Ένας από τους πιο διακεκριμένους καλλιτέχνες της Βρετανίας,ο Λούσιαν Φρόυντ απεβίωσε σε ηλικία 88 ετών (20 Ιουλίου 2011), αφού είχε χαρακτηριστεί από τον κριτικό τέχνης Ρόμπερτ Χιούγκς ως ο μεγαλύτερος εν ζωή ρεαλιστής ζωγράφος. Εγγονός του ψυχο-αναλυτή Σίγκμουντ Φρόυντ, ο Λούσιαν Φρόυντ γεννήθηκε στο Βερολίνο το 1922 και μετανάστευσε από τη ναζιστική Γερμανία στη Βρετανία με την εβραϊκή οικογένειά του το 1933, σε ηλικία 10 ετών. Στα μέσα της εφηβείας του, πήγε σε σχολείο τέχνης στο Λονδίνο, στη συνέχεια σε ένα άλλο στην Ανατολική Αγγλία και έγινε Βρετανός πολίτης το 1939. Στην αρχή ο ίδιος περιορίστηκε στην ζωγραφική, και σε ηλικία 17 ετών μια αυτοπροσωπογραφία του έγινε αποδεκτή για αναπαραγωγή από το περιοδικό του Κύριλλου Κόνολι, Ορίζοντας. Αργότερα το πρώιμο έργο του χαρακτηρίζεται ως το προϊόν «μέγιστης παρατήρησης», το οποίο επιτυγχάνεται «με το κοιτάζει το θέμα μου και να το εξετάζει εκ του σύνεγγυς». Ο Φρόυντ αναγνωρίστηκε πρώιμα ως ένα λαμπρό ταλέντο με αποτέλεσμα το 1944 να πραγματοποιήσει την πρώτη του ατομική έκθεση σε ηλικία 21 ετών.

Ατελιέ «Η δουλειά μου είναι καθαρά αυτοβιογραφική. Πρόκειται για τον εαυτό μου και το περιβάλλον μου… Δουλεύω από τους ανθρώπους που με ενδιαφέρουν, και νοιάζομαι για τους χώρους που έχω ζήσει και γνωρίζω. Χρησιμοποιώ τους ανθρώπους για να εφευρίσκω τις εικόνες μου  και μπορώ να δουλέψω πιο ελεύθερα όταν υπάρχουν, όταν είναι εκεί». Με το παραπάνω απόσπασμα, ο Φρόυντ πείθει το κοινό του ότι δεν έχει τίποτα να κρύψει από αυτό κατορθώνοντας  να δημιουργήσει  ένα υψηλό επίπεδο επικοινωνίας με αυτό. Βρετανός ζωγράφος και συντάκτης που ίδρυσε τη δική του καλλιτεχνική ταυτότητα, ο Φρόυντ πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του στο Paddington του Λονδίνου, μια περιοχή του κέντρου της πόλης του οποίου η εξαθλίωση αντανακλάται συχνά  τόσο στους εσωτερικούς χώρους και όσο και στα αστικά τοπία του. Στη δεκαετία του 1940 ενδιαφέρεται  κυρίως για τη  ζωγραφική, και ειδικότερα για  το πρόσωπο. Πειραματίστηκε σε μεγάλο βαθμό με τον Σουρεαλισμό αλλά σε αρκετά έργα του διαφαίνεται η σύνδεση με τον Γερμανικό Εξπρεσιονισμό (μια επιρροή που έτεινε να αρνηθεί). Δύο ήταν τα σημαντικά έργα ζωγραφικής του 1951 τα οποία καθόρισαν τα θέματα και τις ανησυχίες που κυριάρχησαν στο υπόλοιπο της καριέρας του. Αναφέρομαι στο «Εσωτερικό» στο Paddington (Liverpool, Walker A.G.) και στο «Κορίτσι με ένα λευκό σκυλί» (Λονδίνο, Tate). Και οι δύο πίνακες καταδεικνύουν την προθυμία του να δημιουργήσει μια έντονα φορτισμένη κατάσταση, στην οποία ο καλλιτέχνης είναι ελεύθερος να εξερευνήσει  επίσημα και οπτικά προβλήματα παρά εκφραστικά ή ερμηνευτικά.

