Τμήμα από πίνακα του ζωγράφου και σκηνογράφου Γιάννη ΤσαρούχηΗ αρχιτεκτονική είναι τέχνη. Είναι όμως αναμφισβήτητα και επιστήμη. Απαιτεί εις βάθος γνώση πλήθους τεχνικών και στατικών ζητημάτων, αλλά και φαντασία, ικανότητα συνθετικής και αναλυτικής σκέψης και άριστη σχεδιαστική αντίληψη. Ακριβώς τα εφόδια εκείνα που κάνουν έναν καλό σκηνογράφο. Αποτελεί λοιπόν η σκηνογραφία απλά μίμηση της αρχιτεκτονικής ή είναι κάτι παραπάνω; Τι εννοούμε με τον όρο σκηνογραφία εξαρχής; Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, τη σκηνογραφία στο θέατρο εισάγει ο Σοφοκλής. Πρόκειται για πάνελ στα οποία ζωγραφίζονταν τα εκάστοτε φόντα, ανάλογα με τη θεματολογία του δράματος – μία πρώτη απόπειρα απόδοσης των τριών διαστάσεων του χώρου σε δισδιάστατη επιφάνεια. Από τότε βέβαια έχουν αλλάξει πολλά. Η αρχιτεκτονική ακολουθεί τον άνθρωπο από την αυγή της ιστορίας αν όχι παλαιότερα. Ήδη στην εποχή του χαλκού (2ο μισό της δεύτερης χιλιετίας π.Χ.) κορυφαία αρχιτεκτονήματα βρίσκονται διάσπαρτα σε ολόκληρο τον πλανήτη. Η αρχιτεκτονική σε συνδυασμό και με άλλες τέχνες (ζωγραφική, γλυπτική) έχει υπερβεί το πρωταρχικό νόημα της ύπαρξής της, της δημιουργίας δηλαδή ασφαλούς καταφυγίου και αποτελεί  πλέον σύμβολο κύρους, ανάπτυξης και ευμάρειας. Το ζην έχει οριστικά δώσει τη θέση του στο ευ ζην.

 

Η σκηνογραφία στην αρχιτεκτονική


 

Εργαλείο της σκηνογραφίας, όπως και της αρχιτεκτονικής είναι η στερεομετρία. Και οι δύο τέχνες αφιερώνονται στη δημιουργική σύνθεση του τρισδιάστατου χώρου – η καθεμιά βέβαια για τους δικούς της σκοπούς. Στη σκηνογραφία, σε αντίθεση με την αρχιτεκτονική, συνήθως αντιμετωπίζουμε έναν αρκετά περιορισμένο χώρο, αλλά έχουμε τη δυνατότητα μεγαλύτερης δημιουργικής ευελιξίας. Με έμφαση στη σημειολογία και όχι στη λειτουργικότητα, η σκηνογραφία δομεί χώρους, που σε συνεργασία με το φωτισμό και τα άλλα καλλιτεχνικά στοιχεία, στην ουσία μιμείται έναν χώρο με σχετική ελευθερία και χωρίς τους περιορισμούς της πολεοδομίας και των εκάστοτε εξωτερικών συνθηκών. Κατά τον Peter Brook, ο σκηνογράφος σκέφτεται και δημιουργεί σύμφωνα με τις επιταγές, όχι μόνο των τριών διαστάσεων, αλλά και της τέταρτης διάστασης, του χρονικού δηλαδή περάσματος.

Και η αρχιτεκτονική καθαυτή όμως φαίνεται να αντλεί στοιχεία καθαρά σκηνογραφικά για να εξυπηρετήσει τους δικούς της σκοπούς. Στην αναγεννησιακή, τη μπαρόκ και την κλασική ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική είναι έντονα τα στοιχεία της εξωστρεφούς αισθητικής αντίληψης των Ελλήνων και των Ρωμαίων. Οι προσόψεις των κτηρίων, με την έντονη γλυπτική και διακοσμητική τους διάθεση μετατρέπονται σε  γιγάντια σκηνικά που αντιστέκονται στη ροή του χρόνου. Μήπως δεν είναι ο ναός του Δία στην Πέργαμο ένα μεγαλειώδες σκηνικό με στόχο την πρόκληση του δέους; Μήπως ο όχι πια συμπαγής, αλλά κατάφωτος Παρθενώνας δεν αποτελεί τη σκηνική βιτρίνα της χαοτικής Αθήνας; Δεν μεταβάλλεται αυτόματα και ο πλέον αδιάφορος τοίχος σε σκηνικό, με τον ανάλογο φωτισμό, μια προβολή, ή απλά και μόνον όντας το “σκηνικό” κάποιου γεγονότος με ξεχωριστή συναισθηματική φόρτιση;


