Την τελευταία του πνοή άφησε σήμερα, 22 Φεβρουαρίου 2017, σε ηλικία 90 ετών ο Νίκος Κούνδουρος, ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες σκηνοθέτες. Σύμφωνα με πληροφορίες, το τελευταίο διάστημα νοσηλευόταν στο νοσοκομείο με αναπνευστικά προβλήματα σε σοβαρή κατάσταση.

Νίκος Κούνδουρος: Λίγα λόγια για τη ζωή του

Γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά όπως ο ίδιος σε συνέντευξή του είχε πει, οι γονείς του τον μετέφεραν στην Κρήτη απ’ όπου κατάγονταν, τυλιγμένο σε μία πάνα, ώστε να γραφτεί στα δημοτολόγια του Αγίου Νικολάου της Κρήτης στις 15 Δεκεμβρίου του 1926. Ήταν γιος του δικηγόρου και πολιτικού Ιωσήφ Κούνδουρου. Σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από την οποία και αποφοίτησε το 1948. Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ενταχθεί στις τάξεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, και μετά τον πόλεμο εξορίστηκε στη Μακρονήσο, λόγω των αριστερών φρονημάτων του.

Στα 28 του χρόνια αποφάσισε να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως σκηνοθέτης με τη Μαγική Πόλη (1954), όπου συνδύασε τις επιρροές του από το νεορεαλισμό με την εικαστική του ματιά. Με το σύνθετο και πρωτοποριακό έργο Ο Δράκος (1956), ο Νίκος Κούνδουρος καθιερώνεται. Ακολούθησαν  «Οι παράνομοι» (1958), «Το ποτάμι» (1959), «Μικρές Αφροδίτες» (1963), «Το πρόσωπο της Μέδουσας» (1967), «Τα τραγούδια της φωτιάς» (1974), «1922» (1978) κ.ά. Ζούσε στην Αθήνα στην περιοχή του Μετς σε ένα διώροφο νεοκλασικό σχεδιασμένο, επιπλωμένο και διακοσμημένο από τον ίδιο. Ένα μικρό, θαυμαστό μουσείο από Κρητικά έπιπλα και δικές του ελαιογραφίες, καθώς και άλλα αντικείμενα που είχε κουβαλήσει από τα ταξίδια του σε όλο τον κόσμο.

Νίκος Κούνδουρος
Μια από τις τελευταίες φωτογραφίσεις του Νίκου Κούνδουρου στο σπίτι του σε συνέντευξη για τη ζωή του
Νίκος Κούνδουρος: Οι διακρίσεις για το έργο του

Ο Νίκος Κούνδουρος έχει επίσης αντιπροσωπεύσει τον ελληνικό κινηματογράφο πολλές φορές στο εξωτερικό, όπως στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας το 1953 και 1956, στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 1958, 1963 και 1967. Έχει επίσης τιμηθεί με το Πρώτο Βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και Βερολίνου το 1963 για την ταινία «Μικρές Αφροδίτες» καθώς και για την ταινία του «Το ποτάμι» στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1959. Ειδικότερα για την ταινία «Μικρές Αφροδίτες» τιμήθηκε και με το Βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου. Η δε ταινία του «Ο Δράκος» χαρακτηρίστηκε ως η καλύτερη ελληνική ταινία στη δεκαετία του 1950-1960. Τόσο η ελληνική όσο και η γαλλική και αγγλική τηλεόραση έχουν προβάλει κατ’ επανάληψη ταινίες του Κούνδουρου. Σημειώνεται επίσης πως αντίγραφα (κόπιες) πολλών ταινιών του βρίσκονται στο Ευρωπαϊκό Μουσείο Κινηματογράφου, στη Γαλλική Ταινιοθήκη καθώς και στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης.

Συνολικά γύρισε 11 ταινίες με τελευταία ταινία την αγγλικής παραγωγής «Το Πλοίο», την οποία γύρισε το 2011 σε δικό του σενάριο. Έχει επίσης γυρίσει τα τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ: «Ιφιγένεια εν Ταύροις», «Αντιγόνη» και «Ελληνιστί Κύπρος». Είχε διατελέσει πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Σκηνοθετών, ενώ το 1998 εκδόθηκε βιβλίο του (Stop Carre), με μακέτες, σχέδια και φωτογραφίες από τα πρόσωπα, τα σκηνικά και τα κοστούμια των ταινιών του. Το 2009 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του, με τίτλο «Ονειρεύτηκα πως πέθανα». Τον Φεβρουάριο του 2014 τιμήθηκε με ειδική πλακέτα από την Εταιρεία Σκηνοθετών, την οποία του παρέδωσε ο υπουργός Πολιτισμού, Πάνος Παναγιωτόπουλος.

Επίλογος

«Ούτε αδίκησα, ούτε αδικήθηκα. Είμαι ευχαριστημένος. Αγάπησα και αγαπήθηκα… Είμαι ένας άνθρωπος με ιδιόρρυθμο πείσμα. Αν περάσει κάτι στο νου μου θα το διεκπεραιώσω. Ασχολήθηκα με πολλά πράγματα: με αρχιτεκτονική, με ζωγραφική, με θέατρο. Δεν άφηνα τίποτα στη μέση, δεν ήμουν επιπόλαιος. Ήθελα να είμαι συνεπής. Είχα έναν σεβασμό στη φαμίλια μου. Γεννήθηκα Κρητικός και ήθελα να συντηρήσω τον μύθο του έντιμου Κρητικού. Από την οικογένεια ξεκινάνε όλα… Ο πατέρας μου ήταν ένα υπέροχος άνθρωπος, δεν θα μπορούσα ποτέ να προσβάλω την τάξη της φαμίλιας μας που εκείνος όρισε. Είχα μεγάλη υποχρέωση και δεν ήθελα να την προδώσω. Όταν έδωσα μια γροθιά σε αξιωματικό επειδή με είπε “Βούλγαρο”, η γροθιά αυτή θα μου στοίχιζε περισσότερο αν δεν είχα την προστασία της οικογένειας. Είχα την αίσθηση πως ό,τι κι αν έκανα ήμουν προστατευμένος. Αυτό μου έδινε μια αυτοπεποίθηση. Σε όλη μου τη ζωή έκανα χρήση αυτής της προστασίας – ίσως όχι επίτηδες…».
Προηγούμενο άρθροΚυβέλη Καστοριάδη – Ορέστης Καλαμπαλίκης UNPLUGGED στην Οικεία Κατακουζηνού στις 23 & 24 Φεβρουαρίου
Επόμενο άρθροΤαπ άουτ του Ανδρέα Φλουράκη στο Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας-Β’ σκηνή
Σιακαντάρης Σπύρος
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, με καταγωγή από την Κρήτη και τη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Οργάνωση και Διοίκηση Επιχειρήσεων, είναι απόφοιτος του The Bristol Old Vic Theatre School, ενώ έχει παρακολουθήσει και σεμινάρια θεάτρου. Από την ηλικία των 11 παρακολουθεί σχεδόν καθημερινά θέατρο έχοντας αποκτήσει εμπειρίες και στιγμές από τις σημαντικότερες θεατρικές παραστάσεις. Αγαπάει τον κινηματογράφο, την ανάγνωση βιβλίων και να ταξιδεύει.