Εσωτερικό/Eξωτερικό


ΕσωτερικόΟ όρος «Εσωτερικό» έχει δοθεί σε έργα του Φρόυντ που απεικονίζουν οτιδήποτε συμβαίνει στο εσωτερικό του στούντιο και το «Εξωτερικό» αποτυπώνει εικόνες από τον κήπο του ή τα γειτονικά εργοστάσια. Εστιάζοντας στον χώρο του στούντιο, ο Φρόυντ έχει δημιουργήσει μια σειρά που αποτελείται από γυμνά μοντέλα, η οποία λαμβάνει χώρα σε κλειστά στόρια. «Το σύνολο του έργου του καλλιτέχνη βασίζεται στην ιδέα της παρατήρησης και της αργής δουλειάς που πηγάζει  από το μοντέλο». Ο ίδιος επιθυμούσε να ενσαρκώνει τα μοντέλα του όπως ο  ηθοποιός ενσαρκώνει έναν χαρακτήρα, παρέχοντας μια επιτελεστική διάσταση στην πράξη της ζωγραφικής. Με βάση το παραπάνω θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι ως ζωγράφος έψαχνε συνεχώς να μορφοποιήσει το υψηλό όραμα για τα πρόσωπα και τα πράγματα που δημιουργούσε. Στη σειρά των έργων «Μεγάλο Εσωτερικό» επεδίωκε για πάνω από τρεις δεκαετίες την ίδια έρευνα του χώρου στην ζωγραφική και δυνατότητα της σύνδεσης διάφορων στοιχείων μέσα σε αυτόν. Ομοίως, κοιτάζοντας έξω, ο Φρόυντ ζωγραφίζει την άποψη του κήπου του, όπως φαίνεται από το παράθυρό του και αποδίδει την σειρά «Εξωτερικό»

Αντανάκλαση: Πορτρέτα


Πίνακας της Κέιτ ΜοςΜια ακόμα εξαιρετική και πολύ χαρακτηριστική δουλειά του έργου του, είναι η σειρά των πορτρέτων του. Στις τελευταίες αναδρομικές εκθέσεις που πραγματοποίησε πριν το θάνατό του, την συγκεκριμένη σειρά την ονόμαζε «Αντανάκλαση» και αποτελείτο από μια σειρά πορτρέτων που συχνά αντανακλώνταν σε καθρέφτες. Ο Φρόυντ έδινε μεγάλη σημασία στο γυμνό και πολύ συχνά χρησιμοποιούσε καθρέφτες στα έργα του. Ο ίδιος αναφέρει «Για να απεικονίσεις τον εαυτό σου, θα πρέπει να προσπαθήσεις να ζωγραφίσεις σαν να ήσουν κάποιος άλλος». Στην αυτοπροσωπογραφία το «καθ’ ομοίωσιν» είναι κάτι διαφορετικό. Η στενή σχέση με τα μοντέλα του ήταν συχνά σημαντική για τον Φρόυντ. Η μητέρα του πόζαρε για μια εκτεταμένη σειρά έργων στις αρχές της δεκαετίας του 1970 αφότου έμεινε χήρα, και οι κόρες του Bella και Esther πόζαραν γυμνές, μαζί και χωριστά. Παρά το γεγονός ότι η ανθρώπινη μορφή κυριαρχεί στο αποτέλεσμα, ο Φρόυντ ασχολείται και με  αστικά τοπία, όπως φαίνονται  από το παράθυρο του στούντιο, και από τις  σχολαστικές  μελέτες της φύσης. Οι δεκαετίες του 1980 και  του 1990 σημαδεύτηκαν από ολοένα και πιο φιλόδοξες συνθέσεις όσον αφορά τόσο την κλίμακα και την πολυπλοκότητα. «Πρέπει να ζωγραφίσω ότι αισθάνομαι, χωρίς να επηρεάζομαι από τον εξπρεσιονισμό». Ο Φρόυντ συχνά ζωγράφιζε φίλους και πρόσωπα της οικογένειάς του αλλά και μεγάλες διασημότητες. Ξεχωρίζει ένα ιδιαιτέρως κολακευτικό πορτρέτο της βασίλισσας της Αγγλίας αλλά και αυτό της Kate Moss της οποίας η εικόνα δεν θυμίζει σε τίποτα την ηδονιστική έκφραση των ξέφρενων πάρτι που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε στα media.

