caravaggio

Αν κάτι δε μπορεί να αμφισβητήσει κανείς στον Michelangelo Merisi da Caravaggio (1571-1610) είναι το πόσο επιδραστικός καλλιτέχνης υπήρξε. Η δραματικότητά του, η διαλεκτική του φωτός και της σκιάς (το γνωστό του chiaroscuro), ο ψυχολογικός του ρεαλισμός, η εξύψωση της πραγματικότητας στο επίπεδο της ιστορικής αναπαράστασης, αλλά και η άλλη όψη του νομίσματος, η απόδοση θρησκευτικών σκηνών με γήινες και ανθρώπινες διαστάσεις, τον καθιστούν έναν καλλιτέχνη με μία γνήσια καλλιτεχνική σφραγίδα, που έφερε ρηξικέλευθες μεταβολές στην τέχνη.

Οι καλλιτέχνες που είτε τον μιμήθηκαν είτε εμπνεύστηκαν από αυτόν είναι πολλοί. Την εποχή του Μπαρόκ δημιουργήθηκε η σχολή των καραβατζιστών (“caravaggisti”) και, παρότι τον 18ο αιώνα, όταν το Ροκοκό θα υποχωρήσει μπροστά στον Νεοκλασικισμό, η επίδραση του Καραβάτζιο μειώνεται, τόσο στην τέχνη όσο και στην κριτική, ο 19ος αιώνας, με το κίνημα του Ρομαντισμού και κυρίως του Νατουραλισμού, ανακαλύπτει εκ νέου την τέχνη του Καραβάτζιο, η γοητεία και ο δυναμισμός της οποίας ασκούν επιρροή στην τέχνη μέχρι και σήμερα (ένα παράδειγμα μοντέρνου καλλιτέχνη που έχει αφομοιώσει με ένα προσωπικό τρόπο την αισθητική του Καραβάτζιο είναι ο Joseph Beuys).

Ένα άλλο κομμάτι του Καραβάτζιο που άσκησε και ασκεί ιδιαίτερη γοητεία είναι η μυθιστορηματική του ζωή. Μέσα σε 37 χρόνια ζωής ο Καραβάτζιο γνώρισε την απόλυτη φτώχεια, αλλά και την απόλυτη χλιδή, ήρθε σε επαφή με τον υπόκοσμο, αλλά και με την αριστοκρατία, γνώρισε δόξα, αλλά και πολλές απορρίψεις έργων, είχε ισχυρούς φίλους, αλλά και σφοδρούς αντιπάλους, έζησε έντονες ερωτικές περιπέτειες με άντρες και γυναίκες, που τον οδήγησαν ενίοτε σε επικίνδυνα μονοπάτια, ενεπλάκη λόγω του βίαιου και εριστικού του χαρακτήρα σε καυγάδες και δικαστικές διαμάχες, έφτασε ως τον φόνο, έγινε φυγόδικος, περιπλανήθηκε στη Μάλτα και στη νότια Ιταλία, και έφυγε με ανιγματικό τρόπο από τη ζωή (υπάρχει η υπόνοια ότι δολοφονήθηκε), καθ’ οδόν από τη Νάπολη στη Ρώμη, μετά την άδεια επαναπατρισμού του από τον Πάπα, στο λιμάνι του Porto Ercole, ενώ η σωρός του δε βρέθηκε ποτέ. Υπήρξαν τρεις βιογράφοι του ήδη από την εποχή του Μπαρόκ (με προεξέχοντα τον Giovanni Baglione), ενώ η παραβατική και ακραία ζωή του αποτέλεσε έμπνευση για τους συγγραφείς μέχρι σήμερα, σε βιβλία όπως τα ακόλουθα  M: The man who became Caravaggio του Peter Robb, Caravaggio: A life Sacred and Profane του Andrew Graham-Dixon κ.α.

