«Η Casa Malaparte είναι η πιο όμορφη κατοικία του 20ου αιώνα».Έτσι αναφέρονται σε αυτό το κτίσμα διάφοροι θεωρητικοί, αρχιτέκτονες, ή απλοί επισκέπτες. Η εν λόγω κατοικία έχει μια πολύ ενδιαφέρουσα δομή και μια, παραδόξως, αλχημιστική σχέση του «μέσα» με το «έξω». Ο περισσότερος κόσμος, όπως και εγώ, γνώρισε το οίκημα αυτό μέσα από την ταινία Le Mepris (περιφρόνηση) του Jean Luc Godard το 1963, βασισμένη στο μυθιστόρημα του Alberto Moravia. Ένα μεγάλο μέρος της πλοκής λαμβάνει χώρα στην Casa Malaparte, η οποία αποκτά μεγάλη συμβολική σημασία. Ο Godard μέσω της ταινίας ασκεί κριτική στο μοντέρνο κίνημα, στον μοντέρνο τρόπο ζωής και αναλύει έννοιες όπως η αγάπη, η ομορφιά, ο έρωτας, ο θάνατος. Μας δείχνει πλάνα από αρχαία αγάλματα βαμμένα με μπλε και κόκκινη μπογιά, ένα μεγάλο σπίτι που δεν μπορεί να οικειοποιηθεί από ένα ζευγάρι, μια επιβλητική εξωτερική σκάλα που θυμίζει αρχαιοελληνικό αντεστραμμένο θέατρο, πλάνα από την ταινία «Οδύσσεια», που γυρίζεται στη ταράτσα της κατοικίας που διαμένει το ζευγάρι. Η Casa Malaparte δεν είναι απλώς ένα μέρος στο οποίο λαμβάνουν χώρα κάποιες σκηνές στην ταινία-ένα σκηνικό, είναι ένα αντικείμενο που παίζει έναν ρόλο, όπως και οι ηθοποιοί.

cn_image.size.casa-malaparte-capri-italy

Για να γίνει κατανοητή τούτη η κατοικία ως χωρικό αντικείμενο, θα ήταν εύλογο να την περιγράψω συνειρμικά, με βάση εικόνες και μορφές που όλοι γνωρίζουμε, και που προσδίδουν στο κτίσμα τις συμβολικές και συναισθηματικές του σημασίες. Λίγο περισσότερο από ένα γυμνό κουτί, το σπίτι μοιάζει σαν μια φυσική απόφυση του βράχου στον οποίον είναι χτισμένο, και ακόμα φαίνεται να ορίζει την ακτογραμμή σαν ένα φρούριο. Η ταράτσα ως ένας ενιαίος χώρος με τη σκάλα, είναι σαν ένα ελληνικό αντεστραμμένο θέατρο, όπου η ορχήστρα βρίσκεται σε μεγαλύτερο ύψος από το κοίλον.  Ο τοίχος «ανεμοφράχτης» που βρίσκεται στη ταράτσα είναι ο μοναδικός καμπυλόμορφος όγκος στην κατοικία, εμπλουτίζοντας το κτίσμα ακόμα περισσότερο ως προς τον μνημειακό του χαρακτήρα.
Η Casa Malaparte είναι μια μεγάλη απροσπέλαστη μάζα με λίγα ορθοκανονικά ανοίγματα. Η πραγματική σχέση του «μέσα» με το «έξω», δεν επιτυγχάνεται μέσω των ανοιγμάτων, αλλά μέσω της εξωτερικής σκάλας. Με βάση την δική μου ανάγνωση, η κατοικία ξεκινάει από ένα ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο και μέσω της αφαίρεσης άλλων γεωμετρικών όγκων καταλήγει να έχει αυτή τη τελική μορφή.Η Casa Malaparte είναι χτισμένη πάνω σε έναν βράχο με ύψος 32 μέτρα και έχει θέα στον κόλπο του Σαλέρνο. Η πρόσβαση σε αυτή την ιδιωτική περιουσία είναι πολύ δύσκολη, γιατί η κατοικία είναι απομονωμένη, δεν υπάρχει τίποτε άλλο κτισμένο σε εκείνο το σημείο. Υπάρχουν δύο τρόποι για να επισκεφθεί κανείς το σπίτι, είτε με τα πόδια από την πόλη του Κάπρι, είτε με βάρκα ανεβαίνοντας 99 σκαλοπάτια. Η σκάλα που σε οδηγεί στο σπίτι από τη θάλασσα ακολουθεί τον βράχο. Αλλά και η πρόσβαση από τον ένα χώρο στον άλλο και στο εσωτερικό, είναι αρκετά δύσκολη. Στο σπίτι όπως κατασκευάστηκε εν τέλει, αγνοώντας τα σχέδια του αρχιτέκτονα, το ταξίδι από τον έναν χώρο στον άλλο, είναι απαγορευτικά βασανιστικό-16 σκαλοπάτια κάτω και 48 επάνω. Η μη-αποτελεσματική λειτουργία των χώρων αποτυπώνεται στη ταινία Le Mepris.

