Ήταν 8 Δεκεμβρίου του 1811 όταν η Ελίζαμπεθ Άρνολντ Χόπκινς άφηνε την τελευταία της πνοή. Η μητέρα του Έντγκαρ Άλαν Πόε παρηκμασμένη σωματικά από την ασθένεια της φυματίωσης, υπέκυψε. Ο δίχρονος τότε Έντγκαρ κλονίζεται από το θάνατό της. Η εικόνα της πεθαμένης μητέρας ταράζει τον ψυχικό του κόσμο, επισκιάζοντας την προσωπική αλλά και την συγγραφική του πορεία. Μια νοσηρή ψυχοσύνθεση με οιδιπόδεια συμπλέγματα, παθολογικά ένστικτα και ακραίες μεταβαλλόμενες συμπεριφορές αναπτύσσεται στην παιδική του ηλικία. Ο απόηχος των άχαρων βιωμάτων εκείνης της περιόδου θα τροφοδοτήσει τις αυτοκαταστροφικές τάσεις και την μετέπειτα  λογοτεχνική παραγωγή του Πόε. Καταχρήσεις, εθισμοί σε όπιο και αλκοόλ και μια γραφή ιδιαίτερη και ψυχοβιογραφική πρωταγωνιστούν σε έναν βίο ταραγμένο. Έναν βίο πλημμυρισμένο από πάθη.

Τον Ιανουάριο του 1809 θα γεννηθεί στη Βοστώνη ο δευτερότοκος γιος της οικογένειας Πόε, Έντγκαρ. Οι γονείς του ήταν ηθοποιοί και ανταποκρίνονταν με μεγάλη δυσκολία στις οικονομικές απαιτήσεις της καθημερινότητας. Έναν χρόνο αργότερα, το 1810, θα γεννηθεί η μικρή αδερφή του, η Ροζαλί. Είναι η ίδια εκείνη χρονιά που ο πατέρας του, Ντέιβιντ Πόε, θα τους εγκαταλείψει μια για πάντα, προσβεβλημένος από φυματίωση και πεθαίνοντας τελικά, λίγο αργότερα, καταπονημένος από την αρρώστια. Από την ίδια επίπονη ασθένεια θα οδηγηθεί στο θάνατο και η μητέρα του. Ο Έντγκαρ και η αδερφή του θα ακολουθήσουν πλέον ξεχωριστούς δρόμους.

Ο Τζον Άλλαν και η σύζυγός του, Φράνσις, έμελλε να γίνουν η καινούρια οικογένεια του Έντγκαρ στη Βιρτζίνια. Ο Τζον ήταν έμπορος από την Σκωτία με ιδιαίτερη επιτυχία στον κλάδο του. Η σχέση που θα αναπτύξει ο νεαρός συγγραφέας μαζί του θα περιοριστεί στο αμοιβαίο αίσθημα του μίσους, του ανταγωνισμού και της απόρριψης. Ο Τζον αντιμετωπίζει με αυταρχισμό και απολυτότητα τις καλλιτεχνικές ανησυχίες του νεαρού συγγραφέα, οι οποίες έχουν ήδη εκφραστεί από τη σχολική του ηλικία. Οι αυστηρές επιβολές του θα είναι εκείνες που θα υπαγορεύσουν και την φύση της εκπαίδευσής του. Στα δεκαεπτά του χρόνια ο Πόε εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια. Παράλληλα, εθίζεται στην χαρτοπαιξία δημιουργώντας μεγάλα οικονομικά χρέη. Μετά τον πρώτο χρόνο φοίτησης εγκαταλείπει τις σπουδές του, καθώς ο πατριός του παύει να τον στηρίζει υλικά. Οι σχέσεις τους επιδεινώνονται με δραματικό τρόπο, επηρεάζοντας την ψυχοσύνθεση του ποιητή.


Στον αντίποδα αυτής της έκρυθμης κατάστασης η θετή μητέρα του, Φράνσις: διέπεται από άδολα συναισθήματα για τον Έντγκαρ και προσπαθεί με την αφοσίωση και την αγάπη της να τον στηρίξει συναισθηματικά και καλλιτεχνικά. Η παρουσία της ωστόσο, επιδρά αλλόκοτα στον ψυχισμό του Πόε, όπως και κάθε γυναικεία υπόσταση που περιβάλλει τη ζωή του. Στο πρόσωπό της αντανακλάται το είδωλο της πεθαμένης μητέρας του και όλα τα μητρικά συναισθήματα που δεν πρόλαβε να νιώσει από εκείνη. Η βασανιστική ανάμνησή της κυριεύει τον συγγραφέα, κρατώντας τον προσκολλημένο σε μακάβριες ονειροπολήσεις με πρωταγωνίστρια τη νεκρική μητρική φιγούρα. Έτσι, η προσωπικότητα του Έντγκαρ αποκτά νοσηρά και παρανοϊκά χαρακτηριστικά, που παραπέμπουν σε μια κατάσταση παθολογική. Το φάντασμα της ‘κοιμώμενης’ μητέρας στοιχειώνει το παρόν του. Ο ίδιος εγκλωβίζεται στη δίνη των οιδιπόδειων συμπλεγμάτων που αναπτύσσει. Τρέφεται από μακάβριους οραματισμούς του φαντασιακού του, οι οποίοι θα υπαγορεύσουν σε εκείνον μια ασυνείδητη νεκροφιλική θέαση των πραγμάτων που θα στιγματίσει τη ζωή και το έργο του.