Derek JarmanΑπό κάθε άποψη πάντως ο Βρετανός κινηματογραφιστής και συγγραφέας Derek Jarman (1942-1994) είδε στον Καραβάτζιο συγγένεια. Τόσο ως προς την μπαρόκ αισθητική του που πολύ αγάπησε ο Μεταμοντερνισμός, γνήσιο τέκνο του οποίου είναι ο Τζάρμαν, όσο και ως προς την εμπάθεια στον τρόπο ζωής και στο θάρρος του (στα όρια της προκλητικότητας για την «ηθική» των πολλών) να υπερασπιστεί τον τρόπο αυτό, κάτι που υιοθέτησε και ο ίδιος ο Τζάρμαν, σε μια εποχή όχι και πολύ λιγότερο συντηρητική. Σύγκλιση πνευματική και βιωματική λοιπόν, που δεν μπορούσε να μην αποτυπωθεί στην οθόνη. Η ταινία Caravaggio  ήταν στόχος του σκηνοθέτη για χρόνια, αλλά προκειμένου να την αποδώσει όπως την είχε στο νου χρειαζόταν χρήματα. Τελικώς, η ταινία ολοκληρώθηκε το 1986 με την συνδρομή στην χρηματοδότηση και τη διανομή του British Film Institute (BFI) και του Chanel 4 αντίστοιχα.

Η καλλιτεχνική της επιτυχία έγκειται ακριβώς στο ότι αιχμαλωτίζει τόσο το ζωγραφικό τοπίο του Καραβάτζιο όσο και το πάθος του για τη ζωή, δύο στοιχεία που σε έντονες καλλιτεχνικές προσωπικότητες όπως ο Καραβάτζιο δεν είναι απόλυτα διακριτά, αλλά συμπλέκονται. Και ταυτόχρονα, απηχεί την ιδιαίτερη ματιά του Τζάρμαν. Δεν προδίδει κανέναν σε βάρος του άλλου και αυτό είναι κάτι που το εισπράττει ο θεατής. Γιατί ελλοχεύει διπλός κίνδυνος με τις βιογραφικές ταινίες: να προκύψει είτε μια εντελώς προσωπική ταινία, μακριά από το πρόσωπο που εικονογραφείται είτε μια ταινία με ιστορικές ακρίβειες, αλλά καλλιτεχνικά κενή. Η ταινία αυτή όμως είναι κοντά και στον Καραβάτζιο και στον Τζάρμαν, ίσως και γιατί μοιράζονταν αρκετά κοινά μεταξύ τους (δυστυχώς, όπως αποδείχτηκε, και έναν πρόωρο θάνατο). Το φιλμ αναγνώρισε τόσο η κριτική (η ταινία απέσπασε Αργυρή Άρκτο στο φεστιβάλ του Βερολίνου) όσο και το κοινό, που ξεχώρισε τον Καραβάτζιο ως την πιο αγαπητή και ευρέως διαδεδομένη ταινία του Τζάρμαν.

posterΗ ταινία έχει χαλαρή αφηματική δομή, ωστόσο δεν είναι σωστό να πούμε ότι πρόκειται για πειραματικό κινηματογράφο, όπως ενδεχομένως θα χαρακτηρίζαμε μετέπειτα ταινίες του σκηνοθέτη όπως τις The last of England και The Garden. Το παιχνίδι με τα χρονικά επίπεδα ωστόσο έχει γρήγορες εναλλαγές και καθιστά την ταινία δύσκολη -σε επίπεδο αφηγηματικό κι όχι εικαστικό, καθώς το τελευταίο ο καθένας είναι σε θέση να εκτιμήσει- σε κάποιον που δεν είναι ήδη ενημερωμένος για τη ζωή του Καραβάτζιο. Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να διαλευκάνουμε εν συντομία την υπόθεση, συσχετίζοντάς την, στο βαθμό που είναι δυνατόν, με τα πραγματικά γεγονότα της ζωής του καλλιτέχνη.