«Εδώ η ζωή δεν είναι πραγματική. Είναι μια όπερα. Εδώ οι άνθρωποι δεν σκέφτονται, τραγουδούν». Επιστρατεύοντας τη λυρική του διάθεση ο Μαξίμ Γκόρκι περιέγραψε τη ζωή στο πιο διάσημο ίσως νησί της Μεσογείου: το Κάπρι.
Το Κάπρι είναι ένα νησί της Ιταλίας με έκταση 10,4 τ.χλμ και πληθυσμό 12.200 κατοίκους. Πρωτεύουσα του νησιού είναι το Κάπρι με πληθυσμό 7.278 κατοίκους. To νησί βρίσκεται στην Τυρρηνική θάλασσα ανοιχτά της χερσονήσου του Σορέντο, στην περιφέρεια της Καμπανίας, στην Επαρχία της Νάπολης. Είναι θέρετρο από την εποχή της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο Malaparte επέλεξε το νησί του Κάπρι  και συγκεκριμένα την τοποθεσία Punta Massulo, για να χτίσει την κατοικία των ονείρων του. Ένα μέρος απομονωμένο, εμποτισμένο με ιστορικότητα και παράδοση, ένα κατάλληλο καταφύγιο για έναν άνθρωπο που συνήθισε να ζει έγκλειστος, μια παραδεισένια φυλακή.

«Ένα σπίτι σαν κι εμένα». Έτσι περιέγραφε ο Curzio Malaparte  την μοναχική φωλιά του στο βραχώδες ακρωτήριο του, στο νησί του Κάπρι. Προφανώς, είδε τον εαυτό του ως μια μυθική φιγούρα, έναν ποιητή ή έναν βασιλιά. Στην πραγματικότητα, ήταν ένας δημοσιογράφος και πολιτικός ακτιβιστής, αλλά αρκετά σημαντικός ώστε να εξοριστεί από τους φασίστες πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, και τους αντιφασίστες –αριστερούς μετά τον πόλεμο. Η εξορία είχε ένα παράδοξο αποτέλεσμα: Μετά την απελευθέρωσή του, ο Malaparte επιθυμούσε περισσότερη απομόνωση. Η εικόνα της κατοικίας από την θάλασσα μας θυμίζει την περίφημη ατάκα της Greta Garbo, «Θέλω να μείνω μόνη». Ο Malaparte έμεινε, με κάθε τρόπο.

