα διαπιστωμένοι. Έφυγε λόγω της κατακραυγής που γνώρισαν τα σχόλια που αναφέραμε προηγουμένως ή για να γλυτώσει από τη μεγάλη επιδημία πανούκλας ή γιατί η Ιταλία δεν είχε πλέον να του προσφέρει το οτιδήποτε για την εξέλιξη της τέχνης του;

 

Το τέλος της περιπλάνησης


El Greco: Το Μαρτύριο του Αγίου ΜαυρικίουΟ νέος προορισμός του Γκρέκο, που έμελλε να είναι και ο τελευταίος, είναι η ιβηρική χερσόνησος και συγκεκριμένα η Ισπανία. Αρχικά εγκαθίσταται στη Μαδρίτη όπου έρχεται σε επαφή με ζωγράφους, γλύπτες και αρχιτέκτονες όπως ο Ελ Μούντο, ο Ιάκωβος ντα Τρέστο, ο Ερρέρα κ.α. Εκεί συμμετέχει ως σχεδιαστής παρά τον αρχιτέκτονα Ερρέρα στην κατασκευή του Εσκοριάλ (ανακτορικό- μοναστικό συγκρότημα προς τιμή του Αγίου Λαυρεντίου). Σε σχέδια του Γκρέκο οφείλονται το μεγάλο εικονοστάσιο του Εσκοριάλ καθώς και διακοσμητικά αγάλματα της πρόσοψης του ανακτόρου. Στο διάστημα 1580-1582 φιλοτεχνεί τον περίφημο πίνακα Το μαρτύριο του Αγίου Μαυρικίου, ο οποίος προορίζονταν για το παραπάνω ανάκτορο όμως ο βασιλιάς Φίλιππος απαγόρευσε την τοποθέτηση του, γιατί βρήκε υπερβολικά ελεύθερη την απόδοση των μορφών και σκανδαλωδώς εκθαμβωτικά τα χρώματα.

Το 1577 ο Δομήνικος φτάνει στο Τολέδο προκειμένου να φιλοτεχνήσει τις εικόνες του εικονοστασίου της εκκλησία του Αγίου Δομήνικου του Παλαιού. Μετά από μερικά έτη διαμονής στην παραπάνω πόλη αποφασίζει να εγκατασταθεί εκεί μόνιμα. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι το Τολέδο με τους πευκώνες, τους ελαιώνες του, τα ήθη και τα ανατολικά του στοιχεία θύμιζε στον ζωγράφο την γενέτειρα του. Σ’ αυτήν την πόλη θα συνδεθεί με την Jeronima de las Cuevas και θα αποκτήσουν ένα γιό τον Γεώργιο-Μανουήλ. Στο Τολέδο ο Γκρέκο θα ενσαρκώσει όλα τα καλλιτεχνικά του οράματα, θα δημιουργήσει εργαστήριο με πολλούς μαθητές και θα απολαμβάνει την αναγνώριση δεχόμενος πολλές παραγγελίες. Στις 31 Μαρτίου του 1614 αρρωσταίνει σοβαρά και στις 7 Απριλίου του ίδιου έτους αφήνει την τελευταία του πνοή και ενταφιάζεται στο Σάντο Ντομίγκο Ελ Αντιγκούο. Στον τάφο του, ο ισπανός μοναχός και διάσημος ρήτορας  Παραβιθίνιο (1580-1533), φίλος του Γκρέκο, θα γράψει: “Ζωή πήρε από την Κρήτη και χρωστήρες, πιο ωραία πατρίδα βρήκε στο Τολέδο, απ’ όπου ξεκινά την αιωνιότητα να κατακτήσει με τον θάνατο. Στα κατάλοιπά του ανήκουν  115 πίνακες, 15 σκίτσα και 150 σχέδια.