Στην Ζωγραφική


After Cezanne Στην ενότητα «Στην ζωγραφική», περιλαμβάνονται μια σειρά από αναπαραγόμενα έργα, του  Chardin και του Cezanne. Εδώ ο Φρόυντ μας προκαλεί να ξανασκεφτούμε μερικά από τα σημαντικότερα αριστουργήματα του παρελθόντος δίνοντας πολύ μεγάλη λεπτομέρεια σε αυτούς τους πίνακες. Αντί να εργάζεται πάνω στην αναπαραγωγή ο Φρόυντ ζητά από ζωντανά μοντέλα να αναδημιουργήσουν τον πίνακα: Για ακόμη μία φορά, το πέρασμα από το ατελιέ είναι υποχρεωτικό.Αυτή είναι μια πολύ μεταμοντέρνα παραπομπή: Συλλαμβάνει ένα παιχνίδι παντομίμας μεταξύ των μοντέλων, συλλέγει όλη την εικόνα του τεχνητού, την αδεξιότητα και τον ερασιτεχνισμό. Στο «The Afternoon in Naples» (1872-1875), ο Φρόυντ το κλιμακώνει ένα μνημειώδες αποτέλεσμα. Αποτυπώνει μια σκηνή από πορνείο, όπου πάνω σε τσαλακωμένα σεντόνια ένας άντρας και μία γυναίκα δέχονται τσάι από μια καμαριέρα. Χρησιμοποιώντας μόνο μερικά στηρίγματα και σεντόνια στο πάτωμα, μια πεσμένη καρέκλα- ο Φρόυντ αναπλάθει πιστά τη χωρική διάταξη του πίνακα του Cezanne. Αλλά η κουρτίνα με τη θεατρική της δράση και το παράθυρο πίσω έχουν φύγει, αντικαθίστανται δε από ένα γυμνό τοίχο και πάτωμα, επιπλωμένο μόνο με μια σκάλα και μερικά ξύλινα σκαλοπάτια. Ο Φρόυντ αφήνει τις μεθόδους εργασίας του διαφανής. Εφόσον αποφάσισε να παρουσιάσει την υπηρέτρια γυμνή και ολόκληρη, ζωγράφισε πάνω από το νυχτικό που φορούσε και πρόσθεσε ένα τμήμα στους ώμους. Η απάντηση στο ερώτημα για ποιο λόγο επέλεξε να μας δείξει εναλλακτικές προοπτικές κλασικών έργων τέχνης, παρέχεται από τον ίδιο με τη δήλωση του «Πάντα πίστευα ότι η δουλειά μου έχει είναι πολύ σχετική με την τέχνη. Ο θαυμασμός μου για άλλα έργα δεν φαίνεται αρκετά στη δουλειά μου επειδή ήλπιζα ότι αν συγκεντρωνόμουν αρκετά η ένταση του εξονυχιστικού ελέγχου θα έδινε ζωή στην εικόνα. Αγνόησα το γεγονός ότι η τέχνη τελικά πηγάζει από την τέχνη. Τώρα συνειδητοποιώ ότι αυτή είναι η πραγματικότητα».

