Francisca Edwiges Neves Chinquinha Gonzaga. Γνωστή ως Σικίνια Γκονζάγκα (σύμφωνα με την Πορτογαλική προφορά). Υπήρξε η πρώτη πολυεπίπεδα δραστήρια μουσικός της Βραζιλίας. Μαέστρος, συνθέτης και δεινή πιανίστα. Αποκαλέστηκε ο θηλυκός Όφενμπαχ. Ανήκει  στο πάνθεον των μουσικών της  Βραζιλιάνικης Μουσικής.

Τα πρώτα βήματα της Σικίνια Γκονζάγκα

Η Σικίνια Γκονζάγκα γεννήθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο στις 17 Οκτωβρίου 1847. Κόρη επιφανούς αξιωματικού από Αριστοκρατική οικογένεια και μητέρας σκλάβας. Το γεγονός αυτό έδινε στον πατέρα, σύμφωνα με την τότε ισχύουσα νομοθεσία, το δικαίωμα να μην αναγνωρίσει το παιδί του. Παρ’ όλες τις πιέσεις του κοινωνικού περίγυρου ο πατέρας αναγνώρισε το τέκνο του και προχώρησε σε γάμο με την μητέρα της συνθέτριας προκαλώντας μια αλυσίδα αντιδράσεων και εντάσεων, τις οποίες η Σικίνια έβρισκε συνεχώς μπροστά της.

Ως κόρη Ανώτατου Στρατιωτικού, η Σικίνια Γκονζάγκα όφειλε να ακολουθήσει με πειθαρχία και επιτυχία μια εξαιρετική εκπαίδευση. Απώτερος σκοπός  να μπορέσει στο μέλλον, μέσα από ένα γάμο κοινωνικής αποδοχής, να λάβει τον τίτλο της Κυρίας.

Από μικρή ηλικία γνώριζε γραφή, ανάγνωση, μαθηματικά και πιάνο (τίποτα από αυτά δεν ήταν αυτονόητα για μια νεαρή κοπέλα εκείνη την εποχή στη Βραζιλία, όπως και σε πολλές άλλες χώρες του κόσμου). Στο πιάνο έδειξε γρήγορα μια ιδιαίτερη εξέλιξη, καθώς συνέθεσε το πρώτο της έργο στην ηλικία των 11 ετών.

Παρ’ όλες τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που ίσχυαν από το 1808,  επί «Ηνωμένου Βασιλείου της Πορτογαλίας Βραζιλίας και Αφρικανικών Αποικιών», ο ρόλος μιας γυναίκας στη Βραζιλία του 19ου αιώνα παρέμενε εξαιρετικά δύσκολος. Δεν είχε καμία ελευθερία ούτε στην κοινωνική της ζωή ούτε εντός του γάμου της.

Πνεύμα ανήσυχο, προσωπική ζωή γεμάτη εντάσεις

Στην ηλικία των 16 ετών η Σικίνια Γκονζάγκα, παντρεύεται τον 24χρονο Ιακίντο Ντο Αμαράλ, αξιωματικό του Αυτοκρατορικού Ναυτικού. Μια επιλογή του πατέρα της φυσικά. Μια επιλογή που η Σικίνια δεν την ήθελε. Mια επιλογή που ενεργοποίησε τη βούληση της να αντιταχθεί μέσα από την Τέχνη στην καταπίεση που βίωναν οι γυναίκες και τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Ο σύζυγος της διαφωνεί κάθετα με το ενδεχόμενο βιοπορισμού της Σικίνια μέσω της μουσικής. Στην ηλικία των 20  η Σικίνια βρίσκει το θάρρος να ζητήσει διαζύγιο, κάτι που θεωρούνταν αδιανόητο. To σκάνδαλο ξέσπασε αμέσως.  Ο πατέρας της την αποκήρυξε.

Συνεχίζει να «προκαλεί» με τη συμπεριφορά της, προχωρώντας σε δεύτερο γάμο,  αυτή τη φορά  και με  δική της επιθυμία. Μετά από έξι χρόνια έρχεται και το δεύτερο διαζύγιο, απόρροια των προαναφερομένων κοινωνικών συνθηκών και του σθεναρού χαρακτήρα της Σικίνια.

Στα 29 της πλέον αρχίζει συνειδητά και χωρίς καμία βοήθεια από κανέναν, καριέρα συνθέτριας, σολίστ πιάνου ακόμα και μαέστρου.