Ο θάνατος της Φράνσις το 1829 ταράζει τον ήδη κλονισμένο ψυχισμό του συγγραφέα. Μαζί με εκείνη, χάνεται και ο μοναδικός συνδετικός κρίκος ανάμεσα στον Τζον Άλαν και τον Έντγκαρ. Ο ίδιος ωστόσο, συνεχίζει να επιδίδεται στη ποιητική γραφή, μετασχηματίζοντας δημιουργικά τους άρρωστους οραματισμούς του. Το 1830 θα εισαχθεί, με τις αναγκαστικές υποδείξεις του πατριού του, στην Στρατιωτική Ακαδημία του Γουέστ Πόιντ, από την οποία θα αποβληθεί μερικούς μήνες αργότερα εξαιτίας ενός σκανδάλου που προκάλεσε για να εκδικηθεί τον θετό πατέρα του. Η σχέση του με τον πατριό του θα υποστεί ανεπανόρθωτο πλήγμα. Ο Πόε περιέρχεται σε δεινή οικονομική κατάσταση. Η ποίηση θα γίνει για εκείνον το μοναδικό βιοποριστικό μέσο, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να ορθοποδήσει οικονομικά. Έτσι, στρέφεται στη διηγηματική γραφή, ενώ παράλληλα συνεργάζεται σε περιοδικά και εφημερίδες αποκτώντας μια ευρεία φήμη ως κριτικός.

Edgar Allan Poe: Η φιγούρα της νεκρής μητέρας στη ζωή και στο έργο του
Edgar Allan Poe: Η φιγούρα της νεκρής μητέρας στη ζωή και στο έργο του

Το 1835 παντρεύεται την ξαδέρφη του Βιρτζίνια Κλεμ, στην ηλικία μόλις των δεκατεσσάρων χρόνων της. Δώδεκα χρόνια αργότερα, πεθαίνει και εκείνη φυματική. Ο πόνος για το θάνατο της Βιρτζίνια θα βυθίσει τον Πόε ολοκληρωτικά στο κενό. Παραδομένος στο όπιο και στο αλκοόλ, οδηγείται στην απομόνωση και στην μανιοκατάθλιψη. Μια ασυνείδητη ορμή θα του υπαγορεύει παντοτινά την ανάγκη να συμπορεύεται με γυναίκες που είναι σκιές του εαυτού τους, με ασθενικές οντότητες που μυρίζουν θάνατο. Είναι οι ίδιες τρομακτικές λιπόσαρκες φιγούρες που πρωταγωνιστούν στις αφηγήσεις του συγγραφέα σαν άυλα πλάσματα, απαλλαγμένα από κάθε τι γήινο και πραγματικό. Ο Έντγκαρ εξισώνει την γυναίκα με την αρρώστια, τον πόνο και τον θάνατο, αρνούμενος τη σεξουαλικότητά της. Με αυτή την νοσηρή προοπτική για την γυναικεία ύπαρξη θα πορευτεί στο λογοτεχνικό και προσωπικό βίο του, θεωρώντας ότι με αυτό τον τρόπο παραμένει πιστός στην ανάμνηση της εκλιπούσας μητέρας του.


Ο Πόε ζει σ’ ένα δικό του σύμπαν, εξωπραγματικό, στοιχειωμένο με τα φαντάσματα του παρελθόντος. Θέση σε αυτό έχουν μόνο τα σκοτεινά του ένστικτα και η ποίηση. Το ‘πάθος’ του γι’ αυτή θα λειτουργήσει ως αντιστάθμισμα στην παράνοια που βιώνει, μετουσιώνοντας τα ένστικτά του σε καλλιτεχνική δημιουργία. Με τον θάνατό του το 1849 στη Βαλτιμόρη, η ποίηση θα υποκλιθεί στον άνθρωπο που την ‘σεβάστηκε’, χαρίζοντάς της μια μυστηριώδη τέχνη που κατέχει ξεχωριστή θέση στο παγκόσμιο λογοτεχνικό στερέωμα.

Αντιπροσωπευτικότερα δείγματα του έργου του αποτελούν τα ποιήματα Το Κοράκι, Ουλαλούμ, ’Αναμπελ Λη, Στην Άννυ κι από πεζά  Ο Χρυσός Σκαραβαίος, Χειρόγραφο σε ένα μπουκάλι, Το Βαρέλι του Αμοντιλάδο, Ο Μαύρος Γάτος, Κουβεντιάζοντας με μια μούμια.  Με την γραφή του, μοναδικά πρωτότυπη και πολυδιάστατη, ο Πόε θα αναπτύξει ένα είδος δραματοποιημένου εσωτερικού μονολόγου και λυρικού υμνητικού ύφους, με το οποίο θα κατορθώσει να καταδείξει την υποταγή της ανθρώπινης φύσης στις εξωτερικές επιδράσεις και τις ασυνείδητες ορμές. Το αισθητικό αποτέλεσμα είναι υπέροχο και μεγαλοφυές.

 

Προηγούμενο άρθροΗ Sarah Brightman ταξιδεύει στο διάστημα
Επόμενο άρθροΑλέξης Ακριθάκης – “Με μια ξύλινη βαλίτσα”.