Όπως η σάρκα: Σύνθεση και σενάρια


Όπως η σάρκαΟ Φρόυντ ήθελε τα μοντέλα του να ακούνε τις εντολές του όπως ακριβώς και οι ηθοποιοί αυτές του σκηνοθέτη. Η δύναμη των πορτρέτων κρύβεται στον τρόπο που συλλαμβάνουν την φυσική αδράνεια του μοντέλου. Ζωγραφίζοντας «όπως η σάρκα»  βλέπει την δουλειά του σαν ζωντανό οργανισμό, στον οποίο μέρη και φιγούρες έχουν χτιστεί σταδιακά το ένα μετά το άλλο. Αυτοί οι επιβλητικοί πίνακες με τις αινιγματικές τους αφηγήσεις, συγκαταλέγονται στα πιο φιλόδοξα έργα της καριέρας του. Η αίσθηση που εμείς λαμβάνουμε όταν τα παρατηρούμε είναι ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια κρίσιμη καμπή, μια στιγμή συνειδητοποίησης στην οποία ο καλλιτέχνης αποφάσισε να αλλάξει τη μορφή και τις ιδέες του για τον άνθρωπο και τη ζωή. Για να γίνει ποιο ξεκάθαρο τι αληθινά θέλει να πει με αυτή την οπτική, υπογραμμίζει «Στην πραγματικότητα με ενδιαφέρουν ως ζώα. Ένα κομμάτι που μου αρέσει να δουλεύω με γυμνά είναι γι αυτό το λόγο. Γιατί βλέπω περισσότερα». Αναμφίβολα, αυτό το κομμάτι μας οδηγεί στην καρδιά της δημιουργικής διαδικασίας του ζωγράφου. Αντιπροσωπεύει μια στιγμή συνειδητοποίησης στο τι ενδιαφέρει τον καλλιτέχνη. Μας αφήνει την εντύπωση ότι σε όλη του την καριέρα του ο Φρόυντ αναζητούσε τις ιδέες τις οποίες οι πίνακες του αντιπροσωπεύουν. Συνολικά, οι πίνακες αυτοί δεν είναι οι σημαντικότεροι επειδή απλώς ο Φρόυντ μας τους δείχνει με αυτό τον τρόπο, αλλά γιατί παρουσιάζουν την όψη των ανθρώπων όπως δεν θέλουμε να την βλέπουμε άλλο. Στον αιώνα της πληροφορίας που ζούμε σήμερα, όπου το σημαντικότερο πράγμα είναι η δύναμη της εικόνας, όπου ο στόχος των ανθρώπων είναι να είναι τέλειοι ώστε να εκπληρώσουν τις σεξουαλικές τους επιθυμίες και κάνουν οτιδήποτε είναι δυνατό να κρύψουν τις ατέλειές τους, εικόνες σαν τους πίνακες του Φρόυντ αποτελούν ένα δυνατό και ειρωνικό σχόλιο στην δίχως όρια ανθρώπινη ματαιοδοξία.

«Ο ζωγράφος πρέπει να σκέφτεται ότι όλα όσα βλέπει είναι εκεί αποκλειστικά για δική του χρήση και ευχαρίστηση»


ΑυτοπροσωπογραφίαΟ Φρόυντ συνήθιζε να λέει ότι ο χρόνος ήταν μια μεγάλη πολυτέλεια του στη ζωή. Του πήρε αρκετό καιρό να καταλήξει στα θέματα που τον ενδιέφεραν πραγματικά και σε πολλές περιπτώσεις δούλευε πάνω σε ένα έργο για χρόνια. Είναι κάτι που ζητά και από το κοινό του : Κάθε πορτρέτο του έχει διαφορετική παρουσία και απαιτείται χρόνος για να αναγνωριστεί. Ο ίδιος σπάνια μιλούσε για το έργο του. Σχεδόν πάντοτε αρνιόταν να δίνει συνεντεύξεις και σε ηλικία 81 ετών σε κάποιες ηχογραφημένες συνομιλίες για το βιβλίο της βιογραφίας του εξομολογείται «γνωρίζουμε ότι το κύριο στοιχείο στη ζωγραφική είναι το χρώμα. Είναι όλα σχετικά με το χρώμα». Ο Φρόυντ είδε κάθε αντικείμενο στον κόσμο σαν να διαθέτει ένα μοναδικό χαρακτήρα. Ακόμη και στην έκτη δεκαετία της καριέρας του, ο ίδιος εξακολουθεί να εξυμνεί την μοναδική ιστορία του κάθε υλικό πράγμα που σχεδίασε και ζωγράφισε.

Πηγες


Karatarakis, E. (2010), L ucain Freud’s L’Atelier in Centre Pompidou: First exhibition by Freud in France ever, in more than 20 years, http://www.onculture.eu/story.aspx?s_id=1274&z_id=9, Date Accessed 30/04/2010

Centre Pompidou, (2010), Lucian Freud L’Atelier: The exhibition, 10th March – 19 July 2010. Paris: Pompidou Centre.

Pfeiffer, A. (2010), The studio of Lucian Freud, http://www.artinamericamagazine.com/news-opinion/conversations/2010-03-19/lucian-freud-cecile-debray-atelier-pompidou1/, Date Accessed 30/04/2010

Guerin, F. (2010), On Lucian Freud, http://www.artslant.com/par/articles/show/15357, Date Accessed 30/04/2010

http://www.tate.org.uk/art/artists/lucian-freud-1120

Προηγούμενο άρθρο«Το πορτραίτο της Ντόρα» συνεχίζεται με επιτυχία στο ΚΕΤ
Επόμενο άρθροMεγάλοι ερμηνευτές κλασικής μουσικής: Ivo Pogorelich