Η ταινία ξεκινάει με voice over του ετοιμοθάνατου εν έτει 1610 Καραβάτζιο (στο ρόλο του ο Nigel Terry), με μοναδική του παρέα τον σύντροφό του Jerusaleme (Spencer Leigh). Ο Τζερουσαλέμε είναι φανταστικό πρόσωπο (όπως υποδηλώνει και το όνομά του) αν και ίσως να γίνεται αναφορά στον επίσης ζωγράφο και σύντροφο στη ζωή και το έργο του Καραβάτζιο, Mario Minitti ή στον Cecco Boneri, υπηρέτη του Καραβάτζιο που αργότερα έγινε ζωγράφος. Αρχικά, με μια αναδρομική αφήγηση πληροφορούμαστε ότι η οικογένεια του Τζερουσαλέμε τον παρέδωσε όταν ήταν μικρός στον Καραβάτζιο. Κατόπιν, με μία σειρά από σκηνές επίσης φλας μπακ ξετυλίγεται το κουβάρι της ζωής του Καραβάτζιο. Τον βλέπουμε στη Ρώμη ως ζωγράφο του δρόμου (ο νεαρός Καραβάτζιο πράγματι το είχε σκάσει το 1594 από το καταπιεστικό εργαστήρι του Giuseppe Caesari ή Cavaliere d’ Arpino) να προσπαθεί να ανέλθει: Αρχικά γνωρίζεται ερωτικά με έναν πλούσιο έμπορο (πρόκειται μάλλον για τον Maestro Valentino) και στη συνέχεια εισέρχεται στον κύκλο του καρδινάλιου Del Monte. Ο τελευταίος, έμπιστος του Πάπα Κλήμη Η΄ και γνωστός για τα καλλιτεχνικά του ενδιαφέροντα, θα γίνει ο προστάτης του καλλιτέχνη και στο μέγαρό του ο Καραβάτζιο θα εγκατασταθεί. Στον ρόλο του νεαρό Καραβάτζιο είναι ο Dexter Fletcher και στον ρόλο του καρδινάλιου ο Michael Gough.

Caravaggio+RanuccioΣτη συνέχεια, παρακολουθούμε τον μεγαλύτερο και εύπορο Καραβάτζιο -τον οποίον υποδύεται από δω και στο εξής αποκλειστικά ο Νάιτζελ Τέρι- να ερωτεύεται έναν νεαρό παλαιστή του δρόμου, ευγενικής όμως καταγωγής, τον Ranuccio και να τον προσεγγίζει προτείνοντάς του να του ποζάρει. Ο Ρανούτσιο έχει σχέση με τη Lena, αλλά δεν αργεί να υποκύψει ερωτικά και στον Καραβάτζιο, ενώ και η Λένα συνδέεται ερωτικά με τον ζωγράφο. Τον Ρανούτσιο υποδύεται ο Sean Bean και την Λένα η Tilda Swinton (είναι η πρώτη συνεργασία της με τον Τζάρμαν· θα παίξει στη συνέχεια στις ταινίες του The last of England, The Garden, Edward II και Wittgenstein). Η Λένα μένει έγκυος χωρίς να αποκαλύπτει τον πατέρα του παιδιού της και σκοπεύει να το μεγαλώσει με τον επιφανή Σκιπίωνα Μποργκέζε, τον οποίο υποδύεται ο Robbie Coltrane, όμως την προλαβαίνει ο θάνατος από πνιγμό. Νεκρή πια, ποζάρει για τον Καραβάτζιο ως Παναγία στην Κοίμηση της Παναγίας. Ο Ρανούτσιο συλλαμβάνεται ως δολοφόνος της Λένα και ο Καραβάτζιο μεσολαβεί στον νέο Πάπα Παύλο Ε΄ (Jack Birkett) προκειμένου να ελευθερωθεί ο Ρανούτσιο, πράγμα που επιτυγχάνεται χάρη και στην επιθυμία του Σκιπίωνα Μποργκέζε και ανηψιού του Πάπα να αποσυνδεθεί το όνομά του από τον φόνο. Όταν συναντά όμως ο Καραβάτζιο τον Ρανούτσιο, ο τελευταίος ομολογεί ότι σκότωσε τη Λένα για να μείνουν οι δυο τους. Ο Καραβάτζιο τον μαχαιρώνει. Η ταινία ολοκληρώνεται με μία αναπαράσταση του Επιτάφιου Θρήνου, έργου του Καραβάτζιο, στο οποίο ο καλλιτέχνης έχει τον ρόλο του Χριστού και γίνεται σύνδεση με τον θάνατο του Καραβάτζιο στο Πόρτο Έρκολε, υπό την παρουσία του πιστού Τζερουσαλέμε.

