Απαισιόδοξος και μοναχικός ο ίδιος, ο τιμημένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας Σάμιουελ Μπέκετ, στήνει ένα σοβαρό παιχνίδισμα εσωτερικής ερημίας που το επιγράφει ειρωνικά Ευτυχισμένες Μέρες. Το κείμενο, γραμμένο στα 1960, παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο Cherry Lane Theater της Νέας Υόρκης στις 17 Σεπτεμβρίου 1961. Έκτοτε «ανεβαίνει» συχνά σε θέατρα ανά τον κόσμο, με την Ελλάδα να μη μένει πίσω. Ως Γουίνι έχουμε δει τις Ρούλα Πατεράκη, Δέσπω Διαμαντίδου, Αντιγόνη Βαλάκου, Μίνα Αδαμάκη, Ναταλία Τσαλίκη, Άννα Κοκκίνου και άλλες.

Οι Ευτυχισμένες Μέρες του Μπέκετ θαρρεί κανείς πως διανύουν ευτυχείς θεατρικές στιγμές στα χέρια των καλλιτέχνιδων που ασχολούνται αυτή τη φορά μαζί τους στο χώρο του Bios. Η Όλια Λαζαρίδου συστήνει τη δική της Γουίνι και η Σύλβια Λιούλιου σκηνοθετεί αυτή τη θεατρική πρόκληση που έθεσε ο Μπέκετ, αφού την «πασπάλισε» με μπόλικο Παράλογο.

Ιδιαίτερο στοιχείο του ανεβάσματος της Λιούλιου το πρωτότυπο εργαστήριο με τίτλο «9 Ευτυχισμένες Μέρες Με Τον Μπέκετ» που «έτρεξε» παράλληλα με την παράσταση, από την έναρξη των προβών μέχρι την πρεμιέρα του έργου. Όσοι και όσες συμμετείχαν είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν, αλλά και να συμβάλουν στο ανέβασμα της παράστασης, συγκροτώντας μια ομάδα «ειδικών θεατών» που παρεμβαίνουν στο διαπραγματεύσιμο θεατρικό υλικό.

«Σε ρωτάω απλώς, αν με έβρισκες ερωτεύσιμη κάποτε…»

Φορώντας ένα κωμικό προσωπείο που φέρνει σε αμηχανία το κοινό με την αφαιρετικότητα και την πολυσημία του η Όλια Λαζαρίδου γίνεται η φωνή που εκφράζει την τραγική αγωνία της συμφιλίωσης με τη μοναξιά της καθημερινότητας, την άλλοτε λυτρωτική, όπως κάθε έθος, και άλλοτε δυναστική για τις επιθυμίες του ασυνείδητου. Ψάχνει πώς να γεμίσει την τεμαχισμένη σε χρόνους από ένα ανελέητο κουδούνι μέρα της με την «απόγνωση» της αποδοχής μιας κατάστασης «μηχανικά αναπαραγώγιμης».

Το νεκροταφείο των βιβλίων της ζωής της Γουίνι
Το νεκροταφείο των βιβλίων της ζωής της Γουίνι στις Ευτυχισμένες Μέρες

Ακόμα και το όπλο που φέρει πάνω της, το οποίο θα μπορούσε να προοικονομεί μία εν δυνάμει τραγωδία, είναι κατ’ ουσίαν παροπλισμένο και σημειοδοτεί την αδυναμία για «μια κάποια λύση» -έναν συχνό λογοτεχνικό και θεατρικό τόπο (/μοτίβο) εκτονωτικής ανάπαυσης μέσω του εκμηδενισμού του Είναι στη μεγαλύτερή του μεγέθυνση.

Το δίπολο Γουίνι και Γουίλι –σε ερμηνεία του Άγγελου Σκασίλα- λειτουργεί ως ζεύγος παραπληρωματικών αντιθέτων (σίγουρα όχι συμπληρωματικών αλλά ούτε και αλληλοσυγκρουόμενων). Η πράξη της συμβίωσής τους κατακυρώνεται ανορθόδοξα από την ακρόαση και την υπομονή του άπραγου Γουίλι της, που υπομένει τη Γουίνι, που υπομένει όχι αγόγγυστα το υπαρξιακό της άχθος.