Peter-Welz-casa-malaparte-window-05
«Ένα όμορφο επίτευγμα, σφυρηλατημένο μέσα από ένα αφιλόξενο περιβάλλον», είναι πως ο αρχιτέκτονας  Simon Jacobsen περιγράφει αυτή τη μεσοπολεμική κατοικία. Η κατοικία σε σχέση με την  χερσόνησο (context), είναι ο Malaparte σε σχέση με τον κόσμο. Ένα υποκείμενο που κατοικεί σε έναν κόσμο σκληρό και αφιλόξενο, εντάσσεται σε αυτόν και υπάρχει εκεί, παθητικά. Ίσως γι αυτό ερωτευτηκέ την συγκεκριμένη τοποθεσία για να χτίσει την κατοικία του, και παρέκαμψε κάθε δυσκολία. Αγόρασε το οικόπεδο φτηνά, επειδή η οικοδόμηση σε αυτό το μέρος απαγορευόταν από τις αρχές του Κάπρι και ύστερα  χρησιμοποίησε την πολιτική επιρροή του για να καταργηθεί αυτός ο περιορισμός. «Γι’ αυτό ήρθα εδώ- σε ένα άνοιγμα στο βράχο τού κόσμου, για να μπορέσω να κρυφτώ.»  Τένεσι Ουίλιαμς, «Λεωφορείο ο Πόθος».Φαίνεται πως ο Malaparte έχτισε το σπίτι, εν μέρει, ως φόρο τιμής στην απελευθέρωση του. Ήθελε να κατασκευάσει μια φυλακή από την οποία η φαντασία του θα μπορούσε να βρίσκεται σε μια συνεχή δραπέτευση. Ο Μαλαπάρτε ήταν θαυμαστής του σουρεαλισμού και η απεικόνιση της φυλακής αντικατοπτρίζει την ανησυχία του κινήματος,  με τις πιο σκοτεινές εσοχές του μυαλού. Στην πραγματικότητα μια λογική σουρεαλιστικού ονείρου, διαποτίζει όλο το σπίτι.
Ο ήπιος δυναμισμός του παραπέμπει στο πλοίο-σύμβολο του μοντέρνου τρόπου ζωής. Το κτίριο είναι κατασκευασμένο από το κατ’ εξοχήν υλικό του μοντερνισμού-το μπετόν. Αυτό το στοιχείο, περισσότερο από μια μαρτυρία του μοντέρνου κινήματος, είναι αυτό που κάνει το σπίτι απροσπέλαστο, βαρύ και μνημειακό, είναι αυτό που επιλέχθηκε για να μεταφράσει την προσωπικότητα του ιδιοκτήτη σε χώρο.

19Διαβάζοντας κανείς τα κείμενα της κατοικίας  (σχέδια, φωτογραφίες, επανεγγραφές), παρατηρεί αρκετές αντιθέσεις. Για τον Malaparte σημασία είχε η εικόνα του σπιτιού, η οποία θα καθρέφτιζε και την δική του εικόνα, την εικόνα ενός ανθρώπου που συνθέτει με έναν ουμανιστικό τρόπο στοιχεία από πολλές ακραίες προσωπικότητες. Ο αρχιτέκτονας Michael McDonough έχει περιγράψει το σπίτι σαν «ένα σπίτι με τόσο περίπλοκη οντολογία, όσο αυτή του 20ου αιώνα.»
Το κυριότερο χαρακτηριστικό του κτιρίου-η σφήνα από τα σκαλοπάτια που ανεβαίνει στην ταράτσα ένθεν φαίνεται να είναι ένα κυριολεκτικό απόσπασμα από τα σκαλοπάτια μπροστά από την εκκλησία της Annunziata στο Λίπαρι, το νησί όπου ο Μαλαπάρτε φυλακίστηκε το 1934. Οι εσωτερικοί χώροι είναι ως επί το πλείστον μικρά δωμάτια που μοιάζουν με κουτιά, με εξαίρεση το κυρίως σαλόνι, το οποίο είναι ένα τεράστιο, μισάνοιχτο ανάκτορο, πλακόστρωτο όπως ένας ρωμαϊκός δρόμος, και επιπλωμένο με αντικείμενα να μοιάζουν με κλασικά κειμήλια, μεταξύ των οποίων ένα μεγάλο ανάγλυφο γλυπτό που ονομάζεται Danza από τον Pericle Fazzini. Τεράστια ανοίγματα καδράρουν την ομηρική θέα στον Κόλπο της Νάπολης. Στο ουδέτερο λευκό σαλόνι με το πλακόστρωτο δάπεδο που μοιάζει σαν πλατεία χωριού και τη θέα της θάλασσας και του ουρανού που γίνεται ορατή μέσα από τέσσερα μεγάλα ανοίγματα, το κτίριο φαίνεται να αντιστρέφει το μέσα με το έξω.