Το 1899, μετά από μια γεμάτη ζωή, καλλιτεχνική και προσωπική, ερωτεύεται το νεαρό μουσικό Ζοάο Μπατίστα. Η διαφορά ηλικίας που τους χωρίζει (εκείνη 52 και αυτός 16) για πρώτη φορά κάμπτει το ανατρεπτικό του χαρακτήρα της. Αποφασίζει να τον υιοθετήσει. Το ζεύγος μετακομίζει και διαμένει για αρκετό διάστημα στη Λισαβόνα, προκειμένου να προφυλαχθεί από ενδεχόμενα  σχόλια που θα κυκλοφορούσαν στους κύκλους της Βραζιλίας. Όταν αργότερα επιστρέφουν στην πατρίδα τους, η Σικίνια Γκονζάγκα κρατά επιμελώς αυτή τη σχέση μυστική.  Η σχέση αποκαλύπτεται τελικά αρκετά χρόνια μετά το θάνατό της, μέσα από φωτογραφίες και την αλληλογραφία της.

Η καλλιτεχνική διαδρομή

Σε ένα Ρίο ντε Τζανέιρο που σταδιακά μεταμορφώνεται σε μητροπολιτικό κέντρο της λατινικής Αμερικής, η Σικίνια Γκονζάγκα ζει και δρα ως ελεύθερη επαγγελματίας μουσικός. Γνωρίζει αργά αλλά σταθερά την αποδοχή και την καταξίωση. Γράφει  πιανιστική μουσική σαλονιού (βαλς, πόλκες, καντρίλιες) και παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα πιάνου. Το 1877 γράφει την πρώτη της μεγάλη επιτυχία, την πιανιστική πόλκα Atraente που την καθιστά την πρώτη καλλιτεχνικά αποδεκτή γυναίκα της Βραζιλίας. Η ανδροκρατούμενη συντηρητική κοινωνίας της εποχής  αντιδρά και βοά!

Η δημοτικότητα των πρώτων πιανιστικών της συνθέσεων την ενθαρρύνουν να ασχοληθεί με εκτενέστερες φόρμες.  Ακολουθεί η οπερέτα A Corte na Roça (1885)Αμέσως μετά ακολουθεί η δεύτερη της οπερέτα Forrobodó, η οποία από τη μέρα που έκανε πρεμιέρα μέχρι που κατέβηκε διέτρεξε περί τις 1500 παραστάσεις. Η πιο δημοφιλής Βραζιλιάνικη οπερέτα μέχρι και σήμερα.

Γνωρίζεται με τη Νεερ ντε Τέφε βον Χούνχολτζ (Nair de Tefé von Hoonholtz da Fonseca) την πρώτη γυναίκα στη Βραζιλία που ασχολήθηκε με τα καρτούν.  Όταν η Νέερ παντρεύεται το Βασιλιά της Βραζιλίας και γίνεται η Πρώτη Κυρία,  θεσμοθετεί «Μουσικές Βραδιές» στο παλάτι. Σε μία από αυτές προσκεκλημένη είναι η Σικίνια Γκονζάγκα. Η Νέερ τη συνοδεύει στην κιθάρα και ένα ακόμα σκάνδαλο δημιουργείται. Η Πρώτη Κυρία συνοδεύει μουσικά μια γυναίκα με περιπετειώδη προσωπική ζωή που η μουσική της έχει συνδεθεί με «ευτελείς» χορούς και μουσικές της εργατικής τάξης. Το γεγονός θεωρείται παραβίαση του Πρωτοκόλλου και  Ύβρις για τους Αριστοκρατικούς Κύκλους και έτσι η Νέερ και ο σύζυγός της  φεύγουν για λίγο  καιρό στη Γαλλία. Άλλη μια φορά η Σικίνια Γκονζάγκα συγκρούεται με το κοινωνικό κατεστημένο της εποχής.

Το 1919 η επιτυχία χτυπά δυνατά την πόρτα της Σικίνια Γκονζάγκα με τη νέα της οπερέτα Juriti. Ιδρύει τη Βραζιλιάνικη Εταιρία Θεατρικών Συγγραφέων και δέχεται αναθέσεις από ποικίλα μουσικά σύνολα, αποκαθιστώντας τη διαχρονικά δύσκολη επικοινωνία της με το κοινωνικό της περιβάλλον.