Το παρόν βιώνεται διηθημένο από μία ανάμνηση ζωής, για την οποία υπάρχει μεγάλη αμφιβολία, αν κάποτε βιωνόταν ως μια κάπως πιο ευχάριστη ρουτίνα ή αν όλα τα περιγραφόμενα είναι εσωτερική επινόηση ζωής της Γουίνι. Οι λέξεις ως εργαλεία λόγου με την αριστοτελική σημασία δεν είναι δεδομένες και οι πράξεις ως ελάχιστες μονάδες ζωής δεν πραγματώνουν τις καταστατικές τους λειτουργίες, αλλά αναπαράγονται ενσυνείδητα από τη φορέα τους για να δικαιολογούν την υπόσταση του εαυτού που είναι ταυτισμένη πια (ή ανέκαθεν. Και για πάντα.) με μια άλλοτε τρικυμιώδη, άλλοτε πιο «απαλή» ροή της συνείδησης.

Στη δεύτερη πράξη του έργου η Γουίνι βυθισμένη
Στη δεύτερη πράξη του έργου η Γουίνι βυθισμένη στο “βίβλινο” λόφο της

Αν θέλει κανείς να διαβάσει τον Μπέκετ μέσα από τον Μπέκετ και το έργο του Ευτυχισμένες Μέρες θα καταλήξει μάλλον να αποκωδικοποιεί την προσωπική του σχέση με το παράλογο της ύπαρξης -και του εργαλείου έκφρασης και εξήγησής της, της γλώσσας- που εκπορεύεται από το τραύμα του «διαλείμματος» της ζωής ανάμεσα στα δύο άπειρα, της ανυπαρξίας που προηγείται και αυτής που έπεται.

Η Σύλβια Λιούλιου φαντάστηκε και έπλασε ποιητικά την εικόνα της αερικής Όλιας Λαζαρίδου ως Γουίνι, εγκλωβισμένης σε ένα νεκροταφείο βιβλίων χωρίς καμία υπόνοια για το πώς και το γιατί του παρόντα χωροχρόνου. Εκκινώντας από τη χρήση αντικειμένων της καθημερινότητας καταλήγει να μη χρησιμοποιεί ούτε αυτή τη φενάκη ζωής και να λέει το σκηνικό της «ποίημα» που έμαθε καλά πια, για να την ακούνε ανυποψίαστοι ή υποψιασμένοι θεατές, ενώ την παρακολουθούν να θάβεται όλο και πιο βαθιά. Αλλά δεν προσδοκά τη λογική ηρεμία της εξαφάνισης. Με ό,τι αυτό σημαίνει.

Ευτυχισμένες Μέρες: Trailer
Ευτυχισμένες Μέρες: Πληροφορίες Παράστασης

Συντελεστές

  • Μετάφραση: Διονύσης Καψάλης
  • Σκηνοθεσία: Σύλβια Λιούλιου
  • Δραματουργία: Άγγελος Σκασίλας – Σύλβια Λιούλιου
  • Σκηνικός Χώρος: Μαρία Παπαδημητρίου
  • Επιμέλεια Κίνησης: Αγγελική Στελλάτου
  • Ηχητική Σύνθεση: Γιώργος Πούλιος
  • Φωτισμοί: Δημήτρης Κασιμάτης
  • Φωτογραφίες: Σπύρος Στάβερης
  • Παίζουν: Όλια Λαζαρίδου, Άγγελος Σκασίλας
  • Ημέρες και ώρες παραστάσεων: από 18 Νοεμβρίου έως 8 Απριλίου 2017, κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή στις 21.00
  • Τιμές εισιτηρίων: 12 & 10 ευρώ (φοιτητικό)

Πληροφορίες

  • Θέατρο: Bios Main, διεύθυνση: Πειραιώς 84, χάρτης, τηλέφωνο: 210 342 5335
  • SiteFacebook

 

Προηγούμενο άρθροOι Φίλοι της Κούβας αποχαιρετούν τον Φιντέλ Κάστρο στο ΑΛΚΥΟΝΙΣ
Επόμενο άρθροΟ Στέργιος Νταουσανάκης στο Κρεμλίνο στις 7 και 14 Δεκεμβρίου