Το μουσείο κυκλαδικής τέχνης "σκηνογραφικά" φωτισμένοΟι ίδιοι οι αρχιτέκτονες συνηγορούν στην “εισβολή” της σκηνογραφίας στην τέχνη τους. Το κίνημα του “πουρισμού” πρώτα και του μοντερνισμού έπειτα έρχεται να αλλάξει τα δεδομένα και να απαλλάξει την αρχιτεκτονική από τα σκηνογραφικά της φκιασίδια. Το πρωτοποριακό τριπλό F (Form Follows Function) αποτελεί ευαγγέλιο για την νέα γενιά δημιουργών του μεσοπολέμου, ενώ βρίσκει τεράστια απήχηση  και στους Έλληνες αρχιτέκτονες, που ονειρεύονται μια επιστροφή στις ρίζες (;) και στην απαλλαγμένη περιττών στοιχείων λαϊκή αρχιτεκτονική της τουρκοκρατίας. Έτσι ξεσπούν με μένος στην (έστω ξενόφερτη) νεοκλασική παράδοση των ελληνικών πόλεων, δημιουργώντας κτήρια απρόσωπα, που ουδόλως ανταποκρίνονται στον τόπο και την ιδιοσυγκρασία των Ελλήνων. Χωρίς τελικά να αποφεύγεται η σκηνική αντιμετώπιση των προσόψεων, με τις μπετονένιες συνθέσεις και τα φανερά στατικά στοιχεία απλώς να αντικαθιστούν τα φουρούσια και τα κιονόκρανα, ενώ η επιστροφή της διακόσμησης με το ρομαντικό κίνημα του μεταμοντερνισμού γίνεται με τρόπο μάλλον εξεζητημένο και συχνά κακόγουστο. Τα υλικά αλλάζουν, οι τάσεις αλλάζουν, η σκηνογραφία παραμένει.

 

Η αρχιτεκτονική στη σκηνογραφία


 

«Το (θεατρικό) σκηνικό είναι ο διάλογος του χώρου, του χρόνου, της κίνησης, και του φωτός πάνω στη σκηνή». Αυτά είναι τα ακριβή λόγια το Josef Svoboda, του σπουδαίου Τσέχου designer και σκηνογράφου. Ασφαλώς, με τον όρο σκηνογραφία δεν εννοούμε αποκλειστικά τα θεατρικά σκηνικά. Η εξάπλωση της σκηνογραφίας σήμερα είναι καθολική. Από το θέατρο στο σινεμά και από την τηλεόραση στις καλλιτεχνικές εκθέσεις, καλύπτοντας έτσι ένα ευρύ φάσμα τεχνών, αναγκών και  φυσικά ύφους. Από την κλασική αρχαιότητα και την αναβίωση της τέχνης του θεάτρου κατά την Αναγέννηση, ως τα καθόλα ψηφιακά high tech σκηνικά στα green screen των κινηματογραφικών και τηλεοπτικών στούντιο, ο σκηνικός χώρος αποτελεί καταλυτικό στοιχείο της απόδοσης της ζητούμενης ατμόσφαιρας. Και οποιοσδήποτε χώρος είναι εν δυνάμει σκηνικός.

 

Διαδραστικό θεατρικό δρώμενο σε υπάρχοντα υπόγειο μουσειακό χώροH σκηνογραφία έπαψε κάποια στιγμή να αποτελεί νατουραλιστική απεικόνιση του πραγματικού κόσμου. Κατά το 19ο αιώνα αποδεσμεύτηκε από τη ζωγραφική αναπαράσταση τοπίων και την ψευδοπροοπτική, για να εξερευνήσει τις τρεις διαστάσεις. Από τον 20ο αιώνα και στο εξής γίνεται φανερή η σημειολογική και αφαιρετική τάση της σκηνικής τέχνης και της μίξης των μέσων με στόχο τη δημιουργία μιας ξεχωριστής, παράλληλης πραγματικότητας. Ποτέ δε θα πάψει όμως  η αρχιτεκτονική να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της σκηνογραφίας. Αμφότερες δουλεύουν την ύλη, έστω με τρόπο διαφορετικό. Για παράδειγμα, το τούβλο σε ένα πραγματικό κτήριο, θα είναι απομίμηση τούβλου (ρεαλιστική ή μη δεν έχει σημασία) σε μια σκηνογραφική μελέτη. Η στατική επίσης υπάρχει πάντα και ας απαιτεί διαφορετικές προδιαγραφές, εφόσον τα υλικά και οι ανάγκες  διαφέρουν. Και αν κάποιος θέλει να συνοψίσει τη βασική διαφορά ανάμεσα σε δύο τόσο όμοιες και  αλληλοσυμπληρούμενες τέχνες, αυτή δε θα ήταν άλλη από την πρόσκαιρη, εφήμερη χρήση του σκηνικού, σε αντίθεση με το αρχιτεκτονικό έργο, που φτιάχνεται για να μείνει…

 

Προηγούμενο άρθρο«Οι περιπέτειες του Μάικ» στο θέατρο Αλίκη από το Σάββατο 20 Οκτωβρίου
Επόμενο άρθροΤο πολυβραβευμένο “Marathon Boy” στον κινηματογράφο Δαναός