Tilda Swinton-LenaΣτο σημείο αυτό να πούμε ότι ο Τζάρμαν αφορμάται από πραγματικά περιστατικά της ζωής του ζωγράφου, αλλά τα έχει ενώσει σε μια ελεύθερη σύνθεση που εξυπηρετεί περισσότερο τη σεναριακή δομή της ταινίας του. Δηλαδή, η Λένα είναι πραγματικό πρόσωπο, η Lena ή Maddalena Antognetti, γνωστή πόρνη της εποχής και μοντέλο του ζωγράφου και πράγματι υπήρξε μια εμπλοκή ερωτικού τύπου (και με τους τρεις δυαδικούς συνδυασμούς) μεταξύ τριών προσώπων: εκείνης, του Καραβάτζιο και του Mariano Pasqualone, στον οποίο επιτέθηκε ο Καραβάτζιο, τραυματίζοντάς τον. Ο Ρανούτσιο επίσης ήταν υπαρκτό πρόσωπο, ο Ranuccio Tomassoni, όντως γόνος ευγενών που ζούσε σας αλήτης και πράγματι θύμα του Καραβάτζιο. Η συμπλοκή τους έγινε κατά μία ερμηνεία λόγω οικονομικών διαφορών και κατά μία άλλη λόγω ερωτικού πάθους, όπου τωόντι υπήρχε ταυτόχρονα και το στοιχείο του ομοφυλοφιλικού έρωτα και το στοιχείο του έρωτα και των δύο προς μία γυναίκα, τη Filide Meladroni. Η «Λένα» της ταινίας επομένως έχει μάλλον χαρακτηριστικά εκείνης παρά της Maddalena Antognetti, καθώς αφενός η Μελαντρόνι σχετίστηκε με σημαίνοντα πρόσωπα (όχι με τον Σκιπίωνα Μποργκέζε όπως δείχνει η ταινία, αλλά με τον Τζουστινιάνι) και αφετέρου υπήρξε, καθώς φαίνεται, το μήλον της έριδος μεταξύ Καραβάτζιο και Ρανούτσιο (ο τελευταίος ήταν προαγωγός της). Τα υπόλοιπα περί εγκυμοσύνης κ.τ.λ. δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα αν και πράγματι για την Κοίμηση της Θεοτόκου (στην ταινία το μοντέλο είναι η πνιγμένη Λένα) ο Καραβάτζιο χρησιμοποίησε ως μοντέλο μια πόρνη (μάλλον πρόκειται για την Anna Bianchini, που πέθανε ενώ ήταν έγκυος).

Άλλα πρόσωπα που εμφανίζονται στην ταινία είναι ο Vincenzo Guistiniani (Nigel Davenport), του οποίου η παρουσίαση στην ταινία δεν πρέπει να διέφερε από την πραγματικότητα: ένας από τους πλουσιότερους εμπόρους της Ρώμης, αλλά και συλλέκτης -με μεγάλο ενδιαφέρον για την τέχνη όπως αποκαλύπτουν τα γραπτά του- και υποστηρικτής της τέχνης του Καραβάτζιο. Επίσης, ο Giovanni Baglione (Jonathan Hyde), θηλυπρεπής και ύπουλος όπως φαντάζεται κανείς πως θα ήταν στην πραγματικότητα (από τη μία φθονούσε τον Καραβάτζιο όντας ο ίδιος ζωγράφος ήσσονος σημασίας και ενεπλάκη σε δικαστική διαμάχη μαζί του, από την άλλη τον θαύμαζε τόσο ώστε να γίνει βιογράφος του) και η Pipo (Dawn Archibald), ένα άλλο μοντέλο του ζωγράφου (πιθανώς γίνεται αναφορά στην Fillide Meladroni ή στην Anna Bianchini ή την Caterina Vannini). Τέλος, ένα πρόσωπο που δεν εμφανίζεται στην ταινία, αλλά μνημονεύεται διαρκώς από τον ετοιμοθάνατο Καραβάτζιο, ως ο μεγάλος του χαμένος έρωτας, είναι ο Πασκαλόνε, στον οποίον αναφερθήκαμε προηγουμένως.