 

Ο χαρακτήρας της τέχνης του Γκρέκο


Η τέχνη του Γκρέκο είναι προϊόν των ιστορικών συνθηκών, της όλης προπαιδείας του και της μεγαλοφυΐας του. Κρήτη, Βενετία, Ρώμη, Μαδρίτη, Τολέδο, αποτελούν σημαντικούς σταθμούς οι οποίοι διαμόρφωσαν την καλλιτεχνική του έκφραση. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει 0 Μανώλης Χατζηδάκης στο ένθετο Επτά Ημέρες της Καθημερινής(8/10/1995). «Μαθαίνοντας ο Δομήνικος να ζωγραφίζει εικόνες όπως οι άλλοι κρητικοί ζωγράφοι, δεν μαθαίνει μονό την άψογη τεχνική με αυγό και με χρυσό κάμπο. Μαθαίνει και κάτι σπουδαιότερο, που ασφαλώς θα τον επηρεάσει σε όλη του την καλλιτεχνική δημιουργία. Μαθαίνει , δηλαδή, ότι η παράσταση πρέπει να αποτελεί μια σύνθεση καθαρή και συγκεκριμένη, οργανωμένη επάνω σε έναν κάναβο συχνά γεωμετρικής υφής.
Σ’ αυτήν κυριαρχεί η ανθρώπινη μορφή, χωρίς όμως μεγάλο ενδιαφέρον για την ανατομική ακρίβεια, και ακόμη η παράσταση δεν έχει βάθος, είναι ρηχή. Έτσι, μάθαινε από την αρχή ότι το έργο της τέχνης δεν πρέπει να μιμείται δουλικά τη φύση. Τον δίδαξε, δηλαδή, η ελληνική ζωγραφική την εκφραστική αξία της παραμόρφωσης που γίνεται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του τεχνοτροπικού ύφους που αποτελεί όμως προσωπική του δημιουργία. Στις απαιτήσεις αυτού του ύφους υποτάσσονται και οι φυσικοί νόμοι του χώρου και του φωτισμού, οι συνδυασμοί των χρωμάτων.
Χάρη σ’ αυτήν την κυριαρχία των μορφολογικών εκφραστικών μέσων επάνω στα φαινόμενα του κόσμου αποκτά η ζωγραφική αυτή μια υψηλή πνευματικότητα που ανταποκρίνεται στον θρησκευτικό της ρόλο. Οι βάσεις αυτές της ανθρωπιστικής παιδείας και της βυζαντινής αισθητικής θα μείνουν στερεά θεμέλια για όλη του τη ζωή και θα τον ξεχωρίζουν πάντα από τους άλλους καλλιτέχνες της Δυτικής Ευρώπης, ακόμη και από αυτούς που συμπορεύονται στο γενικότερο ρεύμα του Μανιερισμού.»


El Greco: Άγιος Ιωάννης ο ΕυαγγελιστήςΗ Βενετία θα προσφέρει στον Θεοτοκόπουλου τη σπουδή στο χρώμα, που τόσο τον ενδιέφερε. Τα χρώματα τα
εκτυφλωτικά, τα διαπεραστικά, που μαγνητίζουν και που σαφέστατα τον χαρακτηρίζουν και κάνουν μοναδική τη ζωγραφική τέχνη του κρητικού. Στη Ρώμη, περισσότερο, θα σπουδάσει το σχέδιο, τη μορφή, τη στάση, τη συστροφή των σωμάτων. Στο Τολέδο όλα τα διδάγματα από  τους προηγούμενους προορισμούς τους θα πάρουν σάρκα και οστά, θα αποτυπωθούν στα έργα του. Οι δημιουργίες του Γκρέκο θα ξεχωρίσουν κυρίως, λόγω της ιδιαίτερης, θα λέγαμε, χρήσης του χρώματος, καθώς και για τις μεταφυσικές ανθρώπινες μορφές του, οι οποίες δεν υπακούουν στους φυσικούς νόμους. Οι παραπάνω τεχνοτροπικές ιδιαιτερότητες του, αρχικά του προσδίδουν τον χαρακτηρισμό του ιδιόρρυθμου ζωγράφου, αργότερα όμως θα δικαιωθεί καθώς θα θεωρηθεί ο πρώιμος πατέρας του εξπρεσιονισμού. Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι ο Γκρέκο είναι ένας πρωτοπόρος ανανεωτής ζωγράφος που, όπως, ο ιστορικός τέχνης Ν. Χατζηνικολάου υποστηρίζει αποτελεί τον συνδετικό κρίκο της Ελλάδας με τον ευρωπαϊκό εικαστικό πολιτισμό.

 

 

Προηγούμενο άρθροΟι Χαΐνηδες στο Μύλος Club
Επόμενο άρθροΤα Χάλκινα της Γουμένισσας στο Gagarin