Στη μάχη κατά της δουλείας

Ως κόρη σκλάβας, και έχοντας αντιμετωπίσει σε κάθε γενναίο της βήμα την κοινωνική κατακραυγή της υπερσυντηρητικής Βραζιλιάνικης κοινωνίας της εποχής, η Σικίνια Γκονζάγκα πολέμησε με κάθε τρόπο, μέσα από τη μουσική της, τα κείμενά της, την κοινωνική της ζωή το θεσμό της δουλείας. Συνέβαλε στην υπογραφή του Lei Áurea, του Χρυσού Νόμου. Ο Νόμος ψηφίστηκε στις 13 Μαΐου του 1888 και καταργούσε τη δουλεία, όπως την είχε επιβάλει θεσμικά η μητρική Πορτογαλία από το 1532. Ο Νόμος έδωσε το έναυσμα για διεκδίκηση περισσότερης ελευθερίας, η οποία ήλθε στις 15 Νοεμβρίου 1889. Η Βραζιλία ήταν πλέον ανεξάρτητη χώρα, αναγνωρισμένη  ως η «Πρώτη  Δημοκρατία της Βραζιλίας». Η Σικίνια Γκονζάγκα αναγνωρίζεται σήμερα στην πατρίδα της ως μία από τις εμβληματικές μορφές που συνέβαλαν στην ανόρθωση και στον εκπολιτισμό της χώρας.

Σικίνια Γκονζάγκα
Ο Χρυσός Νόμος κατά της δουλείας
Η αποτίμηση

Η συνολική εργογραφία της Σικίνια Γκονζάγκα είναι περί τα 300 έργα. Η πλειοψηφία τους αφορά μουσική για θέατρο και μουσική σαλονιού. Πιστώθηκε το γεγονός ότι έφερε την παραδοσιακή μουσική της Βραζιλίας μέσα στις αίθουσες συναυλιών και μεσολάβησε έτσι στη άτυπη αποδοχή και συμφιλίωση της αστικής και της εργατικής τάξης κάτω από την ίδια στέγη.

Αξιοποίησε τους Βραζιλιάνικους ρυθμούς της μουσικής των δρόμων και των κακόφημων συνοικιών του Ρίο Ντε Τζανέιρο για να δώσει λόγιες μουσικές εκφάνσεις, οι οποίες έτυχαν πολύ μεγάλης αποδοχής, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για το παρόμοιο εγχείρημα του ‘Αστορ Πιατσόλα στην Αργεντινή.

Υπήρξε η πρώτη γυναίκα μαέστρος της Βραζιλίας, σε μια εποχή που αυτό για μια γυναίκα -εντός και εκτός σπιτιού –  ήταν απλά αδιανόητο.

Η ζωή της Σικίνια Γκονζάγκα δεν θα μπορούσε να μη γίνει  Σήριαλ από τη Βραζιλιάνικη Τηλεόραση.

Με νόμο που θεσπίστηκε το 2012, στη Βραζιλία εορτάζεται η Ημέρα της Μουσικής του Λαού,στις 17 Οκτωβρίου. Στην επέτειο  δηλαδή των γενεθλίων της Σικίνια Γκονζάγκα.

Σικίνια Γκονζάγκα
Εξώφυλλο μουσικού έργου της Σικίνια Γκονζάγκα

 

 

Πηγές:


  • Magaldi, Christina. “Gonzaga, Chiquinha.” Grove Music Online. Oxford Music Online.
  • http://chiquinhagonzaga.com/wp/
Προηγούμενο άρθροΛογοτεχνικός περίπατος αφιερωμένος στον Νίκο Καζαντζάκη στις 01.04.2017
Επόμενο άρθροΝίκος Καββαδίας, ο ποιητής της θάλασσας και των περιπλανήσεων
Σπύρος Δεληγιαννόπουλος
Διδάσκων στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Δρ. Σύνθεσης Α.Π.Θ. Απόφοιτος επίσης των πανεπιστημίων Goldsmiths - University of London και Darmstadt Musikinstitut. Μέλος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών. Συνθέτης - πιανίστας - μουσικολόγος. www.deligiannopoulos.com

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. Εξαιρετικό αφιέρωμα! Πολύ ουσιαστικό άρθρο, γεμάτο σημαντικές πληροφορίες για την κοινωνική διαστρωμάτωση της Βραζιλίας και τη μουσικό Σικίνια Γκονζάγκα! 🙂

τα σχόλια είναι κλειδωμένα.