Η Casa Malaparte έμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα εγκαταλελειμμένη μετά τον θάνατο του Curzio Malaparte. Υπέστη σοβαρές ζημιές από βανδαλισμούς και καιρικές συνθήκες και έχασε αρκετά σημαντικά υλικά και αντικείμενα κατά τη διάρκεια μιας μακροχρόνιας και δαπανηρής αποκατάστασης (1980-1990). Ο Malaparte μεταβίβασε την ιδιοκτησία του στην Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, αλλά η κληρονομιά αυτή αμφισβητήθηκε από την οικογένεια του. Ο ανιψιός του, Niccolo Rositani, ήταν ο επιβλέπων αρχιτέκτονας για την αποκατάσταση και διατήρηση αυτού του μοναδικού αρχιτεκτονικού έργου. Όντας μια αρχιτεκτονική δημιουργία και μια σύνθεση δύο τόσο διαφορετικών προσωπικοτήτων (Malaparte και Libera), που εργάστηκαν για την δημιουργία και την εκτέλεση ενός τόσο σημαντικού γεγονότος, τόσο πυκνό και περίπλοκο όσο και ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος,  η Casa Malaparte, θεωρείται ένα ιστορικό μνημείο. Αυτό το σπίτι είναι το σπίτι του συγγραφέα, όχι του αρχιτέκτονα-είναι ένα άκρως προσωπικό δοκίμιο ενός μυαλού που δεν έχει εκπαιδευτεί για να σχεδιάζει.

Casa_Malaparte
«Η κατοικία είναι ο χωρικός εγκλεισμός της γυναίκας»
, κατέληξε ο Mark Wigley.
Ο Malaparte μετά την εμπειρία της φυλακής ήθελε ένα σπίτι που θα ήταν ο χώρος εγκλεισμού για εκείνον και μόνο. Στον μύθο αυτού του σπιτιού ο ήρωας είναι ο Malaparte και στην ταινία Le Mepris (1963) του Jean Luc Godard η ηρωίδα είναι η Brigitte Bardot. Ή η Brigitte Bardot παίζει τον ρόλο του Malaparte σε μια επανεγγραφή του Godard. Μια όμορφη γυναίκα, που θέλει να αγαπηθεί ολοκληρωτικά. Κινείται σε ένα σπίτι χωρίς να μπορεί να οικειοποιηθεί κανένα χώρο-ανεβαίνει τα σκαλοπάτια-καταλήγει στη ταράτσα. Ενώ εκείνη στέκεται εκεί παθητικά, μπροστά της γυρίζεται η σύγχρονη «Οδύσσεια».
Η Casa Malaparte, όπως και κάθε όμορφο αντικείμενο, ασκεί μια παθητική δύναμη, όπως και η Bardot στην ταινία Le Mepris. Ένα σπίτι για έναν άνδρα, που εγκλωβίζοντας τον εαυτό του μέσα σε αυτό, συνειδητά, θηλυκοποιείται. Ο Godard αποτυπώνει την παθητικότητα ως θηλυκό στοιχείο, και μάλιστα ως προνόμιο μιας όμορφης γυναίκας. Μια όμορφη γυναίκα, ή ένας όμορφος άνδρας που θέλει να αγαπηθεί ολοκληρωτικά, είναι ένα αρκετά κοινό στερεότυπο. Αλλά πόσο συχνά ακούμε για έναν συγγραφέα ή πολιτικό ακτιβιστή  που θέλει να αγαπηθεί ως παθητικό αντικείμενο, να τον λατρεύουν όχι για αυτό που κάνει, αλλά απλά επειδή υπάρχει; .  Ίσως γι αυτό μετά το θάνατό του, το σπίτι έχει αποκτήσει μεγαλύτερη σημασία, ενώ τα γραπτά του έχουν ξεθωριάσει.
«Ένα σπίτι σαν κι εμένα», αυτό έλεγε ο Malaparte όταν αναφερόταν στο σπίτι του…

Βιβλιογραφία:

-“Curzio, Bardot and the runaway amnesiac”, Stefan Jovanovic
-“A house like me”, Michael McDonough
-“Key houses of the twentieth century”, Colin Davies

Σημείωση: Αυτό το άρθρο είναι, σε γενικές γραμμές, μια προσωπική και υποκειμενική περιγραφή της Casa Malaparte. Διάφορα συμπεράσματα και συσχετίσεις αποτελούν προσωπική έρευνα και δεν υπάρχουν σε καμία βιβλιογραφία (βλ. τελευταία παράγραφος). Παρακαλώ για οποιαδήποτε αναδημοσίευση, ή άλλη χρήση να αναφερθεί η πηγή και το όνομα της αρθρογράφου.

Προηγούμενο άρθροΑμάρτησα για το παιδί σου: Ματαίωση παραστάσεων περιοδείας
Επόμενο άρθροΗ Τριλογία του Πολέμου – Από 9 Ιουλίου στην Αλκυονίδα
Δήμητρα Τσίτση
Aristotle University of Thessaloniki, School of Architecture