Επιτάφιος Θρήνος-ΑναπαράστασηΟι εικαστικές αξίες της ταινίες είναι σχεδόν αυταπόδεικτες, ενώ ο τρόπος που ο Τζάρμαν ανακαλεί τις συνθέσεις του Καραβάτζιο στις σκηνές όπου ο ζωγράφος στήνει τα μοντέλα του προκειμένου να ζωγραφίσει τις περίφημες ελαιογραφίες του είναι υποδειγματικός. Πίνακες όπως Η συναυλία (οι μουσικοί), Το μαρτύριο του Αγίου Ματθαίου, Νικηφόρος Έρωτας, Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, Η μετανοούσα Μαγδαληνή, Η Κοίμηση της Παναγίας και Ο Επιτάφιος Θρήνος ζωντανεύουν και γίνονται μια σκηνοθεσία μέσα στη σκηνοθεσία.

Caravaggio, Νικηφόρος Έρωτας (Amor Vincit Omnia), ελαιογραφία σε μουσαμά, 156x113 εκ., Βερολίνο, ΠινακοθήκηΤέλος, μια σειρά από αναχρονισμούς κλείνουν το μάτι στον θεατή. Τέτοιοι είναι: η αναμετάδοση ενός ποδοσφαιρικού αγώνα και η τοποθέτηση πολύχρωμων ηλεκτρικών φώτων στο καπηλειό, το άκουσμα μουσικής τζαζ στο παλάτι του καρδινάλιου, η χρησιμοποίηση υπολογιστή τσέπης για τις αριθμητικές πράξεις από τον έμπορο Τζουστινιάνι, η πληκτρολόγηση της βιογραφίας του Καραβάτζιο σε γραφομηχανή από τον Μπαλιόνε, καθώς και η χρησιμοποίηση μιας σειράς από props όπως φορτηγάκι, τσιγάρο, σύγχρονα κοστούμια κ.α. Ο Τζάρμαν συνήθιζε να έχει αυτού του είδους το χιούμορ και να αναμειγνύει τις εποχές (ολόκληρη η ταινία Jubilee βασίστηκε σε αυτή τη θεματική) έτσι ώστε χρησιμοποιώντας στοιχεία του σήμερα στο χτες, και εδώ και στον Edward II, να επικαιροποιεί το χτες. Ίσως το κάνει και για να βάλει μια τρικλοποδιά στην κινηματογραφική σύμβαση, που όμως δεν αρκεί για να αναιρέσει το συναίσθημα που αναβλύζει σε αφθονία από την ταινία Καραβάτζιο

*Αφιέρωμα στον Ντέρεκ Τζάρμαν -στο οποίο χρωστάω τη γνωριμία μου με τον σκηνοθέτη- με προβολές ταινιών 35΄ και 16΄ και βίντεο κλιπ είχε γίνει τον Μάιο του 2006 από το Βρετανικό Συμβούλιο, την Ταινιοθήκη της Ελλάδας και την Ανωτάτη σχολή Καλών Τεχνών. 

**Η πιο πρόσφατη έκθεση με έργα του Καραβάτζιο έγινε τον Απρίλιο του 2006 στο μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης με τίτλο Καραβάτζιο και 19ος αιώνας. Στην έκθεση περιλαμβάνονταν έργα καραβατζιστών, αλλά και τρεις πίνακες του ίδιου του Καραβάτζιο (Η ανάσταση του Λαζάρου, Άγιος Ιωάννης Βαπτιστής και Η θλιμμένη Μαγδαληνή).

 

Προηγούμενο άρθροΕλληνική υποψηφιότητα για το βραβείο Mies Van der Rohe 2013
Επόμενο άρθροΚαρέκλες